*Ουώλτ Ουίτμαν (1819-1892) - Βικιπαίδεια
O Captain! My
Captain!
O CAPTAIN! my
Captain! our fearful trip is done,
The ship has
weather'd every rack, the prize we sought is won,
The port is near,
the bells I hear, the people all exulting,
While follow eyes
the steady keel, the vessel grim and daring;
But O heart! heart!
heart!
O the bleeding drops
of red,
Where on the deck my
Captain lies,
Fallen cold and
dead.
O Captain! my
Captain! rise up and hear the bells;
Rise up -for you the
flag is flung -for you the bugle trills,
For you bouquets and
ribbon'd wreaths -for you the shores acrowding,
For you they call,
the swaying mass, their eager faces turning;
Here Captain! dear
father!
This arm beneath
your head!
It is some dream
that on the deck,
You've fallen cold
and dead.
My Captain does not
answer, his lips are pale and still,
My father does not
feel my arm, he has no pulse nor will,
The ship is anchor'd
safe and sound, its voyage closed and done,
From fearful trip
the victor ship comes in with object won;
Exult O shores, and
ring O bells!
But I with mournful
tread,
Walk the deck my
Captain lies,
Fallen
cold and dead.
Καπετάνιε!
Ω Καπετάνιε μου!
Το
φοβερό μας το ταξίδι έχει τελειώσει.
Το
πλοίο μας ξεπέρασε κάθε εμπόδιο
το βραβείο που επιδιώκαμε κερδήθηκε.
Το λιμάνι είναι μπροστά μας.
Ακούω καμπάνες που χτυπούν,
κόσμο που αναγαλλιάζει,
Όλων τα μάτια πέσανε στο σταθερό σκαρί,
στ'
ατρόμητο και ζοφερό καράβι.
Μα,
συ ω καρδιά! καρδιά! καρδιά!
Ώ αιμάτινες, κόκκινες σταλαγματιές,
Εκεί
στη γέφυρα , ο Καπετάνιος μου πεσμένος
ξαπλώνει κρύος, πεθαμένος.
Καπετάνιε!
Ω Καπετάνιε μου! Σήκω!
ν' ακούσεις τις καμπάνες που χτυπούν.
Σήκω!
για σένα σημαίες ανεμίζουν,
για
σένα τρομπέτες σαλπίζουν ,
Για
σένα οι ανθοδέσμες , τα στολισμένα στεφάνια,
Για
σένα στην ακρογιαλιά μαζεύτηκε ο λαός ,
Στο στόμα όλων το όνομά σου,το μαζικό ντελίριο,
η έξαψη στα πρόσωπά τους .
Έλα, Καπετάνιε μου! Πατέρα αγαπημένε!
Το μπράτσο μου κάτω από την κεφαλή σου βάζω.
Σαν
όνειρο μου φαίνεται στη γέφυρα πεσμένος,
εσύ κρύος...πεθαμένος.
Μα
ο Καπετάνιος μου δεν απαντά,
τα χείλια του είναι χλωμά κι ασάλευτα ,
Ο πατέρας
μου το μπράτσο μου δε νιώθει
δεν έχει πια σφυγμό ούτε και θέληση,
Το
πλοίο στο αγγυροβόλιο ασφαλές είναι και βουβό,
έχει τελειώσει το ταξίδι το στερνό,
Από
το φοβερό ταξίδι του ,
το καράβι ξαναγύρισε,
νικητής και τροπαιούχοε.
Ευφράνσου
ακρογιαλιά, καμπάνα χτύπα!
Μα εγώ το πένθιμό μου σέρνω βήμα
Στη
γέφυρα, όπου ο Καπετάνιος μου πεσμένος
κείτεται κρύος... νεκρός.
At Town Hall (1965)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου