Η γέννηση της τραγωδίας
Φρίντριχ Νίτσε (1844-1890)
μετάφραση: Ζήσης Σαρίκας
Βάνιας, 2008
259 σελ
[...] Το ουσιώδες στοιχείο του θέματος του βιβλίου είναι το πρόβλημα του κακού: είναι καλό ή κακό το Είναι, το να είσαι; Η ευτυχία που μπορούμε να περιμένουμε από το Είναι, μέσα στο Είναι, η ευτυχία των όντων, αξίζει το τίμημα της, αξίζει να πληρώνεται με δυστυχία; Τέλος, κι αν τα ζυγίσουμε καλά όλα αυτά, πώς μπορούμε και οφείλουμε να ζούμε μέσα σ' αυτό το Είναι;
Τι είναι το Είναι; Τι αξίζει; Τι πρέπει να κάνουμε γι' αυτό; Με μια και μόνο κίνηση ο νεαρός Νίτσε αγκαλιάζει εδώ ολόκληρη τη φιλοσοφία.
Διακρίνει τρεις απαντήσεις, όχι όμως τρεις μεταφυσικές θέσεις, αλλά τρεις τρόπους ζωής, επιβίωσης: την τρέλα (διονυσιακή) εκείνου που μεθά, την ψευδαίσθηση (απολλώνια) εκείνου που ονειρεύεται και το ψέμα (σωκρατικό) εκείνου που συλλογίζεται.
Κατόπιν τούτου, σκοπός του είναι να αποδείξει ότι η σωστή απάντηση, ο καλύτερος τρόπος επιβίωσης συνίσταται -δεδομένης της απόρριψης του ψέματος- στο να βρούμε ή να ξαναβρούμε και να διατηρήσουμε μια λεπτή ισορροπία (τραγική) ανάμεσα στην τρέλα και την ψευδαίσθηση.
[...]
"Η γέννηση της τραγωδίας" είναι λοιπόν στην ουσία ένας μοναδικός συλλογισμός κατ' αναλογίαν, ο οποίος αναπτύσσει μια ερμηνεία του παρόντος και του μέλλοντος του πολιτισμού ξεκινώντας από μια ερμηνεία του αρχαίου τραγικού πολιτισμού και της ιστορίας του: όπως η αρχαία τραγωδία είναι το αποκορύφωμα του ελληνικού πολιτισμού, εφόσον συμβολίζει την καλύτερη προτεινόμενη λύση στο πρόβλημα της ύπαρξης, έτσι και το "ολικό έργο τέχνης" του Βάγκνερ αναγγέλει την έλευση ενός καινούριου τρόπου ύπαρξης και, συνεπώς, ένα καινούριο απόγειο του πολιτισμού.[...]
(από τον πρόλογο του βιβλίου)
ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΕ ΜΟΡΦΗ PDF
Φ. Νίτσε "Η γέννηση της τραγωδίας"
«Αποδεδειγμένα σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει τον εαυτό του από τους Έλληνες.
Η προσπάθεια αυτή είναι διαποτισμένη με βαθύτατη δυσαρέσκεια, διότι οτιδήποτε κι αν δημιουργούσαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού, έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκρισή του με το ελληνικό μοντέλο, συρρικνωνότανε, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα.
Έτσι ξανά και ξανά μια οργή ποτισμένη με μίσος ξεσπάει εναντίον των Ελλήνων, εναντίον αυτού του μικρού και αλαζονικού έθνους, που είχε το νεύρο να ονομάσει βαρβαρικά ότι δεν είχε δημιουργηθεί στο έδαφός του. Κανένας από τους επανεμφανιζόμενους εχθρούς τους δεν είχε την τύχη να ανακαλύψει το κώνειο, με το οποίο θα μπορούσαμε μια για πάντα να απαλλαγούμε απ' αυτούς. Όλα τα δηλητήρια του φθόνου, της ύβρεως, του μίσους έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή να διαταράξουν την υπέροχη ομορφιά τους.
Έτσι, οι άνθρωποι συνεχίζουν να νιώθουν ντροπή και φόβο απέναντι στους Έλληνες. Βέβαια, πού και πού, κάποιος εμφανίζεται που αναγνωρίζει ακέραιη την αλήθεια, την αλήθεια που διδάσκει ότι οι Έλληνες είναι οι ηνίοχοι κάθε επερχόμενου πολιτισμού και σχεδόν πάντα τόσο τα άρματα όσο και τα άλογα των επερχόμενων πολιτισμών είναι πολύ χαμηλής ποιότητας σε σχέση με τους ηνίοχους, οι οποίοι τελικά αθλούνται οδηγώντας το άρμα στην άβυσσο, την οποία αυτοί ξεπερνούν με αχίλλειο πήδημα».
ΝΙΤΣΕ
******************
2
Το παράδοξο της τραγωδίας κατά τον Νίτσε,
του Νεκτάριου Πήχα
του Νεκτάριου Πήχα
Read more at: https://www.literature.gr/
Πηγή : literature.grRead more at: https://www.literature.gr/
«Πώς είναι δυνατόν η θέαση φοβερών και ελεεινών παθημάτων να προκαλεί αισθητική απόλαυση;»[1].
Αυτό το ερώτημα τέθηκε από τον Γερμανό φιλόσοφο και ποιητή Φρίντριχ Νίτσε στο έργο του Η γέννηση της Τραγωδίας, ένα ερώτημα που ανάγεται από την ίδια τη φύση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Ο προβληματισμός έγκειται στην ευχαρίστηση που νοιώθει ο τραγικός θεατής κατά την έκθεσή του στο δράμα και στα τραγικά συναισθήματα του φόβου και του ελέους. Πού όμως ο Νίτσε εντοπίζει την ευχαρίστηση των τραγικών συναισθημάτων; Σύμφωνα με τον Νίτσε δεν μπορεί να χαρακτηριστούν τα τραγικά συναισθήματα ευχάριστα. Έτσι λοιπόν, σπανίως χαιρόμαστε με την τραγική εμπειρία, με τα δεινά του τραγικού ήρωα, παραδείγματος χάριν την αυτοτύφλωση του Οιδίποδα.[2]
Τι είναι όμως αυτό που μας κάνει να επιθυμούμε την ευχάριστη παρακολούθηση ενός τραγικού μύθου; Η ευχαρίστηση δεν έγκειται στην απόλαυση της βίωσης της οδυνηρότητας και της βαρβαρότητας. Δεν υπάρχει ευχαρίστηση στο να βιώνεις την βαρβαρότητα, αυτό είναι από τη φύση του επίπονο. Από την άλλη πλευρά ούτε πάλι η ευγλωττία των ωραίων παραστάσεων δεν ανάγει την ευχαρίστηση που ψάχνουμε για την επίλυση του παραδόξου. Τι δικαιολογεί την έκθεσή μας σε αυτόν τον αυτοβασανισμό; Κατά τον Νίτσε ακόλουθος σε αυτόν τον αυτοβασανισμό είναι η διονυσιακή χαρά.[3]
Στο άρθρο της «Nietzsche και Αριστοτέλης: το τραγικό ως αισθητικό φαινόμενο» η κ. Τερέζα Πεντζοπούλου – Βαλαλά θέτει ένα αρκετά εύστοχο ερώτημα κατά την γνώμη μου, για να οδηγηθούμε στη προσέγγιση του διονυσιακού, «Τι είναι το διονυσιακό; Και τι σημαίνει η ελλειπτική διατύπωση που τείνει να μεταβάλει μία διάσταση, την κατ’ εξοχήν διάσταση του τραγικού, σε κάτι αυτόνομο υπαρκτό;». Και σπεύδει να απαντήσει: «Μία μικρή λέξη δίνει το νόημα του διονυσιακού: το ναι»[4]. Στο έργο του The Twilight of the Idols ο Νίτσε εξηγεί την διονυσιακή χαρά ότι είναι η επιβεβαίωση της ζωής ακόμη και στις πιο περίεργές της καταστάσεις. Το διονυσιακό είναι η θέληση για ζωή, η θυσία των υψηλότερων αξιών. Όχι να απαλλαγούμε από το έλεος και το φόβο, αλλά να μεταβούμε πέρα απ’ αυτά, για να συνειδητοποιήσουμε την αιώνια χαρά του να γίνεσαι και να βιώνεις τη διονυσιακή χαρά.
Σύμφωνα με τον Νίτσε το διονυσιακό και κατ’ επέκταση η κατάφαση στη ζωή είναι:
Το «ναι», το ύστατο, το πιο χαρούμενο «ναι» στη ζωή, δεν είναι μόνο η ύψιστη διαίσθηση, είναι ακόμα η πιο βαθιά, εκείνη την οποία, με τον αυστηρότερο τρόπο, βεβαιώνουν και θεωρούν ορθή, η αλήθεια και η επιστήμη […] Η κατάφαση στην ίδια την ζωή, ακόμη και στα πιο ξένα και δύσκολα προβλήματα, η βούληση για ζωή, η θυσία, μέσα στην χαρά, των πιο υψηλών τύπων στην δική τους ανεξάντλητη δύναμη βουλήσεως για ζωή, αυτό ονόμασα διονυσιακό.[5]
Το διονυσιακό και το μεγάλο «ναι» στη ζωή είναι η χαρά, στην οποία βρίσκεται η αισθητική αξία του τραγικού. Ο Διονυσιακός άνθρωπος είναι αυτός που έχει ιδιοποιηθεί και ενστερνιστεί το διονυσιακό. Χαρακτηρίζεται από τον Νίτσε ως λάτρης της ζωής, γεύεται όλες τις εκστάσεις και έρχεται αντιμέτωπος με τη φρίκη ή τον παραλογισμό της ύπαρξης. Μέσω του τραγικού καταφάσκουμε στη ζωή και ό,τι αυτή περικλείει ακόμα και τον πόνο. Στην χαρά υπάρχει η ουσία του τραγικού.
Για τον Γερμανό φιλόσοφο η τραγωδία δεν είναι απλά ένα αισθητικό προϊόν, όπως θα λέγαμε σήμερα μία κινηματογραφική ταινία. Αποτελεί το μέσο που θα προσφέρει τη γνώση του πόνου αλλά και τη γνώση, πως είναι να υποφέρεις. Είναι σημαντικό κάθε ανθρώπινη ύπαρξη να κατανοήσει πλήρως την τραγικότητα της ύπαρξής του και να ζει λες και αυτές οι βάσεις ήταν απαραίτητες για την ολοκληρωμένη και ευπρόσδεκτη ζωή του.[6] O Νίτσε δεν πιστεύει ότι η βίαιη πραγματικότητα κατευνάζεται από βίαιες καλλιτεχνικές παραστάσεις, ούτε θεωρεί ακόμη ότι η τέχνη μπορεί να αντικαταστήσει την ασχήμια στην ομορφιά της πραγματικότητας (μητροκτονία, βίαιη ζήλια). Η ασχήμια αυτή που αντιμετωπίζουμε σε μία τραγωδία μας αναγκάζει να εξετάσουμε τη φύση της προσέγγισής μας στην σκληρότητα της ζωής. Ο θεατής δεν «καλωσορίζει» τον πόνο, αλλά το γεγονός δεοντολογικής ύπαρξης στη ζωή. Αυτό που μαθαίνουμε από την τραγωδία είναι το πάθημα μέσα στο πλαίσιο των ανθρωπίνων δυνατοτήτων.[7]
Ο Γερμανός φιλόσοφος δεν αντιλαμβάνεται την τραγωδία ως εξαγνιστική ή καθαρκτική ιδιότητα των εμπειρίων της, όπως και υποστήριξε ο Αριστοτέλης, αλλά την αντιλαμβάνεται ως αισθητικό φαινόμενο με γνωσιακό χαρακτήρα. Μέσω της τραγωδίας ο Νίτσε δημιουργεί μία ολόκληρη οντολογία χρησιμοποιώντας την τραγωδία ως μέσο ανάδειξης της τραγικότητας της ύπαρξης. Με την οντολογική του θεώρηση περί οδυνηρότητας της ύπαρξης και της ζωής δικαιολογεί και τα τραγικά συναισθήματα και αυτοχαρακτηρίζεται ως ρομαντικός.
[1] Friedrich Nietzsche, Die Geburt der Tragödie aus dem Geist der Musik, Werke in drei Bände, εκδ. K. Schlechta, Bd. I, 19778, σ.18.
[2] Amy Price, “Nietzsche and the paradox of tragedy”, British Journal of Aesthetics, Oxford University Press, Vol. 38, No. 4, October 1998, σ. 386
[3] Ibid. σ. 386
[4]Πεντζοπούλου-Βαλαλᾶ, Τερέζα, «Nietzsche καὶἈριστοτέλης: Τὸ τραγικὸ ὡς αἰσθητικὸ φαινόμενο » , Χρονικὰ Αἰσθητικῆς – Annales d’ esthétique, 35 (1995), σ. 66.
[5] Nietzsche, Ecce Homo, Werke…, Bd. II, 19819, σ. 1110-1111
[6] Amy Price, “Nietzsche and the paradox of tragedy”, British Journal of Aesthetics, Oxford University Press, Vol. 38, No. 4, October 1998, σ. 390
[7] Ibid, σ. 391-39_____________________
3
Ο συγγραφέας και μεταφραστής Δημήτρης Στεφανάκης συζητά με το κοινό με θέμα «Ο Νίτσε και η γέννηση της τραγωδίας». Αποσπάσματα από έργα του Νίτσε διαβάζει η ηθοποιός Όλγα Νικολαϊδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου