Παρασκευή, Οκτωβρίου 05, 2018

Η Ιταλία θα κάνει πίσω ή θα... αναγκαστεί να κάνει πίσω


Μια ακόμη κρίση έχει ξεσπάσει στην -κατά τα άλλα- ενωμένη Ευρώπη, με τη Ρώμη και τις Βρυξέλλες να ανταλλάσσουν πυρά, αυτή τη φορά όχι για το προσφυγικό αλλά για τις δημοσιονομικές περιπέτειες της νέας κυβέρνησης του Κινήματος των Πέντε Αστέρων και της Λέγκας του Βορρά. Μια σύγκρουση που φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο τον ακροδεξιό λαϊκισμό με τον συντηρητικό νεοφιλελευθερισμό.
Αποτέλεσμα εικόνας για Δημήτρης ΡαπίδηςΟ Δημήτρης Ραπίδης, πολιτικός επιστήμονας και συντονιστής του Ευρωπαϊκού Προοδευτικού Φόρουμ μιλάει στο tvxs.gr για τον νέο «πόλεμο» που έχει ξεσπάσει στο ευρωπαϊκό πολιτικό και οικονομικό μέτωπο κι εκτιμά πως τελικά η Ιταλία ή θα κάνει πίσω, ή... θα αναγκαστεί να κάνει πίσω.
Όλα ξεκίνησαν όταν....
Τα Πέντε Αστέρια και η Λέγκα του Βορρά αψηφώντας ακόμα και τις αντιδράσεις του ιταλού υπουργού Οικονομίας, Τζοβάνι Τρία -η καρέκλα του οποίου φημολογείται ότι τρίζει- έδωσαν τελικά το «πράσινο φως» στο αμφιλεγόμενο σχέδιο προϋπολογισμού που προβλέπει έλλειμμα στο 2,4% του ΑΕΠ για την επόμενη τριετία αλλά και μία σειρά παροχών κόστους 27 δις ευρώ. Την ίδια στιγμή που οι Βρυξέλλες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το ιταλικό χρέος, η νέα λαϊκιστική κυβέρνηση της Ιταλίας εγκρίνει μία σειρά δαπανών που περιλαμβάνουν το «εισόδημα (780 ευρώ) του πολίτη» για 7 εκατ. άνεργους, πρόωρη συνταξιοδότηση για 400.000 Ιταλούς, μείωση φορολογίας για 1 εκατ. ελεύθερους επαγγελματίες με κλίμακα στο 15%, αλλά κι ευνοϊκές ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο για ποσά μέχρι 100.000 ευρώ.
Ο επικεφαλής της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ προειδοποίησε ότι η απομάκρυνση από τους δημοσιονομικούς στόχους της ΕΕ θα φέρει την Ιταλία σε απόσταση αναπνοής από την... Ελλάδα, με τον Σαλβίνι να διαμηνύει πως «μιλά μόνον με άτομα που δεν πίνουν» και να κατηγορεί την Ευρώπη για «οικονομική τρομοκρατία». Στο μεταξύ οι αγορές έδειξαν ήδη τα δόντια τους, με το ιταλικό σπρεντ να τραβά την ανηφόρα και να φτάνει στο υψηλότερο επίπεδο που έχει βρεθεί εδώ και 10-15 χρόνια.
Τι κρύβεται πίσω από την κόντρα
Γιατί όμως η ιταλική κυβέρνηση επέλεξε, μέσα σε μόλις 4 μήνες κι εν μέσω εσωτερικών συγκρούσεων, να συγκρουστεί με την ΕΕ μετωπικά, αρχικά για το προσφυγικό και τώρα για το δημοσιονομικό; «Υπάρχουν δύο πρίσματα υπό τα οποία μπορούμε να δούμε τη σύγκρουση Ιταλίας με την ΕΕ, λέει ο Δ. Ραπίδης. «Εξετάζοντας το τι συμβαίνει στο εσωτερικό της χώρας, είναι φανερό ότι υπάρχει μία σύγκρουση ηγεσιών στον ιταλικό συνασπισμό, μεταξύ Ντι Μάιο και Σαλβίνι, για το ποιος θα επικρατήσει τόσο στην κυβέρνηση όσο και σε γενικότερο πολιτικό επίπεδο, με αποτέλεσμα ο ένας τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια του άλλου. Ωστόσο, υπάρχει κοινή γραμμή στην αύξηση των κοινωνικών δαπανών του προϋπολογισμού, σε μία βάση 100% λαϊκιστική», εξηγεί.
«Το δεύτερο επίπεδο είναι η καθαρή σύγκρουση Πέντε Αστέρων και Λέγκας του Βορρά απέναντι σε αυτό που ορίζουν ως ευρωπαϊκό κατεστημένο. Από τη μία, ο Ντι Μάιο έχει επαφές με τους Σοσιαλδημοκράτες, την Αριστερά και τους Πράσινους και υπάρχει μια επικοινωνία σε διάφορα νομοσχέδια, χωρίς όμως να παύει το Κίνημα το Πέντε Αστέρων να αποτελεί ένα καθ'ολοκλήρου λαϊκιστικό κίνημα, χωρίς κάποια ισχυρή ιδεολογική αναφορά. Αυτό που επιδιώκει το Κίνημα σε επίπεδο Ευρώπης είναι να ενισχύσει τις συμμαχίες με άλλα λαϊκιστικά κινήματα, τα οποία όμως δεν είναι ακροδεξιά», λέει ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Προοδευτικού Φόρουμ. «Από την άλλη πλευρά ο Σαλβίνι θέλει να ενισχύσει τον ακροδεξιό λαϊκισμό και βρίσκει αφορμή με το προσφυγικό, να ξεπεράσει και τα όρια που θέτει το Σύμφωνο Σταθερότητας για τον  προϋπολογισμό της ΕΕ, ώστε ερχόμενος σε σύγκρουση με τις Βρυξέλλες  να χτίσει το προφίλ ενός ηγέτη που υποτίθεται φροντίζει για το καλό των Ιταλών. Και εκείνος με τη σειρά του θέλει να χτίσει συμμαχίες. Συντάσσεται με τη Λεπέν και το πολιτικά ενδιαφέρον είναι ότι διεμβολίζει και την πιο συντηρητική πτέρυγα του ΕΛΚ, τον Ορμπάν δηλαδή, χτίζοντας γέφυρες για τις ευρωεκλογές».
Τιμωρία στην ανταρσία
Ο δρόμος για τις ευρωεκλογές είναι όμως ακόμα μακρύς και τα ιταλικά παιχνίδια εντός κι εκτός συνόρων προκαλούν ήδη οικονομικούς τριγμούς κάνοντας αξιωματούχους κι αναλυτές να αναρωτιούνται αν η Ιταλία θα γίνει «η επόμενη Ελλάδα» της ευρωζώνης. Αρκετοί υποστηρίζουν βέβαια ότι στις δύο περιπτώσεις υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά: Η Ελλάδα, παρά τις συγκρούσεις, επένδυσε στη συνεργασία, εφαρμόζοντας μια αποτελεσματική πολιτική με οικονομικό αποτέλεσμα την έξοδο από το μνημόνιο. Η Ιταλία επενδύει στη σύγκρουση μάλλον όχι για οικονομικούς λόγους, αλλά περισσότερο γιατί θέλει να επινοήσει ένα αφήγημα που να αποκρύπτει τις αδυναμίες της πολιτική της.
Πως θα αντιδράσουν οι αγορές στην ιταλική «ανταρσία»; «Δεν νομίζω ότι το γεγονός ότι η Ιταλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης κι έχει ένα ειδικό πολιτικό βάρος εντός της ΕΕ, θα κάνει τις αγορές να κρατήσουν μετριοπαθή στάση και να μην την “τιμωρήσουν”. Νομίζω ότι όπως συνέβη και στη δική μας περίπτωση, όπως συμβαίνει και έως ένα βαθμό και στο ζήτημα της Μεγάλης Βρετανίας, θα υπάρξουν πιέσεις σε χρηματοπιστωτικό επίπεδο», εκτιμά ο Δ. Ραπίδης και τονίζει ότι «το ιταλικό πρόβλημα είναι πολύ μεγαλύτερο από το ελληνικό». Σημειώνει επίσης ότι οι πιέσεις δεν θα είναι μόνο από τις αγορές, αλλά ενδεχομένως κι από τη Γαλλία η οποία κατέχει μεγάλο κομμάτι του ιταλικού τραπεζικού συστήματος. Αυτό εξηγεί και το μήνυμα που έσπευσε να στείλει ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ, ότι «οι κανόνες της ΕΕ για τον προϋπολογισμό είναι οι ίδιοι για όλα τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης», επειδή όπως σημείωσε με νόημα «το μέλλον μας συνδέεται». Με το παραπάνω δεδομένο δεν αποκλείεται η Γαλλία να αναλάβει έναν διαμεσολαβητικό ρόλο ώστε να αμβλυνθεί η κόντρα μεταξύ Ιταλίας και Βρυξελλών, διαβλέπει ο κ. Ραπίδης, υπενθυμίζοντας τους διαύλους επικοινωνίας που έχουν ανοίξει Μακρόν και Σαλβίνι με αφορμή το προσφυγικό.
Οπισθοχώρηση ή εκλογές
Κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για μια εύκολη λύση στην κρίση. Μία από τις δύο πλευρές θα πρέπει να κάνει πίσω για να αρθεί το αδιέξοδο, και όπως μας έδειξε το ελληνικό παράδειγμα, αυτή δεν θα είναι σίγουρα η ΕΕ.
«Η πρώτη επιλογή είναι η Ιταλία να κάνει πίσω και στο τελικό σχέδιο του προϋπολογισμού, να ρίξει τις απαιτήσεις της και να προσαρμοστεί στα όσα ισχύουν για τα μέλη – κράτη της ευρωζώνης. Ή δεύτερη επιλογή είναι να τραβήξει το σκοινί απέναντι στην Κομισιόν κι εκεί να φανεί ποιος έχει τα πιο ισχυρά πολιτικά αντανακλαστικά. Σε περίπτωση ολικής σύγκρουσης, θεωρώ ότι η Κομισιόν είναι αδύνατο να κάνει πίσω, άρα ενδεχομένως θα υπάρξουν πρόωρες εκλογές στην Ιταλία», εκτιμά ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Προοδευτικού Φόρουμ. «Ακόμη και σε περίπτωση εκλογών, πάλι αδιέξοδη θα είναι η κατάσταση. Απλά το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και η Λέγκα του Βορρά θα μπορούν με μια νέα πολιτική εντολή να αναδιαπραγματευτούν το ζήτημα του προϋπολογισμού με τις Βρυξέλλες. Αλλά νομίζω ότι το πρώτο σενάριο είναι το πιο πιθανό», συμπληρώνει.
Ποιος φταίει για τη νέα κρίση
Στο ερώτημα αν οδηγούμαστε σε μία κατάργηση του πολιτικού διαχωρισμού αριστεράς – κέντρου – δεξιάς και προς έναν διαχωρισμό φιλοευρωπαϊστών και αντιευρωπαϊστών, ο κ. Ραπίδης συμφωνεί ότι παρατηρείται αυτό το φαινόμενο και θεωρεί ότι θα συνεχίσει να παρατηρείται μέχρι τις Ευρωεκλογές. Δεν πιστεύει ωστόσο ότι πρόκειται για μία κατάσταση που θα έχει μια σταθερή αναφορά. «Εκτιμώ ότι η αντιπαράθεση φιλοευρωπαϊκών και αντιευρωπαϊκών δυνάμεων αποτελεί μια προσωρινή κατάσταση και αυτό συμβαίνει γιατί αυτή την περίοδο είναι δυσδιάκριτα τα πολιτικά όρια, επειδή ο λαϊκισμός ως πολιτική πρακτική είναι ένα εργαλείο που αξιοποιείται από όλες τις πλευρές πλέον, με διαφορετικό τόνο και σε διαφορετικό επίπεδο».
«Το νέο αυτό πλαίσιο φιλοευρωπαϊκών κι αντιευρωπαϊκών δυνάμεων ενισχύει κι όλη αυτή τη ρητορική που αναπτύχθηκε στην ΕΕ για τη δημιουργία πλατιών κοινωνικών συμμαχιών αριστεράς – σοσιαλδημοκρατών – πρασίνων κι ενός τμήματος της μετριοπαθούς κεντροδεξιάς, ενώ από την άλλη οι αντιευρωπαικές δυνάμεις συσπειρώνονται πίσω από την ακροδεξιά τύπου Σαλβίνι και Λεπέν αλλά και από τις υπερσυντηρητικές δυνάμεις του ΕΛΚ, όπως ο Ορμπάν και ο Κούρτς», λέει.
Ποιος φταίει τελικά; «Η ΕΕ φέρει την ευθύνη για αυτή την κατάσταση, και δεν μιλάμε μόνο για τα θεσμικά της όργανα. Φέρουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης όλες ανεξαιρέτως οι πολιτικές δυνάμεις του Ευρωκοινοβουλίου, όλα τα κράτη – μέλη λιγότερο ή περισσότερο και κυρίως η μεγαλύτερη ευθύνη βαρύνει εκείνες τις δυνάμεις που όλα αυτά τα χρόνια ακολούθησαν μια πολιτική ακραία συντηρητική και νεοφιλελεύθερη, η οποία διεύρυνε τα χάσματα και τις ανισότητες», θα καταλήξει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: