Παρασκευή, Αυγούστου 08, 2014

Περί "χαυνοπρώκτων" και "δρομάδων" της αρχαίας Ελληνικής

 Αρχαίες χυδαιότητες, προστυχιές και βωμολοχίες

Μάριος Βερέττας

Εκδόσεις Βερέττας
, 2011
80 σελ.
ISBN 978-960-6712-07-4, [Κυκλοφορεί ]
Τιμή
€ 8,52
Δεύτερη εμπλουτισμένη έκδοση!

Στη νέα δεύτερη αυτή έκδοση το μικρό λεξικό της αρχαίας βωμολοχίας αρχίζει πλέον να μοιάζει με "φιλολογικό πόνημα", αλλά προσοχή, μη ξεγελιέστε... Ο αρχικός σκοπός του ήταν να προκαλέσει γέλιο, κι αυτός παραμένει αμετάβλητος. Έτσι, αφού μελετήσετε την νέα "ενισχυμένη" έκδοση, ρωτήστε τον πρώτο σοβαροφανή "αρχαιογνώστη", "αρχαιολάτρη" ή "αρχαιοπαρμένο!.." να σας απαντήσει, εάν γνωρίζει, όχι μόνον τι σημαίνουν οι λέξεις "εσχάρα", "ληκώ" και "μίνθος", αλλά και ποιά η διαφορά ανάμεσα στον "πυροπίπη" και τον "πυρροπίπη", ποιά η ακριβής σημασία της λέξης "λαλοβαρυπαραμελορυθμοβάτης", και εάν τελικά η λέξη "χαλίμα" είναι ελληνική!
Επαναλαμβάνω ότι το παρόν χυδαιότατο ρυπαρογράφημα μπορεί εν δυνάμει να εξυπηρετήσει και... παιδαγωγικούς σκοπούς, παρόλο που το χειρότερο που θα μπορούσε να του συμβεί θα ήταν να συμπεριληφθεί στην επίσημη ύλη του υπουργείου Παιδείας!..

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ
Α
ΑΒΡΟΒΑΤΗΣ θηλυπρεπής άνδρας με γυναικείο βάδισμα, κουνιστός [αβροβάτης =
αβρός(τρυφερός) + βαίνω (προχωρώ, εισέρχομαι)
ΑΒΡΟΒΟΣΤΡΥΧΟΣ θηλυπρεπής άνδρας με γυναικείες κοτσίδες [ αβροβόστρυχος =
αβρός(τρυφερός) + βόστρυχος (κοτσίδα)]
ΑΜΒΩΝ μουνόχειλο [ άμβων = ανά + βαίνω]
ΑΝΑΣΕΙΣΙΦΑΛΛΟΣ φιλήδονη γυναίκα που πιάνει και κουνάει το φαλλό [
ανασεισίφαλλος = ανασείω + φαλλός]
ΑΠΟΨΥΓΜΑ σκατό [απόψυγμα = αποψύχω (βγάζω κάτι έξω και το αφήνω να
κρυώσει]
ΑΡΟΤΟΣ γαμίσι [ άροτος = όργωμα]
Β
ΒΔΕΩ κλάνω [βδέω = βρωμάω]
ΒΛΗΧΩ μουνάκι [ βληχώ = βληχή (βέλασμα, αρνάκι μαλλιαρό)]
ΒΟΥΒΟΝΙΩ καυλώνω [ βουβονιώ = βόμβων (πρήξιμο, φούσκωμα)]
Γ
ΓΛΩΤΤΟΔΕΨΕΩ κάνω μαλάξεις με τη γλώσσα, γλείφω αιδοία [γλωττοδεψέω =
γλώττα + δεψέω (κάνω μαλάξεις)]
ΓΟΓΓΥΛΗ βυζί [γογγύλη = ολοστρόγγυλη]
ΓΥΝΑΙΚΟΠΙΠΗΣ μπανιστιρτζής [ γυναικοπίπης = γυναίκα + οπιπτεύω]
Δ
ΔΕΛΦΥΣ γυναικείο αιδοίο [ δελφύς = βολβός (αγριοκρεμμύδα)]
ΔΙΔΥΜΟΣ αρχίδι [ δίδυμος = δις + δύο]
ΔΡΟΜΑΣ πόρνη του δρόμου [δρομάς = δρόμος]
Ε
ΕΔΡΟΣΤΡΟΦΟΣ κίναιδος που κουνάει τον κώλο του [εδρόστροφος = έδρα +
στρέφω]
ΕΣΧΑΡΑ γυναικείο αιδοίο [εσχάρα = από το ρήμα ίσχω (εμποδίζω)]
ΕΥΠΥΓΟΣ γυναίκα με ωραίο κώλο [εύπυγος = ευ + πυγή ]
Κ
ΚΑΣΣΩΡΙΣ πόρνη [κασσωρίς = από το κάσις (αδελφός, εταίρος)]
ΚΙΝΟΥΡΗΣ αυτός που περπατά επιδεικνύοντας την ψωλή του [κίνουρης = κινέω
+ ουρά]
ΚΥΝΤΕΡΟΣ αναίσχυντος, θρασύς [κύντερος = από το κύων
ΚΥΩΝ πέος [ κύων = από το ρήμα κύω (γεννώ)]
Μ
ΜΑΝΙΟΚΗΠΟΣ γυναίκα που θέλει διαρκώς να γαμιέται [ μανιόκηπος = μανία +
κήπος (μουνί)]
ΜΥΖΟΥΡΙΣ γυναίκα που βυζαίνει το πέος, πιπατζού [μύζουρις = μυζάω + ουρά
(πέος)]
ΜΥΡΡΙΝΟΝ η τριχωτή περιοχή του αιδοίου [μυρρίνον = από το μύρρα (μυρτιά)]
Π
ΠΕΡΙΒΑΣΩ η γυναίκα που καβαλάει ερωτικά άνδρες[περιβασώ = περί + βαίνω]
ΠΗΘΙΚΑΛΩΠΗΞ άνθρωπος πανούργος [πιθηκαλώπηξ = πίθηκος = αλώπηξ]
ΠΟΣΘΩΝ άνδρας με μεγάλο πέος [ πόσθων = από το πόσθη(πέος)]
ΠΥΓΙΣΤΗΣ κωλομπαράς [πυγιστής = από την πυγή]
Ρ
ΡΩΠΟΠΕΡΠΕΡΗΘΡΑΣ άνδρας που εκτομίζει ακατάπαυστα βλακείες
[ρωποπερπερήθρας =(φτηνόπραγμα) + πέρπερος (φλυαρία)] 


********************** 
ΘΥΜΙΖΟΥΜΕ ΕΠΙΣΗΣ


χαυνόπρωκτος-ον, Α :(κωμική λέξη) κίναιδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαῦνος + πρωκτός (πρβλ. δασύ-πρωκτος, εὐρύ-πρωκτος)]..
δωσίπυγος,ον: όστις δίδωσι  πυγήν(=πρωκτόν/δίνει κώλο)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

«Στη μνήμη του συμπατριώτη μου Υπάτιου Περδίου» | Μαρίνα Καραγάτση | Εκδόσεις 'Αγρα...

Η Αλυσίδα Πολιτισμού IANOS το Θέατρο Πορεία και οι Εκδόσεις Άγρα , σας προσκαλούν σε μια εκδήλωση στη μνήμη της ΜΑΡΙΝΑΣ ΚΑΡΑΓΑΤΣΗ (1936-2024...