Κυριακή, Δεκεμβρίου 28, 2025

ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ : βαδίζοντας στο απόλυτο σκοτάδι (ανάλυση)

 https://www.avgi.gr/sites/default/files/styles/default_teaser/public/2025-12/32a_9.jpg?itok=BJX7yE6H


Ουκρανία-Ευρώπη-Ρωσία / Νέος ψυχρός πόλεμος χωρίς ιδεολογία

 Η Ουκρανία, ο αντιπερισπασμός «αποκήρυξης» του ΝΑΤΟ και ο μετα-ιδεολογικός ψυχρός πόλεμος 
Νίκος ΚυριακίδηςΝίκος Κυριακίδης | Αυγή


Ο τελευταίος γύρος συνομιλιών Ζελένσκι και απεσταλμένων του Τραμπ ολοκληρώθηκε την περασμένη Δευτέρα, με το Κίεβο να δέχεται την αυξανόμενη πίεση της Ουάσιγκτον προκειμένου να αποδεχθεί γρήγορα την ειρηνευτική συμφωνία που διαπραγματεύεται ο Αμερικανός Πρόεδρος με τον Πούτιν.

Με τα παζάρια να έχουν κολλήσει στο εδαφικό, αφού η Μόσχα επιμένει να πάρει όλη την περιοχή του Ντονέτσκ ενώ το Κίεβο αρνείται επίμονα να «ανταλλάξει» εδάφη του για μια συμφωνία, ο Ζελένσκι επιχείρησε έναν εύκολο αντιπερισπασμό: Δήλωσε έτοιμος να αποκηρύξει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Ήταν μια κίνηση που προκάλεσε αίσθηση, απορία και έως έναν βαθμό, αμηχανία. 

Η απεμπόληση ενός διακηρυγμένου, στρατηγικού στόχου του Κιέβου προς ικανοποίηση του Πούτιν ο οποίος πρόβαλε ενδεχόμενη επίτευξή του ως υπαρξιακή απειλή για τη Ρωσία -και μια από τις κύριες αιτίες του πολέμου- προκάλεσε εύλογους συλλογισμούς: Αν η σύγκρουση, η χειρότερη πλήρους κλίμακας που ξέσπασε στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε τον χαρακτήρα ενός αγώνα αυτοδιάθεσης και παρέπεμπε σημειολογικά στην απαλλαγή της Ουκρανίας από τη ρωσική επιρροή, η ικανοποίηση μιας απαιτητικής αξίωσης της Μόσχας δεν συνιστά μια συμβολική ήττα για το Κίεβο και τους συμμάχους του; 

Αφήνοντας ο Ζελένσκι ανοιχτή την πόρτα της μη ένταξης δεν σημαίνει ότι τόσο ο ίδιος όσο και η πέριξ αυτού δυτικότροπη ελίτ -η οποία εκτόπισε ως κυρίαρχο είδος τη φθίνουσα ρωσόφιλη υπό τους αλαλαγμούς των ευφορικών διαδηλώσεων της πλατείας Μαϊντάν το 2014- παραδέχεται τώρα πως έχασε το μεγάλο στοίχημα της πρόσδεσης στο άρμα του βορειο-ατλαντισμού; Αν ο πόλεμος ήταν το ύψιστο και αναπόφευκτο τίμημα που έπρεπε να καταβάλει η Ουκρανία για μία θέση στο νατοϊκό πάνθεον και για ένα «πάσο» για την εξεζητημένη δυτική λέσχη, η απεμπόληση του στόχου της, τώρα, ύστερα από τρία χρόνια πολέμου, δεν εντείνει τη αίσθηση ότι προσέφερε μια τρομακτικά άσκοπη θυσία; 

Αλλά και για τους πιστούς συμμάχους του Κιέβου, ειδικά τους Ευρωπαίους, που στήριξαν με όπλα και με χρήμα την πολεμική προσπάθειά του, με πολιτική καθοδήγηση, με διπλωματικό κεφάλαιο, με ρίσκο να βρεθούν εκτεθειμένοι στη ρωσική οργή, που προσέβλεπαν σε μια ακόμη συμμαχική επέκταση προς Ανατολάς, η αναδίπλωση του Ζελένσκι δεν καταρρακώνει την εικόνα τους; Δεν φαντάζει σαν αποτυχία, σαν ένα μεγάλο στοίχημα που χάθηκε; 

Από την άλλη, ο Πούτιν που βλέπει πως η προσπάθειά του να μπλοκάρει την εγκόλπωση στο ΝΑΤΟ τής πλέον πολύτιμης, γεωστρατηγικά, οικονομικά, ιστορικά και ταυτοτικά, μετασοβιετικής δημοκρατίας οδεύει προς αίσια έκβαση, δεν έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει και να δηλώνει δικαιωμένος; Στην κοσμοθεωρία της Μόσχας, τόσο τώρα όσο και κατά τη σοβιετική περίοδο, η Ουκρανία προσλαμβάνεται ως ταυτοτική κοιτίδα για τη Ρωσία, όχι ως διαφορετικό έθνος· αποτελεί μέρος του ευρύτερου ρωσικού κόσμου. Θεωρείται η γενέτειρα της ρωσικής κρατικής υπόστασης μια ιστορία πολιτισμικής προέλευσης που διδάσκεται στα ρωσικά σχολεία. Η αποτροπή της προσχώρησής της στον βορειο-ατλαντισμό ως αποτέλεσμα της έκβασης του πολέμου δεν αυξάνει το πολιτικό κεφάλαιο του Πούτιν στο εσωτερικό αλλά και δεν τονώνει τη διεθνή εικόνα της περσόνας του ως στιβαρού ηγέτη με σιδηρά πυγμή;             

Όλες αυτές οι παραδοχές είναι προφανείς αλλά δεν αντιπροσωπεύουν παρά μια επιφανειακή παρατήρηση ενός σύνθετου μοτίβου προθέσεων, ενεργειών και αποτελεσμάτων. Ως συνήθως, η αλήθεια δεν είναι ορατή με την πρώτη ματιά…

Η άλλη ανάγνωση

Η εγκατάλειψη του στόχου της νατοϊκής ενσωμάτωσης -ρητορική για την ώρα- σημαίνει ότι η Ουκρανία αναιρεί την φιλοδυτική προοπτική της; Κάθε άλλο. Ή μήπως χάνει έναν βασικό διαπραγματευτικό μοχλό από τα χέρια της; Εν μέρει, ναι. 

Συμπερασματικά, οι μετατοπίσεις που έχει προκαλέσει ή ακόμη περισσότερο έχει «κατοχυρώσει» αυτός ο πόλεμος είναι μη αναστρέψιμες. Η Ουκρανία είχε ήδη διαρρήξει, πριν ακόμη από τον πόλεμο, τη σχέση της με τη Ρωσία ως ιστορική παράλληλός της στη μετασοβιετική εποχή διαφεύγοντας από τη βαρυτική τροχιά της επιρροής της. Όσο συνεχίζεται ο πόλεμος εξακολουθεί να κερδίζει και θα μπορούσε να κερδίσει περισσότερα σε πολλά επίπεδα. Μεταξύ αυτών και τα ακόλουθα:  

Έναν εξαιρετικά ενισχυμένο και αξιόμαχο στρατό, ήδη από τους ισχυρότερους της Ευρώπης χάρη στην απλόχερη βοήθεια της Δύσης. Μακροπρόθεσμη δυτική στρατιωτική υποστήριξη και ενσωμάτωση στα δυτικά πρότυπα, έστω και εκτός ΝΑΤΟ. 

Διμερείς στρατιωτικές συμφωνίες προμήθειας εξοπλισμού και τεχνογνωσίας, όπως αυτές που έχει ήδη συνάψει με το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ. Και φυσικά, την πλέον σοβαρή προοπτική ένταξης στην Ε.Ε. και τη συνεπακόλουθη ζωτική διασύνδεση της οικονομίας της με την ευρωπαϊκή αγορά. 

Προφανώς, η τελευταία προοπτική είναι κεφαλαιώδους σημασίας αμφίπλευρα. Δεν είναι μόνο η Ουκρανία που θα επωφεληθεί από την ένταξη στην Ε.Ε. Το ευρωπαϊκό πολιτικό-διπλωματικό, οικονομικό, ενεργειακό, ορυκτο-μεταλλευτικό, αγροτοδιατροφικό, γεωστρατηγικό «κεφάλαιο» θα μεγεθυνθεί εντυπωσιακά και καθοριστικά από μια ουκρανική ένταξη. 

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Πολύ απλά ότι η Ουκρανία έχει ήδη στα χέρια της το επίσημο «πιστοποιητικό» ότι δεν ανήκει στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας. Ακόμη και εκτός ΝΑΤΟ, ίσως και χωρίς το Ντονμπάς στην επικράτειά της στο μέλλον είναι σήμερα προσδεδεμένη στη Δύση πολύ πιο γερά από ό,τι το 2021. Αν αυτή ήταν η στρατηγική μετατόπιση την οποία η Ρωσία προσπάθησε με κάθε τρόπο να αποτρέψει με τον πόλεμο, το σχέδιο της απέτυχε.

Μπορεί η εγκόλπωση στο ΝΑΤΟ να ήταν το θεαματικό «φινάλε» που ήθελε να σκηνοθετήσει η νέα ελίτ του Κιέβου ως επιστέγασμα της φιλοδυτικής πορείας της χώρας, ωστόσο και χωρίς αυτό το ζητούμενο έχει επιτευχθεί. Αυτό ερμηνεύει καλά την απρόσμενη μεταστροφή του Ζελένσκι. Οι υπολογισμοί του είναι σωστοί. Δεν χρειάζεται να επιμείνει στο θέμα του ΝΑΤΟ. Πόσο μάλλον όταν κεντρικά μέλη της Συμμαχίας όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία αρνούνται να κάνουν συζήτηση για ένταξη μιας χώρας σε εμπόλεμη κατάσταση και πολύ πιθανόν σε μια παγωμένη σύγκρουση -αργότερα, μετά την όποια διευθέτηση προκύψει- η οποία θεωρητικά θα μπορούσε να αναζωπυρωθεί.

Ο Ζελένσκι στέλνει σήμα ότι είναι ευέλικτος, κυρίως όμως ρεαλιστής. Έτσι, η αφήγηση τροποποιείται: Η Ουκρανία χρειάζεται αξιόπιστες εγγυήσεις ασφαλείας, όχι απαραίτητα το ΝΑΤΟ κατ’ όνομα. Εφόσον η επιλογή της ένταξης είναι πολιτικά μη διαθέσιμη στην τρέχουσα συγκυρία, χρειάζεται κάτι άλλο που να λειτουργεί εξίσου καλά...

Βαδίζοντας στο απόλυτο σκοτάδι

Όχι πια το ίδιο το ΝΑΤΟ αλλά το στάτους ασφαλείας που θα το αντικαταστήσει είναι αυτό που έχει τώρα σημασία. Αναμφίβολα, μεγάλη απώλεια για το Κίεβο θα ήταν να συρθεί σε μια συμφωνία δίχως να έχει κλείσει με απόλυτη σαφήνεια και πλήρως δεσμευτικά το ζήτημα των διεθνών εγγυήσεων ασφάλειας. Χωρίς ΝΑΤΟ αλλά με μόνιμη δυτική στρατιωτική παρουσία στην ουκρανική επικράτεια, με αυτόματους μηχανισμούς προμήθειας στρατιωτικού εξοπλισμού και κυρίως με την ενσωμάτωση στην Ε.Ε. και την οικονομική ολοκλήρωση στους κόλπους της, η Ουκρανία θα έχει οδηγηθεί σε μια αποδεκτή συνθήκη για τη μελλοντική πορεία της εκτός ρωσικού βαρυτικού πεδίου. 

Κι ενώ ως εδώ τα πράγματα δείχνουν ότι είναι διαχειρίσιμα, απέχουν πολύ από το να είναι και επιλύσιμα. Όχι μόνο διότι οι εκκρεμότητες αθροιστικά σχηματίζουν τείχος αλλά και επειδή αφήνουν γυμνό τον βασιλιά: Όλους εκείνους, περισσότερο τους Ευρωπαίους, που πόνταραν σε μια λογική εσαεί γεωστρατηγικής επέκτασης της Δύσης παρουσιάζοντάς την ως νομοτέλεια, ως ιστορικό πεπρωμένο.

Περισσότερο τώρα, στη συγκυρία της περιόδου, καθώς οι ευρωπαϊκές ελίτ ξεδιπλώνουν το σχέδιό τους, πολιτικό, οικονομικό, κυρίως στρατιωτικό, για μια Ευρώπη-πόλο και ηγεμονική δύναμη «ίση μεταξύ ίσων» στο πολυπολικό σύστημα που διαδέχεται τον αμερικανικό μονοπολισμό της μεταψυχροπολεμικής εποχής. Η Ουκρανία θα μπορούσε να αποτελέσει το πεδίο «εκτόξευσης» αυτού του νέου οχήματος στρατηγικής αυτονόμησης της Ευρώπης.

Αλλά υπάρχει κάτι ακόμη χειρότερο και πολυπλοκότερο. Συμπυκνώνεται σε ένα δύσκολο ερώτημα που πλανάται στον αέρα σαν αδιόρατος φόβος: Η στρατηγική αντιπαράθεση Ανατολής-Δύσης έχει μετατοπιστεί από την πάλαι ποτέ ιδεολογική μάχη καπιταλισμού-σοσιαλισμού σε εκείνη μεταξύ φιλελευθερισμού-πλουραλισμού, από τη μια και εθνοκεντρισμού-αυταρχισμού από την άλλη, με φόντο την έξαρση του παγκόσμιου καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Μπορεί αυτή η σύγκρουση να πάρει πολύ πιο οξεία μορφή από ό,τι στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου; Με ισχυρή την πιθανότητα ή την ελπίδα να μην καταλήξει σε ευθεία αναμέτρηση, θα μπορούσε ενδεχομένως να «μονιμοποιήσει» μια κατάσταση πραγμάτων εξαιρετικά μεγάλης μεταβλητότητας που θα μετέτρεπε την αναζήτηση της νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας στην Ευρώπη σε «Δήλιον πρόβλημα»;

Ρητορική και αλήθειες σε ένα υποθετικό σενάριο

Η ρητορική και από τις δύο πλευρές είναι οξεία κι επιθετική. Οι δηλώσεις του Πούτιν την περασμένη Τετάρτη για τα «γουρουνάκια» (δηλαδή τους Ευρωπαίους ηγέτες) που διασπείρουν «ψέματα» και «υστερία» για ρωσική επίθεση στην Ευρώπη και τα ρεβανσιστικά σχέδια που κατά τον ίδιο κατάστρωναν κατά της Ρωσίας όταν ξέσπασε ο πόλεμος, δεν αφήνουν αμφιβολίες ότι η οπτική του Κρεμλίνου είναι μακριά από τις παλιές στρατηγικές του Ψυχρού Πολέμου όταν η σύγκρουση με τη Δύση ήταν ιδεολογικά απόλυτη αλλά δομικά σταθερή. 

Των δηλώσεων του Ρώσου Προέδρου είχε προηγηθεί, πριν μερικές ημέρες, ένας ακόμη ισχυρισμός του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε για επικείμενη ρωσική επίθεση εναντίον μέλους της Συμμαχίας εντός της επόμενης πενταετίας. «Η Ρωσία ήδη κλιμακώνει τη μυστική εκστρατεία της εναντίον των κοινωνιών μας» επέμεινε ο Ρούτε σε ομιλία του στη Γερμανία. «Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για την κλίμακα του πολέμου που γνώρισαν οι παππούδες ή οι προπαππούδες μας» συμπλήρωσε σε δραματικό τόνο.

Την ίδια μέρα με τις δηλώσεις Πούτιν, το Reuters αποκάλυπτε σε αποκλειστικό ρεπορτάζ του ότι η Πολωνία αποφάσισε να αρχίσει την παραγωγή ναρκών κατά προσωπικού για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο και ότι σχεδιάζει να δημιουργήσει με αυτές ναρκοπέδια κατά μήκος των ανατολικών συνόρων της, ενώ ενδέχεται να τις εξάγει και στην Ουκρανία. Κινήσεις και ρητορική όπως αυτές δείχνουν πως τα πράγματα κινούνται σε μια πολύ διαφορετική και ακανόνιστη τροχιά.   

Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε συστημικό χαρακτήρα. Τα δύο αντίπαλα μπλοκ ισχυρίζονταν -το καθένα από την πλευρά του- ότι αντιπροσώπευε ένα ανώτερο μοντέλο πολιτικο-οικονομικής οργάνωσης· υπόδειγμα για όλη την ανθρωπότητα. Ο ανταγωνισμός ήταν αδυσώπητος αλλά προβλέψιμος, είχε σαφείς κόκκινες γραμμές, δόγματα και βαθμούς κλιμάκωσης. 

Στάλιν, Ρούσβελτ και Τσόρτσιλ στη Διάσκεψη της Τεχεράνης το 1943

Η πυρηνική ισοτιμία και η επίγνωση των δυνατοτήτων αλληλοεξόντωσης που αυτή «εγγυόταν» επέβαλαν αυτοσυγκράτηση. Οι κόκκινες γραμμές ήταν κατανοητές, ακόμη και αν περιστασιακά τίθεντο υπό δοκιμασία, ενώ οι δύο πλευρές αποδέχονταν τη νομιμότητα ύπαρξης της άλλης. Το αποτέλεσμα ήταν μια επικίνδυνη αλλά παράξενα προβλέψιμη ισορροπία, η αποκαλούμενη «ισορροπία του τρόμου».

Η σημερινή αντιπαράθεση δεν διαθέτει αυτούς τους «σταθεροποιητές». Ο φιλελευθερισμός προωθεί κανόνες, θεσμούς και διαδικαστική νομιμότητα ενώ οι αμφισβητίες του προωθούν οράματα βασισμένα στη ταυτότητα, το έθνος, τον πολιτισμό. Είναι αντιληπτό πως αυτό το χάσμα δεν διέπεται από ένα ενιαίο δόγμα ή ένα συνεκτικό σύνολο κανόνων, ούτε περιορίζεται στη συστημική αντιπαράθεση ανάμεσα σε πειθαρχημένα συστήματα συμμαχιών. Ως αποτέλεσμα, η κλιμάκωση είναι πιο δύσκολα διαχειρίσιμη επειδή δεν υπάρχει κοινός παρονομαστής στην αντίληψη του τι συνιστά «νίκη», «συμβιβασμό» ή ακόμη και «συνύπαρξη».

Οι πολιτικές που ιδεολογικοποιούν τα ταυτοτικά ζητήματα οξύνουν περαιτέρω τον κίνδυνο. Οι συγκρούσεις που έχουν ιδεολογικό χαρακτήρα επιτρέπουν την επανερμηνεία των κανόνων και ανέχονται τη διαπραγμάτευση. Αλλά εκείνες που βασίζονται στην ταυτότητα τείνουν να είναι μηδενικού αθροίσματος. Οι παραχωρήσεις σε αυτή την περίπτωση παρουσιάζονται ως «προδοσίες», όχι ως τακτικές υποχωρήσεις. Αυτή η ηθικοποίηση επιταχύνει την κλιμάκωση και περιορίζει τον χώρο για διπλωματία.

Ο παγκόσμιος καπιταλισμός, σκληρά αντιπαραθετικός κάποτε με τον σοσιαλισμό, σήμερα όμως θανάσιμα ανταγωνιστικός με τον εαυτό του, λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής της έντασης. Η οικονομική αλληλεξάρτηση αυξάνει το κόστος μιας ευθείας πολεμικής αναμέτρησης αλλά επιτρέπει τη συνεχή αντιπαράθεση μέσω κυρώσεων, εμπορικών περιορισμών, οικονομικής πίεσης και τεχνολογικής αποσύνδεσης. Η πίεση συσσωρεύεται χωρίς τις βαλβίδες αποσυμπίεσης, τις οποίες παρείχε ο ιδεολογικός ανταγωνισμός.

Ίσως το πιο αποσταθεροποιητικό γνώρισμα αυτού του νέου ψυχρού πολέμου στον οποίο εμπλέκεται πάλι η Ευρώπη είναι η διάβρωση της συνθήκης της αμοιβαίας αποδοχής. Εκεί που οι αντίπαλοι του Ψυχρού Πολέμου αποδέχονταν απρόθυμα ο ένας τη νομιμότητα του άλλου, οι σημερινοί συχνά την αρνούνται εντελώς. Οι φιλελεύθερες δυνάμεις παρουσιάζουν τα εθνοκεντρικά καθεστώτα ως εγγενώς παράνομα. Αυτά με τη σειρά τους απεικονίζουν τον φιλελευθερισμό ως διαβρωτικό και υπαρξιακά απειλητικό. Η απονομιμοποίηση αντικαθιστά την αποτροπή και αυτό είναι ίσως ο πιο ανησυχητικός οιωνός. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: