Iλαοί με φέροιτε σώον...
ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ
Λευκοθέη πόντου, δαίμον αλεξίκακε,
Νηρήδων τε χοροί και χεύματα και συ, Πόσειδον,
και Θρήιξ, ανέμων πρηΰτατε Ζέφυρε,
ιλαοί με φέροιτε διά πλατύ κύμα φυγόντα
σώον επί γλυκερήν ηόνα Πειραέως.
Γιε της Ινώς , Μελικέρτη, και συ Λευκοθέα,
γλαυκή βασίλισσα της θάλασσας,
θεά που απομακρύνεις το κακό,
χοροί και θαλάσσια ρεύματα των Νηρηίδων
κι εσύ Ποσειδώνα και Θρακιώτη Ζέφυρε,
που είσαι ο πιο ήμερος απ' τους ανέμους,
δείξτε ευμένεια κι οδηγήστε με, σώο κι αβλαβή
απ΄τα πλατιά κύματα στη γλυκιά παραλία του Πειραιά.

ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ
Οι προσευχές των ναυτικών
Στον Θανάση Καραβία
βρίσκουν στην πλώρη μια γωνιά που δεν πηγαίνουν άλλοι
κι ώρα πολλή προσεύχονται βουβοί, γονατιστοί
μπρος σ' ένα Βούδα κίτρινο που σκύβει το κεφάλι.
Κάτι μακριά ως τα πόδια τους φορώντας νυχτικά,
μασώντας οι ωχροκίτρινοι μικροί Κινέζοι ρύζι,
προφέρουνε με την ψιλή φωνή τους προσευχές
κοιτάζοντας μια χάλκινη παγόδα που καπνίζει.
Οι Κούληδες με την βαριά βλακώδη τους μορφή
βαστάν σκυφτοί τα γόνατα κοιτώντας πάντα κάτου,
κι οι Αράπηδες σιγοκουνάν το σώμα ρυθμικά,
κατάρες μουρμουρίζοντας ενάντια του θανάτου.
Οι Ευρωπαίοι τα χέρια τους κρατώντας ανοιχτά,
εκστατικά προσεύχονται γιομάτοι από ικεσία
και ψάλλουνε καθολικές ωδές μουρμουριστά,
που εμάθαν όταν πήγαιναν μικροί στην εκκλησία.
Και οι Έλληνες, με τη μορφή τη βασανιστική,
από συνήθεια κάνουνε, πριν πέσουν, το σταυρό τους
κι αρχίζοντας με σιγανή φωνή « Πάτερ ημών...»
το μακρουλό σταυρώνουνε λερό προσκέφαλό τους.
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ ΩΣ ΞΟΡΚΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
Είκοσι αιώνες χωρίζουν τον Φιλόδημο από τον Καββαδία αλλά αυτό δεν εμποδίζει την ολοφάνερη συγγένεια των ποιημάτων τους, που έχουν ως κοινό άξονα την κοινή παραδοχή πως το ταξίδι στη θάλασσα , πέρα από το ότι είναι χρονοβόρο και γεμάτο μοναξιά , εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους .
Και στα δύο κείμενα η προσευχή είναι η καταφυγή των πιστών στη θεϊκή προστασία, τη μόνη ικανή να αποτρέψει τον κίνδυνο. Όταν το πλοίο ταξιδεύει στην απεραντοσύνη του πελάγους , ο θαλασσινός γνωρίζει ότι δεν ελέγχει τίποτα, όσο καλά φτιαγμένο κι αν είναι το καράβι του.
Φυσικά, στον 1ο αι. π.Χ. η θάλασσα ήταν η πιο συχνή πηγή θανάτου για τους ανθρώπους, μια και ήταν υποχρεωμένοι να ταξιδεύουν με καρυδότσουφλα λόγω ανυπαρξίας αμαξιτών οδών.
Αμέτρητα είναι τα πλοία που χάθηκαν στα κύματα της Μεσογείου , για να περιοριστούμε στα όρια του δικού μας αρχαίου κόσμου . Χιλιάδες είναι οι μαρτυρίες από τις ταφικές επιγραφές και τις λογοτεχνικές αναφορές, που μιλούν για καραβοτσακίσματα και πνιγμούς ανθρώπων .
Αλλά και στον 20ό αιώνα, εποχή της μηχανικής πλέον ναυσιπλοΐας, δε λείπουν τα ναυάγια που παρέσυραν στο βυθό πάμπολλους ανθρώπους.
Η θάλασσα λοιπόν δεν αστειεύεται . Κι ο πιο τρανός και ο πιο επιδέξιος ταξιδιώτης οφείλει να είναι ταπεινός απέναντι στη φύση, γιατί, σε περίπτωση που "θυμώσει" για τα καλά η θάλασσα , τα αγριεμένα κύματα μπορούν να καταπιούν το πλεούμενό του και να τον οδηγήσουν στον υγρό τάφο.

*
Ο επιγραμματικός ικέτης του Φιλόδημου δείχνει ξεκάθαρα πόσο θρήσκο παιδί του καιρού του είναι . Ως πολυθεϊστής τελεί ευλαβικά την προσευχή του, φροντίζοντας σχολαστικά το πρωτόκολλο μιας ολοκληρωμένης δέησης , που οφείλει να είναι πολυδιάσταστη , με λόγο ξεκάθαρο και τελετουργικά, για να είναι λειτουργική .
Στο ημερήσιο θαλασσινό του ταξίδι , εκτός από τον πανίσχυρο Ποσειδώνα, εμπλέκονται και μικρότερες θεότητες, "ειδικού ρόλου", θα λέγαμε , ικανές οπωσδήποτε να επηρεάσουν τον πλου, είτε προς το καλό είτε προς το κακό, αφού κάποιες προκαλούν τον κυματισμό , άλλες τα θαλάσσια ρεύματα και άλλες τον άνεμο.
Δεν πρέπει να ξεχάσει καμία από αυτές στην παράκλησή του , γιατί η "αδικημένη" θεϊκή οντότητα μπορεί να θυμώσει και τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά για το πλεούμενο αλλά και γι΄αυτόν.Δε θα φτάσει ποτέ στον αγαπημένο προορισμό του , τον Πειραιά.
Στον Καββαδία, αντιθέτως, δεν διαβάζουμε τη άμεση προσωπική παράκληση του πιστού , αλλά περιγράφεται η τελετουργία της βραδινής προσευχής, μοιρασμένης σε εικόνες σύγχρονων ναυτικών από διάφορες φυλές , που προσεύχονται καθένας στο θεό του , συνταξιδεύοντας στο ίδιο καράβι.
Άλλοι θεοί, άλλες γλώσσες, κοινή όμως η έγνοια της απαντοχής στις δύσκολες συνθήκες ζωής πάνω στο καράβι , μακριά από τον τόπο και τα αγαπημένα πρόσωπα των πιστών, η ίδια αγωνία να μην τους πάρει το κύμα, η ίδια ανάγκη για άνωθεν βοήθεια, προστασία και αγάπη.
Κυρίαρχο το συναίσθημα της θρησκευτικής κατάνυξης που συμβολίζεται από τις φιγούρες που προσεύχονται μέσα στη νύχτα και κορυφώνεται στο τέλος του ποιήματος με την εικόνα του Έλληνα ναυτικού ως βασανισμένου ανθρώπου, που επικαλείται την προστασία του Θεού, μουρμουρίζοντας το Πάτερ Ημών και σταυρώνοντας το προσκέφαλό του πριν πέσει για ύπνο.



Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου