Ηροδότου Ιστορίαι
ΤΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ ΤΟΥ ΠΟΛΥΚΡΑΤΗ ΙII 39- 44
Ένας μόνο κίονας σώζεται από το Ηραίο της Σάμου, από τους μεγαλύτερους ναούς του ελληνικού κόσμου (105 μ. Χ 52 μ.), ένα από τα «πολυκράτεια έργα» που θαύμαζε ο Ηρόδοτος.
Ο Πολυκράτης τύραννος της Σάμου
Πηγή:
Αρχαία Ελληνικά (μτφρ.) Ηροδότου Ιστορίες (Α Γυμνασίου) - Βιβλίο Μαθητή - Εμπλουτισμένο
Ένας μόνο κίονας σώζεται από το Ηραίο της Σάμου, από τους μεγαλύτερους ναούς του ελληνικού κόσμου (105 μ. Χ 52 μ.), ένα από τα «πολυκράτεια έργα» που θαύμαζε ο Ηρόδοτος.
ΙII39. Τον καιρό που ο Καμβύσης έκανε την εκστρατεία εναντίον της Αιγύπτου, και οι Λακεδαιμόνιοι έκαναν εκστρατεία1 εναντίον της Σάμου και του Πολυκράτη2,
του γιου του Αιάκη, που πήρε την εξουσία στη Σάμο με επαναστατικό
κίνημα. Και στην αρχή διαίρεσε την πόλη σε τρία μέρη και τη μοιράστηκε
με τ' αδέρφια του, τον Παντάγνωτο και τον Συλοσώντα, αργότερα όμως τον
ένα τους τον σκότωσε, ενώ τον νεότερο, τον Συλοσώντα, τον εξόρισε κι
έτσι εξουσίασε σ' όλη τη Σάμο· κι έχοντας φιλικούς δεσμούς με τον Άμαση3,
τον βασιλιά της Αιγύπτου, συνομολόγησε συμμαχία μαζί του, στέλνοντάς
του δώρα και δεχόμενος άλλα από εκείνον. Και να που μες σε λίγο καιρό η
δύναμη του Πολυκράτη αυξήθηκε και τ' όνομά του έγινε ξακουστό σ'
ολόκληρη την Ιωνία και στην υπόλοιπη Ελλάδα· γιατί όπου κατηύθυνε τις
στρατιωτικές του επιχειρήσεις, όλα τού έρχονταν δεξιά. Κι είχε εκατό πεντηκοντόρους4
και χίλιους τοξότες. Ρήμαζε και λεηλατούσε όλο τον κόσμο, χωρίς να
κάνει διάκριση για κανένα· γιατί, έλεγε, θα έκανε μεγαλύτερη χάρη στους
φίλους του δίνοντάς τους πίσω τα όσα τους άρπαξε, παρά αν δεν έπαιρνε
τίποτε απ' αυτούς· λοιπόν είχε κυριέψει πολλά νησιά και πολλές πόλεις
της στεριάς στη Μικρά Ασία. Και ανάμεσά τους και τους Λεσβίους, που
έσπευσαν πανστρατιά να βοηθήσουν τους Μιλησίους, τους νίκησε σε ναυμαχία
και τους αιχμαλώτισε, κι αυτοί ήταν που, αλυσοδεμένοι, έσκαψαν για χάρη
του ολόκληρη την τάφρο που περιβάλλει τα τείχη της Σάμου.
Ο Άμασης συμβουλεύει τον Πολυκράτη
ἐμοὶ δὲ αἱ σαὶ μεγάλαι εὐτυχίαι οὐκ ἀρέσκουσι, ἐπισταμένῷ τὸ θεῖον ὡς ἔστι φθονερόν [...]
οὐδένα γάρ κω λόγῳ οἶδα ἀκούσας ὅστις ἐς τέλος οὐ κακῶς
ἐτελεύτησε πρόρριζος, εὐτυχέων τὰ πάντα.
οὐδένα γάρ κω λόγῳ οἶδα ἀκούσας ὅστις ἐς τέλος οὐ κακῶς
ἐτελεύτησε πρόρριζος, εὐτυχέων τὰ πάντα.
Η απώλεια του δαχτυλιδιού
Η «επιστροφή» του δαχτυλιδιού
Οι
σφραγιδόλιθοι ήταν γνωστοί αιώνες πριν από τον Πολυκράτη και το
δαχτυλίδι του. Στην εικόνα χρυσό δαχτυλίδι του 15ου αι. π.Χ. από την
Τίρυνθα· δαίμονες (κατώτερες θεότητες) προσφέρουν σπονδές σε θεό.
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα.
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα.
Το τέλος της φιλίας Άμαση - Πολυκράτη
῎Αμασις... ἔμαθε ὅτι ἐκκομίσαι τε ἀδύνατον εἴη ἀνθρώπῳ ἄνθρωπον ἐκ τοῦ μέλλοντος
γίνεσθαι πρήγματος καὶ ὅτι οὐκ εὖ τελευτήσειν μέλλοι Πολυκράτης εὐτυχέων τὰ πάντα.
γίνεσθαι πρήγματος καὶ ὅτι οὐκ εὖ τελευτήσειν μέλλοι Πολυκράτης εὐτυχέων τὰ πάντα.
Συμμαχία Πολυκράτη Καμβύση
Το τέλος του Πολυκράτη και η τύχη της Σάμου (III 120-149)
Το δαχτυλίδι που ξαναβρέθηκε δεν ήταν η μόνη απόδειξη της τύχης του
Πολυκράτη: η ύπουλη «απομάκρυνση» των «ύποπτων» πολιτών και η αποτυχία
της εκστρατείας Λακεδαιμονίων – Κορινθίων κατά της Σάμου ήταν γι' αυτόν
σημάδια μεγάλης καλοτυχίας. Θα ήταν πια ήσυχος ότι δεν κινδυνεύει από το
φθόνο του θείου, όταν, λίγο αργότερα, θαμπωμένος από το χρυσάφι του
σατράπη Οροίτη, παρά τις παρακλήσεις των δικών του και τους χρησμούς των
μάντεων, πήγε ο ίδιος για συνεννοήσεις στις Σάρδεις. Εκεί ο Πέρσης
σατράπης του είχε ετοιμάσει φρικτό θάνατο· η ιστορία με το δαχτυλίδι
αποτέλεσε το χρονικό της προαναγγελίας του.Όσο για τη Σάμο την περίμενε χειρότερη τύχη: την εξουσία πήρε κάποιος που ο Πολυκράτης είχε αφήσει ως τοποτηρητή, και ο Συλοσών (αδελφός του Πολυκράτη) κάλεσε τους Πέρσες να τον βοηθήσουν. Οι Πέρσες όμως δέχτηκαν επίθεση, αντεπιτέθηκαν και τελικά «αφού έπιασαν τους κατοίκους της σαν τα ψάρια στο δίχτυ13, την παρέδωσαν στον Συλοσώντα ορφανεμένη απ' τους άνδρες της.» (ΙΙΙ 149)
_____________________________
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 εκστρατεία: οι Λακεδαιμόνιοι ανταποκρίθηκαν σε αίτημα αντιπάλων του Πολυκράτη, βλ σ. 45, κεφ. 44.
2 Πολυκράτης: καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια· η άνοδός του στην εξουσία ήταν αιματηρή και η διακυβέρνησή του (531- 522 π.Χ.) τυραννική, αλλά έκανε τη Σάμο μεγάλη οικονομική και στρατιωτική δύναμη. Θέλησε να ανακόψει τον περσικό επεκτατισμό με συμμαχίες, αλλά απέτυχε. Ο Ηρόδοτος επικρίνει την τυραννική διοίκησή του και αναφέρεται επαινετικά στα θαυμαστά για την εποχή του έργα με τα οποία κόσμησε τη Σάμο (το υδραγωγείο με τη σήραγγα, το ναό της Ήρας και το μόλο του λιμανιού).
3 Άμασης: βασιλιάς της Αιγύπτου (570- 526 π.Χ.), τον οποίο ο Ηρόδοτος χαρακτηρίζει φιλέλληνα, καθώς έδωσε στους Έλληνες για μόνιμη εγκατάσταση την πόλη Ναύκρατη, στο Δέλτα του Νείλου. Δημιούργησε συμμαχία ναυτικών δυνάμεων, για να αντιμετωπίσει τους Πέρσες, αλλά διαλύθηκε γρήγορα, καθώς η Φοινίκη κυριεύτηκε από τους Πέρσες και η Κύπρος προτίμησε την κυριαρχία τους.
4 πεντηκόντορος (η): πολεμικό πλοίο με πενήντα κωπηλάτες· σταδιακά αντικαταστάθηκε από την τριήρη η οποία είχε τρεις σειρές κουπιά σε κάθε πλευρά και διακόσιους περίπου κωπηλάτες.
5 πάπυρος: βλ. σ. 35, σχόλιο 28.
6 ο θεός είναι φθονερός: δεν είναι η πρώτη φορά που συναντάμε αυτή την ιδέα για το θείο στον Ηρόδοτο. Ποιος τη διατύπωσε πρώτος στα κείμενα που διαβάσατε ως τώρα;
7 πέταξέ το μακριά…: το μοτίβο του χαμένου θησαυρού και της εύρεσής του είναι διαδεδομένο σε παραμύθια που συναντάμε σε πολλούς λαούς.
8 σφραγιδόλιθος: πολύτιμη πέτρα δαχτυλιδιού, πάνω στην οποία χάραζαν μια συμβολική παράσταση, χαρακτηριστική για τον κάτοχο του δαχτυλιδιού· γινόταν έτσι ένα είδος σφραγίδας του κατόχου του. (Βλ. εικόνα σ. 44).
9 Θεόδωρος: ονομαστός αρχιτέκτονας, γλύπτης και σφραγιδογλύφος (μέσα του 6ου αι.) Μαζί με τον ομότεχνο συμπατριώτη του Ροίκο κατασκεύασαν το περίφημο Ηραίο της Σάμου, το οποίο ξανάκτισε ο Πολυκράτης, αφού καταστράφηκε από άγνωστη αιτία (βλ. εικόνα, σ. 42).
10 είναι αδύνατο … το κακό: ο Ηρόδοτος πιστεύει βέβαια στη μοίρα, η οποία όμως εκδηλώνεται μόνο μέσα από τις πράξεις των ανθρώπων, τα λάθη και τις παραλείψεις τους. Μπορείτε να το διαπιστώσετε αυτό στην περίπτωση του Πολυκράτη;
11 να μη νιώσει πόνο…: στην πραγματικότητα τη συνθήκη φιλίας διέλυσε το 525 π.Χ. ο Πολυκράτης, όταν έμαθε για την εκστρατεία του Καμβύση στην Αίγυπτο και προτίμησε να ταχθεί με το μέρος του ισχυρού, όπως καταλαβαίνουμε από το επόμενο κεφάλαιο. Μεταξύ Πολυκράτη – Άμαση δεν υπήρχε, κατά συνέπεια, φιλία· συμμάχησαν, όταν το επέβαλε το συμφέρον τους, και ο ένας διέλυσε τη συμμαχία, όταν νόμιζε ότι δεν τον ωφελούσε.
12 να μη τους στείλει πίσω: η «εξαφάνιση» (εδώ εξορία) των αντιπάλων είναι συνηθισμένη πρακτική των τυράννων.
13 σαν τα ψάρια στο δίχτυ: (πρωτότυπο «σαγηνεύσαντες»): πρόκειται για τη μέθοδο της «σαγήνευσης» («σαγήνη»: δίχτυ ψαρέματος) που είχε θεωρηθεί επινόηση του «παραμυθά» Ηροδότου. Σήμερα υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ότι εφαρμοζόταν και από άλλους λαούς της Ανατολής. Οι στρατιώτες πιάνονταν χέρι με χέρι σε κύκλο κλείνοντας όλη την περιοχή στην οποία θα έπιαναν αιχμαλώτους και προχωρούσαν προς το κέντρο του κύκλου, συλλαμβάνοντας όποιον βρισκόταν μέσα σ' αυτόν. Τη μέθοδο αυτή είχαν εφαρμόσει οι Πέρσες σε πολλά νησιά. Ο Πλάτων περιγράφει την εφαρμογή της στην Ερέτρια το 490 π.Χ. πριν από τη μάχη του Μαραθώνα.
______________________________________
Το "Δαχτυλίδι" σε Χαλκογραφία από τον Matthaus Merian τον πρεσβύτερο (1593–1650)
Πηγή: Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία (Β΄ Γενικού Λυκείου - Επιλογής) - Βιβλίο Μαθητή (Εμπλουτισμένο)
Σε αντίθεση με τη βαθιά απλότητα
και τη δημιουργική αφέλεια που χαρακτηρίζουν τις μπαλάντες του Γκαίτε,
οι μπαλάντες του Σίλλερ εμφανίζονται με τρόπους δραματικότερους και
περισσότερο στοχαστικούς. Το ρομαντικό ιπποτικό ιδεώδες είναι σ’ αυτές
ζυμωμένο ή εναλλασσόμενο με στοιχεία της αρχαίας ελληνικής σκέψης, η
οποία είναι μια από τις πηγές που βοήθησαν τον Σίλλερ να διαμορφώσει την
ιδέα του για την έννοια της πνευματικής και πολιτικής ελευθερίας που
διατρέχει το έργο του. Τα όρια αυτής της έννοιας δοκιμάζονται στη
σύγκρουσή της με μια θεία τάξη του κόσμου, η οποία επιβραβεύει την αρετή
και τιμωρεί όσους παραβαίνουν τους υπέρτατους νόμους της. Έτσι οι
μπαλάντες του Σίλλερ περιέχουν σχεδόν πάντοτε μια λανθάνουσα ηθική σκέψη
που λειτουργεί σαν ένα διακριτικό επιμύθιο.
Το «Δαχτυλίδι του Πολυκράτη» αντλεί
το θέμα του από τη γνωστή διήγηση του Ηροδότου. Ο Σίλλερ πραγματεύεται
ελεύθερα το ιστορικό επεισόδιο με μια ποιητική ταχύτητα και εκφραστική
αντικειμενικότητα που αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της
μπαλάντας. Δεν είναι βέβαιο, στο ποίημα, αν αυτό που έχει προκαλέσει τη
συνεχώς ογκούμενη απειλή, την οποία υποκρύπτει η σκανδαλώδης εύνοια της
τύχης προς τον Πολυκράτη, είναι ο κομπασμός για την ευτυχία του ή κάποια
υποδηλούμενη μεγαλύτερη «ύβρις» του (ο Ηρόδοτος σημειώνει ότι η δίψα
του για την εξουσία τον οδήγησε στη δολοφονία του αδερφού του). Όπως και
να έχει το πράγμα, η τύχη εδώ (δηλαδή το θείο) φαίνεται να δείχνει ένα
υπέρμετρα περιπαικτικό, αν όχι κυνικό, πρόσωπο. Με αίσθηση δραματικής
σοφίας ο Σίλλερ αποφεύγει να αναφέρει τον θάνατο του Πολυκράτη, πράγμα
που ενισχύει το ειρωνικό στοιχείο του ποιήματος.
Η μπαλάντα μπορεί να διαβαστεί σε σύγκριση με το κείμενο του Ηρόδοτου (Παράρτημα, αρ. 5). ΤΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ ΤΟΥ ΠΟΛΥΚΡΑΤΗ
Στο ξώστεγο στεκόταν του σπιτιού του και τη Σάμο, που τύραννός της ήταν, την κοίταε με καμάρι και χαρά. «Όλα όσα βλέπεις, όλα εγώ τα ορίζω, παραδέξου πως είμαι ευτυχισμένος». Έτσι λέει στον Αιγύπτιο βασιλιά. |
|
«Σ’ ευνόησαν οι θεοί· ναι, αυτό είν’ αλήθεια· εκείνους που ίσοι πρώτα ήταν μ’ εσένα το σκήπτρο σου τους πιέζει δυνατό. Αλλά ένας ζει που εκδίκηση διψάει· όσο αγρυπνά του οχτρού σου αυτού το μάτι, καλότυχο πώς θέλεις να σε πω;» |
|
Ακόμα ο λόγος έστεκε του ρήγα και να, σταλμένος απ’ τη Μίλητο, ένας μαντατοφόρος φτάνει βιαστικά. «Αφέντη», λέει στον τύραννο, «έλα βάλε δάφνης χλωρό στεφάνι στο κεφάλι και της θυσίας η κνίσα ας πάει ψηλά. |
|
Ο οχτρός σου πάει, τον βρήκε το κοντάρι· ο Πολύδωρος, ο άξιος στρατηγός σου, με στέλνει εδώ, το νέο να φέρω αυτό...» Και βγάζει από μια μαύρη ευθύς λεκάνη ένα κεφάλι, ματωμένο ακόμα, πολύ γνωστό, που τρόμαξαν κι οι δυο. |
|
Με φρίκη κάνει πίσω ο ξένος ρήγας, με ανήσυχη ματιά, και λέει: «Ωστόσο στην τύχη μη βασίζεσαι πολύ. Με αβέβαιη τύχη ο στόλος σου αρμενίζει στ’ άπιστο κύμα· τι εύκολα, στοχάσου, τα πλοία τα σπάει μιας τρικυμίας οργή!» |
|
Το λόγο δεν προφταίνει ν’ αποσώσει· χαράς φωνές κι αλαλαγμοί τον κόβουν, που απ’ το λιμάνι φτάνουν ως εδώ. Βαριά με ξένα πλούτια φορτωμένος των πλοίων ο πολυκάταρτος ο λόγγος στης πατρίδας γυρίζει το γιαλό. |
|
Τ’ ακούει ο ξένος ρήγας και σαστίζει. «Σήμερα η τύχη σου είναι στα καλά της, μα η τύχη παίζει, έχε το νου σου εσύ. Οι Κρητικοί, πρωτοτεχνίτες στα όπλα, πολέμου σκιάχτρα αντίκρυ σου έχουν στήσει κι είναι κοντά σε τούτο το νησί». |
|
Το ’πε δεν το ’πε, κι απ’ τα πλοία τα πλήθη χυμούν, φωνή χιλιόστομη αλαλάζει: «Νίκη! Δε μας φοβίζουνε οι οχτροί· ο πόλεμος πια τέλειωσε και πάει, τα κρητικά που αρμένιζαν καράβια τα σκόρπισε η φουρτούνα εδώ κι εκεί!» |
|
Τ’ ακούει κι ανατριχιάζει ο ξένος φίλος: «Σε κρίνω — πώς αλλιώς; — ευτυχισμένον, μα τρέμω αν θα μπορέσεις να σωθείς. Οι θεοί φθονούν, κι αυτό ’ναι που φοβούμαι· ανόθευτη χαρά απ’ αυτούς στον κόσμο ποτέ θνητός δεν έλαβε κανείς. |
|
Κι εμένα σε καλό μου βγήκαν όλα, σ’ όλες τις πράξεις που έκαμα ως μονάρχης οι θεοί μ’ ευνόησαν, μα έναν ακριβό, που ο κληρονόμος μου ήταν, μου τον πήραν, τον είδα, ωιμέ, νεκρό· στην ευτυχία το φόρο μου τον πλέρωσα κι εγώ. |
|
Από κακό να φυλαχτείς αν θέλεις, να δέεσαι στους αόρατους, και πόνο να σου δίνουν μαζί με τη χαρά. Δεν ξέρω εγώ θνητό που να του δώσαν τα δώρα τους οι ουράνιοι απλόχερα όλα και να ’χει φτάσει σε καλά στερνά. |
|
Οι θεοί αν αυτή τη χάρη δε σου κάνουν, τη συμφορά προκάλεσέ την ο ίδιος· άκου με που σα φίλος σου μιλώ· κι απ’ τ’ αγαθά σου αυτό που το ’χεις πρώτο και την καρδιά σου πιότερο σου ευφραίνει πάρ’ το και ρίχ’ το ο ίδιος στο γιαλό». |
|
Τρομάζει αυτός. «Απ’ όλους του νησιού μου τους θησαυρούς το δαχτυλίδι τούτο είναι ό,τι εγώ λογιάζω πιο ακριβό. Στις Ερινύες το δίνω κι ας σχωρέσουν οι θεές την ευτυχία μου». Και πετάει στη θάλασσα τ’ ωραίο διαμαντικό. |
|
Πρωί πρωί την άλλη μέρα κιόλας ένας ψαράς στον τύραννο πηγαίνει τον Πολυκράτη με όψη γελαστή: «Δέξου από μένα. αφέντη, αυτό το δώρο· είν’ ένα ψάρι που έπιασα· άλλο τέτοιο ποτέ σε δίχτυ δεν έχει πιαστεί». |
|
Κι ο μάγερας, σαν άνοιξε το ψάρι, έρχεται βιαστικός και σαστισμένος και φωνάζει με βλέμμα εκστατικό: «Αφέντη, μέσ’ στο ψάρι, στην κοιλιά του, βρήκα το δαχτυλίδι σου, δεν έχει σύνορα το καλό σου ριζικό». |
|
Ο ξένος ρήγας τότε ανατριχιάζει. «Στο σπίτι σου άλλο δεν μπορώ να μείνω και φίλος μου πια να ’σαι δεν μπορείς. Οι αθάνατοι ποθούνε το χαμό σου. Φεύγω να μη χαθώ κι εγώ μαζί σου». Έτσι είπε και στο πλοίο του μπήκε ευθύς. |
|
μτφρ. Θρασύβουλος Σταύρου (1886-1979) |
FRIEDRICH SCHILLER (Μάρμπαχ 1759 – Βαϊμάρη
1805). Γερμανός ρομαντικός ποιητής και δραματουργός. Φοίτησε στη
Στρατιωτική Ακαδημία της Βυρτεμβέργης, όπου σπούδασε αρχικά νομικά και
αργότερα ιατρική. Εργάστηκε για ένα διάστημα ως βοηθός στρατιωτικού
χειρουργού στη Στουτγάρδη και περίπου δύο χρόνια ως δραματουργός στο
θέατρο του Μάνχαϊμ. Αργότερα δίδαξε ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Ιένας.
Πέθανε από φυματίωση.
Έγραψε λυρικά ποιήματα (μπαλάντες,
σονέτα κ.λπ.), πολλά από τα οποία μελοποιήθηκαν. Από τα θεατρικά του
έργα ξεχωρίζουν τα δράματα: Οι ληστές (1782), Ραδιουργία και έρωτας (1783), η ιστορική τριλογία με γενικό τίτλο Βαλλενστάιν (1793-99), Μαρία Στιούαρτ (1800) και Γουλιέλμος Τέλλος (1804).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου