Η «Θεά Αφροδίτη» και η γυμνή γυναικεία μορφή μέσα από τέσσερα σημαντικά έργα τέχνης
Γράφτηκε από την Αναστασία Βουτσά*
Το γυμνό ανθρώπινο σώμα, εξυμνήθηκε από τους καλλιτέχνες μέσα στις
διάφορες χρονικές περιόδους της ιστορίας της τέχνης. Πολλοί καλλιτέχνες
απεικόνισαν την γυναικεία μορφή χρησιμοποιώντας ως πηγή έμπνευσης την μυθική φιγούρα της Θεάς Αφροδίτης, που αποτελεί και το ισχυρότερο σύμβολο του γυναικείου ερωτισμού.
Για κάποιους καλλιτέχνες, η απεικόνιση του γυμνού σώματος στην καλλιτεχνική τους πρακτική δεν είναι παρά ένα μέρος της εξερεύνησης της ανθρώπινης ανατομίας και του εύρους των λεπτομερειών της ανθρώπινης μορφής. Για άλλους πάλι, αποτέλεσε ένα πεδίο συμβολιστικών προσεγγίσεων, σημασιολογικών ερμηνειών καθώς και μια βαθύτερη ανάγκη για την διερεύνηση του ερωτισμού που αποπνέει το γυμνό σώμα.
Για κάποιους καλλιτέχνες, η απεικόνιση του γυμνού σώματος στην καλλιτεχνική τους πρακτική δεν είναι παρά ένα μέρος της εξερεύνησης της ανθρώπινης ανατομίας και του εύρους των λεπτομερειών της ανθρώπινης μορφής. Για άλλους πάλι, αποτέλεσε ένα πεδίο συμβολιστικών προσεγγίσεων, σημασιολογικών ερμηνειών καθώς και μια βαθύτερη ανάγκη για την διερεύνηση του ερωτισμού που αποπνέει το γυμνό σώμα.
Η απεικόνιση του γυμνού γυναικείου σώματος, προσωποποιημένο είτε ως «Θεά Αφροδίτη», είτε ως «Ολυμπία»,
είτε ως κάποια άλλη καθημερινή γυναίκα, απασχόλησε πάρα πολλούς
καλλιτέχνες. Αποδοσμένο με συμβολισμούς, ρεαλιστικές απεικονίσεις, ή
διακοσμητικό χαρακτήρα, το κάπως «clishe» θέμα του γυμνού γυναικείου σώματος έχει ανοίξει κατά περιόδους του «ασκούς του Αιόλου» ανάμεσα στους καλλιτεχνικούς κύκλους.
Ακόμη και εκτός των ιστορικών πλαισίων, έχουμε απεικονιστικά δείγματα του γυναικείου γυμνού σώματος. Χαρακτηριστικά, η «Αφροδίτη του Willendorf», που αποτυπώνει τη μορφή και τα επιμέρους χαρακτηριστικά του γυμνού γυναικείου σώματος, χρονολογείται από την προϊστορική περίοδο και συγκεκριμένα περίπου στα 15.000 με 10.000 π.Χ. Το αγαλματίδιο, που τώρα εκτίθεται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης (βρέθηκε στην Αυστρία), παρουσιάζει μια ρεαλιστική, αλλά κάπως γκροτέσκα διάσταση του γυμνού σώματος, με τα μέρη του εμφανώς πρησμένα και υπερτονισμένα.
Ωστόσο, θα ήταν υπερβολικά φιλόδοξο να προσπαθήσω να καλύψω ολόκληρο
το εύρος των καλλιτεχνικών απεικονίσεων της Θεάς Αφροδίτης ή γενικότερα
της γυμνής γυναικείας μορφής σε ένα κείμενο. Για τον λόγο αυτό, σε αυτό
το άρθρο θα εστιάσω σε τέσσερα έργα με παρόμοια θεματική. Τα δύο ανήκουν
στην περίοδο της Αναγεννησιακής τέχνης ενώ τα άλλα δύο χρονολογούνται πιο πρόσφατα, από τον 19ο αιώνα και μετά.
Συγκεκριμένα, θα προσεγγίσω ανά ζεύγη τα έργα με τίτλο «Γέννηση της Αφροδίτης» των Sandro Botticelli και William A. Bouguereau, καθώς και την «Αφροδίτη του Ουρμπίνο» του Τιτσιάνο σε άμεσο διάλογο με την «Ολυμπία» του Édouard Manet. Ο λόγος της επιλογής αυτών των έργων και η σχέση μεταξύ των δύο ζευγών έγκειται στην τυπολογία των έργων, την απεικονιστική προσέγγιση δηλαδή του γυμνού γυναικείου σώματος, στα στοιχεία της σύνθεσης και της τοποθέτησής τους πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια, καθώς και στη χρονική απόσταση μεταξύ της εκτέλεσης του κάθε έργου από τον καλλιτέχνη του.
Με το τέλος λοιπόν της Μεσαιωνικής περιόδου και το ξεκίνημα της Αναγέννησης, «γεννιέται εκ νέου» και η γυμνή γυναικεία μορφή στον κόσμο της τέχνης. Ιδιαίτερα μέ το έργο «Γέννηση της Αφροδίτης» (1486) του Sandro Botticelli προς το τέλος του 15ου αιώνα. Η μορφή της «γυμνής Αφροδίτης», σε αυτό το έργο, η οποία γεννιέται στον υπαρκτό κόσμο ως γυναίκα, δεν επιλέγεται από πλευράς συμβολισμού για να δώσει έμφαση στην ταπεινότητα του σώματος, αλλά για να δηλώσει την εξωτερίκευση του γυναικείου ερωτισμού, που συνδυάζει ιδεαλισμό και σεξουαλικότητα. Ένα χαρακτηριστικό που συναντάμε σχεδόν σε όλο το εύρος της Αναγεννησιακής τέχνης.
Οι ειδικοί της ιστορίας της τέχνης, εντοπίζουν Νεοπλατωνικούς συμβολισμούς μέσα στο έργο του Botticelli.
Συγκεκριμένα, ο ιστορικός Ernst Gombrich κάνει λόγο για την
αναπαράσταση της ιδέας της θεϊκής αγάπης μέσα από τη μορφή της γυμνής
Αφροδίτης. Άλλοι ιστορικοί, αναπτύσσουν θεωρίες που μοιάζουν κάπως πιο
προβληματικές και συνδέουν την Αφροδίτη με τις αρετές του Λορέντζο των
Μεδίκων της Ιταλίας.
Στην «Γέννηση της Αφροδίτης» (1879) του Γάλλου ακαδημαϊκού και ζωγράφου William A. Bouguereau, τόσο η θεματολογία όσο και η σύνθεση των μορφών πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια αποτελούν άμεση αναφορά στο έργο του Botticelli. Ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στα δύο έργα, αποτελεί ο μεγαλύτερος αριθμός των ανθρωπίνων μορφών που περιστοιχίζουν την θεά Αφροδίτη στο έργο του Bouguereau. Ενώ επίσης, στο έργο του 19ου αιώνα υπάρχουν κάποια στοιχεία πού παραπέμπουν αισθητά στην τοιχογραφία του Raphael, «Θρίαμβος της Γαλάτειας» (16ος αιώνας).
Μια άλλη ξεκάθαρη διαφορά ανάμεσα στα δύο έργα είναι το τοπίο (φόντο) που απεικονίζεται στο πίσω μέρος του έργου. Στο έργο του Botticelli
η μορφή έχει ήδη φτάσει στη στεριά, αν και υπονοείται μέσω συμβολισμών η
ανάδυσή της μέσα από τα κύματα. Αντίθετα, στο έργο του Bouguereau, η Αφροδίτη
αποδίδεται να αναδύεται απευθείας μέσα από τα κύματα, κοντά στις ακτές
της Πάφου (στο νησί της Κύπρου όπου σύμφωνα με τη μυθολογία αναδύθηκε η
Θεά Αφροδίτη).
Για να περάσουμε στο δεύτερο ζεύγος έργων και στην τυπολογία της «Αφροδίτης του Ουρμπίνο», θα ήταν σημαντικό να αναφέρουμε κατ' αρχήν ότι ο πίνακας του Τιτσιάνο αποτελεί αναφορά στην στάση της μορφής της Αφροδίτης που καθιέρωσε ο Τζορτζόνε (Κοιμωμένη Αφροδίτη, 1510). Ο Τιτσιάνο ωστόσο, επιλέγει να μεταφέρει την Αφροδίτη του μέσα σε μια σκηνή της καθημερινότητας, καταφέρνοντας έτσι για πρώτη φορά να δημιουργήσει μια σύνδεση της φιγούρας της γυμνής θεάς με μια οποιαδήποτε γυναίκα της καθημερινότητας.
Σε αυτή τη τυπολογία βασίστηκε αργότερα και ο Γάλλος ιμπρεσιονιστής Édouard Manet όταν το 1865 προκάλεσε το σοκ και τον θαυμασμό του κοινού και των κριτικών στο Salon όπου εξέθεσε την «Ολυμπία» του. Αυτό που περισσότερο προκάλεσε τις αντιδράσεις του Γαλλικού κοινού τότε δεν ήταν η γύμνια της «Ολυμπίας», αλλά οι συμβολισμοί που προσέθεσε ο καλλιτέχνης στο έργο του και υπονοούσαν την εικονιστική απόδοση μιας ιερόδουλης.
Σε άμεση αντιπαράθεση με τις Αναγεννησιακές «Αφροδίτες» που αποπνέουν τον ερωτισμό του γυμνού γυναικείου σώματος αλλά είναι και άρρηκτα συνδεδεμένες με την ταπεινότητα της ψυχής, ο Manet, επιλέγει όντως να παρουσιάσει την «Ολυμπία» ως ιερόδουλη. Παρά την τυπολογική αναφορά στο έργο του Τιτσιάνο, ο καλλιτέχνης δεν συνδέει καθόλου νοηματικά την «Ολυμπία» με τη μορφή της Θεάς Αφροδίτης.
Επιλέγει να παρουσιάσει την «Ολυμπία» ως ιερόδουλη γυναίκα πιθανότατα για έναν σημαντικό λόγο. Την περίοδο της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας, ήταν κοινό αίσθημα για τους καλλιτέχνες να θεωρούν ότι οι ίδιοι «εκπορνεύονται» πουλώντας τα έργα τους, τα προϊόντα δηλαδή της καλλιτεχνικής τους ανησυχίας.
Κάποιοι ιστορικοί, έχουν ισχυριστεί ότι με την «Ολυμπία» ο Manet απεικονίζει με αλληγορικό τρόπο τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτό, σε ένα άτυπο ιστορικό πλαίσιο, βασίζεται στο βραχιόλι που φοράει η γυναικεία μορφή στο δεξιό της χέρι, το οποίο φαίνεται να υπήρχε όντως στην κατοχή του ζωγράφου ως κειμήλιο από κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο.
Η αντικατάσταση του σκύλου που στο έργο του Τιτσιάνο συμβολίζει την πιστότητα, με μια μαύρη γάτα, για τον Manet συμβολίζει την πορνεία. Οι δύο γυναικείες φιγούρες έχουν το αριστερό τους χέρι πάνω στα γεννητικά τους όργανα. Ωστόσο ενώ η «Αφροδίτη του Ουρμπίνο» το ακουμπάει με τρόπο που ερωτικό και δελεαστικό, η «Ολυμπία» φαίνεται να μπλοκάρει με το χέρι της την είσοδο, ως σύμβολο της σεξουαλικής ανεξαρτησίας από τους άντρες και ως επιπρόσθετο αποδεικτικό στοιχείο της απεικόνισης της μορφής ως πόρνης.
Γεμάτα ισχυρούς συμβολισμούς, τα τέσσερα έργα, αν και με μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ τους μοιράζονται κοινούς θεματικούς άξονες, τυπολογικές απεικονίσεις και συμβολικά στοιχεία ενώ ταυτόχρονα καταλαμβάνουν σημαντική θέση ανάμεσα στα σημαντικά έργα τέχνης της ιστορίας.
Αυτός είναι ίσως και ένας λόγος που εξακολουθούν να παραμένουν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος για πολλούς ερευνητές, ιστορικούς και ειδικούς της τέχνης. Το γυμνό σώμα, αποπνέοντας ερωτισμό και δυναμισμό, καταφέρνει να αιχμαλωτίσει βλέμματα και να αποκαλύψει νοήματα μέσα από εικονιστικές αφηγήσεις ενώ παραμένει ένα από τα αγαπημένα θέματα για πολλούς καλλιτέχνες ακόμη και σήμερα.
Η Αναστασία Βουτσά γεννήθηκε το 1986 στο Βόλο. Από το 2004 ως το 2008 σπούδασε στο τμήμα Πλαστικών Τεχνών κι Επιστημών της Τέχνης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Από το 2008 έως το 2010 εργάστηκε ως εκπαιδεύτρια τέχνης στον Δήμο Βόλου καθώς και σε καλλιτεχνικά εργαστήρια της ίδιας πόλης. Το 2011- 2012 έκανε μεταπτυχιακό στον τομέα της Μουσειολογίας στο Πανεπιστήμιο του Newcastle του Ηνωμένου Βασιλείου με κεντρικό ενδιαφέρον των σπουδών της την επιμέλεια εκθέσεων σύγχρονων έργων τέχνης. Από το 2012 ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη ως μουσειοπαιδαγωγός, ανεξάρτητη επιμελήτρια εκθέσεων και εθελόντρια αρθρογράφος.
Ακόμη και εκτός των ιστορικών πλαισίων, έχουμε απεικονιστικά δείγματα του γυναικείου γυμνού σώματος. Χαρακτηριστικά, η «Αφροδίτη του Willendorf», που αποτυπώνει τη μορφή και τα επιμέρους χαρακτηριστικά του γυμνού γυναικείου σώματος, χρονολογείται από την προϊστορική περίοδο και συγκεκριμένα περίπου στα 15.000 με 10.000 π.Χ. Το αγαλματίδιο, που τώρα εκτίθεται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης (βρέθηκε στην Αυστρία), παρουσιάζει μια ρεαλιστική, αλλά κάπως γκροτέσκα διάσταση του γυμνού σώματος, με τα μέρη του εμφανώς πρησμένα και υπερτονισμένα.
Συγκεκριμένα, θα προσεγγίσω ανά ζεύγη τα έργα με τίτλο «Γέννηση της Αφροδίτης» των Sandro Botticelli και William A. Bouguereau, καθώς και την «Αφροδίτη του Ουρμπίνο» του Τιτσιάνο σε άμεσο διάλογο με την «Ολυμπία» του Édouard Manet. Ο λόγος της επιλογής αυτών των έργων και η σχέση μεταξύ των δύο ζευγών έγκειται στην τυπολογία των έργων, την απεικονιστική προσέγγιση δηλαδή του γυμνού γυναικείου σώματος, στα στοιχεία της σύνθεσης και της τοποθέτησής τους πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια, καθώς και στη χρονική απόσταση μεταξύ της εκτέλεσης του κάθε έργου από τον καλλιτέχνη του.
Με το τέλος λοιπόν της Μεσαιωνικής περιόδου και το ξεκίνημα της Αναγέννησης, «γεννιέται εκ νέου» και η γυμνή γυναικεία μορφή στον κόσμο της τέχνης. Ιδιαίτερα μέ το έργο «Γέννηση της Αφροδίτης» (1486) του Sandro Botticelli προς το τέλος του 15ου αιώνα. Η μορφή της «γυμνής Αφροδίτης», σε αυτό το έργο, η οποία γεννιέται στον υπαρκτό κόσμο ως γυναίκα, δεν επιλέγεται από πλευράς συμβολισμού για να δώσει έμφαση στην ταπεινότητα του σώματος, αλλά για να δηλώσει την εξωτερίκευση του γυναικείου ερωτισμού, που συνδυάζει ιδεαλισμό και σεξουαλικότητα. Ένα χαρακτηριστικό που συναντάμε σχεδόν σε όλο το εύρος της Αναγεννησιακής τέχνης.
Στην «Γέννηση της Αφροδίτης» (1879) του Γάλλου ακαδημαϊκού και ζωγράφου William A. Bouguereau, τόσο η θεματολογία όσο και η σύνθεση των μορφών πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια αποτελούν άμεση αναφορά στο έργο του Botticelli. Ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στα δύο έργα, αποτελεί ο μεγαλύτερος αριθμός των ανθρωπίνων μορφών που περιστοιχίζουν την θεά Αφροδίτη στο έργο του Bouguereau. Ενώ επίσης, στο έργο του 19ου αιώνα υπάρχουν κάποια στοιχεία πού παραπέμπουν αισθητά στην τοιχογραφία του Raphael, «Θρίαμβος της Γαλάτειας» (16ος αιώνας).
Για να περάσουμε στο δεύτερο ζεύγος έργων και στην τυπολογία της «Αφροδίτης του Ουρμπίνο», θα ήταν σημαντικό να αναφέρουμε κατ' αρχήν ότι ο πίνακας του Τιτσιάνο αποτελεί αναφορά στην στάση της μορφής της Αφροδίτης που καθιέρωσε ο Τζορτζόνε (Κοιμωμένη Αφροδίτη, 1510). Ο Τιτσιάνο ωστόσο, επιλέγει να μεταφέρει την Αφροδίτη του μέσα σε μια σκηνή της καθημερινότητας, καταφέρνοντας έτσι για πρώτη φορά να δημιουργήσει μια σύνδεση της φιγούρας της γυμνής θεάς με μια οποιαδήποτε γυναίκα της καθημερινότητας.
Επιλέγει να παρουσιάσει την «Ολυμπία» ως ιερόδουλη γυναίκα πιθανότατα για έναν σημαντικό λόγο. Την περίοδο της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας, ήταν κοινό αίσθημα για τους καλλιτέχνες να θεωρούν ότι οι ίδιοι «εκπορνεύονται» πουλώντας τα έργα τους, τα προϊόντα δηλαδή της καλλιτεχνικής τους ανησυχίας.
Κάποιοι ιστορικοί, έχουν ισχυριστεί ότι με την «Ολυμπία» ο Manet απεικονίζει με αλληγορικό τρόπο τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτό, σε ένα άτυπο ιστορικό πλαίσιο, βασίζεται στο βραχιόλι που φοράει η γυναικεία μορφή στο δεξιό της χέρι, το οποίο φαίνεται να υπήρχε όντως στην κατοχή του ζωγράφου ως κειμήλιο από κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο.
Η αντικατάσταση του σκύλου που στο έργο του Τιτσιάνο συμβολίζει την πιστότητα, με μια μαύρη γάτα, για τον Manet συμβολίζει την πορνεία. Οι δύο γυναικείες φιγούρες έχουν το αριστερό τους χέρι πάνω στα γεννητικά τους όργανα. Ωστόσο ενώ η «Αφροδίτη του Ουρμπίνο» το ακουμπάει με τρόπο που ερωτικό και δελεαστικό, η «Ολυμπία» φαίνεται να μπλοκάρει με το χέρι της την είσοδο, ως σύμβολο της σεξουαλικής ανεξαρτησίας από τους άντρες και ως επιπρόσθετο αποδεικτικό στοιχείο της απεικόνισης της μορφής ως πόρνης.
Γεμάτα ισχυρούς συμβολισμούς, τα τέσσερα έργα, αν και με μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ τους μοιράζονται κοινούς θεματικούς άξονες, τυπολογικές απεικονίσεις και συμβολικά στοιχεία ενώ ταυτόχρονα καταλαμβάνουν σημαντική θέση ανάμεσα στα σημαντικά έργα τέχνης της ιστορίας.
Αυτός είναι ίσως και ένας λόγος που εξακολουθούν να παραμένουν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος για πολλούς ερευνητές, ιστορικούς και ειδικούς της τέχνης. Το γυμνό σώμα, αποπνέοντας ερωτισμό και δυναμισμό, καταφέρνει να αιχμαλωτίσει βλέμματα και να αποκαλύψει νοήματα μέσα από εικονιστικές αφηγήσεις ενώ παραμένει ένα από τα αγαπημένα θέματα για πολλούς καλλιτέχνες ακόμη και σήμερα.
Βουτσά Αναστασία (εικαστικός- μουσειολόγος)
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
- Bertamini, M., Latto, R., & Spooner, A. (2003). The Venus effect: people's understanding of mirror reflections in paintings Perception, 32 (5), 593-599
- Christopher L.C.E. Witcombe, Venus of Willendorf, 2013
- Kenneth Clark , The Nude: A Study in Ideal Form. The A. W. Mellon Mellon Lectures in the Fine Arts, 1953. The National Gallery of Art, Washington D.C. (Princeton: Princeton University Press, 1956)
- _______________________________________
Η Αναστασία Βουτσά γεννήθηκε το 1986 στο Βόλο. Από το 2004 ως το 2008 σπούδασε στο τμήμα Πλαστικών Τεχνών κι Επιστημών της Τέχνης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Από το 2008 έως το 2010 εργάστηκε ως εκπαιδεύτρια τέχνης στον Δήμο Βόλου καθώς και σε καλλιτεχνικά εργαστήρια της ίδιας πόλης. Το 2011- 2012 έκανε μεταπτυχιακό στον τομέα της Μουσειολογίας στο Πανεπιστήμιο του Newcastle του Ηνωμένου Βασιλείου με κεντρικό ενδιαφέρον των σπουδών της την επιμέλεια εκθέσεων σύγχρονων έργων τέχνης. Από το 2012 ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη ως μουσειοπαιδαγωγός, ανεξάρτητη επιμελήτρια εκθέσεων και εθελόντρια αρθρογράφος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου