Tο μαύρο γιασεμί του Γούντι Αλεν
Του Ηλία Μαγκλίνη
Η Καθημερινή, 6/9/13
«Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». Το
γνωστό ποίημα του Γιώργου Σεφέρη και η ειρωνεία που προκύπτει από την ανάγνωσή
του, παρακολουθώντας τη νέα ταινία του Γούντι Αλεν, «Θλιμμένη Τζάσμιν». Οπου
«Τζάσμιν», βέβαια, το ελληνικότατο, ευωδιαστό γιασεμί. Μονάχα που στον κόσμο
που κινείται –και κυρίως με τον τρόπο που κινείται– η (αντι-)ηρωίδα του
Αμερικανού σκηνοθέτη, το γιασεμί λερώνεται. Λευκό μια φορά δεν μένει διότι δεν
ήταν και ποτέ του.
Τι θέλω να πω; Κινούμενη σαν να βρίσκεται σε διαρκή αφασία,
κλείνοντας τα μάτια στην πραγματικότητα, η Τζάσμιν της ταινίας είναι αφελής (σε
βαθμό αυτιστικό, όμως), αρνούμενη να αποδεχθεί τη «φούσκα» που ήταν ο πλούσιος
σύζυγός της, αδυνατώντας να καταλάβει ότι την απατούσε σχεδόν μπροστά στα μάτια
της, οπότε η καταστροφή της είναι βεβαιωμένη. Είναι εξωφρενικά αφελής, αλλά δεν
είναι αγνή – σε αντίθεση με το λευκό του γιασεμιού.
Η ταινία δείχνει να έχει κερδίσει τις καρδιές του ελληνικού κοινού (που έτσι κι αλλιώς έχει μιαν αδυναμία στον Γούντι Αλεν – και καλά κάνει) και για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο: ο κόσμος συνδέει την πλοκή του φιλμ (και το «ηθικό του δίδαγμα»;) με την τρέχουσα οικονομική κρίση. Η αλήθεια είναι ότι σε ένα πολύ χαλαρό επίπεδο, η ιστορία της Τζάσμιν βασίζεται στην πραγματική ιστορία μιας πλούσιας Νεοϋορκέζας, η οποία δεν αναρωτήθηκε ποτέ πώς έκανε τόσο γρήγορα τόσο πολλά χρήματα ο άνδρας της – παρά μόνον όταν, μετά τη χρηματοπιστωτική κατάρρευση του 2008, ξεγυμνώθηκε όλος αυτός ο πύργος πάνω στην άμμο.
Κάτι ανάλογο παθαίνει και η Τζάσμιν στην ταινία, η οποία, προσπαθεί μεν να ξεκινήσει μια νέα ζωή, μακριά από το θορυβώδες Μανχάταν, στο πιο ανθρώπινο και πιο ρομαντικό (όπως προβάλλεται από την ταινία) Σαν Φραντσίσκο. Υπάρχει, όμως, ένα μεγάλο πρόβλημα: η Τζάσμιν αγνοεί τα βασικά περί της πραγματικότητας, περί της πραγματικής ζωής. «Είναι οι προσπάθειές μας των συφοριασμένων», λέει ένας άλλος μεγάλος μας ποιητής, ο Καβάφης, και αυτό ακριβώς ισχύει με την Τζάσμιν του Γούντι Αλεν.
Ακραία περίπτωση η Τζάσμιν (τόσο ως προς τα πλούτη της όσο και ως προς την άγνοιά της), αλλά η αλήθεια είναι ότι με διάφορους τρόπους και σε διάφορα επίπεδα, η κρίση αυτή ήταν ένα γερό εσωτερικό ταρακούνημα για όλους μας. Μικρές ή μεγάλες αμαρτίες, υπεκφυγές, βολέματα και ευκολίες, δικαίως και συχνότατα αδίκως, στριμωχθήκαμε άσχημα. Καθώς φαίνεται, ό,τι και να κάνεις, όπου κι αν κρυφτείς, η πραγματικότητα θα έρθει να σε βρει.
Η ταινία δείχνει να έχει κερδίσει τις καρδιές του ελληνικού κοινού (που έτσι κι αλλιώς έχει μιαν αδυναμία στον Γούντι Αλεν – και καλά κάνει) και για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο: ο κόσμος συνδέει την πλοκή του φιλμ (και το «ηθικό του δίδαγμα»;) με την τρέχουσα οικονομική κρίση. Η αλήθεια είναι ότι σε ένα πολύ χαλαρό επίπεδο, η ιστορία της Τζάσμιν βασίζεται στην πραγματική ιστορία μιας πλούσιας Νεοϋορκέζας, η οποία δεν αναρωτήθηκε ποτέ πώς έκανε τόσο γρήγορα τόσο πολλά χρήματα ο άνδρας της – παρά μόνον όταν, μετά τη χρηματοπιστωτική κατάρρευση του 2008, ξεγυμνώθηκε όλος αυτός ο πύργος πάνω στην άμμο.
Κάτι ανάλογο παθαίνει και η Τζάσμιν στην ταινία, η οποία, προσπαθεί μεν να ξεκινήσει μια νέα ζωή, μακριά από το θορυβώδες Μανχάταν, στο πιο ανθρώπινο και πιο ρομαντικό (όπως προβάλλεται από την ταινία) Σαν Φραντσίσκο. Υπάρχει, όμως, ένα μεγάλο πρόβλημα: η Τζάσμιν αγνοεί τα βασικά περί της πραγματικότητας, περί της πραγματικής ζωής. «Είναι οι προσπάθειές μας των συφοριασμένων», λέει ένας άλλος μεγάλος μας ποιητής, ο Καβάφης, και αυτό ακριβώς ισχύει με την Τζάσμιν του Γούντι Αλεν.
Ακραία περίπτωση η Τζάσμιν (τόσο ως προς τα πλούτη της όσο και ως προς την άγνοιά της), αλλά η αλήθεια είναι ότι με διάφορους τρόπους και σε διάφορα επίπεδα, η κρίση αυτή ήταν ένα γερό εσωτερικό ταρακούνημα για όλους μας. Μικρές ή μεγάλες αμαρτίες, υπεκφυγές, βολέματα και ευκολίες, δικαίως και συχνότατα αδίκως, στριμωχθήκαμε άσχημα. Καθώς φαίνεται, ό,τι και να κάνεις, όπου κι αν κρυφτείς, η πραγματικότητα θα έρθει να σε βρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου