Πέμπτη, Απριλίου 27, 2023

Μια ιστορία για γέλια από τα χρόνια μιας εποχής για κλάματα

 «Το πουλί του Παττακού το ’χεσε η αλεπού»!


AP Photo/Aristotle Saris
 

Έξω από την υψηλή περίφραξη με σύρμα ούρλιαζαν τα τσακάλια και οι λύκοι, τα μάτια τους γυαλίζανε στο σκοτάδι. Τρομοκρατήθηκε με τη σκέψη πως,  αν δραπετεύσω, θα με φάνε οι λύκοι και θα βρει τον μπελά του, άρχισε να με καλοπιάνει. 

Κάποια στιγμή ειδοποίησαν πως ο Παττακός, που βρισκόταν στο Γύθειο, θα μας επισκεφθεί με ελικόπτερο. Άρχισαν τις προετοιμασίες. 

Μια μέρα πριν έρθει ο Παττακός, το βράδυ έφαγα μπόλικη σαλάτα και πήγα νωρίς στο κρεβάτι μου. Μεσάνυχτα σηκώθηκα, κατευθύνθηκα στο καταραμένο πουλί της χούντας. Κατέβασα το παντελόνι μου και… άδειασα στο κεφάλι του. Πήρα μια πέτρα και το πασάλειψα. Έφυγα σφαίρα για τις βρύσες, πλύθηκα, έφτασα στον θάλαμο, πλάγιασα. Ούρλιαζαν οι λύκοι και τα τσακάλια και εγώ τ’ άκουγα σαν εμβατήρια απελευθέρωσης. 

Στο εστιατόριο το πρωί οι σερβιτόρες ήταν κατάχλομες. «Τι έγινε;» τις ρώτησε ο δάσκαλος. «Χέσανε το πουλί, θα γίνουν ανακρίσεις», απάντησαν και αυτός κατέρρευσε. Έγινε σούσουρο, μαθεύτηκε. «Θα σκαρφάλωσε μέσα από τον πλάτανο κανένα βρομοκούναβο κι έχεσε», είπα κοροϊδευτικά. Ένα παιδί που είχε ποιητικό οίστρο φώναξε αυθόρμητα:

«Το πουλί του Παττακού
το ’χεσε η αλεπού.
Το ’χεσε κι ένα κουνάβι
κι έγινε σαν μαϊμού».

Και άρχισαν να το επαναλαμβάνουν χορωδιακά όλα τα παιδιά. Έγινε ο χαμός, ο δάσκαλος τραβούσε τα μαλλιά του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Τα εθνικά μας χούγια

  ...