Ι
Voi ch'ascoltate in rime, sparse il suonodi quei sospiri ond'io nudriva il core
in sul mio primo giovenile errore,
quand'era in parte altr'uom da quel ch'i' sono;
del vario stile in ch'io piango a ragiono
fra le vane speranze a 'l van dolore,
ove sia chi per prova intenda amore,
spero trovar pietà, non che perdono.
Ma ben veggio or sì come al popol tutto
favola fui gran tempo: onde sovente
di me medesmo meco mi vergogno:
e del mio vaneggiar vergogna è 'l frutto,
e 'l pentirsi, e 'l conoscer chiaramente
che quanto piace al mondo è breve sogno.
***
Ι
Εσείς που τον ήχο των στεναγμών μου γροικάτε,
από τις σκόρπιες μου ρίμες που τότε έγραφα,
εκείνο τον καιρό που μ' αυτές την ψυχή μου έτρεφα,
τη νιότη μου άφηνα στο λάθος να πλανάται,
κι άλλος ήμουν απ' αυτόν που τώρα μαζί μου μιλάτε.
Εσείς που ακούτε πως κλαίω και κρίνω
τις μάταιες ελπίδες, τους πόνους, στον οίκτο σας ελπίζω
και όχι στη συγγνώμη, εσάς που για πρώτη φορά αγαπάτε.
Τάχα κρίνω σωστά ή σαν όλο το πλήθος κι εγώ,
μύθος η ζωή μου γι' αυτό, έτσι που συχνά
για τον ίδιο τον εαυτό μου ντροπή νιώθω και πόνο,
κι η ματαιότητά μου εκείνη πάλι την ντροπή έχει καρπό,
τη μετάνοια. Όπως ξάστερο είναι ακόμη, το γνωρίζω καλά,
πως καθετί αρεστό στον κόσμο , όνειρο σύντομο μόνο.
Francesco Petrarca,
Εικοσιπέντε σονέτα και είκοσι δύο τραγούδια,
Μετάφρ. Κατερίνα Γλυκοφρύδη,
Εκδόσεις Γκοβόστη
Μετάφρ. Κατερίνα Γλυκοφρύδη,
Εκδόσεις Γκοβόστη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου