Κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς: γιατί θεωρία;
Όπως γράφει ο Μενέλαος Γκίβαλος σε διπλανή στήλη, ο οικονομικός και πολιτικός φιλελευθερισμός, όπως έχει αναχθεί στις μέρες μας στον λεγόμενο νεοφιλελευθερισμό, στηρίζεται σε μια πολύ απλή «θεωρητική» βάση: κάθε κοινωνία αποτελείται αποκλειστικά από άτομα (τι άλλο;), που ζουν σε μια κατάσταση όπου κυριαρχεί η «φυσική ανισότητα» (δεν είναι προφανές;). Στο πλαίσιο της κοινωνίας, κάθε άτομο δρα «ορθολογικά» (ευτυχώς) με βάση το δικό του συμφέρον (πώς αλλιώς;), επιλέγοντας στόχους και χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα μέσα για να τους πετύχει. Αυτή η συνθήκη θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν ανεξέλεγκτο γενικευμένο ανταγωνισμό. Απέναντι σ’ αυτόν συγκροτείται (πάλι ευτυχώς) το κράτος και διαμορφώνονται οι νόμοι και οι θεσμοί προκειμένου να τον συγκρατήσουν για να επιτευχθεί η ομαλή ροή (η γνωστή μας «κανονικότητα») της «αυθόρμητης τάξης». Δηλαδή εκείνης που εδράζεται στη «φυσικότητα της ανισότητας» (πού αλλού;). Το κράτος διαθέτει το μονοπώλιο της νόμιμης βίας (ακόμη μια φορά ευτυχώς, γιατί αλλιώς θα επικρατούσε χάος), την οποία χρησιμοποιεί όταν το ίδιο κρίνει πως διασαλεύεται η «αυθόρμητη τάξη» και προκειμένου να εξασφαλίσει τούτη την ομαλή ροή (την αδιατάρακτη «κανονικότητα»). Αυτό είναι όλο. Μα τούτο το «όλο» δεν είναι αυτονόητο; Δεν είναι ό,τι βλέπουμε και ζούμε καθημερινά και άρα κάτι που δεν χρειάζεται καμιά πρόσθετη θεωρητική επεξεργασία;
Βεβαίως. Οι απανταχού μύστες και οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού δεν έχουν ανάγκη καμιά θεωρία ή επιχείρημα καν. Τους αρκούν τα παραπάνω ως αυτόδηλα και πασιφανή. Μόνο που αυτά είναι αυτόδηλα και πασιφανή μόνο γιατί δικαιώνουν τη δική τους βολή. Βολή που θέλει επιπλέον να επιβληθεί παντού ακριβώς ως αυτόδηλη και πασιφανής. Ως κυρίαρχη ιδεολογία που αποστρέφεται κάθε θεωρία και μισεί τη σκέψη. Ακόμη κι αν το «επιχείρημα» που τη «στηρίζει» είναι αθεράπευτα κυκλικό, όπως το φίδι που τρώει την ουρά του: το ότι το «ορθολογικώς» δρων άτομο (ο διαβόητος homo economicus) αποτελεί θεμέλιο του «συλλογισμού» εξηγείται από την «ορθολογική» δράση του ίδιου. Τα υπόλοιπα είναι παραλογισμοί («ελαττωματικές ιδέες») ή ουτοπιστικές φαντασιώσεις με καταστροφικές συνέπειες.
Τα παραπάνω αδικούν κατάφωρα ακόμη και τον κλασικό φιλελευθερισμό του Χομπς και του Λοκ, του Άνταμ Σμιθ και του Ρικάρντο. Το γιατί δεν είναι του παρόντος. Πάντως, στην πολύπλοκη συζήτηση περί του πώς συγκροτούνται οι κοινωνίες παρενέβησαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς στα μέσα του 19ου αιώνα. Προκαλούμενοι από ένα νέο κοινωνικό φαινόμενο: την «εισβολή» του προλεταριάτου στην κεντρική σκηνή της Ιστορίας. Αυτή η «εισβολή» τους παρακίνησε να στοιχειοθετήσουν μια ρηξικέλευθη νέα θεωρία περί των κοινωνιών και της ιστορίας τους. Θεωρία με αξιώσεις επιστημονικότητας. Δηλαδή, εκτός των άλλων, θεωρία με ανοιχτό μέλλον και δυνατότητες επέκτασης και τροποποίησης. Αυτή κατέδειξε ότι ο homo economicus αποτελεί ευτελές και παραπλανητικό ιδεολόγημα και τον εξαπέστειλε στο πυρ το εξώτερον. Ταυτόχρονα εδραίωσε ότι οι κοινωνίες είναι αείποτε διαιρεμένες σε εκμεταλλεύτριες και εκμεταλλευόμενες τάξεις και προχώρησε στην ανάλυση των όρων της εκμετάλλευσης, όπως και της συναφούς ιδεολογικής και πολιτικής κυριαρχίας. Το κίνημα του προλεταριάτου εν πολλοίς ασπάστηκε τη θεωρία που εξηγούσε επαρκώς τη δική του συνθήκη, ανοίγοντας ταυτόχρονα προοπτικές ουσιαστικής δημοκρατίας, και τη «συγχώνευσε» με την πολιτική πρακτική των δικών του κομμάτων.
Από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Μέσα από δραματικές περιπέτειες που οφείλουν να εξεταστούν αναλυτικά και αυτοκριτικά, τα κόμματα της Αριστεράς πορεύθηκαν υπό τη σημαία αυτής της «συγχώνευσης». Μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1960, όπου οι δύο «συνιστώσες» της άρχισαν να αποκλίνουν: γόνιμος, αλλά «ακαδημαϊκός» μαρξισμός από τη μια μεριά, στενά εμπειρική πολιτική των αριστερών κομμάτων από την άλλη. Η σημερινή ριζοσπαστική Αριστερά αισθάνεται έντονα το ρήγμα. Γιατί, όπως η φύση απεχθάνεται το κενό, έτσι και η κοινωνία, εφόσον δεν αναπτύσσεται αξιόμαχος αντίπαλος λόγος, τείνει να αποδεχθεί τα αυτόδηλα και πασιφανή που διακινούν οι κυριαρχούντες. Που συνεπάγονται αυτόδηλα και πασιφανώς την ανάδειξη ενός Πάτση στον παραδειγματικό homo economicus.
Άρα, επείγει να ξανα-ανακαλύψει ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. την αριστερή θεωρία και να αυτομορφωθεί συναφώς. Αρχίζοντας από την αρχή. Από την «ανθρωπολογική» αρχή που διαγράφει από το πεδίο του σοβαρού λόγου τον homo economicus και τα συμπαρομαρτούντα. Αρχή διακριβώσιμη από πολλές πλευρές, που συνιστά πηγή για καθετί ζωογόνο και δημιουργικό έχει να επιδείξει η ανθρώπινη Ιστορία.
Αναφέρομαι στο κεντρικό σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. «Δικαιοσύνη παντού». Σύνθημα αρχής, με πολλές σημασίες, γιατί από κει αρχίζουν όλα.
Σημασία πρώτη: Η δικαιοσύνη αποτελεί ανθρωπολογική σταθερά. Γιατί αυτή παραπέμπει πρώτα απ’ όλα στο κοινό περί δικαίου αίσθημα: όλες και όλοι έχουμε κάποτε υποστεί την αίσθηση της κατάφωρης αδικίας, μιας αδικίας που μας πνίγει. Όλες και όλοι «ξέρουμε» τι σημαίνει δικαιοσύνη και άρα όλοι και όλες μοιραζόμαστε, έστω μόνο σιωπηλά, το αίτημα για την εν κόσμω πραγμάτωσή της.
Σημασία δεύτερη: Η δικαιοσύνη αποτελεί ιστορική σταθερά. Γιατί, σύμφωνα με τα τεκμήρια που παρέχει η ανθρώπινη Ιστορία, όλα τα μεγάλα κοινωνικά κινήματα που εμφανίστηκαν στο διάβα της συμπύκνωσαν το πρόγραμμά τους στο αίτημα, ακριβώς, της καθολικής δικαιοσύνης. Οι σκλάβοι του Σπάρτακου, οι χωρικοί του Μίντσερ, οι επαναστάτες της Παρισινής Κομμούνας, οι εργάτες, οι αγρότες και οι στρατιώτες των Σοβιέτ, οι χωρικοί της Κίνας, της Κούβας και του Βιετνάμ, οι αντάρτες του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και του Δημοκρατικού Στρατού, οι εξεγερμένοι του 1968, εκείνοι που στήριξαν μέχρι τέλους την κυβέρνηση του Αλιέντε, καθώς και τα κινήματα που ξεδιπλώνονται σήμερα ζήτησαν πάνω από όλα δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη παντού.
Σημασία τρίτη: Η δικαιοσύνη ενοποιεί την ισότητα με την ελευθερία. Γιατί η αλληλεγγύη, η συναδέλφωση, η μέριμνα για το κοινό καλό συνιστούν ταυτόχρονα και αξιώσεις ισότητας και αξιώσεις ελευθερίας: όσοι και όσες μετέχουν στις αντίστοιχες πρωτοβουλίες μετέχουν ως ίσοι και μετέχουν ελεύθερα, ο καθένας και η καθεμιά με τον απαράγραπτα δικό του ή δικό της τρόπο. Διεκδικώντας ισότητα και ελευθερία για όλες και για όλους. Όπου καθολική δικαιοσύνη δεν είναι παρά η συμπύκνωση κοινωνικής ισότητας και γενικής ελευθερίας, ό,τι έχει ονομαστεί «ελευσόμενη δημοκρατία» ή «ισοελευθερία».
Σημασία τέταρτη: Η διεκδίκηση της δικαιοσύνης αποτελεί εγγενή τάση των κοινωνιών και οδηγεί στο μέλλον. Γιατί κοινωνικές σχέσεις που διέπονται έμπρακτα από τη δικαιοσύνη λειτουργούν σε όλες τις κοινωνίες και σε όλες τις περιόδους της ιστορίας τους ενόσω στοχεύουν προς ένα μέλλον ειρηνικό και δημοκρατικό. Αναφέρομαι στις κοινωνικές εστίες που αναδεικνύουν τη συμπαράσταση στον πόνο του άλλου, που παραγνωρίζουν σύνορα, που γκρεμίζουν προκαταλήψεις, που διαπιστώνουν ότι οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτε.
Σημασία πέμπτη: Οι θεσμοί της Δικαιοσύνης αποτελούν θεμελιώδη πυλώνα των δημοκρατικών κοινωνιών. Και αποτελεί πλέον κοινή διαπίστωση ότι σήμερα στη χώρα μας οι θεσμοί της Δικαιοσύνης πάσχουν. Συνεπώς το σύνθημα «Δικαιοσύνη παντού» δεν θέτει μόνο το κεντρικό ζήτημα αρχής. Θέτει ταυτόχρονα ένα αίτημα απολύτως επίκαιρο.
Τα παραπάνω απαιτούν θεωρητική στερέωση και παραπέρα ανάπτυξη. Ανάπτυξη σε διάφορες κατευθύνεις, που θα οδηγήσει στη θεωρητική κατανόηση του πώς ακριβώς λειτουργεί η κοινωνία μας, σε ποιο ευρωπαϊκό και ευρύτερα διεθνές πλαίσιο κινείται, υπό ποιους όρους και κάτω από ποιες συνθήκες. Και βεβαίως το πώς συγκεκριμένα οφείλει να αλλάξει. Η ανάπτυξη της θεωρίας, η επερώτηση των στερεοτύπων που κληρονομήσαμε άκριτα και η αυτομόρφωσή μας απαιτούνται γιατί θα μας εφοδιάσουν με όπλα ισχυρά. Στα οποία ο νεοφιλελευθερισμός δεν μπορεί να αντιτάξει κάτι, παρά τα θλιβερά δικά του αυτόδηλα και πασιφανή. Μέλλει να αποσαρθρωθεί απέναντι στο στέρεο φρόνημα που θα συγκροτήσουν η αριστερή θεωρία και η αυτομόρφωσή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου