Οταν η τέχνη συνομιλούσε με τον Μουσολίνι
Μία έκθεση ρίχνει φως στην ιταλική αισθητική
της δεκαετίας
του 1930
Επιμέλεια: Εφη Φαλίδα
Τα Νέα : Πέμπτη 03 Ιανουαρίου 2013
Στο Παλάτσο Στρότσι στη Φλωρεντία η έκθεση «Δεκαετία του '30
- Οι τέχνες στην Ιταλία πέρα από τον φασισμό» επανεξετάζει το φαινόμενο της
πολιτικής και της άνθησης της τέχνης.
Το 1922 ο Μπενίτο Μουσολίνι πήρε την ηγεσία της χώρας για
είκοσι χρόνια, έως την ημέρα του τέλους του - κρεμασμένος ανάποδα στην Πλατεία
του Μιλάνου. Ο Ντούτσε είχε επιτύχει από τις πρώτες ημέρες του καθεστώτος του
να εγγράψει στην ιδεολογία του σημαντικές φωνές, όπως ο συγγραφέας Γκαμπριέλε
ντ' Ανούντσιο και ο μουσικός Αρτούρο Τοσκανίνι. Επίσης, είχε ενθαρρύνει έναν
πολιτισμικό διάλογο εντυπωσιακά ανοιχτό στα νέα ρεύματα της τέχνης, σε βαθμό
που ο Χίτλερ δεν είχε επιτρέψει ποτέ.
Αυτή είναι η κεντρική ιδέα της έκθεσης «Δεκαετία του '30» με
έργα καλλιτεχνών λιγότερο διασήμων, αν και συγχρόνων των Λούτσιο Φοντάνα,
Τζόρτζιο ντε Κίρικο κ.ά. Είναι τα έργα των Τζιτζιότι Ζανίνι με τη νεκρή φύση,
το ονειρικό τοπίο του Φελίτσε Καρένα, το διδακτικό γυμνό του Φελίτσε Καζοράτι,
αλλά και οι γεωμετρικές γραμμές του Πίπο Ρίτσο, η αφαιρετική υπογραφή του
Ενρίκο Πραμπολίνι και η αεροδυναμική του Οσβάλντο Περούτσι.
Σχεδόν όλοι, όμως, άλλοι σε μεγαλύτερο και άλλοι σε
μικρότερο βαθμό, σχετίστηκαν με το καθεστώς. Οπως ο Μοράντι με τη δήλωσή του το
1927: «Η πίστη μου στον φασισμό δεν υποχώρησε ποτέ, ακόμη και στις πιο γκρίζες
και ταραγμένες του στιγμές». Οι πιο υποστηρικτικοί, δηλαδή ο ζωγράφος Μάριο
Σιρόνι και ο γλύπτης Αρτούρο Μαρτίνι, έγιναν οι εκπρόσωποι ενός νέου κινήματος,
γνωστού ως «πόλεμος του Νοβετσέντο», που ακολούθησε τη γενική στροφή της
ευρωπαϊκής τέχνης προς έναν νεοκλασικισμό που συμφιλίωνε την καθαρότητα της
μορφής με βάση την εθνική ταυτότητα. Στα ιταλικά ο χαρακτήρας του Νοβετσέντο
συνοψίστηκε στη φράση «ritorno a l'ordine», για να υπογραμμίσει την επιστροφή
στην ηρεμία της μορφής και να έρθει σε ρήξη με την εικονοκλαστική αβανγκάρντ
και τις διαλυμένες ανθρώπινες μορφές της.
Η ιδέα της τέχνης ως επικοινωνίας και ως μέσου για να
μεταφέρεις ένα πολιτικό μήνυμα είναι ένα από τα μεγάλα θέματα της δεκαετίας του
'30. Το 1933 ήταν η χρονιά που είδε τη γέννηση της ιδέας ότι οι καλλιτέχνες
πρέπει να ενστερνιστούν την ιδέα του φασισμού και να διασπείρουν το μήνυμά του
προς τον κόσμο μέσα από τη ζωγραφική, τη γλυπτική, τα ανάγλυφα και τα μωσαϊκά
σε δημόσιους χώρους. Τα έργα των Σιρόνι, Σεβερίνι, Φούνι, Μαρτίνι και Φοντάνα,
τα οποία κοσμούν τη μνημειακή και δημόσια αρχιτεκτονική της Ιταλίας, είναι η
απόδειξη αυτής της σχέσης της τέχνης με την εξουσία.
Η ίδια αυτή εποχή σηματοδότησε την ανάπτυξη και εξέλιξη του ιταλικού
ντιζάιν. Είναι η στιγμή δημιουργίας της καφετιέρας Μόκα, της γραφομηχανής
Ολιβέτι, του αυτοκινήτου Φίατ 500, της διάδοσης της φωτογραφίας, αλλά και των
εγκαινίων της Τσινετσιτά το 1937 από ένα υπουργείο που λάτρευε το σινεμά «ως το
ισχυρότερο όπλο» προπαγάνδας.
Ωστόσο ο Μουσολίνι, όπως τονίζει η επιμελήτρια της έκθεσης
στο Παλάτσο Στρότσι, Σίλβια Μπονατσίνι, δεν καταφέρνει να δημιουργήσει μια
επίσημη τέχνη του καθεστώτος του, καθώς η καλλιτεχνική αρένα τραντάζεται από
τις αντίθετες δυνάμεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου