100 ελληνικές λέξεις σλαβικής προέλευσης
Από τον Ιστότοπο Οι Λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία του Νίκου Σαραντάκου
sarantakos.wordpress.com
11 Σεπτεμβρίου, 2013
Πριν από μερικούς μήνες είχα δημοσιεύσει ένα άρθρο στο οποίο απαριθμούνταν 220 ελληνικές λέξεις τουρκικής προέλευσης «που χρησιμοποιούμε καθημερινά». Τον κατάλογο εκείνον δεν τον είχα καταρτίσει εγώ, κυκλοφορούσε στο Διαδίκτυο απ’ όπου τον πήρα και, όπως έγραψα άλλωστε, είχε αρκετά λάθη, ωστόσο το λημματολόγιο μού είχε φανεί αρκετά καλό τουλάχιστον για μια πρώτη συζήτηση του θέματος. Η τουρκική είναι μια από τις βασικότερες πηγές δανείων της ελληνικής, αλλά όχι η μόνη και μάλλον όχι η σημαντικότερη ποσοτικά -σε ένα σημερινό λεξικό, οι λέξεις ιταλικής/βενετικής προέλευσης πρέπει να είναι περισσότερες, ενώ οι δάνειες λέξεις αγγλικής προέλευσης κατά πάσα πιθανότητα θα τις ξεπεράσουν αργά ή γρήγορα.
Στο σημερινό άρθρο παραθέτω δάνεια μιας σαφώς ολιγομελέστερης κατηγορίας, δηλ. τα δάνεια σλαβικής προέλευσης (από ρωσικά, βουλγαρικά, σερβικά κτλ.) Όπως θα δείτε, οι λέξεις αυτές είναι πολύ λιγότερες, με αποτέλεσμα οι 100 λέξεις του σημερινού καταλόγου να είναι κατά μέσον όρο πολύ λιγότερο συχνές από τις 220 λέξεις τουρκικής προέλευσης.
Τον κατάλογο τον έφτιαξα με αποδελτίωση του ετυμολογικού λεξικού Μπαμπινιώτη και των ετυμολογικών πληροφοριών του Λεξικού της Κοινής Νεοελληνικής, προσθέτοντας και μερικές ιδιωματικές λέξεις που είχα συμπεριλάβει στις (366 τον αριθμό) «Λέξεις που χάνονται», το προπέρσινο βιβλίο μου.
Να σημειωθεί ότι για προέλευση λογαριάζω τη γλώσσα από την οποία μπήκε η λέξη στα ελληνικά. Έτσι, δεν υπολογίζω στον κατάλογο το βαμπίρ, που έχει μεν σλαβική αρχή αλλά εμείς το πήραμε από τα γαλλικά, ενώ υπολογίζω την τσέργα, που είναι αντιδάνειο λατινογενές, αλλά μπήκε στην ελληνική γλώσσα από τα σερβικά -και είναι και το μοναδικό αντιδάνειο του καταλόγου. Παρόμοια περίπτωση είναι και η λ. βλάχος, που εμείς την πήραμε από σλάβικη γλώσσα, εχει όμως τρομακτικά ενδιαφέρουσα ιστορία που πρέπει κάποτε να γράψω (ανεβαίνουν τα χρέη του ιστολογίου…)
Ο κατάλογος χωρίζεται σε τρία μέρη. Καταρχάς, έχουμε τις γενικές λέξεις σλαβικής προέλευσης:
- ασβός
- βάβω/μπάμπω
- βαγένι
- βάλτος
- βαρδάρης
- βερβερίτσα
- βίδρα
- βίτσα
- βλάχος
- βοεβόδας
- βολοδέρνω [κατά το ΛΚΝ μόνο, ο Μπαμπινιώτης παράγει τη λέξη από τον βώλο του χώματος]
- βρικόλακας
- γιάφκα
- γκλάβα
- γκλαβανή [η καταπακτή]
- γκορτσιά
- γουστερίτσα
- ζαβλακώνομαι [κατά Μπαμπινιώτη μόνο, το ΛΚΝ παράγει από ζαβώνω+βλακώνω]
- ζαλίκι [φορτίο, και ρ. ζαλικώνω/ζαλώνω]
- ζούζουλο [ζωύφιο]
- καρβέλι
- κλούβιος [κατά ΛΚΝ, ο Μπαμπινιώτης εκφράζει επιφυλάξεις]
- κόρα
- κόσα [γεωργικό κοπτικό εργαλείο]
- κοτσάνι [ο Μπαμπινιώτης θεωρεί πως είναι τουρκικό δάνειο, πιθανώς σλαβικής απώτερης αρχής]
- κοτσίδα [ο Μπαμπινιώτης δίνει ελληνική ετυμολογία]
- κουνάβι
- κούρκος
- κουρνιάζω
- κουτάβι
- λακκούβα [με παρετυμολογία προς τον λάκκο]
- λόγγος
- λούτσα [κατά Μπαμπινιώτη είναι αλβανικό δάνειο]
- μαγούλα
- μαζούτ [το ΛΚΝ το θεωρεί δάνειο από αγγλ. ή γαλλικά, ρωσικής αρχής]
- μόρα
- μουντός
- μπαλαμούτι
- μπάρα [με τη σημασία ‘λάκκος με νερά, λιμνούλα’]
- μπέμπελη
- μπουχός
- μπράτιμος
- μπροστέλα [με παρασύνδεση με τη λέξη ‘μπροστά’]
- ντόμπρος
- πάπρικα
- πέστροφα [παρετυμ. σύνδεση με το «επιστρέφω»]
- πλάβα [βάρκα λιμνίσια χωρίς καρίνα]
- πογκρόμ
- πρόγκα
- ραβάνι [το ρυθμικό βάδισμα αλόγου, ο πλαγιοτροχισμός]
- ραβασάκι
- ρεκάζω
- ρήσος [ο λύγκας]
- ρούχο
- σανός
- σβάρνα
- σέμπρος
- στούμπος
- τζόρας
- τραντάζω [ο Μπαμπινιώτης δίνει και ελληνική εκδοχή]
- τρόικα
- τσαντίλα [το αραιοφαμένο σακούλι]
- τσάρος
- τσέλιγκας
- τσίπα
- τσίτσα [ξύλινο δοχείο για κρασί]
- χουγιάζω
Ως εδώ ο κατάλογος έχει 67 λέξεις, που τις λέω «γενικές» γιατί τις πήρα από δύο μεγάλα γενικά λεξικά. Συμπληρώνω τώρα με 20 λέξεις που θα μπορούσαμε να τις πούμε «πολιτισμικές», με την έννοια ότι αναφέρονται ειδικά σε πρόσωπα και πράγματα σλαβόφωνων χωρών. Βέβαια, και στον πρώτο κατάλογο υπάρχουν κάποιες λέξεις που μπορούν να θεωρηθούν τέτοιες (τσάρος κτλ.) αλλά χρησιμοποιούνται και εγχώρια. Οι λέξεις αυτές θα μπορούσαν να είναι περισσότερες. Διάλεξα 20 για να βγει 100 ο τελικός αριθμός. Φυσικά για κάποιες από αυτές είναι υποκειμενικό αν θα καταταγούν στον ένα ή στον άλλο κατάλογο.
- αγκιτάτορας
- βότκα
- ιντελιγκέντσια
- κνούτο
- κολεκτίβα
- κολχόζ
- κουλάκος
- μενσεβίκος
- μουζίκος
- μπολσεβίκος
- νομενκλατούρα
- ντιρεκτίβα
- περεστρόικα
- πιροσκί
- προβοκάτσια
- ρούβλι
- σαμοβάρι
- σοβιέτ
- σπούτνικ
- φράξια
Όπως βλέπετε, κάμποσες από αυτές τις λέξεις είναι λατινογενείς (ιντελιγκέντσια, νομενκλατούρα κτλ.) αλλά εμείς τις πήραμε από τα ρώσικα όπως δείχνει η κατάληξη. Ξαναλέω, θα μπορούσα εύκολα να συμπεριλάβω άλλες τόσες λέξεις -τελευταία στιγμή έσβησα τον αταμάνο και τη γκλάσνοστ για να βγει στρογγυλό το νούμερο.
Το οποίο βγαίνει στρογγυλό επειδή θα προσθέσω και 13 ιδιωματικές λέξεις από τις «Λέξεις που χάνονται», διότι αν δεν παινέψεις το βιβλίο σου ο εκδότης δεν θα το επανεκδώσει.
- αστρέχα [το γείσο της στέγης]
- βεδούρι [ξύλινο δοχείο για το γάλα]
- γράνα [χαντάκι]
- γρεντιά [ξύλινο δοκάρι]
- καρούτα [ποτίστρα για τα ζώα]
- καρτόφι [πατάτες στα ποντιακά]
- καστραβέτσι [αγγούρι]
- μισίρκα [γαλοπούλα στα σερρέικα]
- οβορός [περιφραγμένη αυλή]
- πλόσκα [ξύλινο φλασκί]
- σμερδάκι [χαμοδράκι, είδος ξωτικού]
- σουβάλα [φυσικός ταμιευτήρας νερού]
- τσέργα [βελέντζα]
Και για να ολοκληρώσουμε τη δουλειά μας, ενοποιούμε τους τρεις πίνακες σε έναν και έχουμε 100 ελληνικές λέξεις σλαβικής προέλευσης:
- αγκιτάτορας
- ασβός
- αστρέχα [το γείσο της στέγης]
- βάβω/μπάμπω
- βαγένι
- βάλτος
- βαρδάρης
- βεδούρα [ξύλινο δοχείο για το γάλα]
- βερβερίτσα
- βίδρα
- βίτσα
- βλάχος
- βοεβόδας
- βολοδέρνω [κατά το ΛΚΝ μόνο, ο Μπαμπινιώτης παράγει τη λέξη από τον βώλο του χώματος]
- βότκα
- βρικόλακας
- γιάφκα
- γκλάβα
- γκλαβανή [η καταπακτή]
- γκορτσιά
- γουστερίτσα
- γράνα [χαντάκι]
- γρεντιά [ξύλινο δοκάρι]
- ζαβλακώνομαι [κατά Μπαμπινιώτη μόνο, το ΛΚΝ παράγει από ζαβώνω+βλακώνω]
- ζαλίκι [φορτίο, και ρ. ζαλικώνω/ζαλώνω]
- ζούζουλο [ζωύφιο]
- ιντελιγκέντσια
- καρβέλι
- καρούτα [ποτίστρα για τα ζώα]
- καρτόφι [πατάτες στα ποντιακά]
- καστραβέτσι [αγγούρι]
- κλούβιος [κατά ΛΚΝ, ο Μπαμπινιώτης εκφράζει επιφυλάξεις]
- κνούτο
- κολεκτίβα
- κολχόζ
- κόρα
- κόσα [γεωργικό κοπτικό εργαλείο]
- κοτσάνι [ο Μπαμπινιώτης θεωρεί πως είναι τουρκικό δάνειο, πιθανώς σλαβικής απώτερης αρχής]
- κοτσίδα [ο Μπαμπινιώτης δίνει ελληνική ετυμολογία]
- κουλάκος
- κουνάβι
- κούρκος
- κουρνιάζω
- κουτάβι
- λακκούβα [με παρετυμολογία προς τον λάκκο]
- λόγγος
- λούτσα [κατά Μπαμπινιώτη είναι αλβανικό δάνειο]
- μαγούλα
- μαζούτ [το ΛΚΝ το θεωρεί δάνειο από αγγλ. ή γαλλικά, ρωσικής αρχής]
- μενσεβίκος
- μισίρκα [γαλοπούλα στα σερρέικα]
- μόρα
- μουζίκος
- μουντός
- μπαλαμούτι
- μπάρα [με τη σημασία ‘λάκκος με νερά, λιμνούλα’]
- μπέμπελη
- μπολσεβίκος
- μπουχός
- μπράτιμος
- μπροστέλα [με παρασύνδεση με τη λέξη ‘μπροστά’]
- νομενκλατούρα
- ντιρεκτίβα
- ντόμπρος
- οβορός [περιφραγμένη αυλή]
- πάπρικα
- περεστρόικα
- πέστροφα [παρετυμ. σύνδεση με το «επιστρέφω»]
- πιροσκί
- πλάβα [βάρκα λιμνίσια χωρίς καρίνα]
- πλόσκα [ξύλινο φλασκί]
- πογκρόμ
- προβοκάτσια
- πρόγκα
- ραβάνι [το ρυθμικό βάδισμα αλόγου, ο πλαγιοτροχισμός]
- ραβασάκι
- ρεκάζω
- ρήσος [ο λύγκας]
- ρούβλι
- ρούχο
- σαμοβάρι
- σανός
- σβάρνα
- σέμπρος
- σμερδάκι [χαμοδράκι, είδος ξωτικού]
- σοβιέτ
- σουβάλα [φυσικός ταμιευτήρας νερού]
- σπούτνικ
- στούμπος
- τζόρας
- τραντάζω [ο Μπαμπινιώτης δίνει και ελληνική εκδοχή]
- τρόικα
- τσαντίλα [το αραιοφαμένο σακούλι]
- τσάρος
- τσέλιγκας
- τσέργα [βελέντζα]
- τσίπα
- τσίτσα [ξύλινο δοχείο για κρασί]
- φράξια
- χουγιάζω
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου