Επιζώντες
του Ολοκαυτώματος απάντησαν
στην
Ακροδεξιά με μαρτυρίες
Θα
μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν μια συγκέντρωση μαρτυριών που οφείλουν να
ακούγονται περισσότερο από ποτέ. Η εκδήλωση, σε ένα από τα μεγάλα
αμφιθέατρα της Φιλοσοφικής Σχολής, γεμάτο ασφυκτικά με φοιτητές,
ιστορικούς, μέλη της ελληνικής εβραϊκής κοινότητας, απλούς
ενδιαφερομένους, είχε σαν υπόβαθρο (όπως προλόγισε μια υποψήφια
διδάκτορας) την πεποίθηση ότι «μόνο η μαρτυρία μπορεί να καταπολεμήσει
τις ψευδείς διακηρύξεις του ακροδεξιού λόγου». Αιτία, όπως είπε ο Χάγκεν
Φλάισερ, ένα ταξίδι με τους φοιτητές του σε τρία γερμανικά στρατόπεδα
συγκέντρωσης, η επαφή τους με το μεγαλύτερο διεθνώς αρχείο μαρτυριών του
Ολοκαυτώματος (αυτό του Ιδρύματος Shoa του Πανεπιστημίου της Νότιας
Καλιφόρνιας) και η διαπίστωση ότι αυτού του είδους η ενημέρωση έπρεπε να
βγει και έξω από τα ακαδημαϊκά σύνορα. Αφορμή, μια τηλεοπτική
συνέντευξη του αρχηγού της Χρυσής Αυγής, που δήλωσε ότι το Ολοκαύτωμα
των Εβραίων δεν έγινε ποτέ. Τέσσερις μόνο από τους χιλιάδες Ελληνες
Εβραίους - η Ροζίνα Ασέρ Πάρδο, ο Ισαάκ Μιζάν, ο Αλέξανδρος Σιμχά και η
Υβόννη Μόλχου-Καπουάνο - ήταν εκεί για να πουν τη δική τους ιστορία.
Ο Μιζάν, γεννημένος στην Αρτα το 1928 και ευτυχής που το αμφιθέατρο
γέμισε κυρίως από νέους, θυμήθηκε χωρίς καμία δυσκολία ότι μια μέρα του
1944 συνελήφθη απροειδοποίητα, οδηγήθηκε στην Αθήνα και κλείστηκε σε
έναν κινηματογράφο χωρίς να πολυξέρει τι τον περιμένει, μέχρι που τον
στοίβαξαν σε ένα βαγόνι με ένα καζάνι αντί για τουαλέτα και προορισμό το
Αουσβιτς. Περιέγραψε με ακρίβεια όσα είδε εκεί ως υπεύθυνος διαλογής
αντικειμένων των συμπατριωτών του ή όσες εικόνες και ήχους τού μετέφεραν
από τα κρεματόρια κάποιοι συμπατριώτες του. Σήκωσε το μανίκι του και
αποκάλυψε τον αριθμό 182641, έχασε τη σταθερότητα της φωνής του όταν
έπρεπε να μιλήσει για το αέριο που χρησιμοποιήθηκε στους θαλάμους αερίων
και όταν τελικά ολοκλήρωσε την αφήγησή του, πυροδοτώντας μια έκρηξη από
χειροκροτήματα, είπε απλώς ότι «το Ολοκαύτωμα δεν είναι για
χειροκρότημα αλλά για περισυλλογή».
Ούτε η Ροζίνα Πάρδο, γεννημένη στη Θεσσαλονίκη το 1933, είχε
ξεχάσει τη μέρα που οι άρρενες Εβραίοι συγκεντρώθηκαν σε μια πλατεία
μόνο και μόνο για να καταγραφούν και να ταπεινωθούν, τη μέρα που η
οικογένειά της διατάχθηκε να μετακομίσει στο γκέτο της πόλης ή την πρώτη
φορά που είδε τον πατέρα της να κλαίει. Στη συνέχεια είπε ότι απλώς
μάντευε τις δυσκολίες από τις λίγες κουβέντες των μεγάλων. Κάποτε, η
μητέρα της τής έδειξε από το παράθυρο έναν δρόμο αφύλακτο και την
ορμήνεψε να διαφύγει από εκεί, παρέα με την τετράχρονη αδελφή της.
Βρήκαν καταφύγιο σε ένα φιλικό σπίτι και η Ροζίνα έζησε κρυμμένη για 548
μέρες, με το ψεύτικο όνομα Νίτσα. Οταν τελείωσε ο πόλεμος, έμαθε τι
συνέβη σε πολλούς συμπατριώτες της από αφηγήσεις ανθρώπων που στην αρχή
αντιμετωπίστηκαν σαν τρελοί.
Ούτε η Υβόννη Καπουάνο, επίσης από τη Θεσσαλονίκη, ξέχασε ότι
κρύφτηκε στην Αθήνα αλλάζοντας ούτε λίγο ούτε πολύ δεκαεπτά σπίτια, ότι
τρεις φορές την έπιασαν οι Γερμανοί και εκείνη τρεις φορές το έσκασε,
ότι κάποτε έμεινε για ώρες κρυμμένη σε μια καταπακτή όπου απλώς
προσευχόταν. Δεν τα ξέχασε και όχι μόνο, γιατί έχει γράψει και βιβλίο με
όλα αυτά.
Ο Αλέξανδρος Σιμχά, γεννημένος το 1937 στην Καβάλα, παραδέχτηκε ότι
η δική του περίπτωση ήταν «η πιο ελαφριά». Αν μπορεί φυσικά κανείς να
περιγράψει ως τέτοια μια ιστορία που περιλαμβάνει έναν πατέρα ικανό να
αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο και να στέλνει την οικογένειά του στο
Παγκράτι, έναν δρόμο στη γειτονιά που κλείστηκε με πέτρες από τους
Γερμανούς για να μην τολμήσει να διαφύγει κανείς, ταυτότητες που αντί
για το πραγματικό θρήσκευμα έγραφαν «Χ.Ο.». Ηταν η εποχή που οι γονείς
του φοβούνταν ότι ο μικρός Αλέξανδρος θα κάνει κάποιο λάθος και θα τους
προδώσει. Εκείνος κατάλαβε τι συμβαίνει και πήρε τις προφυλάξεις του,
όταν μια μέρα είδε από το παράθυρό του έναν Γερμανό να σκοτώνει με την
ξιφολόγχη έναν δικό τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου