Κυριακή, Αυγούστου 26, 2018

Ο Καμιλέρι αλλάζει πρωταγωνιστή και ασχολείται με το οικονομικό έγκλημα

Αποτέλεσμα εικόνας για «Η αναφορά του Μάουρο»Ένα τραγούδι του Καμιλέρι


Του Βασίλη Βασιλικού


«Ένα τραγούδι απ’ τ’ Αλγέρι, τραγούδι του καμηλιέρη, σ’ έναν αργό, αφρικάνικο σκοπό» λίγο απέχει από το νέο βιβλίο του Αντρέα Καμιλέρι, που έρχεται να μας συντροφέψει το καλοκαίρι αυτό, όπως και όλα τα προηγούμενα, στις έτσι κι αλλιώς χωρίς ΦΠΑ πιθανές διακοπές μας σε νησιά που υποδέχονται πρόσφυγες. (Αρκεί η κυβέρνηση να επιστρέψει και στην «ενιαία τιμή του βιβλίου», όπου θα εξουδετερωθεί και η χαριστική βολή του ΦΠΑ στις εκδόσεις, αφού οι συγγραφείς προσφύγεψαν κι αυτοί στον τόπο τους.)
«Η αναφορά του Μάουρο» είναι ο τίτλος του (Πατάκης) και όλως παραδόξως δεν υπάρχει ο αστυνόμος Μονταλμπάνο (ο Μεγκρέ, ο Μπέκας, ο Χαρίτος των συναδέλφων του Σιμενόν, Μαρή, Μάρκαρη). Η διαφορά του Καμιλέρι από τους προαναφερθέντες είναι ότι σε όλα τα αστυνομικά του εμφιλοχωρεί ο Μονταλμπάνο. Ενώ σε αυτούς που ανέφερα, πλην του Μάρκαρη, υπάρχουν και αστυνομικά μυθιστορήματα χωρίς τον μόνιμο αστυνόμο.
Ο Μάουρο δεν είναι αστυνομικός. Είναι υπάλληλος μιας δημόσιας υπηρεσίας που ελέγχει τις χρηματοπιστωτικές συμπεριφορές των μεγάλων επιχειρήσεων της Ιταλίας. Και του ανατίθεται να κάνει την αναφορά του για μια τράπεζα για την οποία υπάρχουν ενδείξεις σοβαρών ατασθαλιών.

Είναι ο Μάουρο, ο υποδειγματικός ανώτερος υπάλληλος του Δημοσίου, το αντίστοιχο του αστυνόμου Μονταλμπάνο σε όλα τα άλλα μυθιστορήματα του Καμιλέρι; Είναι. Ατεγκτος, δουλευταράς, ευφυής και «καθαρός ως το μεδούλι». Σαν τον Μονταλμπάνο, είναι κι αυτού η γυναίκα απούσα στο διάστημα που εξελίσσεται το θρίλερ. Προσωρινά βέβαια, λόγω μιας αεροθεραπείας του γιου τους, Στέφανο, σε ψυχρότερα κλίματα. Ενώ η Λίβια, η περίφημη σύντροφος του Μονταλμπάνο, είναι μονίμως εγκαταστημένη στον Βορρά (Severna) της Ιταλίας. Και οι δύο, Μάουρο και Μονταλμπάνο, πεινούν δύο φορές τη μέρα. Μεσημέρι και βράδυ. Η διαφορά είναι ότι στο νέο βιβλίο του Καμιλέρι δεν αναφέρεται ποιο φαγητό προτιμά ο Μάουρο, ενώ του Μονταλμπάνο τις προτιμήσεις (πετρομπάρμπουνα, μελιτζάνες σοφρίτο, σπαγγέτι αλά βόνγκολε) τις γνωρίζουμε λεπτομερώς. Κι αυτό ίσως οφείλεται στο ότι είναι ένα από τα σπάνια βιβλία του Καμιλέρι που δεν εξελίσσεται στη Σικελία, αλλά στην πρωτεύουσα της Ιταλίας, τη Ρώμη.
Ως εδώ αυτά είναι λεπτομέρειες. Η ουσία της διαφοράς με τα προηγούμενα βιβλία του Καμιλέρι είναι ότι δεν υπάρχει φόνος. Κι όμως, ο Μάουρο υποφέρει απ’ όλα όσα υπέφερε και ο Μονταλμπάνο, στην προσπάθειά του να εντοπίσει τον αόρατο ιστό της αράχνης που προσπαθεί να τον τυλίξει στα δίχτυα της. Οσα μαρτύρια περνάει ο Μονταλμπάνο στις προσπάθειές του να εντοπίσει τον δολοφόνο του θύματος, τα ίδια, αν όχι και χειρότερα, περνάει και ο Μάουρο από αυτούς που δεν θέλουν να γίνει η αναφορά του, που θα ενοχοποιήσει, εκτός από τον ιδιοκτήτη της τράπεζας, και τον υπουργό που τον καλύπτει. Με λίγα λόγια, το ίδιο θρίλερ σε νέα εκδοχή. Αγωνιάς ως αναγνώστης να μάθεις ποιοι και ποια πλεκτάνη στήνουν για να μην ολοκληρώσει αυτός ο τίμιος ανώτερος υπάλληλος του Δημοσίου την έρευνά του. Ετσι, δεν υποπτεύεσαι ούτε στιγμή το βασικό πρόσωπο που προθυμοποιείται, τάχα μου, να τον βοηθήσει. Ως τη στιγμή που…
Είθισται στα αστυνομικά μυθιστορήματα ο κριτικός να μην προδίδει στον αναγνώστη την κατάληξη της ιστορίας. Ο αναγνώστης πρέπει να ανηφορίσει μόνος του αγκομαχώντας στην κορυφή. Ετσι, δεν μου επιτρέπεται να σας αποκαλύψω περισσότερα. Ενα μόνο έχω να προσθέσω: ότι είναι το μόνο αστυνομικό μυθιστόρημα που διάβασα, όπου ο φόνος συμβαίνει στην τελευταία παράγραφο και αφήνει τον αναγνώστη ενεό. Αλλά και να διαβάσετε πρωθύστερα την τελευταία παράγραφο, δεν θα καταλάβετε τίποτα. Ούτε ποιος είναι το θύμα ούτε ποιος είναι ο θύτης. Είναι απίθανη η ίντριγκα που στήνεται. Κι ο έρωτας, που κυριαρχεί σε ολόκληρο το βιβλίο.
Το επίσης καινούριο για τον Καμιλέρι είναι ότι πρώτη φορά έχει ενεστωτική (ή «παροντική», όπως την αποκαλούν οι φιλόλογοι) αφήγηση. Παράδειγμα: «Η Κάρλα αργεί να τηλεφωνήσει και ο Μάουρο εκνευρίζεται όλο και περισσότερο. Οχι για τα νέα που θα του έλεγε, επειδή τώρα που έμαθε το όνομά της και τη διεύθυνση του άντρα που εμφανίζεται ως γραμματέας του δεν έχουν πια αξία. Τον εκνευρίζει η σκέψη ότι η κοπέλα τον αγνοεί ή ότι δεν είναι σημαντικός για κείνη. Πρέπει να παραδεχτεί με βαριά καρδιά ότι την έχει ερωτευτεί τρελά. Και είναι μια καινούρια κατάσταση για κείνον, που τον γοητεύει και τον φοβίζει».
Ο Απόστολος Καλδάρας, στιχουργός και συνθέτης του άσματος «Ένα τραγούδι απ’ τ’ Αλγέρι, τραγούδι του καμηλιέρη», θα συμφωνούσε απόλυτα μαζί μου.



Δημοσιεύθηκε στο φύλλο 57 της «Νέας Σελίδας» την Κυριακή 8 Ιουλίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: