Παρασκευή, Δεκεμβρίου 12, 2025

Γιώργου Τόσκα , «Όψιμες ματαιότητες » (Διήγημα): η «αγία» ελληνική οικογένεια και τα κληρονομικά της πάθη

 

Όψιμες ματαιότητες

*

του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΟΣΚΑ

ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ | ΙΔΕΕΣ. ΚΡΙΤΙΚΗ. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.neoplanodion.gr

12.12.2025 

~.~

Χρόνια τώρα, ήταν ένας αγαπημένος θείος. Πάντα πρόθυμος να βοηθήσει όπου μπορεί, πάντα εκεί στις δύσκολες, επιθανάτιες κυρίως στιγμές. Μέχρι που εκείνη η κουβέντα ανέδυσε μνήμες παιδικές· στην κατάρρευση οδηγώντας της εικόνας και κυρίως των αισθημάτων. Ποια σκοτεινή πλευρά κρύβεται πίσω από το είδωλό μας στον καθρέφτη; Άρχισε να ξετυλίγεται προς τα πίσω η μαυρόασπρη ταινία της μνήμης.

Στέκεσαι εν έτει χίλια εννιακόσια ενενήντα ένα, μπροστά από το εργοστάσιο Τεχνητής Μετάξης στον Κηφισό. Παραδίπλα βλέπεις ένα απομεινάρι κτήματος με λαχανίδες. Φυτεύουν ακόμα εδώ, σκέφτεσαι. Εκεί στην Κολοκυνθού. Προχωράς πιο μέσα, εκεί που μηχανές πενήντα μέτρων –οι επονομαζόμενες «Γολιάθ»– βράζουν τη μάζα της κυτταρίνης σε πυκνό θειϊκό οξύ, απελευθερώνοντας ψηλά λευκά σύννεφα αναθυμιάσεων στον αττικό ουρανό. Εκεί στο είχε αναφέρει τότε ο χημικός, ο άνθρωπος του Θεού: «οι άνθρωποι δεν συγχωρούν εύκολα, μονάχα ο Θεός μπορεί να συγχωρήσει!».

Έπαιρνε με τα πόδια στην Κατοχή, η μάνα δεκατεσσάρων χρονών κορίτσι, τις γραμμές του τραίνου που περνούσαν απ’ το Χαλάνδρι –αυτές του μουτζούρη που ερχόταν από το Λαύριο– μαζί με τα ξαδέρφια της και μετά από τρεις περίπου ώρες έφθαναν στην Κολοκυθού δίπλα στον Κολωνό. Εκεί η αδερφή της γιαγιάς, η Βενέταινα είχε περιβόλια με κολοκυθάκια και πάσης φύσεως ζαρζαβατικά. Τα φορτώνονταν και γύριζαν σπίτι μετά από άλλες τρεις-τέσσερεις ώρες ποδαρόδρομο. Έτσι θραφήκαν τα δύσκολα κατοχικά χρόνια. Τη θυμάσαι τη θεία Βενέτα – ήσουν παιδί, να τρέμει από το Πάρκινσον που τη βασάνιζε ως το τέλος της. Την είχαν αναλάβει να τη γηροκομήσουν, καθότι άκληρη, τα ξαδέρφια της μάνας. Όχι ανιδιοτελώς, όπως έδειξε η συνέχεια. Τα περιβόλια έγιναν αργότερα βιομηχανικά κτίρια –της τσίγκινης στέγης τα πιο πολλά– και η περιοχή πήρε με τα χρόνια την ανάλογη υπεραξία.

Η άλλη αδερφή της γιαγιάς, η Κατερίνα έμεινε μια παιδούλα. Όποτε τη συναντούσαμε, στο δρόμο για να πάρουμε ψωμί ή το ταψί με το φαγητό από τον φούρνο του «καμπούρη», μας έσφιγγε το χέρι τόσο που να πονέσουμε. Και γελούσε αγαθά. Καθυστερημένη δεν ήταν, απλά εμφανίστηκε ο άγγελος από μέσα της κι έμεινε έτσι, στην αγαθή της ζωής μερίδα. Κάποτε ο θετός γιος του αδερφού της, γιατρός «μεγαλο-μαιευτήρας» κατόπιν, της ξύρισε τα φρύδια. Έτσι για ν’ «αστειευτούν», όπως με κάθε του χωριού «τρελό» να βγουν τ’ απωθημένα, να νοιώσουν «ανώτεροι» στη δεξιά τους στρατευμένη «σωστή λογικότητα». Στο τέλος αυτός κληρονόμησε και το μεγαλύτερο μέρος των εκεί σπιτιών.

Παρ’ όλα αυτά, ο αγαπημένος θείος, ξεμπέρδεψε κι αυτά τα μικρά κληρονομικά… Του φιλούσε τα χέρια από ευγνωμοσύνη η μάνα –εκείνη, που μ’ ένα τσίτι κλαρωτό –μονοφόρι μας μεγάλωνε, για τις λίγες χιλιάδες– που κάποιες τρύπες εξόδων μπάλωσε. Κι ας είχε συμβεί παλαιότερα αυτό…

«Μη νομίζεις ότι υπάρχει κέρδος από τα ενοίκια της Κολοκυθούς. Μόνο τρέξιμο», μου πέταξε κάποτε, αργότερα. Αναρωτιόμουν κι εγώ, γιατί μου το λέει αυτό, τι θέλει να μου πει; Απολογείται; Ήθελε να δει αν γνωρίζω; σκεφτόμουν μετά. Αφού δεν θυμόμουν.

Σήμερα που οι κλωστοϋφαντουργίες της Κολοκυθούς έκλεισαν –ενώ οι «Γολιάθ» δουλεύουν ακόμα στην Ζουενγί της Κίνας, εκεί που ο Μάο ξεκίνησε τη Μεγάλη Πορεία–, οι αναθυμιάσεις του θειϊκού οξέος και της καυστικής σόδας έχουν αντικατασταθεί από τα καυσαέρια των φορτηγών και των λεωφορείων του Κηφισού. Ανεβαίνουν περιέργως μαζί, οι τιμές των ακινήτων. Ο θείος, καθότι της Ανωτάτης Εμπορικής στρατιωτικός, ήταν πάντα εκεί βοηθός –με μια μάλλον προτεσταντική λογική– στη σωστή στιγμή.

Κι ύστερα μπαίνει ο πειρασμός της αμφιβολίας. Γιατί ήθελε να με «βοηθήσει», να με βάλει στην στρατιωτική Ιατρική· ως αναζήτηση επανορθώσεων; Το αρνήθηκα ευτυχώς, αφού τον προηγούμενο χρόνο με είχαν κόψει –ελλείψει μέσου– παρ’ όλα τα άψογα γραπτά μου. Η Ελλάδα μας… Η Ευρώπη, ο Κόσμος. Μια συνεχής διάβρωση εδάφους.

Όταν αρκετά αργότερα άρχισες να βλέπεις στα γραφεία των καθηγητών, ταμπελίτσες με τα ίδια ονόματα των προηγούμενων –δηλαδή των πατεράδων τους– και τα διδακτορικά να αγοράζονται ή ν’ αντιγράφονται από βιβλία –περισσότερα δεν μπορείς να πεις κι αυτά που γράφεις μάλλον τα «ονειρεύτηκες» σε κάποια προηγούμενη ζωή σου–, τότε έφυγες. Ή απλά διέφυγες προς ένα λίγο αξιοκρατικότερο κόσμο – ελπίζοντας.

Και συνεχίστηκαν οι μικρές δήθεν «βοήθειες» του θείου, όπως κι οι καραμπόλες της μπίλιας μας στις σκοτεινές γωνιακές τρύπες της ζωής. Γιατί στην κηδεία της μάνας αγρίεψε το βλέμμα του αδερφού σου – αναρωτιόσουν, όταν η θεία έσπρωξε τον αγαπημένο θείο να κάτσει δίπλα του; Τι γνώριζε; Πόσα είχε σβήσει ο καταγραφέας της μνήμης σου, εν τω μεταξύ! Λένε, πως κάθε χρόνο ξεχνάμε, σβήνουμε το δέκα τοις εκατό της έλλογης μνήμης μας. Κι ευτυχώς! Κάτι ξεσκαρτάρουμε…

Όμως, η εικόνα του μαυρόασπρου φιλμ σταματά όταν κουδουνίζει η μαύρη τηλεφωνική συσκευή μας. Θα πήγαινες Δευτέρα Δημοτικού (;). Ο θείος ο Πέτρος, άνδρας της εξαδέλφης της μάνας, στο σπίτι της οποίας εγηροκομείτο η γηραιά θεία Βενέτα, καλεί από το εμποροραφείο του και λέει στον πατέρα που απάντησε: «να πάει η Μαγδαληνή –η μάνα μας– αμέσως στο σπίτι. Την πετάνε έξω από την διαθήκη της Βενέταινας». Γιατί με πήρε η μάνα μαζί, δεν γνωρίζω. Θυμάμαι να λέει με δάκρυα στα ξαδέρφια της «γιατί μου το κάνετε αυτό, βρε παιδιά, τι σας έχω κάνει;». Και τον αγαπημένο θείο να της απαντά: «πάει τώρα, τελείωσε αυτό, μπήκε η υπογραφή της». Ποιας; Της θείας με το προχωρημένο Πάρκινσον, της έχουσας «σώας τας φρένας»; Μπόρεσε να βάλει υπογραφή;

Με πήρε η μητέρα και φύγαμε. Κι εσύ, να τη ρωτάς «γιατί κλαις μαμά, τι συνέβη;». Η ταινία «κόβεται» εδώ.  Ο θείος ο Πέτρος, αυτός ο υπέροχος άνθρωπος με το εκλεπτυσμένο νησιώτικο χιούμορ από την άκρη της Ελλάδας, το Καστελόριζο, που είχε δοκιμάσει πάνω στο πετσί του, στην εξορία του Άη Στράτη, τα νύχια των γάτων μέσα στο τσουβάλι, δεν ήταν άμεσος συγγενής μας. Ήταν απλά άνθρωπος.[.......................................]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Με ποιον παίζει μπάλα η κοπελιά στο γήπεδο του Έρωτα;

Πηγή: theoi.com   ΑΝΑΚΡΕΩΝ* INCERTI LOCI απ. 358 Page   σφαίρηι δηὖτέ με πορφυρῆι βάλλων χρυσοκόμης Ἔρως νήνι ποικιλοσαμβάλωι συμπα...