1
Το «όχι» είναι υπέρ της Ευρώπης
Στην έκδοση του σημερινού έκτακτου φύλλου της «Εφ.Συν.» μάς υποχρεώνουν οι σημαντικές πολιτικές εξελίξεις. Η ανάληψη από την κυβέρνηση της ευθύνης για διεξαγωγή δημοψηφίσματος και η πρότασή της να καταψηφιστεί από τους Ελληνες πολίτες το απαράδεκτο τελεσίγραφο των «θεσμών» ανοίγουν ένα νέο κεφάλαιο στη μεταπολιτευτική ιστορία.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι, όπως ξεκαθάρισε στο διάγγελμά του ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, η κυβέρνηση κινείται με γνώμονα την υπεράσπιση των ιδρυτικών αρχών της Ευρωπαϊκής Ενωσης· των αρχών που τις έχουν κατακουρελιάσει οι κυρίαρχες δυνάμεις των Βρυξελλών, με τους συνεχόμενους εκβιασμούς και την ανοιχτή επιδίωξη υπονόμευσης της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στην Ευρώπη.
Απέναντι σ’ αυτήν την καθαρή λύση, την προσφυγή δηλαδή στη λαϊκή ετυμηγορία, η αντιπολίτευση υιοθετεί αβασάνιστα όλη την κινδυνολογία των «θεσμών» και επιχειρεί να μετατρέψει το ερώτημα του δημοψηφίσματος σε δίλημμα για την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ενωση και την ευρωζώνη.
Στοιχείο-κλειδί στην επιχειρηματολογία της είναι η προσπάθεια εξίσωσης των προτάσεων των «θεσμών» με τις προτάσεις της κυβέρνησης. Πονηρά ταυτίζουν το οικονομικό εύρος των δύο πακέτων, δηλαδή τα 8 δισ. ευρώ, αποκρύπτοντας το γεγονός ότι η πραγματική διαφορά μεταξύ των δύο πλευρών έγκειται στο ότι η ελληνική κυβέρνηση εισηγείται για πρώτη φορά τη φορολόγηση του πραγματικού πλούτου.
Οι νεοφιλελεύθερες φωνές σε Βρυξέλλες, Ουάσινγκτον και Αθήνα αρνούνται κάθε παρόμοια σκέψη και επιμένουν στην περαιτέρω εξαθλίωση των ασθενέστερων αλλά και των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων.
Το «όχι» στο δημοψήφισμα θα μεταβάλει τα δεδομένα της όποιας συνέχισης της διαπραγμάτευσης, εφόσον θα ενισχύσει τη θέση της κυβέρνησης απέναντι στους πιστωτές, οι οποίοι μέχρι σήμερα πίστευαν ότι θα την υποχρεώσουν σε άτακτη υποχώρηση. Ταυτόχρονα θα απογυμνώσει και τους εγχώριους υποστηρικτές των «θεσμών», οι οποίοι ήδη υιοθετούν την άνευ όρων υποταγή στα κελεύσματα των δανειστών.
Το «όχι» στους εκβιασμούς σηματοδοτεί ένα ουσιαστικό «ναι» στις θεμελιώδεις αρχές της ευρωπαϊκής ενοποίησης γιατί ξαναφέρνει την αντιπαράθεση στο κεντρικό πολιτικό ζήτημα, που είναι η Ευρώπη της δημοκρατίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης έναντι της Ευρώπης των ανάλγητων υποστηρικτών της λιτότητας για τους... άλλους και της αλόγιστης κερδοφορίας για τους ίδιους.
******************************
2
Το μπαλάκι είναι μάλλον στο γήπεδο των πιστωτών
LARRY ELLIOT / THE GUARDIAN
Η Ελλάδα το γνωρίζει. Το Διεθνές
Νομισματικό Ταμείο το γνωρίζει. Κάθε υπουργός Οικονομικών της Ευρώπης το
γνωρίζει. Επειτα από την αποτυχία να καταλήξουν σε συμφωνία στην
τελευταία συνάντηση των υπουργών Οικονομικών του Λουξεμβούργου, η κρίση
κλιμακώνεται.
Υπάρχουν ορισμένα αδιαμφισβήτητα στοιχεία. Οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται στα όρια της κατάρρευσης. Χάνουν το 0,5% των καταθέσεών τους κάθε ημέρα και δεν μπορούν να αναχαιτίσουν απώλειες κεφαλαίων σε τόσο μεγάλη κλίμακα. Εξαιρετικά άσχημη είναι, επίσης, η δημοσιονομική κατάσταση στη χώρα. Τα φορολογικά έσοδα ήταν κατά 24% χαμηλότερα του στόχου στο διάστημα του Μαΐου. Παρά την έκτακτη σύνοδο κορυφής αυτή τη Δευτέρα, φαίνεται πως οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων είναι αναπόφευκτοι διότι μόνον έτσι μπορεί να αναχαιτιστεί η μεγάλη εκροή κεφαλαίων από το τραπεζικό σύστημα. Η Ελλάδα έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν διαθέτει τους πόρους για να πληρώσει το ΔΝΤ στα τέλη του μήνα και η Κριστίν Λαγκάρντ ξεκαθάρισε πως αυτό θα σημάνει χρεοκοπία έναντι του Ταμείου. Επειτα, ο αναπληρωτής υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Δημήτρης Στρατούλης, απάντησε πως «εάν αναγκαστούμε να πούμε ένα μεγάλο όχι, τότε οι συνέπειες θα είναι μικρότερες για την Ελλάδα από ό,τι για τους δανειστές».
Αυτό είναι ένα επιχείρημα που ευσταθεί. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης, το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπραγματεύονται από μια θέση ισχύος, έτσι όπως την αντιλαμβάνονται ως πιστωτές. Αυτή τη φορά, όμως, όχι.
Τέσσερις παράγοντες έχουν επιτρέψει στον Αλέξη Τσίπρα να ανατρέψει το σκηνικό για την Αγκελα Μέρκελ. Κατ’ αρχάς, το να είναι κανείς χρεοκοπημένος μπορεί να εξελιχθεί σε πλεονέκτημα. Οταν μια χώρα έχει υποφέρει όσο η Ελλάδα την τελευταία πενταετία δεν εκλαμβάνει ως κίνδυνο να βγει εκτός Ευρωζώνης.
Το δεύτερο πλεονέκτημα του κ. Τσίπρα είναι ότι μια χρεοκοπία και κατ’ επέκταση αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη θα προκαλέσει σοβαρές αλυσιδωτές αντιδράσεις. Το τελευταίο εξάμηνο, η Κομισιόν και η ΕΚΤ ισχυρίζονται ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση για να διαχειριστεί ένα Grexit σε σχέση με δύο ή τρία χρόνια πριν.
Αυτή η θέση, ωστόσο, είναι υπεραισιόδοξη. Εάν ένα ακόμη κράτος-μέλος της Ευρωζώνης αντιμετωπίσει ανάλογα προβλήματα τότε θα χαρακτηριστεί ως «η επόμενη Ελλάδα». Υπάρχουν υποψήφιες χώρες γι’ αυτόν τον ρόλο. Μια από αυτές είναι η Ιταλία, όπου το κατά κεφαλήν εισόδημα δεν είναι υψηλότερο από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και το χρέος είναι τεράστιο. Ο κ. Τσίπρας και ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκης, έχουν παίξει αυτό το παιχνίδι με δεξιότητα. Εχουν πει στην τρόικα ότι μπορείτε να μας κόψετε κάθε χρηματοδότηση, αλλά έτσι θα προκαλέσετε ζημιά στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία. Η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει το 2015 ό,τι ήταν η Lehman Brothers το 2008. Είσαστε προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο;
Ο τρόπος διαπραγμάτευσης της Ελλάδας είναι ο τρίτος παράγοντας υπέρ της κυβέρνησης. Η Ευρώπη λειτουργεί πάντα σε συναινετικούς τόνους, με την κεντροαριστερά και κεντροδεξιά να συνεργάζονται για να καταλήξουν σε κοινό τόπο. Οι κ. Τσίπρας και Βαρουφάκης παίζουν με διαφορετικούς κανόνες. Προέρχονται από τον πολιτικό χώρο της ριζοσπαστικής αριστεράς και έχουν υποστηρίξει σθεναρά το επιχείρημα πως η Ελλάδα υπέφερε αρκετά.
Το τέταρτο πλεονέκτημα υπέρ του κ. Τσίπρα είναι πως αντιλαμβάνεται πολύ καλά τη διστακτικότητα της κ. Μέρκελ να προχωρήσει σε κινήσεις ισάξιες μιας «αποβολής» της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Δεν επιθυμεί να είναι η Γερμανίδα καγκελάριος που θα θέσει υπό αμφισβήτηση την ευρωπαϊκή σύγκλιση.
Είναι ακόμη πιθανή η σύναψη μιας συμφωνίας, αν και οι πιθανότητες να επέλθει το χάος αυξάνονται με το λεπτό. Ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, πρόεδρος του Eurogroup, είπε στη συνάντηση του Λουξεμβούργου ότι είναι σειρά της Ελλάδας να παρουσιάσει αξιόπιστες προτάσεις, αλλά το μπαλάκι είναι μάλλον στο γήπεδο των πιστωτών. Οπως είχε πει κάποτε ο Μπομπ Ντίλαν: «Εάν δεν έχεις τίποτα, δεν έχεις τίποτα να χάσεις».
Υπάρχουν ορισμένα αδιαμφισβήτητα στοιχεία. Οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται στα όρια της κατάρρευσης. Χάνουν το 0,5% των καταθέσεών τους κάθε ημέρα και δεν μπορούν να αναχαιτίσουν απώλειες κεφαλαίων σε τόσο μεγάλη κλίμακα. Εξαιρετικά άσχημη είναι, επίσης, η δημοσιονομική κατάσταση στη χώρα. Τα φορολογικά έσοδα ήταν κατά 24% χαμηλότερα του στόχου στο διάστημα του Μαΐου. Παρά την έκτακτη σύνοδο κορυφής αυτή τη Δευτέρα, φαίνεται πως οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων είναι αναπόφευκτοι διότι μόνον έτσι μπορεί να αναχαιτιστεί η μεγάλη εκροή κεφαλαίων από το τραπεζικό σύστημα. Η Ελλάδα έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν διαθέτει τους πόρους για να πληρώσει το ΔΝΤ στα τέλη του μήνα και η Κριστίν Λαγκάρντ ξεκαθάρισε πως αυτό θα σημάνει χρεοκοπία έναντι του Ταμείου. Επειτα, ο αναπληρωτής υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Δημήτρης Στρατούλης, απάντησε πως «εάν αναγκαστούμε να πούμε ένα μεγάλο όχι, τότε οι συνέπειες θα είναι μικρότερες για την Ελλάδα από ό,τι για τους δανειστές».
Αυτό είναι ένα επιχείρημα που ευσταθεί. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης, το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπραγματεύονται από μια θέση ισχύος, έτσι όπως την αντιλαμβάνονται ως πιστωτές. Αυτή τη φορά, όμως, όχι.
Τέσσερις παράγοντες έχουν επιτρέψει στον Αλέξη Τσίπρα να ανατρέψει το σκηνικό για την Αγκελα Μέρκελ. Κατ’ αρχάς, το να είναι κανείς χρεοκοπημένος μπορεί να εξελιχθεί σε πλεονέκτημα. Οταν μια χώρα έχει υποφέρει όσο η Ελλάδα την τελευταία πενταετία δεν εκλαμβάνει ως κίνδυνο να βγει εκτός Ευρωζώνης.
Το δεύτερο πλεονέκτημα του κ. Τσίπρα είναι ότι μια χρεοκοπία και κατ’ επέκταση αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη θα προκαλέσει σοβαρές αλυσιδωτές αντιδράσεις. Το τελευταίο εξάμηνο, η Κομισιόν και η ΕΚΤ ισχυρίζονται ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση για να διαχειριστεί ένα Grexit σε σχέση με δύο ή τρία χρόνια πριν.
Αυτή η θέση, ωστόσο, είναι υπεραισιόδοξη. Εάν ένα ακόμη κράτος-μέλος της Ευρωζώνης αντιμετωπίσει ανάλογα προβλήματα τότε θα χαρακτηριστεί ως «η επόμενη Ελλάδα». Υπάρχουν υποψήφιες χώρες γι’ αυτόν τον ρόλο. Μια από αυτές είναι η Ιταλία, όπου το κατά κεφαλήν εισόδημα δεν είναι υψηλότερο από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και το χρέος είναι τεράστιο. Ο κ. Τσίπρας και ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκης, έχουν παίξει αυτό το παιχνίδι με δεξιότητα. Εχουν πει στην τρόικα ότι μπορείτε να μας κόψετε κάθε χρηματοδότηση, αλλά έτσι θα προκαλέσετε ζημιά στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία. Η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει το 2015 ό,τι ήταν η Lehman Brothers το 2008. Είσαστε προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο;
Ο τρόπος διαπραγμάτευσης της Ελλάδας είναι ο τρίτος παράγοντας υπέρ της κυβέρνησης. Η Ευρώπη λειτουργεί πάντα σε συναινετικούς τόνους, με την κεντροαριστερά και κεντροδεξιά να συνεργάζονται για να καταλήξουν σε κοινό τόπο. Οι κ. Τσίπρας και Βαρουφάκης παίζουν με διαφορετικούς κανόνες. Προέρχονται από τον πολιτικό χώρο της ριζοσπαστικής αριστεράς και έχουν υποστηρίξει σθεναρά το επιχείρημα πως η Ελλάδα υπέφερε αρκετά.
Το τέταρτο πλεονέκτημα υπέρ του κ. Τσίπρα είναι πως αντιλαμβάνεται πολύ καλά τη διστακτικότητα της κ. Μέρκελ να προχωρήσει σε κινήσεις ισάξιες μιας «αποβολής» της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Δεν επιθυμεί να είναι η Γερμανίδα καγκελάριος που θα θέσει υπό αμφισβήτηση την ευρωπαϊκή σύγκλιση.
Είναι ακόμη πιθανή η σύναψη μιας συμφωνίας, αν και οι πιθανότητες να επέλθει το χάος αυξάνονται με το λεπτό. Ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, πρόεδρος του Eurogroup, είπε στη συνάντηση του Λουξεμβούργου ότι είναι σειρά της Ελλάδας να παρουσιάσει αξιόπιστες προτάσεις, αλλά το μπαλάκι είναι μάλλον στο γήπεδο των πιστωτών. Οπως είχε πει κάποτε ο Μπομπ Ντίλαν: «Εάν δεν έχεις τίποτα, δεν έχεις τίποτα να χάσεις».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου