«Θάλασσα από χορτάρι» – The sea of grass (1947)
Ακόμη δεν έχω πέσει σε ταινία του Elia Kazan που να παρεκκλίνει του χαρακτηρισμού αριστούργημα, κάτι που συνεχίζεται στο “The sea of grass”. Εννιά χρόνια πριν γυρίσει ο Stevens τα έργα και ημέρες της οικογένειας Μπένεντικτ μέσα από την επική του δημιουργία “The giant”, φωτίζοντας κάποιες από τις τραγικές πτυχές που ήρθαν στην επιφάνεια μαζί με τον “μαύρο χρυσό”, ο Kazan σκηνοθετεί ένα εξίσου ευαίσθητο θέμα, με αντίστοιχα δραματικές προεκτάσεις. Η αιματηρή διαμάχη μεταξύ κτηνοτρόφων και αγροτών που τράνταξε συθέμελα το νεοσύστατο Αμερικάνικο κράτος, αναβιώνει επί σκηνής για να θυμίσει στιγμές εύθραυστων ισορροπιών και, οδυνηρών αποφάσεων.
Βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Conrad Richter, το φιλμ επιλέγει να κινηθεί εντός των ορίων της ταραγμένης ζωής μιας οικογένειας, των Μπρούτον. Μέσα από την δική τους τραγωδία, ο θεατής γνωρίζει μια διαφορετική αφήγηση, αρκετά ρεαλιστική και πιστή στα γεγονότα. Ταινία που έχει να δώσει πολλά με το σθένος των πρωταγωνιστών της απέναντι σε μια σειρά από θυελλώδεις εξέλιξεις, που μέχρι ένα βαθμό διαμόρφωσαν τα κοινωνικά και όχι μόνον όρια της χώρας τους. Έχει πολιτικό λόγο και ανθρώπινο πόνο. Αδικία, υπεροψία, αλαζονεία, αλλά και αληθινή συγνώμη με δύναμη ψυχής.
Αν και αποτέλεσε την πιο επιτυχημένη εμπορικά ταινία της Metro-Goldwyn-Mayer για το 1947(4,7 εκ. Δολάρια), την συνοδεύουν περίεργες και καθόλου ευχάριστες καταστάσεις. Κατ’ αρχάς, ο σκηνοθέτης είχε μεγάλες ενστάσεις ως προς την παραγωγή. Δεν είναι μόνον τα κουστούμια των ηθοποιών, τα οποία δεν είδε καν σε προσχέδια αλλά στα γυρίσματα κατευθείαν. Τον αρχικό του ενθουσιασμό μπροστά στην ιδέα να φιλμάρει τις “μεγάλες πεδιάδες”(τα περίφημα Great Plains των Rocky Mountains, στα σύνορα με τον Καναδά), διαδέχτηκε η απογοήτευση, όταν τα στούντιο της MGM του ανακοίνωσαν ότι η τοποθεσία πρέπει να αλλάξει για να μην υπάρξουν αρνητικές(;) αντιδράσεις από μερίδα των θεατών. Έτσι, χιλιάδες μέτρα ταινίας έμειναν στο συρτάρι(από τα γυρίσματα που πραγματοποίησε ο σκηνοθέτης πριν την αλλαγή πλεύσης του στούντιο). Με πολύ γκρίνια και ακόμη περισσότερες διαφωνίες, του έβγαλαν την ταινία ξινή. Γι’ αυτό και σε συνέντευξη του προέτρεψε τους φίλους και θαυμαστές να μην την δουν, θεωρώντας πως δεν αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της σκηνοθετικής του φιλοσοφίας. Όσο για τις κριτικές, κινήθηκαν μεταξύ χλιαρότητας και μετριότητας, κάτι που δεν πρόσθεσε πολλά στο ήδη ποιοτικό του βιογραφικό(ούτε και των πρωταγωνιστών). Όπως ήταν αναμενόμενο(και λογικό), ο Kazan διέκοψε το συμβόλαιο του με την MGM την ίδια κιόλας χρονιά, συνεχίζοντας την καριέρα του στηνTwentieth Century Fox(με πρώτο φιλμ το δικαστικό δράμα Boomerang!). Για έναν τόσο επιδραστικό και σημαντικό σκηνοθέτη, χαρισματικό σαν δημιουργό θα τον χαρακτήριζα, μπορεί να μιλάει κανείς για ώρες. Χαρακτηρίστηκε ως ο “σκηνοθέτης των ηθοποιών”, γιατί μπορούσε να αποσπάσει το 100% των δυνατοτήτων από τους πρωταγωνιστές του. Κέρδισε δύο Όσκαρ σκηνοθεσίας για τα Gentleman’s Agreement (1947) και, On the Waterfront (1954), ενώ τα A Streetcar Named Desire (1951) και, On the Waterfront, είχαν από 12 υποψηφιότητες το καθένα(κερδίζοντας 4 και 8 αντίστοιχα). Η πιο μελανή σελίδα της καριέρας του δεν είχε να κάνει ακριβώς με την τέχνη που υπηρέτησε(καλλιτεχνικά αν το δούμε). Το 1952 μπροστά στα μέλη της επιτροπής Αντιαμερικανικών δραστηριοτήτων(HUAC), καταμαρτήρησε ονόματα συναδέλφων του κομμουνιστικών πεποιθήσεων. Σημαντικές πληροφορίες για τις “μεγάλες πεδιάδες”, τον συγγραφέα και τον σκηνοθέτη, ακολουθούν στους παρακάτω συνδέσμους.
https://en.wikipedia.org/wiki/Great_Plains
https://en.wikipedia.org/wiki/Conrad_Richter
https://en.wikipedia.org/wiki/Elia_Kazan
Η εποποιία των “μεγάλων πεδιάδων”, των απέραντων αυτών βοσκότοπων της Β. Αμερικής, περνάει καρέ – καρέ μέσα από τα πλάνα του “Sea of grass”. Μια πραγματική “θάλασσα από χορτάρι”(όπως προβλήθηκε στην χώρα μας), που έζησε στιγμές μεγαλοπρέπειας και σεβασμού, φθόνου και αναξιοπρέπειας. Από την μια οι κτηνοτρόφοι που προόριζαν την περιοχή αυτή για το απόλυτο βοσκοτόπι, με κορυφαίας ποιότητας χορτάρι, αποκλείοντας ταυτόχρονα κάθε άλλη χρήση του, κι από την άλλη οι αγρότες, που μη γνωρίζοντας ότι αποτελούν πρόσχημα πολιτικών φιλοδοξιών ζητούν την δυνατότητα να καλλιεργήσουν τη γη. Δύσκολο να μοιράσει κανείς το δίκιο στις δύο πλευρές. Οι μεν κτηνοτρόφοι με νοοτροπία τσιφλικά εξουσίαζαν μια τεράστια σε έκταση περιοχή, οι δε αγρότες χωρίς την παραμικρή υποστήριξη και γνώση για το έδαφος, κατάφεραν σχεδόν να το καταστρέψουν, διεκδικώντας την όμως με δημοκρατικό τρόπο. Οι φράχτες με τα συρματοπλέγματα οριοθετούν και προστατεύουν την περιουσία των αποίκων, την ίδια στιγμή που τα τα κοπάδια αποκλείονται από πηγές νερού, ή βοσκή. Πού τελειώνει το δίκιο του ενός και αρχίζει του άλλου, άραγε… Αυτό το κλίμα έντασης και ερίδων, καταγράφει το βιβλίο και αποτυπώνει η ταινία. Ένα από τα δυνατά της στοιχεία, είναι ότι καταφέρνει να κινηθεί παράλληλα με το δράμα που βιώνει η οικογένεια του συνταγματάρχη Μπρούτον. Ένα δράμα που φαίνεται να πηγάζει από κάποιο είδος συναισθηματικής, ρομαντικής ίσως αδιαλλαξίας από πλευράς του πατέρα, για να πάρει απρόβλεπτα τραγικές διαστάσεις, που ως ένα σημείο φέρνουν στο νου κάτι από νέμεση. Ότι κινείται στον χρονοχώρο του πλούσιου κτηνοτρόφου, επηρεάζεται από την αδυναμία του να κατανοήσει ουσιαστικές αξίες, όπως αυτήν της ανθρώπινης ζωής. Κι όταν τελικά συμφιλιώνεται με τον ένα και μοναδικό συμβιβασμό που απέρριψε για χάρη της ανούσιας υστεροφημίας, τότε είναι που θα χαμηλώσει την ασπίδα για να δεχτεί τα χτυπήματα της μοίρας. Ίσως και εν γνώση του, κουρασμένος από την απογοήτευση και την καταστροφική πορεία που παίρνει η ζωή της οικογενείας, με θέα το λυκόφως μιας ιδεολογίας . Τότε είναι που θα βρει απαντήσεις σε ερωτήματα όπως, “αφού με αγαπάς, γιατί στρέφεσαι εναντίον μου;”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου