Σάββατο, Αυγούστου 01, 2020

Ο ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

1. Ο (και) Έλληνας Αλμπέρ Καμί

Εξήντα χρόνια από τον βίαιο θάνατό του.
Δημήτρης Γκιώνης


Ο (και) Ελληνας Αλμπέρ Καμί

Αλμπέρ Καμύ - 1913-1960


Ελληνας δήλωνε το 1958 ο Αλμπέρ Καμί σε συνέντευξή του στον Καρλ Βιτζιάνι στο περιοδικό «Lettres Modernes» (και αναδημοσιεύτηκε σε αφιέρωμα στον Γάλλο συγγραφέα, στο περιοδικό «Διαβάζω» - 16.1.85), προσθέτοντας ότι όντας φοιτητής διάβασε όλη την ελληνική φιλολογία, που τον είχε συναρπάσει.
Στο ίδιο δημοσίευμα αναφέρεται ότι στις 2 Σεπτεμβρίου 1939 είχε βγάλει εισιτήριο για ένα ταξίδι στον Ελλάδα. Δεν μπόρεσε όμως να ταξιδέψει επειδή άρχισε ο πόλεμος. Τελικά θα πραγματοποιήσει αυτό το όνειρό του στο τέλος Απριλίου του 1955.

Στην Αθήνα

Ήταν έπειτα από πρόσκληση του Γαλλικού Ινστιτούτου (πρόεδρος ο Οκτάβ Μερλιέ), όπου ο Καμί έδωσε διάλεξη στον «Παρνασσό» για την αρχαία τραγωδία. Ακολούθησε, την επομένη, στην οικία Κατακουζηνού (λεωφόρος Αμαλίας) συζήτηση για το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού έπειτα από πρόσκληση της Ελληνογαλλικής Πολιτιστικής Ενώσεως (πρόεδρος ο ψυχίατρος Αγγελος Κατακουζηνός), στην οποία συμμετείχαν μεταξύ άλλων: Κωνσταντίνος Τσάτσος, Ευάγγελος Παπανούτσος, Φαίδων Βεγλερής, Γιώργος Θεοτοκάς, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας. Την όλη συζήτηση κατέγραψε σε μαγνητόφωνο ο Ανδρέας Εμπειρίκος (κυκλοφόρησε αργότερα σε βιβλίο).
************************************************
ΕΜΒΟΛΙΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΚΑΜΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ , ΤΟ 1955
Ο Albert Camus με τη Λητώ Κατακουζηνού και τον Roger Milliex, το 1955

Στις 28 Απριλίου του 1955, ο Αλμπέρ Καμύ, προσκεκλημένος στην Αθήνα από τον Άγγελο Κατακουζηνό από τη θέση του Προέδρου της Ελληνογαλλικής Πνευματικής Ένωσης, ήταν το κεντρικό πρόσωπο μιας στρογγυλής τράπεζας με γόνιμη ανταλλαγή σκέψεων και απόψεων και επίκεντρο το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Συμμετείχαν, μεταξύ άλλων οι: Κωνσταντίνος Τσάτσος, Ευάγγελος Παπανούτσος, Φαίδων Βεγλερής, Γιώργος Θεοτοκάς, Νικόλαος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ενώ προέδρευε ο Άγγελος Κατακουζηνός.
Η συζήτηση αυτή, καταγεγραμμένη από το μαγνητόφωνο του Ανδρέα Εμπειρίκου, αποτελεί πλέον με τη φροντίδα της Σοφίας Πελοποννησίου-Βασιλάκου μια αυτοτελή έκδοση  “Το μέλλον του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού” με περιεχόμενο εξαιρετικά επίκαιρο.
Η βαθιά προσήλωση του Αλμπέρ Καμύ στις αξίες του ανθρωπισμού, η άσβεστη επιθυμία του για αλληλεγγύη, δικαιοσύνη, ελευθερία και ευτυχία των ταπεινών και αδύναμων, συνδέεται με αυτό που ο ίδιος θεωρεί πεμπτουσία του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Για να πετύχει ο τελευταίος, σύμφωνα με τον Καμύ «χρειάζεται να εκλείψει η μισαλλοδοξία και η «ελευθερία του ενός» να τελειώνει «εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου».
Πέντε μόλις χρόνια από τον θάνατό του, ο συναρπαστικός συγγραφέας του «Ξένου», της «Πανούκλας», του «Μύθου του Σίσυφου», της «Πτώσης», της «Κατάστασης Πολιορκίας», του «Επαναστατημένου ανθρώπου» και τόσων ακόμη σπουδαίων έργων που ανασκάπτουν τον εσώτατο πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, της ανθρώπινης κουκίδας τον μεγάλο χάρτη του άγνωστου σύμπαντος, έφτασε στην Ελλάδα για να κουβεντιάσει με έναν κύκλο διανοουμένων συντεταγμένων με πρωτοβουλία του Άγγελου Κατακουζηνού το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο της εποχής του, την «ενδεχόμενη αυτοκτονία της Ευρώπης, θέτοντας το ερώτημα για το αν η μοναδική επιτυχία του δυτικού πολιτισμού, ως προς την επιστημονική του όψη, δεν είναι εν μέρει υπεύθυνη και για τη μοναδική ηθική αποτυχία αυτού του πολιτισμού. Παρατηρώντας ακόμη ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η προσαρμογή του ανθρώπινου μυαλού στις νέες και ραγδαίες πραγματικότητες καθώς και η διάσταση ανάμεσα στο βίωμα και την κατανόηση και αφομοίωσή του.
Περιγράφοντας τη Δύση και την Ανατολή με βάση τις κυρίαρχες έννοιες που τις διέπουν: ελευθερία και δικαίωμα από τη μια, δικαιοσύνη και υποχρέωση από την άλλη. Θέτοντας έτσι την Ευρώπη, την ενωμένη Ευρώπη που προοιωνίζεται και ο Γιώργος Θεοτοκάς, υπεράνω αυτών των διχασμών.

Κατεβάστε το βιβλίο: “Συντροφιά με τον Albert Camus”, της Λητώς ΚατακουζηνούΣυντροφιά με τον Albert Camus | Palaiobibliopolio.gr
Πηγή : katakouzenos.gr
************************************************
Δύο χρόνια μετά, το 1957, ο 44 ετών Καμί έπαιρνε το Νόμπελ Λογοτεχνίας και μετά από άλλα τρία χρόνια -6 Ιανουαρίου 1960 (εξ ου και η παρούσα, με μικρή καθυστέρηση, μνεία)- έχανε τη ζωή στα 47 του σε τροχαίο, στερώντας την παγκόσμια λογοτεχνία από ένα από τα πιο φωτεινά πνεύματα. Ενδεικτικά του ήθους του τα όσα, μεταξύ άλλων, ανέφερε στην τελετή της απονομής του Νόμπελ (αναδημοσιεύω από τον τόμο «Ενας αιώνας Νόμπελ» - επιμέλεια Θανάσης Θ. Νιάρχος, εκδ. Καστανιώτη):
«Κάθε άνθρωπος και κατά μείζονα λόγο κάθε καλλιτέχνης θέλει ν’ αναγνωριστεί. Το θέλω κι εγώ. Αλλά μου ήταν αδύνατον να δεχτώ την απόφασή σας χωρίς να συγκρίνω την απήχησή της, χωρίς αυτό που πραγματικά είμαι.
Πώς ένας άνθρωπος σχεδόν νέος, με μοναδικό όπλο τις αμφιβολίες του, κι ένα έργο, που ακόμη πλάθεται, συνηθισμένος να ζει μέσα στη μοναξιά της εργασίας ή το καταφύγιο της φιλίας, θα μπορούσε να μην πανικοβληθεί από μια απόφαση που τον έφερνε ξαφνικά, αυτό τον μοναχικό και κλεισμένο στον εαυτό του άνθρωπο, στο φως των προβολέων. Με ποια καρδιά επίσης μπορούσε να δεχτεί αυτήν την τιμή, την ίδια ώρα που στην Ευρώπη, άλλοι συγγραφείς απ’ τους καλύτερους, είναι καταδικασμένοι στη σιωπή, κι ακόμη, την ίδια εποχή που η γενέθλια γη του γνωρίζει ατέλειωτη δυστυχία;»

Υπέρ Καζαντζάκη

Μεταξύ εκείνων που διεκδικούσαν το Νόμπελ Λογοτεχνίας την ίδια χρονιά ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης, που πέθανε λίγες ημέρες αργότερα (26 Οκτωβρίου 1957). Γράφει η Ελένη Ν. Καζαντζάκη στο βιβλίο της «Νίκος Καζαντζάκης ο ασυμβίβαστος»:
«Από ολόκληρη την κλινική του Φριβούργου [στη Γερμανία, εκεί που νοσηλευόταν ο Καζαντζάκης], ο μόνος που δεν ένιωσε αδικημένος, όταν πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας ο Αλβέρτος Καμί, ήταν ο Καζαντζάκης.
-Λένοτσκα [υποκοριστικό του Καζαντζάκη για τη σύζυγό του], ελάτε να με βοηθήσετε να στείλουμε ένα καλό τηλεγράφημα. Ο Χιμένεθ, ο Καμί, να δυο άνθρωποι που αξίζουν το Νόμπελ. Ελάτε να στείλουμε ένα θερμό!
Τα συγχαρητήρια ήταν τα τελευταία λόγια που ο Νίκος Καζαντζάκης έστειλε σε φίλο.
Στις 16 του Μάρτη το 1959 ο Albert Camus μου έστειλε το παρακάτω γράμμα:
"Κυρία, πολύ λυπήθηκα που δεν μπόρεσα να έρθω στην πρόσκλησή σας. Είχα πάντα μεγάλο θαυμασμό κι αν το επιτρέπετε ένα είδος στοργής για το έργο του συζύγου σας. Είχα τη χαρά να αποδείξω και δημοσία στην Αθήνα αυτό μου τον θαυμασμό, τον καιρό που η επίσημη Ελλάδα έκανε “μούτρα” στον πιο μεγάλο της συγγραφέα. Ο τρόπος που δέχτηκε το ακροατήριο -οι περισσότεροι φοιτητές- τη μαρτυρία μου αποτελούσε την πιο όμορφη αναγνώριση, που μπορούσε να λάβει το έργο κι η δράση του συζύγου σας.
Κι ακόμα δεν ξεχνώ πως τη μέρα που λυπόμουν να δεχτώ μια τιμή, που ο Καζαντζάκης άξιζε πολύ περισσότερο, έλαβα ένα τηλεγράφημά του από τα πιο θερμά. Λίγο υστερότερα κατάλαβα με τρόμο πως το μήνυμά του αυτό ήταν γραμμένο λίγες μέρες προτού πεθάνει. Μαζί του χάθηκε ένας από τους τελευταίους μεγάλους καλλιτέχνες. Είμαι ένας από εκείνους που αισθάνονται και θα εξακολουθήσουν να αισθάνονται το μεγάλο κενό που άφησε».

2. Ο Αλμπέρ Καμύ στην Ελλάδα το τελευταίο του καλοκαίρι στην θάλασσα

Απέραντη θάλασσα, 
η θρησκεία μου
μαζί με τη νύχτα!

Πόσο ελληνικό είναι το πλατωνικό φως του ευρωπαϊκού κλασικισμού; Πιο πολύ «μαύρο» παρά «αγγελικό» ­για να θυμηθούμε τον Σεφέρη... (Μένει ακόμα το κίτρινο απόσταγμα το καλοκαίρι... σκόρπιες και κόκκινες σα χαλασμένα δίχτυα). 
Ίσως ο μόνος συγγραφέας της σύγχρονης Ευρώπης που είχε μια καθαρή αίσθηση του φωτός και του καλοκαιριού ­και μιαν «ηλιακή» φιλοσοφία (την οποία ο Ελύτης ονόμασε «ηλιακή μεταφυσική») να ήταν ο Αλμπέρ Καμύ. «Και στα μισά του χειμώνα ανακάλυψα, πως μέσα μου κρύβεται ακατάβλητο το καλοκαίρι.»

Το 1959 ο Καμί έρχεται στην Ελλάδα για τρίτη φορά. Αποφασίζει να ταξιδέψει στο ελληνικά νησιά με το σκάφος του φίλου του εκδότη Michel Gallimard.  Εικόνα
 Ο Αλμπέρ Καμί και ο Μισέλ Γκαλιμάρ στην Ελλάδα, το 1958.
εικόνα εξωφύλλου άρθρου (Μάριος Πράσινος: Ο άγνωστος της ελληνικής διασποράς)Παίρνει μαζί του ένα νεαρό Έλληνα ζωγράφο, τον Μάριο Πράσινο, στον οποίο ζητά να ζωγραφίζει κάθε ελληνικό νησί το οποίο επισκέπτονται, ενώ ο ίδιος γράφει συνεχώς κάτω από τον λευκό ήλιο του ελληνικού καλοκαιριού. Ήταν το τελευταίο καλοκαίρι της ζωής του.


Ένα πρωί ο Καμί φτάνει στη Λέσβο. Ερωτεύεται το νησί με την πρώτη ματιά και αποτυπώνει τα συναισθήματά του σε ένα γράμμα που στέλνει στον φίλο του Άγγελο Κατακουζηνό:
«Άγγελε, φίλε μου. Ανακάλυψα το μέρος στο οποίο θέλω να ζήσω. Πρόκειται για ένα πανέμορφο νησί, σχεδόν αρσενικό θα έλεγα. Θέλω να ζήσω εκεί, δίπλα στη θάλασσα, ατενίζοντας τα κύματα του Αιγαίου, αυτά τα κύματα που κουβαλούν επάνω τους τα αρώματα της πατρίδας μου, της Αλγερίας. Έχω ήδη εντοπίσει ένα μικρό σπίτι κοντά στη θάλασσα από το οποίο θα μπορώ να αποχαιρετώ τον ήλιο που δύει πάνω από το Αιγαίο, και ίσως έτσι καταφέρω να συνηθίσω την ιδέα του αποχωρισμού. Μπορώ να με φανταστώ πάνω σε μία μικρή βάρκα, να ταξιδεύω σαν τρελός μέσα στα κύματα. 
Όμως αγαπητέ μου φίλε, δεν με μάγεψε μόνο η ομορφιά του νησιού, αλλά και η ομορφιά των κατοίκων του. Θαυμάζω αυτούς τους ανθρώπους που από μακριά φαίνονται στεγνοί, όπως τα δέντρα της ελιάς που καλλιεργούν, αλλά αν τους παρατηρήσεις από κοντά είναι γεμάτοι πλούσιους φυσικούς χυμούς, και λάμπουν, όπως λάμπει το ασήμι στα φύλλα των ελαιόδεντρων».
Ο Αλμπέρ Καμί έφτασε στη Μυτιλήνη με προτροπή του φίλου του και καθηγητή Ψυχιατρικής Άγγελου Κατακουζηνού. Ο τελευταίος, με την ιδιότητα του προέδρου της Ελληνογαλλικής Πολιτιστικής Ένωσης, είχε προσκαλέσει τον Γάλλο διανοητή τον Απρίλιο του 1955, για να μιλήσει σε συμπόσιο για το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού (το κείμενο εκδόθηκε πρόσφατα από το Ίδρυμα Κατακουζηνού και τις εκδόσεις "Πατάκη").

Τα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι τον Ιούνιο του ’59, ο Καμί δέθηκε με την Ελλάδα και τους ανθρώπους της. Στη Λέσβο, πατρίδα του Κατακουζηνού, θα πήγαινε για να ολοκληρώσει ένα θεατρικό έργο. Και στο βιβλίο της Λητώς Κατακουζηνού «Συντροφιά με τον Albert Camus» (έκδοση του Ιδρύματος Κατακουζηνού) ξετυλίγεται το κουβάρι του κεραυνοβόλου έρωτα του Καμί με το Σίγρι.ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΟ ΚΑΛΛΟΝΗ-ΣΙΓΡΙ Πληροφορούμε... - Υπεραστικό ΚΤΕΛ Λέσβου ...

Ταξιδεύει στη Μυτιλήνη με τον εκδότη του, Μισέλ Γκαλιμάρ. Κι όταν φτάνοντας στο νησί οι απλοί άνθρωποι συντρέχουν τους δύο ξένους (ο Γκαλιμάρ έχει αισθανθεί μια ξαφνική αδιαθεσία), ο Καμί μένει άναυδος από τη ζεστασιά και τη φιλοξενία των ντόπιων. «Αργότερα, όταν αράξαμε στο Σίγρι, μαγεύτηκα από τη γραφική λιτότητα του τοπίου, τους απλούς ανθρώπους, το απολιθωμένο δάσος και τον μύθο για κείνο το άλλο, που λένε πως βρίσκεται στον βυθό.

Εδώ θέλω να ’ρθω να ζήσω και να εργαστώ -είπα σε κάποια στιγμή-, να, εκεί, πάνω στη θάλασσα, σ’ αυτό το απόμερο σπιτάκι».

Το πάθος για το ξεχασμένο Σίγρι όλο και ζωήρευε. Ακόμα περισσότερο, όταν ήρθε ο χειμώνας: «Εκεί θα πάω να ζήσω, Άγγελε, στο νησί σου. Όμως, στα δυτικά, στο γραφικό ψαροχώρι, ’κει που ο βράχος είναι γυμνός, κομμένος λες με μαχαίρι. Ποιος ξέρει... ίσως για πάντα... Θα στέκω εκεί στην άκρη του γιαλού και θ’ αγναντεύω τη θάλασσα», γράφει στον Άγγελο Κατακουζηνό. Αλλά το «για πάντα» του Καμί θα αποδειχθεί απελπιστικά λίγο.
Τον Ιανουάριο του 1960 θα πεθάνει ακαριαία σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Αυτός που φοβόταν μια ζωή τα αυτοκίνητα. Και, μάλιστα, στο αυτοκίνητο που οδηγούσε ο Μισέλ Γκαλιμάρ, με το πλεούμενο του οποίου είχε ταξιδέψει στο Σίγρι. Για πρώτη και τελευταία φορά.What was left of Albert Camus' Facel Vega. Michel Gallimard, his ...

* Στη μέση του χειμώνα, ανακάλυψα τελικά ότι 
μέσα μου υπάρχει ένα αόρατο καλοκαίρι.



Το καλοκαίρι (απόσπασμα) - Αλμπέρ Καμί

[…]

Και μόνοι με τον ορίζοντα.

Τα κύματα έρχονται απ’ την αόρατη Ανατολή, ένα ένα, υπομονετικά. Φτάνουνε μέχρις εμάς και πάλι υπομονετικά φεύγουν προς την άγνωστη Δύση, ένα ένα. Ατέλειωτη πορεία που δεν άρχισε ούτε τελείωσε ποτέ…

Ποτάμια μικρά και μεγάλα περνούν, η θάλασσα περνά και μένει.

Έτσι θα ‘πρεπε ν’ αγαπώ, πιστά και φευγαλέα. Σμίγω με τη θάλασσα.

[…]

Μερικές νύχτες που η γλυκύτητά τους παρατείνεται, ναι, μπορούμε άφοβα να πεθάνουμε τότε, ξέροντας πως τούτες οι νύχτες θα ξανάρθουν ύστερα από μας πάνω στη γη και στη θάλασσα.

Απέραντη θάλασσα, πάντα οργωμένη, πάντα παρθένα, η θρησκεία μου μαζί με τη νύχτα!

Μας πλένει και μας χορταίνει στα στείρα αυλάκια της, μας ελευθερώνει και μας κρατάει ορθούς.

Σε κάθε κύμα μια υπόσχεση, πάντα η ίδια.

Τι λέει το κύμα; Αν θα 'πρεπε να πεθάνω περιστοιχισμένος από κρύα βουνά, αγνοημένος από τον κόσμο, δίχως την αγάπη των δικών μου, εξουθενωμένος τέλος, η θάλασσα, την ύστατη στιγμή, θα γέμιζε το κελί μου, θα ερχόταν να με συγκρατήσει πάνω από το είναι μου και να με βοηθήσει να πεθάνω χωρίς μίσος.

[…]

Ο χώρος και η σιωπή σμίγουν και γίνονται βάρος στην καρδιά.

Μια ξαφνική αγάπη, ένα μεγάλο έργο, μια αποφασιστική πράξη, μια σκέψη που μεταμορφώνει προκαλούν σε ορισμένες στιγμές την ίδια ανυπόφορη αγωνία, ανάμεικτη μ’ ακαταμάχητα θέλγητρα.

Γλυκιά υπαρξιακή αγωνία, εξαίσιο άγγιγμα ενός κινδύνου που δεν ξέρουμε τ’ όνομά του, το ότι ζω σημαίνει άραγε πως τρέχω προς το χαμό μου;

Ας τρέξουμε πάλι χωρίς ανάπαυλα προς το χαμό μας. Είχα πάντα την αίσθηση πως ζούσα στο πέλαγος, σε κίνδυνο, στην καρδιά μιας μεγαλόπρεπης ευτυχίας. 

Πηγή:catisart.gr


https://s.kathimerini.gr/resources/2015-02/e3wfyllo-kamy-thumb-large.jpgΝίκος Βατόπουλος :"Ο Αλμπέρ Καμύ και ο Αγγελος Κατακουζηνός"

 

Ένα βράδυ Κυριακής στο φιλολογικό σαλόνι της Λητώς και του Άγγελου ...

Άγγελος και Λητώ Κατακουζηνού

 Το τζάκι και η βιβλιοθήκη των Κατακουζηνών

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Duy Huynh: δημιουργός αιθέριων χαρακτήρων που λικνίζονται μέσα σε ένα σουρεαλιστικό ή ονειρικό σύμπαν

Ο Philippe Entremont είναι ο βιρτουόζος του πιάνου που παίζει Satie και  Debussy. Η τέχνη είναι του Βιετναμέζου Duy Huynh, του οποίου οι ...