Του Δημοσθένη Κούρτοβικ
Τα Νέα, 3 Μαρτίου 2012
Από όλα τα γκράφιτι που έκαναν την εμφάνισή τους στους τοίχους της Αθήνας την πύρινη νύχτα της 12ης Φεβρουαρίου, το πιο τρομαχτικό - πρωτόφαντα τρομαχτικό - είναι ένα που διάβασα σε διάφορα σημεία του κέντρου, με τη γνωστή υπογραφή της Αναρχίας. Το μαύρο σύνθημα καλούσε σε: ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΛΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ.
Eχουμε δει τα τελευταία πενήντα χρόνια διάφορα ριζοσπαστικά κινήματα να απορρίπτουν τη μια ή την άλλη πλευρά του πολιτισμού. Οι Καταστασιακοί του '60 κατήγγελλαν την κοινωνία του θεάματος, οι φεμινίστριες έστελναν στο πυρ το εξώτερο την «ανδροκρατική» θεώρηση του κόσμου (καταδίκη που βέβαια έπαιρνε σβάρνα το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής τέχνης και λογοτεχνίας και ένα σημαντικό μέρος της επιστήμης), οι προπαγανδιστές του αφροαμερικανικού κινήματος ξέγραφαν τον λευκό πολιτισμό ως ιμπεριαλιστικό και ρατσιστικό, οι μεταμοντέρνοι των «Πολιτισμικών Σπουδών» κατεδάφιζαν («αποδομούσαν») όλες αυτές τις πτέρυγες του πολιτισμικού οικοδομήματος και πολλές άλλες ακόμα. Ποτέ όμως δεν έχω δει να δηλώνεται τόσο ανενδοίαστα, με τόσο κατηγορηματικό και ωμό τρόπο, ότι προϋπόθεση για την «ολική απελευθέρωση» είναι η «συνολική άρνηση του πολιτισμού». Του πολιτισμού γενικά, όχι ενός ορισμένου πολιτισμού.
Το εν λόγω σύνθημα δείχνει σαν ιδεολογική κάλυψη για την πυρπόληση ιστορικών κτιρίων της Αθήνας εκείνη τη νύχτα, για κάτι δηλαδή που δεν συνέβη ούτε τον Δεκέμβρη του 2008. Διακηρύσσει ότι απαρχή της «ολικής απελευθέρωσης» οφείλει να είναι η συλλήβδην άρνηση όλων όσα έχουν προϋπάρξει, κάθε γενεαλογικής σχέσης με το παρελθόν. Πράγμα που δεν διανοήθηκε καμία επανάσταση στην Ιστορία. Για ποια απελευθέρωση όμως μιλάμε εδώ; Για την επιστροφή σε μια αρχέγονη κατάσταση όπου οι άνθρωποι υποτίθεται ότι ζούσαν στη νιρβάνα μιας αγέλης αβασάνιστης από τη φαγούρα της δημιουργίας, φαγούρα που κατέληξε στο καρκίνωμα του πολιτισμού; Για μια ελευθερία των ενστίκτων, που είναι εξ ορισμού «ευγενικά» και οδηγούν σε μια αυθόρμητα δημοκρατική συνύπαρξη των ανθρώπων, λες και δεν ξέρουμε από άπειρα ιστορικά παραδείγματα ότι τα «απελευθερωμένα» ένστικτα των πολλών είναι η μαγιά για την τυραννία των λίγων ή του ενός;
Αλλά θα ήταν αφελές να πάρουμε στα σοβαρά αυτό το σύνθημα ως εξαγγελία ιδεολογικού προγράμματος. Είναι ένα ιδιότυπο ελληνικό υβρίδιο κακοχωνεμένου ακαδημαϊκού μεταμοντερνισμού (απόδραση από τον ιστορικό χρόνο, φυσικά και από την ιστορική κοίτη του πολιτισμού) και τυφλής αντιεξουσιαστικής βίας.
Πρέπει όμως να πάρουμε το σύνθημα στα σοβαρά από μια άλλη άποψη. Γιατί δηλώνει μια επικίνδυνη κλιμάκωση εκείνου που είχαν αναγγείλει, ήδη με δραματικό τρόπο, τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008: μιας διάχυτης, πολιτικά και ιδεολογικά αδέσποτης δυσφορίας, που χρονολογείται πριν από την οικονομική κατάρρευση της Ελλάδας και καθόλου δεν περιορίζεται σήμερα στις τάξεις των νεόπτωχων. Ούτε νεόπτωχοι ούτε κοινωνικά αποκλεισμένοι ήταν οι πρωτεργάτες των καταστροφών της 12ης Φεβρουαρίου. Ηταν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έτσι έβλεπαν οι ίδιοι τους εαυτούς τους, η ακραία έκφραση μιας γενικευμένης αίσθησης αποτυχίας της χώρας σε όλα όσα μπορούν να δώσουν ή να επιτρέψουν ένα πραγματικό, και όχι προσχηματικό, περιεχόμενο στη ζωή των πολιτών της. Και σε τι άλλο θα μπορούσε να αποδοθεί τελικά αυτή η αποτυχία αν όχι στον πολιτισμό (στην ιδέα για τον πολιτισμό) που αντιπροσώπευαν οι εγχώριες ηγεσίες και ελίτ από τη Μεταπολίτευση και δώθε, ιδιαίτερα τα τελευταία είκοσι χρόνια;
Διότι η επαναστατική ρητορεία αυτής της περιόδου επιχειρούσε να συγκαλύψει έναν πρωτοφανή κυνισμό, που απαξίωνε συνειδητά ό,τι είχε να κάνει με τον πολιτισμό. Είναι κοινό μυστικό ότι η πολιτική τάξη δεν είχε ποτέ τον πολιτισμό ανάμεσα στις προτεραιότητές της, παρά τις υποκριτικές διακηρύξεις της, που τον αποκαλούσαν «η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας». Υπήρξαν σε αυτό το διάστημα πρωθυπουργοί και υπουργοί που χλεύαζαν ανοιχτά τις τέχνες και τα γράμματα. Η Αριστερά, άλλοτε πρωτοπόρος στην πολιτισμική δημιουργία, της γύρισε την πλάτη και σύρθηκε, από ιδεολογική αγκύλωση, στην υποστήριξη συντεχνιακών, τεχνοκτόνων αιτημάτων των συνδικαλιστών του καλλιτεχνικού χώρου. Οι φοιτητικές νεολαίες της ασελγούν διαρκώς πάνω στον πολιτισμό και, φωνάζοντας μονότονα ότι η γνώση δεν είναι εμπόρευμα, διεκδικούν στην ουσία την εμπορία άκοπα και ανάξια αποκτημένων πτυχίων. Για την τηλεοπτική σκουπιδοκουλτούρα και την πλημμύρα των lifestyle εντύπων δεν θα πω τίποτα, δεν χρειάζεται. Θα πω όμως για τους διανοούμενους, που έχασαν κάθε επαφή με την πραγματικότητα τυφλωμένοι από την εγωπάθεια, τη νοοτροπία ιερατείου, τον δημοσιοσχεσιτισμό και τη θεσιθηρία.
Με αυτά τα δεδομένα, και με έναν αδηφάγο, κούφιο ευδαιμονισμό θρεμμένο με δανεικά να θριαμβεύει ώσπου έσκασε η φούσκα, δεν υπήρχε τίποτα το υγιές και αξιοσέβαστο σε αυτό που πλάσαραν ως πολιτισμό οι πολιτικοί, πνευματικοί και μιντιακοί ταγοί. Αυτόν τον «πολιτισμό» γνώρισαν οι επίδοξοι εικονοκλάστες, αυτός και μόνον έμαθαν να πιστεύουν πως υπάρχει. Τυφλωμένοι και οι ίδιοι από το μίσος τους και την πρωτόγονη ιδέα τους για την ελευθερία, βάλθηκαν να ξεκάνουν ό,τι τους φαινόταν πως τον συμβόλιζε. Αλλοι όμως τους έβαλαν στα χέρια βαριοπούλες, λοστούς και κάνιστρα βενζίνης για τις μολότοφ «κόμπρες», κι ας κάνουν τώρα πως θρηνούν πάνω από τα αποκαΐδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου