Δευτέρα, Μαΐου 22, 2017

ΑΤΤΙΚ, ΕΝΑΣ ΘΡΥΛΟΣ


Για πρώτη φορά, ύστερα από 110 χρόνια, τα χαμένα τραγούδια του Αττίκ από την παρισινή του περίοδο σε ένα βιβλίο-cd από τη Μικρή Άρκτο.
Το 1907, ο Αττίκ φτάνει στο Παρίσι για να σπουδάσει πολιτικές επιστήμες. Εγκαταλείπει, όμως, τις σπουδές του για να γραφτεί στο Κονσερβατόριο όπου γίνεται δεκτός από τον Gabriel Fauré.
Σχεδόν αμέσως θα εργαστεί ως πιανίστας στα café-concert  της πόλης, θα μελοποιήσει ποίηση και θα συνθέσει τραγούδια, μουσική δωματίου και lied. Θα παίξει στα πιο μεγάλα θέατρα του Παρισιού και θα μοιραστεί τη σκηνή με την Colette, τον Maurice Chevalier, θα δώσει τραγούδια στους δημοφιλέστερους γάλλους ερμηνευτές,  ενώ θα υπογράψει πολύχρονο συμβόλαιο με τον μεγαλύτερο εκδοτικό οίκο της εποχής.
Είναι η τελευταία περίοδος της ξέγνοιαστης Belle Époque στο Παρίσι του Picasso, του Marcel Proust και του Jean Cocteau και για τον νεαρό Attic,  η αρχή μιας μεγάλης καριέρας, με πολλές επιτυχίες και τριακόσια περίπου τραγούδια.
Ο Γιώργης Χριστοδούλου το φθινόπωρο του 2013 βρήκε στο Παρίσι την πρώτη παρτιτούρα και ξεκίνησε την έρευνα για να συγκεντρώσει το μεγαλύτερο μέρος από  το διάσπαρτο αυτό υλικό το οποίο  όλοι έως τώρα, θεωρούσαν χαμένο. Η διαδρομή που πέρασε μέσα από αρχεία, βιβλιοθήκες, συλλέκτες και εκδοτικούς οίκους, κατέληξε στη δημιουργία ενός βιβλίου-cd με τίτλο Ο Αττίκ στο Παρίσι.
Το πρώτο τραγούδι που έγραψε ο σπουδαίος τραγουδοποιός, τραγούδια του καμπαρέ με σκαμπρόζικους στίχους, μελωδικά βαλς και μπολερό, μελοποιημένη ποίηση και μία σύνθεση για πιάνο, ηχογραφούνται  σε πρώτη εκτέλεση ύστερα από έναν αιώνα.
Η αναλλοίωτη φρεσκάδα αυτών των μελωδιών, το μοναδικό αναγνωρίσιμο στυλ του Αττίκ και η ευρηματικότητα στις αρμονίες και τις μελωδικές γραμμές του, αποδεικνύουν από την πρώτη κιόλας ακρόαση την σπουδαιότητα αυτών των τραγουδιών.
Ο Γιώργης Χριστοδούλου, με τη ζεστή φωνή του, τραγουδώντας στα γαλλικά, ισπανικά, ελληνικά, αναδεικνύει όλη τη χρωματική γκάμα των συνθέσεων. Συνοδοιπόροι του, ο ταλαντούχος πιανίστας Χάρης Σταυρακάκης και τρεις ακόμα εξαιρετικοί μουσικοί, ο Κώστας Σηφάκης στο κοντραμπάσο, ο Νίκος Παπαβρανούσης στα τύμπανα και ο καταλανός κλαρινετίστας Juli Aymí.
Συμμετέχουν, στο ισπανόφωνο “Tan solo tú”, ο πολυβραβευμένος ναπολιτάνος τραγουδοποιός Alessio Arena και στο “Έλα, μα μη βιαστείς” (με ελληνικούς στίχους του Γιώργη Χριστοδούλου βασισμένους σε μια ανέκδοτη μελωδία του συνθέτη), η Πολυξένη Καράκογλου.
Οι ηχογραφήσεις έγιναν στην Αθήνα και τη Βαρκελώνη, ενώ η πρώτη συναυλιακή παρουσίαση έγινε στις 19 Ιουνίου 2016 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών με τεράστια επιτυχία.
H δίγλωσση (ελληνικά, γαλλικά) έκδοση που κυκλοφορεί από τη Mικρή Άρκτο, περιλαμβάνει ένα αναλυτικό εισαγωγικό κείμενο του Γιώργη Χριστοδούλου “Το Παρίσι του Αττίκ” με πολλές άγνωστες έως τώρα πληροφορίες για το έργο του συνθέτη και συνοδεύεται από σπάνιο αρχειακό υλικό από εξώφυλλα από παρτιτούρες, φωτογραφίες και χειρόγραφα που βγαίνουν για πρώτη φορά στο φως.



**************************************************************************

Η ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΑΣ ΣΥΝΘΕΤΗ ΑΤΤΙΚ ΣΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΖΑΒΕΛΛΑ "ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΗΜΑΤΑ"- ΠΑΙΖΟΥΝ.- ΑΤΤΙΚ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ. ΖΙΝΕΤ ΛΑΚΑΖ κα Το φιλμ όχι μόνο γυρίστηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής, αλλά και νύχτα για την εξοικονόμηση ρεύματος. Η μουσική και τα τραγούδια που ακούγονται στη ταινία είναι του Αττίκ, ενώ ο Δημήτρης Χορν κάνει εδώ την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση. Τα πρώτα τους κινηματογραφικά βήματα σε αυτή τη ταινία κάνουν επίσης ο Γιώργος Φούντας, ο Γιάννης Φέρμης και ο Αλέκος Αλεξανδράκης ως κομπάρσος.
Τα πλάνα με το κοινό που συμμετείχε με καλοπροαίρετους προσκεκλημένους γυρίστηκε στις 28 Νοεμβρίου του 1943 στον κινηματογράφο ΡΕΞ.
Λίγο μετά την ολοκλήρωση της ταινίας ο Αττίκ πέθανε.
Στις 29 Αυγούστου του 1944, ενώ ο Αττίκ βάδιζε στο πεζοδρόμιο, σκόνταψε κατά λάθος σ' ένα Γερμανό στρατιώτη. Εκείνος ο αχρείος, έγινε θηρίο ανήμερο κι άρχισε να χτυπάει ανελέητα το μικρόσωμο Αττίκ. Αυτό ήταν το τελευταίο άχυρο για την καταπονεμένη καρδιά του Αττίκ. Κάθε βράδυ έπαιρνε για να κοιμηθεί μια μικρή δόση ηρεμιστικού Βερονάλ. Εκείνο το βράδυ αύξησε τη δόση του...και δεν ξύπνησε ποτέ πια...

Δεν υπάρχουν σχόλια: