Τι θέλουμε; Μακάρι να ξέραμε...
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Εντοπίζω μια μικρή λεπτομέρεια του
πολιτικού σκηνικού μέσα στο οποίο συζητείται το Σκοπιανό, κατά τον όρο
που επιβάλλει η εθνική σεμνοτυφία. Αν και σχετικώς ασήμαντη η
λεπτομέρεια αυτή, μέσα στον ορυμαγδό των λόγων, φωτίζει με τρόπο
ενδιαφέροντα το πρόβλημά μας με τους Σλαβομακεδόνες και με τον εαυτό
μας. Προέρχεται από το έγγραφο με την κριτική της Ν.Δ. για τη συμφωνία,
που κοινοποιήθηκε το βράδυ της περασμένης Τετάρτης. «Ακρως
προβληματικό», διαβάζουμε εκεί, «είναι και το άρθρο 7, το οποίο αναφέρει
ότι κάθε χώρα θα ερμηνεύει τον όρο Μακεδονία και Μακεδόνας κατά
βούληση». Συγγνώμη ζητώ, νιώθω ειλικρινά ότι έρχομαι σε πολύ δύσκολη
θέση, αλλά αυτός ο ισχυρισμός είναι τουλάχιστον εσφαλμένος και
παραπλανητικός.
Στο επίμαχο άρθρο της συμφωνίας, οι συμβαλλόμενοι αναγνωρίζουν τη διαφορά ιστορικής και πολιτισμικής κληρονομιάς που έχει το όνομα Μακεδονία και τα παράγωγά του, από τη μία και από την άλλη πλευρά των συνόρων: σλαβική η δική τους, ελληνική δική μας – τόσο απλά. Εντούτοις, στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου σημειώνεται ότι, όπως είναι φυσικό, οι ρυθμίσεις αυτές δεν αποβλέπουν «να υποτιμήσουν, να μεταβάλουν ή να επηρεάσουν» τη χρήση των επίμαχων όρων από τους πολίτες των δύο χωρών. Απολύτως λογικό δεν είναι; Ούτε τα ολοκληρωτικά καθεστώτα δεν μπορούν να αλλάξουν τη χρήση της γλώσσας από τη μια ημέρα στην άλλη. Τις αλλαγές στην καθημερινή χρήση θα τις φέρει ο χρόνος, εφόσον η συμφωνία ισχύσει και εφαρμοστεί.
Αυτό και μόνο, όμως, αυτό το στοιχειώδες ατομικό δικαίωμα του κάθε πολίτη από όποια πλευρά των συνόρων, ο συντάκτης του κειμένου της Ν.Δ. το θεωρεί ως ικανή διάψευση του ισχυρισμού της κυβέρνησης ότι η συμφωνία διασφαλίζει την αρχαία ελληνική κληρονομιά από την πλευρά μας. Θαυμάστε την ευφυΐα του επιχειρήματος: «Στο δικό τους αφήγημα οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν ήταν Ελληνες και δεν είχαν καμία σχέση με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Αρα στη δική τους αντίληψη, τίποτα δεν τους εμποδίζει να συνεχίσουν να διαδίδουν τα ιστορικά ψεύδη που υπερασπίζονταν μέχρι σήμερα»! Συγγνώμη, αλλά αυτός που το έγραψε ήταν προφανώς χαζός – δεν χωρεί αμφιβολία. Κάποιος που καταλάβαινε δεν το διάβασε;
Ας πει, λοιπόν, κάποιος στον μπουμπούνα που συνέλαβε το λαμπρό επιχείρημα ότι καμία συμφωνία, κανένας νόμος και κανένας κανόνας δεν μπορεί να εμποδίσει τον οποιονδήποτε σε μια δημοκρατία να πιστεύει ό,τι θέλει για τον εαυτό του και να το λέει. Το μόνο που αποδεικνύει το επιχείρημα είναι τη βλακεία που βρίσκεται στη ρίζα του ολοκληρωτισμού. Διότι μόνον καθεστώτα με αξιώσεις ολοκληρωτικές μπορούν να έχουν τις στοχεύσεις που θέτει ο διπλωματικός σχολιαστής της Ν.Δ. Μόνο ο ολοκληρωτισμός θέλει να μπει μέσα στο κεφάλι του ατόμου και να του ρυθμίσει τις απόψεις και τη χρήση της γλώσσας.
Προκειμένου να πλήξει τη συμφωνία αναδεικνύοντας ένα ακόμη πρόβλημά της, ο φωστήρας που συνέλαβε το επιχείρημα δεν διστάζει να υποβάλει στον αναγνώστη τη λογική του ολοκληρωτισμού. Είναι προφανές ότι, για τον ίδιο, προέχει το άμεσο πολιτικό συμφέρον και αδιαφορεί για τα μέσα που χρησιμοποιεί ώστε να το πετύχει. Με άλλα λόγια, χειρίζεται το ζήτημα όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ: το «εργαλειοποιεί», όπως συνηθίζουν να λένε. Το ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος, εκτός από αδίστακτος, συμβαίνει να είναι και χαζός, κάνει το αποτέλεσμα χειρότερο.
Τέτοια επιχειρήματα εκθέτουν όποιον τα χρησιμοποιεί, διότι υπονοούν ότι, πολύ απλά, δεν επιθυμεί συμφωνία. Διότι όχι μόνο συμφωνία δεν μπορείς να πετύχεις, αλλά ούτε καν εποικοδομητική συνομιλία δεν μπορείς να έχεις, εφόσον ξεκινάς με τον στόχο να επικρατήσεις πλήρως στο μυαλό και στη σκέψη τού απέναντι. Αν λοιπόν δεν θέλουμε καθόλου συμφωνία με τα Σκόπια, γιατί δεν το λέμε ευθέως; Γιατί όλο αυτό το θέατρο της δήθεν εμβριθούς –στην πραγματικότητα, τυχάρπαστης– επιχειρηματολογίας; Ντροπή, πάντως, δεν είναι. Τίποτε δεν είναι ντροπή, εφόσον τίθεται εντίμως και ευθέως – κυρίως δε, χωρίς παρόμοια επιχειρήματα.
Στο επίμαχο άρθρο της συμφωνίας, οι συμβαλλόμενοι αναγνωρίζουν τη διαφορά ιστορικής και πολιτισμικής κληρονομιάς που έχει το όνομα Μακεδονία και τα παράγωγά του, από τη μία και από την άλλη πλευρά των συνόρων: σλαβική η δική τους, ελληνική δική μας – τόσο απλά. Εντούτοις, στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου σημειώνεται ότι, όπως είναι φυσικό, οι ρυθμίσεις αυτές δεν αποβλέπουν «να υποτιμήσουν, να μεταβάλουν ή να επηρεάσουν» τη χρήση των επίμαχων όρων από τους πολίτες των δύο χωρών. Απολύτως λογικό δεν είναι; Ούτε τα ολοκληρωτικά καθεστώτα δεν μπορούν να αλλάξουν τη χρήση της γλώσσας από τη μια ημέρα στην άλλη. Τις αλλαγές στην καθημερινή χρήση θα τις φέρει ο χρόνος, εφόσον η συμφωνία ισχύσει και εφαρμοστεί.
Αυτό και μόνο, όμως, αυτό το στοιχειώδες ατομικό δικαίωμα του κάθε πολίτη από όποια πλευρά των συνόρων, ο συντάκτης του κειμένου της Ν.Δ. το θεωρεί ως ικανή διάψευση του ισχυρισμού της κυβέρνησης ότι η συμφωνία διασφαλίζει την αρχαία ελληνική κληρονομιά από την πλευρά μας. Θαυμάστε την ευφυΐα του επιχειρήματος: «Στο δικό τους αφήγημα οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν ήταν Ελληνες και δεν είχαν καμία σχέση με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Αρα στη δική τους αντίληψη, τίποτα δεν τους εμποδίζει να συνεχίσουν να διαδίδουν τα ιστορικά ψεύδη που υπερασπίζονταν μέχρι σήμερα»! Συγγνώμη, αλλά αυτός που το έγραψε ήταν προφανώς χαζός – δεν χωρεί αμφιβολία. Κάποιος που καταλάβαινε δεν το διάβασε;
Ας πει, λοιπόν, κάποιος στον μπουμπούνα που συνέλαβε το λαμπρό επιχείρημα ότι καμία συμφωνία, κανένας νόμος και κανένας κανόνας δεν μπορεί να εμποδίσει τον οποιονδήποτε σε μια δημοκρατία να πιστεύει ό,τι θέλει για τον εαυτό του και να το λέει. Το μόνο που αποδεικνύει το επιχείρημα είναι τη βλακεία που βρίσκεται στη ρίζα του ολοκληρωτισμού. Διότι μόνον καθεστώτα με αξιώσεις ολοκληρωτικές μπορούν να έχουν τις στοχεύσεις που θέτει ο διπλωματικός σχολιαστής της Ν.Δ. Μόνο ο ολοκληρωτισμός θέλει να μπει μέσα στο κεφάλι του ατόμου και να του ρυθμίσει τις απόψεις και τη χρήση της γλώσσας.
Προκειμένου να πλήξει τη συμφωνία αναδεικνύοντας ένα ακόμη πρόβλημά της, ο φωστήρας που συνέλαβε το επιχείρημα δεν διστάζει να υποβάλει στον αναγνώστη τη λογική του ολοκληρωτισμού. Είναι προφανές ότι, για τον ίδιο, προέχει το άμεσο πολιτικό συμφέρον και αδιαφορεί για τα μέσα που χρησιμοποιεί ώστε να το πετύχει. Με άλλα λόγια, χειρίζεται το ζήτημα όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ: το «εργαλειοποιεί», όπως συνηθίζουν να λένε. Το ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος, εκτός από αδίστακτος, συμβαίνει να είναι και χαζός, κάνει το αποτέλεσμα χειρότερο.
Τέτοια επιχειρήματα εκθέτουν όποιον τα χρησιμοποιεί, διότι υπονοούν ότι, πολύ απλά, δεν επιθυμεί συμφωνία. Διότι όχι μόνο συμφωνία δεν μπορείς να πετύχεις, αλλά ούτε καν εποικοδομητική συνομιλία δεν μπορείς να έχεις, εφόσον ξεκινάς με τον στόχο να επικρατήσεις πλήρως στο μυαλό και στη σκέψη τού απέναντι. Αν λοιπόν δεν θέλουμε καθόλου συμφωνία με τα Σκόπια, γιατί δεν το λέμε ευθέως; Γιατί όλο αυτό το θέατρο της δήθεν εμβριθούς –στην πραγματικότητα, τυχάρπαστης– επιχειρηματολογίας; Ντροπή, πάντως, δεν είναι. Τίποτε δεν είναι ντροπή, εφόσον τίθεται εντίμως και ευθέως – κυρίως δε, χωρίς παρόμοια επιχειρήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου