ΒΙΒΛΙΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΕΦΑΛΟ
Σελίδες της Τετάρτης. Πολυαγαπημένα, πολυδιαβασμένα, βιβλία που μας διαμόρφωσαν ή μας στήριξαν σε δύσκολες στιγμές. Πρόσωπα της γραφής ξεφυλλίζουν την «αυτοβιογραφική» βιβλιογραφία τους.
Επιμέλεια: Μισέλ Φάις
___________________________
Με γοητεύουν πάντα αυτοί που περισσεύουν….
Mε σπουδές βυζαντινολογίας, νεοελληνικής λογοτεχνίας και εστιάζοντας στη συγκριτική λογοτεχνία και στη φεμινιστική γραμματολογία η Βιεννέζα Michaela Prinzinger αναγνωρίστηκε ως μεταφράστρια στα γερμανικά των Μάρκαρη, Καρυστιάνη, Γαλανάκη κ.ά.
Από το 2001 κι εντεύθεν η Πρίντσιγκερ μεσολαβεί ανάμεσα στις δύο γλώσσες, ανάμεσα στους δύο πολιτισμούς. Εμπρακτη επιτομή του διαμεσολαβητικού της ρόλου είναι η δίγλωσση πολιτισμική, διαδικτυακή πλατφόρμα diablog.eu. που διευθύνει εδώ και δύο χρόνια· ένας ψηφιακός τόπος συνάντησης, ώσμωσης, διασταύρωσης, όπου φιλοξενούνται κείμενα, δράσεις και σκέψεις γύρω από τις ελληνογερμανικές πολιτισμικές σχέσεις.
Τελευταία μάλιστα τιμήθηκε με το Αυστριακό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης 2015 (απονομή στις 24 Ιουνίου στο Klagenfurt της Αυστρίας) εξαιτίας αυτής ακριβώς της προσφοράς.
Από το «Τραγούδι των Νιμπελούνγκεν» έως τον Βιζυηνό και τον Καρυωτάκη λοιπόν κι από τον Φρόιντ έως τον Μπέρνχαρντ και τη Γέλινεκ, αλλά και τη σύγχρονη νεοελληνική λογοτεχνία, η πάντα χαμογελαστή Μικαέλα αναπολεί με ενάργεια και συγκίνηση βιβλία ανά εποχή, συγκροτώντας μ’ αυτόν τον αντιστικτικό τρόπο την έμμεση βιογραφία της.
❖❖❖❖❖
Προσπαθώντας να μιλήσω για τα βιβλία της ζωής μου, ως προς τα παιδικά
και εφηβικά μου αναγνώσματα διέγνωσα αρχικά ένα είδος αμνησίας.
Χρειάστηκε να σκεφτώ αρκετά μέχρι να καταλήξω σ’ ένα συγκεκριμένο έργο.
Ξαφνικά όμως θυμήθηκα: ήταν το «Τραγούδι των Νιμπελούνγκεν».Να 'χε άραγε σβηστεί από τη μνήμη μου αυτός ο γερμανικός μύθος, που είναι κάτι σαν την Ιλιάδα και την Οδύσσεια των Γερμανών; Και μαζί του oι κατάξανθοι ήρωες, ο Βάγκνερ, ο Χίτλερ, τα Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ και το βαθύ ντεκολτέ της κυρίας Μέρκελ που το επισκέπτεται κάθε χρόνο ανελλιπώς;
Ως παιδί αγνοούσα βέβαια παντελώς την καπηλεία που είχε υποστεί μετέπειτα αυτός ο συναρπαστικός θρύλος. Εγώ αγωνιούσα με τους αστραφτερούς ήρωες, τον Ζίγκφριντ και την Κρίμχιλντ, κι έτρεμα από φόβο μπροστά στους ήρωες του σκότους, την Μπρούνχιλντ και τον Χάγκεν.
Ολα γίνονταν για την εξουσία, τον έρωτα, το σεξ και το χρήμα. Δηλαδή για τους ίδιους λόγους που γίνονται πάντα. Κάποιες φορές βέβαια θυμίζει σαπουνόπερα ή τηλεοπτικό σίριαλ γύρω από τα πιο αβυσσαλέα πάθη του ανθρώπου.
Στην εφηβεία μου υπήρξε μόνο μία παρουσία: Ζίγκμουντ Φρόιντ – μια εμβληματική προσωπικότητα, που με σημάδεψε βαθιά. Θα 'μουν στα δεκατρία, στα δεκατέσσερα όταν διάβαζα για το Εγώ, το Υπερ-Εγώ και το Αυτό, για τη δύναμη των ονείρων και τη φροϊδική ερμηνεία των αρχαίων μύθων. Στον Φρόιντ –έναν διανοητή εντυπωσιακής ευρυμάθειας και βαθύτητας– πρέπει να οφείλεται το ενδιαφέρον μου για την αρχαιότητα.
Ακόμα και σήμερα τον θεωρώ έναν από τους μεγαλύτερους γερμανόφωνους συγγραφείς. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτός που μελέτησε το υποσυνείδητο σε τέτοιο βάθος ήταν Εβραίος από τη Βιέννη. Είχα καταγοητευτεί. Αργότερα διάβασα και άλλους Βιεννέζους εβραϊκής καταγωγής, για τους οποίους το «Kaffeehaus» ήταν η προέκταση του σαλονιού τους.
Και παρότι έγινα Βερολινέζα από επιλογή, πάντα νοσταλγώ το βιεννέζικο «Kaffeehaus» ως σημείο συνάντησης του νέου και του παλιού, του γυμνασιόπαιδου και του συνταξιούχου, του αριστερού και του δεξιού, του πλούσιου και του φτωχού, ως το μέρος όπου μπορείς να ξεφυλλίζεις επί ώρες βιβλία και εφημερίδες, μ' έναν καφέ μόνο κι ένα ποτήρι νερό, χωρίς το γκαρσόν να στριφογυρίζει συνεχώς πάνω από το κεφάλι σου.
Εκεί γύρω στα είκοσι, την περίοδο του «Sturm und Drang» (της αντιπαράθεσης Goethe και Schiller στα νιάτα τους, του κλασικισμού), της Θύελλας δηλαδή και της Ορμής των συναισθημάτων, ένας ποιητής που με άγγιξε βαθιά ήταν ο Καρυωτάκης. Είχα μόλις αρχίσει να μαθαίνω ελληνικά. Ο Καρυωτάκης, αυτός ο ηττημένος, ο σαρκαστικός, ο λυρικός με συγκινούσε με τον ίδιο τρόπο που θα με συγκινούσε αργότερα κι ο Βιζυηνός – μια αδελφή, συγγενής ψυχή.
Με διεγείρουν πάντα οι αποτυχημένοι του εκάστοτε «συστήματος», είτε αυτό λέγεται σταδιοδρομία δημοσίου υπαλλήλου, όπως στην περίπτωση του Καρυωτάκη, είτε ακαδημαϊκή καριέρα όπως στον Βιζυηνό. Με γοητεύουν πάντα οι αποσυνάγωγοι, οι εξόριστοι, αυτοί που περισσεύουν από τα όρια και τις νόρμες του κόσμου και καταφεύγουν σε ακραίες λύσεις (αυτοκτονία, τρέλα, σιωπή…). Εξάλλου την εποχή εκείνη άκουγα συνέχεια την εύθραυστη, την ανεπανάληπτη φωνή της Σαβίνας Γιαννάτου που τραγουδούσε μελοποιημένο Καρυωτάκη.
Δεν γνωρίζω ούτε μία μητέρα που να μην έχει τύψεις, αν δώσει προτεραιότητα στον εαυτό της και στα ενδιαφέροντά της και μετά να στραφεί στο παιδί της. Υπό αυτή την έννοια το βιβλίο της Γουλφ είναι ένα εγχειρίδιο που πρέπει να διαβάζεται ξανά και ξανά.
Στη συνέχεια ακολουθεί εκείνη η φάση της ζωής, στην οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι με την έννοια της «ισχύος» και διαμορφώνουμε τη στάση μας απέναντι σε θέματα δουλειάς, επιτυχίας, καριέρας.
Εδώ είναι δύο οι συγγραφείς που με σφράγισαν: η πρώτη είναι εκείνη που με δηκτική ειρωνεία και κοφτερή γλώσσα τόλμησε τον ανοιχτό διάλογο για τη σεξουαλικότητα ως άσκηση εξουσίας: η Ελφρίντε Γέλινεκ. Κι ο δεύτερος, ο μεγάλος τεχνίτης του λόγου, ο πνευματώδης, ο προκλητικός Τόμας Μπέρνχαρντ. Και οι δύο εναντιώθηκαν όλη τους τη ζωή με τα γραπτά τους στον βολικό ρόλο του θύματος (αγαπημένος ρόλος για τους Αυστριακούς), στην ιστορική άγνοια ή και στον φασισμό της καθημερινότητας.
Θα κλείσω την αναδρομή μου με μια Ελληνίδα συγγραφέα κι ένα βιβλίο που θα έπρεπε πάση θυσία να μεταφραστεί: την Ιωάννα Καρυστιάνη. Το μυθιστόρημά της Τα σακιά είναι κατά τη γνώμη μου αριστουργηματικό. Ισως να είναι ένα βιβλίο που φοβίζει τόσο τους Ελληνες όσο και τους Γερμανούς αναγνώστες, γιατί αγγίζει τον πυρήνα. Θέμα του είναι η ενδοοικογενειακή βία και παρουσιάζει με χειρουργική ακρίβεια και τρόπο υποδόριο και αποκαλυπτικό μια σχέση μητέρας και γιου.
Ετσι έχει πολλά να μας πει για την ελληνική –και όχι μόνο– κοινωνία. Είναι πολύ κρίμα, πιστεύω, που ο Γερμανός εκδότης της ενδιαφέρεται μόνο για τα πιο ήπια βιβλία της. Το μυθιστόρημα Τα σακιά είναι ένα βιβλίο που ενοχλεί, κι ακριβώς γι' αυτό έχει τις προδιαγραφές για ένα μεγάλο ευρωπαϊκό βραβείο. Για να συμβεί όμως αυτό, πρέπει πρώτα να μεταφραστεί και στα γερμανικά, ούτως ώστε να γίνει ορατό εκτός των στενών ορίων της γλώσσας του.
(Το κείμενο γράφτηκε στα γερμανικά και το μετέφρασε η Ελενα Παλλαντζά)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου