Αν όχι μια νέα Αριστερά, τότε ποιος θα το κάνει;
*Γράφει ο Χαράλαμπος Γεωργούλας
ΠΗΓΗ:epohi.gr
– Μετά την αποχώρηση Κασσελάκη από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και την αναγγελία ίδρυσης νέου κόμματος, το πολιτικό σκηνικό, χωρίς να απαλλάσσεται από τη ρευστότητα που το χαρακτηρίζει, περνάει σε μια νέα φάση με ιδιαίτερα γνωρίσματα.
Η ΝΔ αντιλαμβάνεται ότι θα είναι δύσκολο έως αδύνατο να διεκδικήσει, με τις σημερινές συνθήκες, την αυτοδυναμία και μελετά όλα τα ενδεχόμενα. Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτηματικά της είναι πώς θα αντιμετωπίσει την παρουσία μιας ενισχυμένης, αν και πολυδιασπασμένης, Ακροδεξιάς, σε συνδυασμό με το δεδομένο ότι στον χώρο του Κέντρου, που η ίδια με επιτυχία έχει διεκδικήσει, συγκεντρώνονται τώρα περισσότεροι διεκδικητές του. Είτε αυτοπροσδιοριζόμενοι ως «κεντροαριστεροί» (ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Κίνημα Δημοκρατίας), είτε επιδιώκοντας τη σύμπηξη κεντροαριστερού σχήματος (ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ).
Η κατάσταση αυτή από μια άποψη τη συμφέρει, καθώς κρατάει ενάντιους πολιτικούς σχηματισμούς απασχολημένους με τον μεταξύ τους ανταγωνισμό σε έναν πεπερασμένο χώρο. Από την άλλη, όμως, της στερεί την ευχέρεια να καρπωθεί με σχετική ευκολία σημαντικό τμήμα του Κέντρου, όπως στο πρόσφατο παρελθόν, έχοντας πια και νέους ανταγωνιστές στο συγκεκριμένο πεδίο.
Κανείς δεν μπορεί μόνος του
Από αυτούς, το μεν ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και σημειώνοντας κάποια δημοσκοπική άνοδο, πείθει τον εαυτό του ότι στρατηγική του στόχευση πρέπει να είναι η αυτοδύναμη ανάδειξή του σε αντίπαλο της ΝΔ στο πλαίσιο ενός συναινετικού δικομματισμού. Απωθεί, έτσι, κάθε σκέψη για μια πολιτική συμμαχιών. Όσο για το σχήμα Κασσελάκη, η φιλοδοξία με την οποία εισέρχεται στον στίβο, δεν του επιτρέπει να επιδιώξει τίποτε λιγότερο από τη διεκδίκηση των πρωτείων, τουλάχιστον μέχρι να αποδειχτεί το αδύνατον του στόχου.
Τέλος, από την Κουμουνδούρου δεν μπορεί άμεσα να περιμένει κανείς τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από μια προσπάθεια να σταθεί στα πόδια της, φαντασιώνοντας τη διεκδίκηση της χαμένης θέσης, σε απόσταση από οποιαδήποτε κίνηση για μια πειστική απάντηση στο ζήτημα που όλοι οι άλλοι εκτός από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους έχουν αντιληφθεί: ότι κανείς –έτσι όπως έχουν τα πράγματα− δεν μπορεί μόνος του να διεκδικήσει τη νίκη στον προκείμενο αγώνα με αντίπαλο τη Δεξιά (και την Ακροδεξιά).
Σε ένα τέτοιο πολιτικό σκηνικό η ευθύνη της Αριστεράς για την προωθητική αναδιάταξή του είναι ολοφάνερη. Είναι εκείνη που εξ ορισμού μπορεί, ενισχύοντας τη θέση της και προωθώντας τη συσπείρωση των δυνάμεών της, να αναλάβει να προκαλέσει πρώτα απ’ όλα τη συνειδητοποίηση της αδυναμίας να ηττηθεί η ΝΔ και η πολιτική της χωρίς τη σύμπραξη ευρύτερων δυνάμεων σε ένα μέτωπο ανατροπής της νεοφιλελεύθερης κυριαρχίας και ηγεμονίας και κατόπιν να αναλάβει τις απαραίτητες πρωτοβουλίες για τη συγκρότησή του.
Κρίσιμη στιγμή
Ακόμα και μια πρόχειρη ματιά στον συγκεκριμένο χώρο, μπορεί να επισημάνει τον ιδιαίτερο ρόλο που θα χρειαστεί να αναλάβει για τον σκοπό αυτό η Νέα Αριστερά. Το ίδιο το πολιτικό της σχέδιο και η στόχευσή της, όπως διατυπώνονται στις θέσεις και την πολιτική απόφαση του πρόσφατου ιδρυτικού συνεδρίου της, της υποδεικνύουν να αναλάβει αυτόν το ρόλο καλύπτοντας ένα υπαρκτό κενό, αν λάβουμε υπόψη τις πολιτικές προτεραιότητες και τις αντιλήψεις και πρακτικές που χαρακτηρίζουν όχι μόνο το ΚΚΕ, αλλά και άλλες δυνάμεις της Αριστεράς. Οι οποίες, όπως και ιστορικά έχει αποδειχθεί, χρειάζονται ισχυρή ώθηση για να μπουν σ’ αυτό τον αγωνιστικό χώρο.
Το ερώτημα, όπως συχνά τίθεται από δημοσιολογούντες και δημοσιογραφούντες, δεν είναι τι θα κάνει η Νέα Αριστερά, αλλά ποιος άλλος στη θέση της θα μπορούσε να κάνει αυτό που απαιτούν οι περιστάσεις, αν δεν το επιχειρήσει η ίδια. Είναι, με άλλα λόγια, μια υπόθεση που δεν αφορά την τύχη της, αλλά την τύχη ενός σχεδίου που δεν θα ευδοκιμούσε χωρίς τη δικιά της καταλυτική συμβολή.
Συναίσθηση της ευθύνης
Αυτό προϋποθέτει ότι θα κάνει ορατή την ύπαρξή της όχι μόνο γενικά, αλωνίζοντας την επικράτεια με τους έντεκα βουλευτές, περιουσία ανεκμετάλλευτη σε μεγάλο βαθμό, που το έχει επίσης ζωτική ανάγκη, αλλά και ως κατ’ εξοχήν φορέας αυτής της αποστολής. Πρώτα απ’ όλα με πολιτικές πρωτοβουλίες στις οποίες μπορούν να συγκλίνουν ευρύτερες δυνάμεις, ώστε κάθε ενδιαφερόμενος να τοποθετηθεί −είτε μετακινούμενος σε πιο προωθημένες θέσεις, είτε αποφεύγοντας τη δέσμευση, αλλά καταβάλλοντας πολιτικό κόστος.
Πρόσφατα έδειξε ότι είναι σε θέση να το κάνει υποδεικνύοντας επίσημα τον Χ. Ράμμο για τη θέση του προέδρου της Δημοκρατίας και καλώντας τη δημοκρατική αντιπολίτευση να συνταχθεί με μια εύστοχη πολιτικά πρόταση. Επανέφερε έτσι στην επικαιρότητα το ζήτημα των υποκλοπών και της συγκάλυψης των σκανδάλων, το θέμα του κράτους δικαίου, συνδέοντάς το με την επιλογή του πρώτου τη τάξει πολιτειακού παράγοντα.
Οι αμήχανες πρώτες αντιδράσεις από την πλευρά των κομμάτων δείχνουν ότι ήταν μια πρωτοβουλία που μπορεί να προκαλέσει πολιτικό γεγονός.
Ταυτόχρονα, όμως, φάνηκε και ένα έλλειμμά της. Δεν ήταν εξίσου έτοιμη να πάρει νομοθετικές πρωτοβουλίες εκείνη ή να συμμετάσχει σε κοινές κινητοποιώντας και κοινωνικές δυνάμεις, αφήνοντας έτσι χώρο σε πολιτικές κινήσεις που δεν ευνοούν το πνεύμα της κοινής δράσης. Όπως, για παράδειγμα, οι τροπολογίες για τη φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών και τον καθορισμό του κατώτατου μισθού. Από τη δυνατότητά της να αναδεχθεί αυτό τον ρόλο και να τον υπηρετήσει με επιτυχία θα κριθούν πολύ περισσότερα από τη δική της τύχη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου