Τετάρτη, Δεκεμβρίου 03, 2014

Και τα λευκά ποδάρια γιόμισαν το πλακόστρωτο μαύρες ανατριχίλες

 

Στο παλάτι του Πρωτέα*

                                                               Αυτός γαρ όσσοις ειδόμην. και νους ορά.
                                                                                    Ευριπίδης, Ελένη


- Και τώρα, Τεύκρο**, σ’ ερωτώ και να μου πεις αλήθεια:
Έσυρε, ως λεν, απ’ τα μαλλιά την άπιστη γυναίκα του
της Σπάρτης ο Μενέλαος ή μήπως είναι του καιρού μας;
παραμύθια;
- Ναι, μα το Δία, την έσυρε. Και τα λευκά ποδάρια
γιόμισαν το πλακόστρωτο μαύρες ανατριχίλες.
- Ήσουν εκεί; Την άκουσες; Την είδες με τα μάτια;
Την άγγιξες από κοντά; Σου μίλησε κι εκείνη;
- Άκουσα και τ’ αγάλματα να πέφτουνε με γδούπο
- της Αθηνάς, τ’ Απόλλωνα, της Ήρας –
       καθώς αυτός την έσερνε στις ράγες
του τρένου της γραμμής Ιλίου-Σπάρτης.
- Κι ουδέ κανείς εκίνησε να τη γλιτώσει
από τα χέρια κι από τα μαχαίρια;
Δε θέλω να πιστέψω πως εκοίταγες
άπραγο σαν γυναίκα εσύ και δείλιαζες!
- Μπορούσα να τσακίσω κάθε χέρι του,
όχι για να στρεβλώσω κάθε σκέψη του.
Μ’ αυτή θαρρώ, την έσερνε το πιότερο.
- Μου φαίνεται δεν ήσουν μάρτυς στο μαρτύριο της άμοιρης
΄Ελένης.
Γιατί αν ήσουν όντως, Τεύκρο εκεί,
δε θα μιλούσες με φιλοσοφίες.
- Και ήμουν και είδα και άκουσα. Να ξέρεις, όμως,
πως άλλα βλέπει ο νους κι ακούει, Ελένη.

******************
 
* Πρωτέας (μυθολογία) - Βικιπαίδεια

**Τεύκρος - Βικιπαίδεια

Δεν υπάρχουν σχόλια: