«Τέσσερα χρόνια αφότου εξαπέλυσε μια άνευ προηγουμένου επίθεση στη δημοκρατία και άφησε τον Λευκό Οίκο ντροπιασμένο, ο καταδικασμένος εγκληματίας και δύο φορές κατηγορούμενος πολιτικός θα επιστρέψει στην Ουάσιγκτον, D.C., ως ο 47ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών»(Vanity Fair, digital magazine). Δίπλα του θα έχει ακροδεξιούς συνωμοσιολόγους και μεγιστάνες του πλούτου, για να εξαφανίσουν τα υπολείμματα του κοινωνικού κράτους στις ΗΠΑ και να σύρουν τον κόσμο σε μεγαλύτερες περιπέτειες...
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 31, 2014
Το μεγάλο ζητούμενο για ένα παρακμασμένο λαό
Benner Emmanuel Michel (1836-1896) , Ο Ηρακλής ανάμεσα στην Αρετή και την Κακία.
*Αρετή - Βικιπαίδεια
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ *
*Αριστοτέλης - Βικιπαίδεια
ΠΑΙΑΝ ΕΙΣ ΑΡΕΤΗΝπολύμοχθε γένει βροτείω
θήραμα κάλλιστον βίω
σας πέρι παρθένε μορφάς
και θανείν ζαλωτός εν Ελλάδι πότμος
καί πόνους τλήναι μαλερούς
ακάμαντας΄ τοίον
επί φρένα βάλλεις
καρπόν τ΄αθάνατον
χρυσού τε κρείσσον καί γονέων,
μαλακαυγήτοιό θ’ ύπνου.
σεύ δ’ ένεχ’ ουκ Διός Ηρακλέης
Λήδας τε κούροι πόλλ’ ανέτλασαν,
έργοις σάν αγρεύοντες δύναμιν.
σοίς δέ πόθοις Αχιλλεύς
Αίας τ’ Αίδαο δόμους ήλθον.
σάς δ’ ένεκεν φιλίου μορφάς
Αταρνέος έντροφος
ηελίου χήρωσεν αυγάς.
τοιγάρ αοίδιμος έργοις,
αθάνατόν τε μιν αυξήσουσι Μούσαι,
Μναμοσύνας θύγατρες.
Διός ξενίου σέβας αύξουσαι,
φιλίας τε γέρας βεβαίου.
*********************************ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΕΤΗ
"Αρετή πολύμοχθη του γένους των θνητών,
το πιο ωραίο θήραμα στη ζωή.
για χάρη της μορφής σου, παρθένα,
αξιοζήλευτος είναι ακόμη και ο θάνατος στην Ελλάδα.
Τέτοιο καρπό αθάνατο
ρίχνεις μες στην ψυχή,
που ΄ναι καλύτερος
από γονείς και πλούτο κι απ΄τον απαλό τον τον ύπνο την αυγή.
Για σένα ο γιος του Δία ο Ηρακλής
μα και της Λήδας τα αγόρια πολλά τόλμησαν
θέλοντας με τα έργα τους
ν΄αντλήσουν απ΄ τη δύναμή σου.
Για τις δικές σου επιθυμίες ο Αχιλλέας
κι ο Αίαντας έδωσαν τη ζωή τους.
Για την αγαπημένη σου μορφή
και ο γόνος που ανάθρεψε ο Αταρνέας
άφησε τις αυγές του ήλιου.
Αιώνια ξακουστός θα είναι για τα έργα του
ρίχνεις μες στην ψυχή,
που ΄ναι καλύτερος
από γονείς και πλούτο κι απ΄τον απαλό τον τον ύπνο την αυγή.
Για σένα ο γιος του Δία ο Ηρακλής
μα και της Λήδας τα αγόρια πολλά τόλμησαν
θέλοντας με τα έργα τους
ν΄αντλήσουν απ΄ τη δύναμή σου.
Για τις δικές σου επιθυμίες ο Αχιλλέας
κι ο Αίαντας έδωσαν τη ζωή τους.
Για την αγαπημένη σου μορφή
και ο γόνος που ανάθρεψε ο Αταρνέας
άφησε τις αυγές του ήλιου.
Αιώνια ξακουστός θα είναι για τα έργα του
κι οι Μούσες θα τον κάνουν αθάνατο,
της Μνημοσύνης οι θυγατέρες.
Το σεβασμό του Ξένιου Δία μεγαλώνοντας
και της αγάπης του τη σίγουρη ανταμοιβή."
Μετάφραση:Gerontakos
Μπορεί να μη σκαμπάζουν από διαχείριση θαλασσινών κρίσεων, αλλά στην Τέχνη...σκίζουν!
Την παράσταση φαίνεται ότι θα κλέψει φέτος η
Γκαλερία ντελ Ακαντέμια, η πινακοθήκη της Βενετίας με τα αριστουργήματα
σπουδαίων καλλιτεχνών από τον 16ο έως τον 18ο αιώνα.
Όπως σημειώνουν Τα Νέα, αν και για χρόνια βρισκόταν στην αφάνεια, οι τοίχοι της είχαν δεκαετίες να βαφούν, οι ρωγμές έχασκαν και υπήρχαν φουσκωμένοι και ξεφλουδισμένοι σοβάδες δίπλα στα αριστουργήματα των Πιέτρο ντα Κοτρόνα, Λούκα Τζιορντάνο, Τζιανμπατίστα Τιέπολο και Αντόνιο Κανόβα, τώρα ετοιμάζεται πυρετωδώς ώστε να εμφανιστεί όχι απλώς φρεσκαρισμένη, αλλά και με διπλάσιο εκθεσιακό χώρο (από 5.000 σε 10.000 τ.μ.) στη μεγαλύτερη εικαστική διοργάνωση του πλανήτη, τη Μπιενάλε της Βενετίας, τον Μάιο.
Δύο μεγάλοι χορηγοί διέθεσαν 600.000 ευρώ, κι έτσι περισσότερα από 200 έργα που ώς σήμερα βρίσκονταν στις αποθήκες θα βρουν χώρο στις έξι νέες αίθουσες, οι οποίες ήταν έτοιμες, αλλά δεν υπήρχαν χρήματα για την τοποθέτηση των έργων, ενώ δημιουργούνται προϋποθέσεις για φιλοξενία περιοδικών εκθέσεων σύγχρονης τέχνης και υποδομές για ψηφιακές ξεναγήσεις.
Όπως σημειώνουν Τα Νέα, αν και για χρόνια βρισκόταν στην αφάνεια, οι τοίχοι της είχαν δεκαετίες να βαφούν, οι ρωγμές έχασκαν και υπήρχαν φουσκωμένοι και ξεφλουδισμένοι σοβάδες δίπλα στα αριστουργήματα των Πιέτρο ντα Κοτρόνα, Λούκα Τζιορντάνο, Τζιανμπατίστα Τιέπολο και Αντόνιο Κανόβα, τώρα ετοιμάζεται πυρετωδώς ώστε να εμφανιστεί όχι απλώς φρεσκαρισμένη, αλλά και με διπλάσιο εκθεσιακό χώρο (από 5.000 σε 10.000 τ.μ.) στη μεγαλύτερη εικαστική διοργάνωση του πλανήτη, τη Μπιενάλε της Βενετίας, τον Μάιο.
Δύο μεγάλοι χορηγοί διέθεσαν 600.000 ευρώ, κι έτσι περισσότερα από 200 έργα που ώς σήμερα βρίσκονταν στις αποθήκες θα βρουν χώρο στις έξι νέες αίθουσες, οι οποίες ήταν έτοιμες, αλλά δεν υπήρχαν χρήματα για την τοποθέτηση των έργων, ενώ δημιουργούνται προϋποθέσεις για φιλοξενία περιοδικών εκθέσεων σύγχρονης τέχνης και υποδομές για ψηφιακές ξεναγήσεις.
Newsroom ΔΟΛ
Άγιος Βασίλης έρχεται...
Γιάννης ο Ευλογημένος!
ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ*
*Φώτης Κόντογλου - Βικιπαίδεια
O
Άγιος Βασίλης, σαν περάσανε τα Χριστούγεννα, πήρε το ραβδί του και
γύρισε σ όλα τα χωριά, να δει ποιός θα τόνε γιορτάσει με καθαρή καρδιά.
Πέρασε από λογιών-λογιών πολιτείες κι από κεφαλοχώρια, μα σ’ όποια πόρτα κι αν χτύπησε δεν τ’ ανοίξανε, επειδή τον πήρανε για διακονιάρη. Κι έφευγε πικραμένος, γιατί ο ίδιος δεν είχε ανάγκη από τους ανθρώπους, μα ένοιωθε το πόσο θα πονούσε η καρδιά κανενός φτωχού από την απονιά που του δείξανε κείνοι οι άνθρωποι.
Μια μέρα έφευγε από ένα τέτοιο άσπλαχνο χωριό, και πέρασε από το νεκροταφείο, κι είδε τα κιβούρια πως ήτανε ρημαγμένα, οι ταφόπετρες σπασμένες κι αναποδογυρισμένες, και τα νιόσκαφτα μνήματα ήτανε σκαλισμένα από τα τσακάλια.
Σαν άγιος που ήτανε άκουσε πως μιλούσανε οι πεθαμένοι και λέγανε: «Τον καιρό που είμαστε στον απάνω κόσμο, δουλέψαμε, βασανιστήκαμε, κι αφήσαμε πίσω μας παιδιά κ εγγόνια να μας ανάβουνε κανένα κερί, να μας καίγουνε λίγο λιβάνι μα δεν βλέπουμε τίποτα, μήτε παπά στο κεφάλι μας να μας διαβάσει παραστάσιμο, μήτε κόλλυβα, παρά σαν να μην αφήσαμε πίσω μας κανέναν».
Κι ο άγιος Βασίλης πάλι στενοχωρήθηκε κι είπε: «Τούτοι οι χωριάτες ούτε σε ζωντανό δε δίνουνε βοήθεια, ούτε σε πεθαμένον », και βγήκε από το νεκροταφείο, και περπατούσε ολομόναχος μέσα στα παγωμένα χιόνια..
* * *
Παραμονή της πρωτοχρονιάς έφτασε σε κάτι χωριά που ήτανε τα πιο φτωχά ανάμεσα στα φτωχοχώρια, στα μέρη της Ελλάδας. Ο παγωμένος αγέρας βογκούσε ανάμεσα στα χαμόδεντρα και στα βράχια, ψυχή ζωντανή δεν φαινότανε, νύχτα πίσσα! Είδε μπροστά του μια ραχούλα, κι από κάτω της ήτανε μια στρούγκα τρυπωμένη. Ο άγιος Βασίλης μπήκε στη στάνη και χτύπησε με το ραβδί του την πόρτα της καλύβας και φώναξε: «Ελεήστε με, τον φτωχό, για την ψυχή των αποθαμένων σας κι ο Χριστός μας διακόνεψε σε τούτον τον κόσμο!». Τα σκυλιά ξυπνήσανε και χυθήκανε απάνω του, μα σαν πήγανε κοντά του και τον μυριστήκανε, πιάσανε και κουνούσανε τις ουρές τους και πλαγιάζανε στα ποδάρια του και γρούζανε παρακαλεστικά και χαρούμενα.
Απάνω σ αυτά, άνοιξε η πόρτα και βγήκε ένας τσοπάνης, ως εικοσιπέντε χρονών παλληκάρι, με μαύρα στριφτά γένια, ο Γιάννης ο Μπαρμπάκος, άνθρωπος αθώος κι απελέκητος, προβατάνθρωπος, και πριν να καλοϊδεί ποιός χτύπησε, είπε: «Έλα, έλα μέσα. Καλή μέρα, καλή χρονιά!».
Μέσα στο καλύβι έφεγγε ένα λυχνάρι, κρεμασμένο από πάνω από μία κούνια, που ήτανε δεμένη σε δυο παλούκια. Δίπλα στο τζάκι ήτανε τα στρωσίδια τους και κοιμότανε η γυναίκα του Γιάννη. Αυτός, σαν μπήκε μέσα ο άγιος Βασίλης, κι είδε πως ήτανε γέρος σεβάσμιος, πήρε το χέρι του και το ανεσπάσθηκε κι είπε: «Να χω την ευχή σου, γέροντα», και το ’λεγε σαν να τον γνώριζε κι από πρωτύτερα, σα να ’τανε πατέρας του.
Και κείνος του είπε: «Βλογημένος να σαι, εσύ κι όλο το σπιτικό σου, και τα πρόβατά σου η ειρήνη του Θεού να ναι απάνω σας!». Σηκώθηκε κ η γυναίκα και πήγε και προσκύνησε και κείνη τον γέροντα και φίλησε το χέρι του και τη βλόγησε. Κι ο άγιος Βασίλης ήτανε σαν καλόγερος ζητιάνος, με μια σκούφια παλιά στο κεφάλι του, και τα ράσα του ήτανε τριμμένα και μπαλωμένα και τα τσαρούχια του τρύπια, κι είχε κι ένα παλιοτάγαρο αδειανό. Ο Γιάννης ο Βλογημένος έβαλε ξύλα στο τζάκι. Και παρευθύς, φεγγοβόλησε το καλύβι και φάνηκε σαν παλάτι. Και φανήκανε τα δοκάρια, σα να ’τανε μαλαμοκαπνισμένα, κι οι πητιές που ήτανε κρεμασμένες φανήκανε σαν καντήλια, κι οι καρδάρες και τα τυροβόλια και τ’ άλλα τα σύνεργα που τυροκομούσε ο Γιάννης, γινήκανε σαν ασημένια, και σαν πλουμισμένα με διαμαντόπετρες φανήκανε, και τ’ άλλα, τα φτωχά τα πράγματα που χε μέσα στο καλύβι του ο Γιάννης ο Βλογημένος.
Και τα ξύλα που καιγόντανε στο τζάκι τρίζανε και λαλούσανε σαν τα πουλιά που λαλούνε στον παράδεισο, και βγάζανε κάποια ευωδιά πάντερπνη.
Τον άγιο Βασίλη τον βάλανε κι έκατσε κοντά στη φωτιά κι η γυναίκα του ’θεσε μαξιλάρια να ακουμπήσει. Κι ο γέροντας ξεπέρασε το ταγάρι του από το λαιμό του και το βαλε κοντά του, κι έβγαλε και το παλιόρασό του κι απόμεινε με το ζωστικό του. Κι ο Γιάννης ο Βλογημένος πήγε κι άρμεξε τα πρόβατα μαζί με τον παραγυιό του, κι έβαλε μέσα στην κοφινέδα τα νιογέννητα τ’ αρνιά, κι ύστερα χώρισε τις ετοιμόγεννες προβατίνες και τις κράτησε στο μαντρί, κι ο παραγυιός τα ’βγαλε τ’ άλλα στη βοσκή. Λιγοστά ήτανε τα ζωντανά του, φτωχός ήτανε ο Γιάννης, μα ήτανε Βλογημένος.
Κι είχε μία χαρά μεγάλη, σε κάθε ώρα, μέρα και νύχτα, γιατί ήτανε καλός άνθρωπος κι είχε και καλή γυναίκα, κι όποιος λάχαινε να περάσει από την καλύβα τους, σαν να ’τανε αδελφός τους, τον περιποιόντανε. Για τούτο κι ο άγιος Βασίλης κόνεψε στο σπίτι τους, και κάθησε μέσα, σα να ’τανε δικό του σπίτι, και βλογηθήκανε τα θεμέλιά του. Κείνη τη νύχτα τον περιμένανε όλες οι πολιτείες και τα χωριά της Οικουμένης, οι αρχόντοι, οι δεσποτάδες κι οι επίσημοι ανθρώποι μα εκείνος δεν πήγε σε κανέναν, παρά πήγε και κόνεψε στο καλύβι του Γιάννη του Βλογημένου.
* * *
Το λοιπόν, σαν σκαρίσανε τα πρόβατα, μπήκε μέσα ο Γιάννης και λέγει στον άγιο: «Γέροντα, έχω χαρά μεγάλη. Θέλω να μας διαβάσεις τα γράμματα τ’ Άη-Βασίλη.
Εγώ είμαι άνθρωπος αγράμματος, μα αγαπώ τα γράμματα της θρησκείας μας. Έχω και μία φυλλάδα από έναν γούμενο αγιονορίτη, κι όποτε τύχει να περάσει κανένας γραμματιζούμενος, τον βάζω και μου διαβάζει από μέσα την φυλλάδα, γιατί δεν έχουμε κοντά μας εκκλησία».
Έπιασε και θαμπόφεγγε κατά το μέρος της ανατολής. Ο άγιος Βασίλης σηκώθηκε και στάθηκε κατά την ανατολή κι έκανε το σταυρό του, ύστερα έσκυψε και πήρε μία φυλλάδα από το ταγάρι του, κι είπε: «Ευλογητός ο Θεός ημών πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».
Κι ο Γιάννης ο Βλογημένος πήγε και στάθηκε από πίσω του, και η γυναίκα βύζαξε το μωρό και πήγε και κείνη και στάθηκε κοντά του, με σταυρωμένα χέρια.
Κι ο άγιος Βασίλης είπε το «Θεός Κύριος» και το απολυτίκιο της Περιτομής «Μορφήν αναλλοιώτως ανθρωπίνην προσέλαβες», δίχως να πει και το δικό του το απολυτίκιο που λέγει «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος σου».
Η φωνή του ήτανε γλυκιά και ταπεινή, κι ο Γιάννης κι η γυναίκα του νοιώθανε μεγάλη κατάνυξη, κι ας μην καταλαβαίνανε τα γράμματα. Και είπε ο άγιος Βασίλης όλον τον Όρθρο και τον Κανόνα της Εορτής: «Δεύτε λαοί άσωμεν άσμα Χριστώ τω Θεώ, χωρίς να πει το δικό του τον Κανόνα, που λέγει «Σου την φωνήν έδει παρείναι, Βασίλειε».
Και ύστερα είπε όλη τη λειτουργία κι έκανε απόλυση και τους βλόγησε. Και σαν καθήσανε στο τραπέζι και φάγανε κι αποφάγανε, έφερε η γυναίκα τη βασιλόπιτα και την έβαλε απάνω στο σοφρά.
Κι ο άγιος Βασίλης πήρε το μαχαίρι και σταύρωσε τη βασιλόπιτα, κι είπε: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος κ έκοψε το πρώτο το κομμάτι κι είπε «του Χριστού» κι ύστερα είπε «της Παναγίας», κι ύστερα είπε «του νοικοκύρη Γιάννη του Βλογημένου».
Του λέγει ο Γιάννης: «Γέροντα, ξέχασες τον άη- Βασίλη!».
Του λέγει ο άγιος: «Ναι, καλά! κι ύστερα λέγει: «Του δούλου του Θεού Βασιλείου». Κι ύστερα λέγει πάλι: «Του νοικοκύρη, «της νοικοκυράς», «του παιδιού», «του παραγυιού», «των ζωντανών», «των φτωχών».
Τότε λέγει στον άγιο ο Γιάννης ο Βλογημένος: «Γέροντα, γιατί δεν έκοψες για την αγιοσύνη σου;
Του λέγει ο άγιος: «Έκοψα, Βλογημένε!» μα, ο Γιάννης δεν κατάλαβε τίποτα, ο μακάριος. Κι ύστερα, σηκώθηκε όρθιος ο άγιος Βασίλειος κι είπε την ευχή του «Κύριε ο Θεός μου, οίδα ότι ουκ ειμί άξιος, ουδέ ικανός, ίνα υπό την στέγην εισέλθεις του οίκου της ψυχής μου».
Κι είπε ο Γιάννης ο Βλογημένος: «Πες μου, γέροντα, που ξέρεις τα γράμματα, σε ποιά παλάτια άραγες πήγε σαν απόψε ο άγιος Βασίλης; οι αρχόντοι κι οι βασιλιάδες τι αμαρτίες να χουνε; Εμείς οι φτωχοί είμαστε αμαρτωλοί, επειδής η φτώχεια μας κάνει να κολαζόμαστε».
Κι ο άγιος Βασίλης δάκρυσε κι είπε πάλι την ευχή, αλλοιώτικα: «Κύριε, ο Θεός μου, οίδα ότι ο δούλος σου Ιωάννης ο απλούς εστίν άξιος και ικανός ίνα υπό την στέγην του εισέλθεις. Ότι νήπιος υπάρχει και τα μυστήριά Σου τοις νηπίοις αποκαλύπτεται».
Και πάλι δεν κατάλαβε τίποτα ο Γιάννης ο μακάριος, ο Γιάννης ο Βλογημένος...
Πηγή: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2010/12/blog-post_715.html#ixzz1iCU51t2f
Πέρασε από λογιών-λογιών πολιτείες κι από κεφαλοχώρια, μα σ’ όποια πόρτα κι αν χτύπησε δεν τ’ ανοίξανε, επειδή τον πήρανε για διακονιάρη. Κι έφευγε πικραμένος, γιατί ο ίδιος δεν είχε ανάγκη από τους ανθρώπους, μα ένοιωθε το πόσο θα πονούσε η καρδιά κανενός φτωχού από την απονιά που του δείξανε κείνοι οι άνθρωποι.
Μια μέρα έφευγε από ένα τέτοιο άσπλαχνο χωριό, και πέρασε από το νεκροταφείο, κι είδε τα κιβούρια πως ήτανε ρημαγμένα, οι ταφόπετρες σπασμένες κι αναποδογυρισμένες, και τα νιόσκαφτα μνήματα ήτανε σκαλισμένα από τα τσακάλια.
Σαν άγιος που ήτανε άκουσε πως μιλούσανε οι πεθαμένοι και λέγανε: «Τον καιρό που είμαστε στον απάνω κόσμο, δουλέψαμε, βασανιστήκαμε, κι αφήσαμε πίσω μας παιδιά κ εγγόνια να μας ανάβουνε κανένα κερί, να μας καίγουνε λίγο λιβάνι μα δεν βλέπουμε τίποτα, μήτε παπά στο κεφάλι μας να μας διαβάσει παραστάσιμο, μήτε κόλλυβα, παρά σαν να μην αφήσαμε πίσω μας κανέναν».
Κι ο άγιος Βασίλης πάλι στενοχωρήθηκε κι είπε: «Τούτοι οι χωριάτες ούτε σε ζωντανό δε δίνουνε βοήθεια, ούτε σε πεθαμένον », και βγήκε από το νεκροταφείο, και περπατούσε ολομόναχος μέσα στα παγωμένα χιόνια..
* * *
Παραμονή της πρωτοχρονιάς έφτασε σε κάτι χωριά που ήτανε τα πιο φτωχά ανάμεσα στα φτωχοχώρια, στα μέρη της Ελλάδας. Ο παγωμένος αγέρας βογκούσε ανάμεσα στα χαμόδεντρα και στα βράχια, ψυχή ζωντανή δεν φαινότανε, νύχτα πίσσα! Είδε μπροστά του μια ραχούλα, κι από κάτω της ήτανε μια στρούγκα τρυπωμένη. Ο άγιος Βασίλης μπήκε στη στάνη και χτύπησε με το ραβδί του την πόρτα της καλύβας και φώναξε: «Ελεήστε με, τον φτωχό, για την ψυχή των αποθαμένων σας κι ο Χριστός μας διακόνεψε σε τούτον τον κόσμο!». Τα σκυλιά ξυπνήσανε και χυθήκανε απάνω του, μα σαν πήγανε κοντά του και τον μυριστήκανε, πιάσανε και κουνούσανε τις ουρές τους και πλαγιάζανε στα ποδάρια του και γρούζανε παρακαλεστικά και χαρούμενα.
Απάνω σ αυτά, άνοιξε η πόρτα και βγήκε ένας τσοπάνης, ως εικοσιπέντε χρονών παλληκάρι, με μαύρα στριφτά γένια, ο Γιάννης ο Μπαρμπάκος, άνθρωπος αθώος κι απελέκητος, προβατάνθρωπος, και πριν να καλοϊδεί ποιός χτύπησε, είπε: «Έλα, έλα μέσα. Καλή μέρα, καλή χρονιά!».
Μέσα στο καλύβι έφεγγε ένα λυχνάρι, κρεμασμένο από πάνω από μία κούνια, που ήτανε δεμένη σε δυο παλούκια. Δίπλα στο τζάκι ήτανε τα στρωσίδια τους και κοιμότανε η γυναίκα του Γιάννη. Αυτός, σαν μπήκε μέσα ο άγιος Βασίλης, κι είδε πως ήτανε γέρος σεβάσμιος, πήρε το χέρι του και το ανεσπάσθηκε κι είπε: «Να χω την ευχή σου, γέροντα», και το ’λεγε σαν να τον γνώριζε κι από πρωτύτερα, σα να ’τανε πατέρας του.
Και κείνος του είπε: «Βλογημένος να σαι, εσύ κι όλο το σπιτικό σου, και τα πρόβατά σου η ειρήνη του Θεού να ναι απάνω σας!». Σηκώθηκε κ η γυναίκα και πήγε και προσκύνησε και κείνη τον γέροντα και φίλησε το χέρι του και τη βλόγησε. Κι ο άγιος Βασίλης ήτανε σαν καλόγερος ζητιάνος, με μια σκούφια παλιά στο κεφάλι του, και τα ράσα του ήτανε τριμμένα και μπαλωμένα και τα τσαρούχια του τρύπια, κι είχε κι ένα παλιοτάγαρο αδειανό. Ο Γιάννης ο Βλογημένος έβαλε ξύλα στο τζάκι. Και παρευθύς, φεγγοβόλησε το καλύβι και φάνηκε σαν παλάτι. Και φανήκανε τα δοκάρια, σα να ’τανε μαλαμοκαπνισμένα, κι οι πητιές που ήτανε κρεμασμένες φανήκανε σαν καντήλια, κι οι καρδάρες και τα τυροβόλια και τ’ άλλα τα σύνεργα που τυροκομούσε ο Γιάννης, γινήκανε σαν ασημένια, και σαν πλουμισμένα με διαμαντόπετρες φανήκανε, και τ’ άλλα, τα φτωχά τα πράγματα που χε μέσα στο καλύβι του ο Γιάννης ο Βλογημένος.
Και τα ξύλα που καιγόντανε στο τζάκι τρίζανε και λαλούσανε σαν τα πουλιά που λαλούνε στον παράδεισο, και βγάζανε κάποια ευωδιά πάντερπνη.
Τον άγιο Βασίλη τον βάλανε κι έκατσε κοντά στη φωτιά κι η γυναίκα του ’θεσε μαξιλάρια να ακουμπήσει. Κι ο γέροντας ξεπέρασε το ταγάρι του από το λαιμό του και το βαλε κοντά του, κι έβγαλε και το παλιόρασό του κι απόμεινε με το ζωστικό του. Κι ο Γιάννης ο Βλογημένος πήγε κι άρμεξε τα πρόβατα μαζί με τον παραγυιό του, κι έβαλε μέσα στην κοφινέδα τα νιογέννητα τ’ αρνιά, κι ύστερα χώρισε τις ετοιμόγεννες προβατίνες και τις κράτησε στο μαντρί, κι ο παραγυιός τα ’βγαλε τ’ άλλα στη βοσκή. Λιγοστά ήτανε τα ζωντανά του, φτωχός ήτανε ο Γιάννης, μα ήτανε Βλογημένος.
Κι είχε μία χαρά μεγάλη, σε κάθε ώρα, μέρα και νύχτα, γιατί ήτανε καλός άνθρωπος κι είχε και καλή γυναίκα, κι όποιος λάχαινε να περάσει από την καλύβα τους, σαν να ’τανε αδελφός τους, τον περιποιόντανε. Για τούτο κι ο άγιος Βασίλης κόνεψε στο σπίτι τους, και κάθησε μέσα, σα να ’τανε δικό του σπίτι, και βλογηθήκανε τα θεμέλιά του. Κείνη τη νύχτα τον περιμένανε όλες οι πολιτείες και τα χωριά της Οικουμένης, οι αρχόντοι, οι δεσποτάδες κι οι επίσημοι ανθρώποι μα εκείνος δεν πήγε σε κανέναν, παρά πήγε και κόνεψε στο καλύβι του Γιάννη του Βλογημένου.
* * *
Το λοιπόν, σαν σκαρίσανε τα πρόβατα, μπήκε μέσα ο Γιάννης και λέγει στον άγιο: «Γέροντα, έχω χαρά μεγάλη. Θέλω να μας διαβάσεις τα γράμματα τ’ Άη-Βασίλη.
Εγώ είμαι άνθρωπος αγράμματος, μα αγαπώ τα γράμματα της θρησκείας μας. Έχω και μία φυλλάδα από έναν γούμενο αγιονορίτη, κι όποτε τύχει να περάσει κανένας γραμματιζούμενος, τον βάζω και μου διαβάζει από μέσα την φυλλάδα, γιατί δεν έχουμε κοντά μας εκκλησία».
Έπιασε και θαμπόφεγγε κατά το μέρος της ανατολής. Ο άγιος Βασίλης σηκώθηκε και στάθηκε κατά την ανατολή κι έκανε το σταυρό του, ύστερα έσκυψε και πήρε μία φυλλάδα από το ταγάρι του, κι είπε: «Ευλογητός ο Θεός ημών πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».
Κι ο Γιάννης ο Βλογημένος πήγε και στάθηκε από πίσω του, και η γυναίκα βύζαξε το μωρό και πήγε και κείνη και στάθηκε κοντά του, με σταυρωμένα χέρια.
Κι ο άγιος Βασίλης είπε το «Θεός Κύριος» και το απολυτίκιο της Περιτομής «Μορφήν αναλλοιώτως ανθρωπίνην προσέλαβες», δίχως να πει και το δικό του το απολυτίκιο που λέγει «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος σου».
Η φωνή του ήτανε γλυκιά και ταπεινή, κι ο Γιάννης κι η γυναίκα του νοιώθανε μεγάλη κατάνυξη, κι ας μην καταλαβαίνανε τα γράμματα. Και είπε ο άγιος Βασίλης όλον τον Όρθρο και τον Κανόνα της Εορτής: «Δεύτε λαοί άσωμεν άσμα Χριστώ τω Θεώ, χωρίς να πει το δικό του τον Κανόνα, που λέγει «Σου την φωνήν έδει παρείναι, Βασίλειε».
Και ύστερα είπε όλη τη λειτουργία κι έκανε απόλυση και τους βλόγησε. Και σαν καθήσανε στο τραπέζι και φάγανε κι αποφάγανε, έφερε η γυναίκα τη βασιλόπιτα και την έβαλε απάνω στο σοφρά.
Κι ο άγιος Βασίλης πήρε το μαχαίρι και σταύρωσε τη βασιλόπιτα, κι είπε: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος κ έκοψε το πρώτο το κομμάτι κι είπε «του Χριστού» κι ύστερα είπε «της Παναγίας», κι ύστερα είπε «του νοικοκύρη Γιάννη του Βλογημένου».
Του λέγει ο Γιάννης: «Γέροντα, ξέχασες τον άη- Βασίλη!».
Του λέγει ο άγιος: «Ναι, καλά! κι ύστερα λέγει: «Του δούλου του Θεού Βασιλείου». Κι ύστερα λέγει πάλι: «Του νοικοκύρη, «της νοικοκυράς», «του παιδιού», «του παραγυιού», «των ζωντανών», «των φτωχών».
Τότε λέγει στον άγιο ο Γιάννης ο Βλογημένος: «Γέροντα, γιατί δεν έκοψες για την αγιοσύνη σου;
Του λέγει ο άγιος: «Έκοψα, Βλογημένε!» μα, ο Γιάννης δεν κατάλαβε τίποτα, ο μακάριος. Κι ύστερα, σηκώθηκε όρθιος ο άγιος Βασίλειος κι είπε την ευχή του «Κύριε ο Θεός μου, οίδα ότι ουκ ειμί άξιος, ουδέ ικανός, ίνα υπό την στέγην εισέλθεις του οίκου της ψυχής μου».
Κι είπε ο Γιάννης ο Βλογημένος: «Πες μου, γέροντα, που ξέρεις τα γράμματα, σε ποιά παλάτια άραγες πήγε σαν απόψε ο άγιος Βασίλης; οι αρχόντοι κι οι βασιλιάδες τι αμαρτίες να χουνε; Εμείς οι φτωχοί είμαστε αμαρτωλοί, επειδής η φτώχεια μας κάνει να κολαζόμαστε».
Κι ο άγιος Βασίλης δάκρυσε κι είπε πάλι την ευχή, αλλοιώτικα: «Κύριε, ο Θεός μου, οίδα ότι ο δούλος σου Ιωάννης ο απλούς εστίν άξιος και ικανός ίνα υπό την στέγην του εισέλθεις. Ότι νήπιος υπάρχει και τα μυστήριά Σου τοις νηπίοις αποκαλύπτεται».
Και πάλι δεν κατάλαβε τίποτα ο Γιάννης ο μακάριος, ο Γιάννης ο Βλογημένος...
Πηγή: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2010/12/blog-post_715.html#ixzz1iCU51t2f
Τρίτη, Δεκεμβρίου 30, 2014
Ένας μοντερνιστής στην εποχή του ακαδημαϊσμού
Ο Ζαν-Λουί-Τεοντόρ Ζερικώ (Jean-Louis-Théodore Gericault, 26 Σεπτεμβρίου 1791 - 26 Ιανουαρίου 1824) υπήρξε καθοριστική μορφή του Γαλλικού Ρομαντισμού. Στη διάρκεια της σύντομης ζωής του, που έληξε με τραγικό τρόπο, κράτησε αποστάσεις από την παράδοση και με την τέχνη του προσπάθησε να ανατρέψει τους κανόνες του Σαλόν και της Ακαδημίας. Ο διασημότερος πίνακάς του, «Η Σχεδία της Μέδουσας», προκάλεσε αμηχανία για τον μοντερνισμό του θέματος και τους αιχμηρούς πολιτικούς υπαινιγμούς του.
Συναρπαζόταν με τα άλογα, τα οποία αποτέλεσαν το συνηθέστερο θέμα του, η σύγκρουση ανάμεσα στον άνθρωπο και στο ζώο αυτό. Εκφράζει δε και τη δική του εσώτερη πάλη, στην προσπάθεια να τιθασεύσει το θυελλώδες ταμπεραμέντο του.
ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΕΔΩ-Λουί-Τεοντόρ Ζερικώ - Βικιπαίδεια
Συναρπαζόταν με τα άλογα, τα οποία αποτέλεσαν το συνηθέστερο θέμα του, η σύγκρουση ανάμεσα στον άνθρωπο και στο ζώο αυτό. Εκφράζει δε και τη δική του εσώτερη πάλη, στην προσπάθεια να τιθασεύσει το θυελλώδες ταμπεραμέντο του.
ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΕΔΩ-Λουί-Τεοντόρ Ζερικώ - Βικιπαίδεια
Να πάψουν να συμπεριφέρονται στα έθνη σαν κακομαθημένα παιδιά
Die Zeit: «Κρίση στο τετράγωνο στην Ελλάδα»
Οι αναταράξεις στην χώρα μας, λένε γερμανοί πολιτικοί, απειλούν και την Ευρώπη
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:tovima.gr, 30/12/14
Σύμφωνα με το Bloomberg οι ηγέτες της ΕΕ θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη το αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ για χαλάρωση των μέτρων, ώστε το πολιτικό δράμα στην Ελλάδα να μην εξελιχθεί σε οικονομική κρίση. Όπως αναφέρει σε άρθρο του το πρακτορείο, αν η Ελλάδα εγκατέλειπε το ενιαίο νόμισμα θα έθετε υπό αμφισβήτηση και τα οικονομικά διαπιστευτήρια και άλλων μελών- χωρών της Ευρωζώνης.
«Με την Ελλάδα να παραμένει σε καθεστώς επιτήρησης η τρόικα θα πρέπει να διαγράψει ένα μεγάλο κομμάτι από το χρέος των 322 δισ. ευρώ της χώρας», σημειώνει το πρακτορείο και προσθέτει πως αν και το κόστος της διαγραφής χρεών θα βαρύνει τους φορολογούμενους της ευρωζώνης, ωστόσο είναι «η καλύτερη εναλλακτική λύση που υπάρχει στον ορίζοντα».
Αλλά και οι Financial Times σημειώνουν πως οι υφεσιακές πολιτικές με τις οποίες η ευρωζώνη επέλεξε να αντιμετωπίσει την κρίση είναι λανθασμένες, κάτι που όπως υποστηρίζει φαίνεται από την πορεία των περιθωριακών κομμάτων ανά την Ευρώπη, αλλά και τη χθεσινή ψηφοφορία που οδήγησε στην «κατάρρευση» της ελληνικής κυβέρνησης.
«Αυτό που πρέπει να αλλάξει είναι ο τρόπος με το οποίο αντιμετωπίζονται τα έθνη σαν κακομαθημένα παιδιά. Ο κόσμος, όχι μόνο στην περιφέρεια, αλλά επίσης στην Ιταλία και τη Γαλλία, τη δεύτερη και την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης και από τα ιδρυτικά κράτη της ΕΕ, έχει απαυδήσει με τις υπαγορεύσεις», αναφέρει η εφημερίδα.
Σύμφωνα με τους FT η αποτυχία της ελληνικής κυβέρνησης να αποτρέψει τις πρόωρες εκλογές είναι η τελευταία απόδειξη ότι απαιτούνται πιο γενναίες πολιτικές αποφάσεις από τους ηγέτες της ευρωζώνης. Στη βάση αυτή σημειώνουν πως το νέο πλαίσιο της ευρωζώνης για την διάσωση των τραπεζών κατέστησε τη διαγραφή κρατικού χρέους ασφαλέστερη.
«Οι Γερμανοί πιστώνονται με ανάπτυξη και απασχόληση, αλλά έφεραν υπο-επένδυση, επισφαλείς θέσεις εργασίας και στασιμότητα μισθών. Εάν το ερώτημα στην Ευρώπη και τις προηγμένες οικονομίες είναι πως θα επιδιώξουν δίκαιη ανάπτυξη σε μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία, τότε η Γερμανία δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι έχει βρει τη λύση», σημειώνει το άρθρο της εφημερίδας, προσθέτοντας πως «η Ευρώπη θα πρέπει να συνεχίσει την ενοποίηση, αλλά μέσα από το αμοιβαίο συμφέρον και όχι λόγω εξαναγκασμού».
Θέλω στις τέσσερις ακριβώς ν' αρχίσει το δείπνο
ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ (110 π.Χ. -35 π.Χ.)
Φιλόδημος ο επικούρειος - Βικιπαίδεια
Κράμβην Αρτεμίδωρος, Αρίσταρχος δε τάριχον,βολβίσκους δ' ημίν δώκεν Αθηναγόρας,
ηπάτιον Φιλόδημος, Απολλοφάνης δε δύο μνας
χοιρείου, και τρεις ήσαν απ' εχθές έτι΄
ωόν και στεφάνους και σάμβαλα και μύρον ημίν
λάμβανε, παι΄δεκάτης ευθύ θέλω παράγειν.
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, 11.35.
***Ο Αρτεμίδωρος μάς έφερε το λάχανο, ο Αρίσταρχος το παστό ψάρι,
ο Αθηναγόρας απ' τη μεριά του έδωσε τα κρεμμυδάκια,
ο Φιλόδημος μια μικρή συκωταριά και ο Απολλοφάνης
χοιρινό αξίας δύο μνων,ξέχωρα αυτό που περίσεψε από χθες
και είναι μπόλικο.
Υπηρέτη, πήγαινε φέρε την κούπα , τα στεφάνια , τις παντόφλες
και τ' αρώματα . Θέλω στις τέσσερις ακριβώς ν' αρχίσει το δείπνο .
Μετάφραση: Gerontakos
Γροθιά στο στομάχι
Λίλια Για Πάντα
Λίλια Για Πάντα, είναι ταινία στο είδος εγκλήματος/δράμα, σουηδικής, δανικής και ρωσικής παραγωγής του 2002. Βικιπαίδεια
Ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας: 23 Αυγούστου 2002
Διάρκεια: 109 λεπτά
Σύνθεση μουσικής: Nathan Larson
Προϋπολογισμός: 322.530 USD
Υποψηφιότητες: Βραβείο Ανεξάρτητου Πνεύματος Καλύτερης ξένης ταινίας, Περισσότερα
"Ο σοφός λαός"
Γιάννης Παντελάκης
Θα μιλήσει ο σοφός λαός...
Πηγή: Protagon.gr, 29/12/14
-
Photo: SOOC
Εκλογές λοιπόν. Το μόνο
σίγουρο, είναι πως με αυτές δεν θα πλήξουμε, για τα υπόλοιπα δεν έχω
ιδέα. Ενδεχομένως να ξέρει καλύτερα ο σοφός λαός. Αυτός που στέλνει στη
Βουλή τον Άδωνι, τον Βορίδη, τον Μελά, τη Ραχήλ, τον Μητρόπουλο, τον
Μιχελογιαννάκη, τη Γιαταγάνα, τον Βουδούρη, τους φασίστες και ένα σωρό
άλλους, για να τον εκπροσωπήσουν.
Αυτός ο λαός για τον οποίο υπάρχει ένα κλισέ που λέει πως «ξέρει και κρίνει», ένα κλισέ που συνοδεύει το άλλο, επίσης χιλιοειπωμένο, που λέει πως «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα».
Υπάρχουν και είναι μεγάλα, λέω εγώ. Αλλά ποιος είμαι εγώ που θα κρίνω αυτή τη λαϊκή σοφία; Εκείνη που έχει οδηγήσει τη χώρα στη σημερινή κατάσταση. Γιατί, κατά την ταπεινή μου άποψη, δεν φταίνε μόνο τα κόμματα που έχουν μετάσχει στην εξουσία, με κάθε τρόπο. Αλλά και εκείνοι που επιβράβευαν τα κόμματα αυτά, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να επαναλάβουν όσα έκαναν.
Ο σοφός λαός που κάνει τις επιλογές του, αλλά κανένας απ' όσους μετέχουν στο πολιτικό παιχνίδι δεν του επισημαίνει ότι έχει ευθύνες γι' αυτές. Αντίθετα, του χαιδεύουν τ' αυτιά, του λένε πως παρασύρθηκε, τον κολακεύουν, του πλέκουν το εγκώμιο. Και αυτό, το κανάκεμα, δεν το έκαναν μόνο πολιτικοί και κόμματα, αλλά και Μέσα ενημέρωσης που αναζητούν σταθερά πελάτες. Άρα η ευθύνη είναι και δική μας, όσων από μικρές ή μεγαλύτερες θέσεις επιρροής κατευθύναμε μυαλά και συνειδήσεις. Αυτός ο σοφός λαός λοιπόν, έχει τη νέα του ευκαιρία στις 25 Ιανουαρίου.
Πριν λίγα χρόνια, όταν άρχιζε αυτή η κρίση ν' απογυμνώνει τη χώρα, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και σε όλα τα επίπεδα, όταν βλέπαμε εικόνες αποκάλυψης (με μεγάλα ποσοστά, για παράδειγμα, να επιλέγουν νεοναζί ως απάντηση στα αδιέξοδα), είχα την εντύπωση πως θα συνειδητοποιούσαμε, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον, πως έχουμε και εμείς ευθύνη για όσα έχουν συμβεί. Πάλι λάθος έκανα. Και φοβάμαι πως θα κάνω πολλά λάθη ακόμα. Ας αφεθώ και εγώ στην κρίση του σοφού λαού...
ένα άρθρο των πρωταγωνιστών
Αυτός ο λαός για τον οποίο υπάρχει ένα κλισέ που λέει πως «ξέρει και κρίνει», ένα κλισέ που συνοδεύει το άλλο, επίσης χιλιοειπωμένο, που λέει πως «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα».
Υπάρχουν και είναι μεγάλα, λέω εγώ. Αλλά ποιος είμαι εγώ που θα κρίνω αυτή τη λαϊκή σοφία; Εκείνη που έχει οδηγήσει τη χώρα στη σημερινή κατάσταση. Γιατί, κατά την ταπεινή μου άποψη, δεν φταίνε μόνο τα κόμματα που έχουν μετάσχει στην εξουσία, με κάθε τρόπο. Αλλά και εκείνοι που επιβράβευαν τα κόμματα αυτά, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να επαναλάβουν όσα έκαναν.
Ο σοφός λαός που κάνει τις επιλογές του, αλλά κανένας απ' όσους μετέχουν στο πολιτικό παιχνίδι δεν του επισημαίνει ότι έχει ευθύνες γι' αυτές. Αντίθετα, του χαιδεύουν τ' αυτιά, του λένε πως παρασύρθηκε, τον κολακεύουν, του πλέκουν το εγκώμιο. Και αυτό, το κανάκεμα, δεν το έκαναν μόνο πολιτικοί και κόμματα, αλλά και Μέσα ενημέρωσης που αναζητούν σταθερά πελάτες. Άρα η ευθύνη είναι και δική μας, όσων από μικρές ή μεγαλύτερες θέσεις επιρροής κατευθύναμε μυαλά και συνειδήσεις. Αυτός ο σοφός λαός λοιπόν, έχει τη νέα του ευκαιρία στις 25 Ιανουαρίου.
Πριν λίγα χρόνια, όταν άρχιζε αυτή η κρίση ν' απογυμνώνει τη χώρα, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και σε όλα τα επίπεδα, όταν βλέπαμε εικόνες αποκάλυψης (με μεγάλα ποσοστά, για παράδειγμα, να επιλέγουν νεοναζί ως απάντηση στα αδιέξοδα), είχα την εντύπωση πως θα συνειδητοποιούσαμε, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον, πως έχουμε και εμείς ευθύνη για όσα έχουν συμβεί. Πάλι λάθος έκανα. Και φοβάμαι πως θα κάνω πολλά λάθη ακόμα. Ας αφεθώ και εγώ στην κρίση του σοφού λαού...
Το πιο σκοτεινό πρόσωπο του τουρκικού εθνικισμού
Τα εγκλήματα του τουρκικού στρατού στην Κύπρο /ή όταν το πολιτικό θάρρος και η πολιτική λεβεντιά έχουν γυναικείο πρόσωπο
Στην τουρκοκυπριακή Βουλή η βουλευτής Ντοούς Ντεριάτόλμησε να αποκαλύψει το πιο σκοτεινό πρόσωπο του εθνικισμούτου δικού της έθνους, όχι του εχθρικού,θέτοντας την ίδια της τη ζωή σε άμεσο κίνδυνο
************************************
Κι ενώ η ελληνική κοινωνία ζει σε ένα απίστευτα νοσηρό κλίμα, με το οποίο αναπαράγεται ένα παρελθόν που όλοι και όλες θα θέλαμε να απασχολεί μόνο τους ιστορικούς, κάποιες άλλες κοινωνίες προσπαθούν να χειραφετηθούν με κόπο από το βαρύ παρελθόν τους. Κι ενώ η ελληνική κοινωνία, στην πιο κρίσιμη φάση της μεταπολιτευτικής της ιστορίας, έχει ένα άθλιο, στην πλειοψηφία του, πολιτικό προσωπικό το οποίο, είτε «διδάσκει» μαγκιά και ματσισμό (π.χ. μυρίζει γυναικεία παλτά), είτε επιβάλλει διά του φόβου την υποταγή, κάπου αλλού κάποιοι πολιτικοί «διδάσκουν» αντίσταση και ξαναμαθαίνουν μια κοινωνία να μη φοβάται. Κάπου αλλού σε κάποιες άλλες κοινωνίες οι γυναίκες πολιτικοί δεν μιμούνται από την ανάποδη τον ματσισμό κάποιων ανδρών συναδέλφων τους, αλλά «πετάνε στη μούρη» του απόλυτα ματσιστή –του στρατού– τα εγκλήματά του. Στην Κύπρο, στην τουρκοκυπριακή Βουλή –ναι, σε αυτή την ψευδοβουλή– μια γυναίκα βουλευτής, με θάρρος, παρρησία και τη λεβεντιά που μόνο οι εν επιγνώσει άνθρωποι έχουν, κατήγγειλε τα εγκλήματα του τουρκικού στρατού κατά την εισβολή του 1974. Κατήγγειλε κυρίως τους βιασμούς σε βάρος των Ελληνοκύπριων γυναικών και έδειξε έτσι ότι πραγματική αντίσταση κάνει ένας άνθρωπος όταν ορθώνει το ανάστημά του απέναντι στα «ιερά και τα όσια του έθνους του».
Η Ντοούς Ντεριά λοιπόν, βουλευτής του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (Αριστερά), είναι η γυναίκα που τόλμησε να μιλήσει ξεκάθαρα εναντίον του απόλυτου συμβόλου του τουρκικού έθνους, εναντίον του «λυτρωτή των Τουρκοκυπρίων», εναντίον του απόλυτου συμβόλου της αρρενωπότητας, του ανδρισμού και της δύναμης του έθνους. Η Ντοούς Ντεριά, μια σταλιά γυναίκα, τόλμησε να αποκαλύψει στους συμπατριώτες/-ισσές της το πιο σκοτεινό πρόσωπο του σεξισμού και του ματσισμού, το πιο σκοτεινό πρόσωπο του εθνικισμού του δικού της έθνους, όχι του άλλου έθνους, του εχθρικού, το πιο σκοτεινό πρόσωπο μιας εισβολής σε μια άλλη χώρα του στρατού του δικού της έθνους, όχι του βολικού άλλου, του εχθρού –των βιασμών λοιπόν του απελευθερωτή στρατού– θέτοντας την ίδια της τη ζωή σε άμεσο κίνδυνο. Γιατί με αυτή την πράξη της η Ντοούς έκανε τον εαυτό της στόχο, και μάλιστα στόχο του ακραία μάτσο εθνικισμού, όπως είναι πάντα αυτός που επιβάλλει με τα όπλα ο στρατός. Τα δημοσιεύματα στις τουρκοκυπριακές και τις τουρκικές εφημερίδες, οι αντιδράσεις εναντίον της, το γεγονός ότι υποχρεώνεται να κρύβεται, το αποδεικνύουν. Η Ντοούς όμως ξέρει ότι μια κοινωνία χειραφετείται, μια κοινωνία τολμά να αναθεωρήσει τη μνήμη της και να ξαναδεί με θάρρος το παρελθόν, επομένως και το μέλλον της, όταν έχει πολιτικούς που θέτουν σε κρίση τα δικά της άκριτα, που ομολογούν τα δικά της ανομολόγητα, που λαλούν τα δικά της αλάλητα. Όχι του αντίπαλου, όχι του εχθρού, αλλά τα δικά της.
Η Ντοούς Ντεριά είναι μια αριστερή πολιτικός που γνωρίζει ότι για να υπάρξει ομοσπονδία στην Κύπρο πρέπει οι πολιτικοί να «αμαρτήσουν», να θέσουν στην πολιτική ατζέντα αυτά που επιβλήθηκαν στην κοινωνία τους (δηλαδή στη δική τους κοινότητα) ως ιερά και όσια. Η Ντοούς Ντεριά είναι επί της πολιτικής ουσίας φεμινίστρια, γιατί γνωρίζει ότι ο φεμινισμός δεν απαντά στον ματσιμό με γελοία και χυδαία υπονοούμενα, αλλά φτιάχνει εναντίον του ξεκάθαρα εννοούμενα, εναντίον κατεξοχήν του φορέα του ματσισμού – του εθνικισμού και του ένοπλου ενσαρκωτή του, του στρατού. Από την ελληνοκυπριακή πλευρά, οι καταγγελίες της Ντοούς έγιναν γενικώς αποδεκτές με την ικανοποίηση αυτού που χαίρεται όταν κάποιος από τις τάξεις του «εχθρού» αποκαλύπτει τα εγκλήματα της άλλης πλευράς. Οι καταγγελίες λοιπόν ικανοποίησαν το αίσθημα αυτοδικαίωσης των Ελληνοκυπρίων, το αίσθημα της δικαίωσης του θύματος που έχει υποστεί τα πάνδεινα από τον εχθρό. Ωστόσο υπήρξαν και κάποιοι πολιτικοί που κατάλαβαν επί της ουσίας την πράξη της Ντοούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η δήλωση του πρώην προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, του Δημήτρη Χριστόφια, ο οποίος τόνισε την ανάγκη αναθεώρησης της μνήμης και των δύο κοινοτήτων. Ξαναμίλησε λοιπόν (είχε μιλήσει και ως υποψήφιος πρόεδρος) για τους τάφους των δολοφονημένων από τους Ελληνοκύπριους Τουρκοκυπρίων, ξαναμίλησε δηλαδή για την ανάγκη να ξαναπιάσει η ελληνοκυπριακή κοινότητα το νήμα της μνήμης της, όχι από το 1974 αλλά από το 1963, και να ξαναδεί μαζί με την τουρκοκυπριακή κοινότητα ότι η κοινή τους μνήμη έχει πολύ εθνικισμό, πολύ ματσισμό, και γι’ αυτό πολύ αίμα. Ο Χριστόφιας γνωρίζει (και τονίζει) ότι ο εθνικισμός είναι προϊόν του ιμπεριαλισμού, ακόμη κι όταν τον πολεμά, και με αυτό δεν αφήνει κανένα περιθώριο ότι η Αριστερά για να είναι αντιιμπεριαλιστική πρέπει να είναι καταρχήν αντιεθνικιστική.
Θα αναρωτηθεί βέβαια κανείς τι νόημα έχει να ασχοληθούμε με την Κύπρο σε μια περίοδο που η δική μας χώρα διανύει μία από τις πιο βαθιές κρίσεις του πολιτικού συστήματός της. Θεωρώ ότι έχει νόημα, ειδικά τώρα. Ειδικά τώρα λοιπόν που ένα μέρος του πολιτικού προσωπικού, όχι μόνο δεν έχει το θάρρος μιας Ντοούς, αλλά αντιθέτως δείχνει όλη την αθλιότητά του. Και δεν μιλώ μόνο για την κυβέρνηση η οποία, προκειμένου να μη χάσει την εξουσία, χρησιμοποιεί τον πιο άθλιο εκφοβισμό (όπως κάποτε τα στελέχη της χρησιμοποιούσαν μια εξίσου άθλια μαγκιά) για να κρατά μια κοινωνία ζαρωμένη και μαραμένη από φόβο (όπως κάποτε την ντοπάριζε με έναν ψεύτικο τσαμπουκά). Μιλώ για όλη αυτή την αθλιότητα των ανεξάρτητων βουλευτών, και όχι μόνο. Είναι θλιβερό μια κοινωνία που καταρρέει να εξαρτάται από κάποιους αξιοθρήνητους πολιτικούς οι οποίοι επιτείνουν με τη στάση τους στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας τη νοσηρότητα του πολιτικού κλίματος. Μιλώ για όλους αυτούς τους πολιτικούς που χωρίς πολιτικό θάρρος και τόλμη αναπαράγουν τον βλακώδη εαυτό τους, που διαπραγματεύονται την πολιτική ανυπαρξία τους, που γίνονται παράγοντες σε μια χώρα που όλη η πολιτική ζωή περνά μέσα από την τηλεόραση και που γίνεται για την τηλεόραση. Στην πιο κρίσιμη ιστορική στιγμή αυτής της κοινωνίας τα πάντα παίζονται στα παλτά και τα αντιπαλτά, στους χρηματισμούς και τις καταγγελίες των χρηματισμών, στις δηλώσεις και τις αντιδηλώσεις κάποιων πολιτικών που μόνο ντροπή προκαλούν. Και όλα αυτά τη στιγμή που αυτή η κοινωνία καταρρέει, τη στιγμή που αυτή η κοινωνία πρέπει να μάθει να αντιστέκεται, τη στιγμή που αυτή η κοινωνία πρέπει με τη διαδικασία του κατεπείγοντος να αναθεωρήσει τη μνήμη της προκειμένου να έχει μέλλον. Τι κρίμα να γίνονται όλα αυτά, όχι σε μια ψευδοβουλή αλλά σε μια Βουλή.
ΧΡΟΝΟΣ 20 (12.2014) |
Ουγγαρέζικο χιούμορ
Για ένα πιάτο πατσά με κρεμμύδια, εθνικό φαγητό των Ουγγαρέζων και όχι μόνο. Μπλιαχ!
Το θέμα όμως δεν είναι το φαγητό αλλά η αφηρημάδα, που οδηγεί σε ευτράπελες καταστάσεις..
Το θέμα όμως δεν είναι το φαγητό αλλά η αφηρημάδα, που οδηγεί σε ευτράπελες καταστάσεις..
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 29, 2014
Αυτοί που μας έσυραν στην άβυσσο
Ολομέλεια για κλάματα και αυτοί που αποφάσισαν την πρόωρη
προσφυγή στις κάλπες
«Ω Αρετή! Πολύτιμος
θεά, μην παραιτήσεις σήμερον την πατρικήν μου γη...»
Από τον ΧΡΗΣΤΟ
ΧΩΜΕΝΙΔΗ
Πηγή: Lifo.gr, 29/12/14
Καθ' έξιν καβγατζήδες
των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών πάνελ. Καλλιτέχνες που έχουν να κομίσουν το
οτιδήποτε στην τέχνη τους πολλά χρόνια, δεκαετίες ίσως, αξιοποιούν ωστόσο
επιδέξια την όποια τους αναγνωρισιμότητα. Επαγγελματικά κομματικά στελέχη και
επαγγελματίες συνδικαλιστές, απόντες από τη δουλειά τους από όταν σχεδόν
διορίστηκαν στο ευρύτερο δημόσιο και εξελέγησαν εκπρόσωποι των συναδέλφων τους.
Άνθρωποι οι οποίοι βρέθηκαν στο κοινοβούλιο με ελάχιστες ψήφους συμπολιτών τους
μόνο και μόνο επειδή εντάχθηκαν την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο ψηφοδέλτιο.
Άνθρωποι των οποίων το μέγα ταλέντο είναι να σταδιοδρομούν εντασσόμενοι μια
ολόκληρη ζωή στο σωστό ψηφοδέλτιο. Να συνάπτουν τις κατάλληλες συμμαχίες, να
φτύνουν εκεί όπου έγλειφαν και να γλείφουν εκεί όπου έφτυναν, πάντοτε με ένα
χειροπιαστό αντάλλαγμα. Ο αντίπαλος επίσης του «στρατηγού ανέμου» και ειδικός
περί τις γράνες Βύρων Πολύδωρας. Ο επαγγελματίας αδελφός του ήρωα, Στάθης
Παναγούλης. Ο περί τα πάντα τυρβάζων Μίμης Ανδρουλάκης...
Όλοι οι παραπάνω,
αντάμα με μια ντουζίνα υποκοσμιακούς τύπους, απολύτως αντίστοιχους με τα
λούμπεν στοιχεία της προπολεμικής Γερμανίας που εντάσσονταν αθρόα στα Ες Ες,
αποφάσισαν στο όνομα του ελληνικού λαού την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
Άνθρωποι των οποίων το μέγα ταλέντο είναι να σταδιοδρομούν εντασσόμενοι μια
ολόκληρη ζωή στο σωστό ψηφοδέλτιο. Να συνάπτουν τις κατάλληλες συμμαχίες, να
φτύνουν εκεί όπου έγλειφαν και να γλείφουν εκεί όπου έφτυναν, πάντοτε με ένα
χειροπιαστό αντάλλαγμα.
Εάν τους έβλεπες εν ολομελεία, θα σε έπιαναν τα
κλάματα. Κυρίως με την αλλαζονική τους ελαφρότητα. Με την ευκολία που
προτάσσουν το ατομικό τους συμφέρον, την πάση θυσία επαγγελματική τους –οι
ανεπάγγελτοι!- επιβίωση. Όπως, βεβαίως, και πλείστοι άλλοι, οι οποίοι ψήφισαν
Σταύρο Δήμα...
Για να επιστρέψουμε από την κοινωνική ανθρωπολογία στην
πολιτική, το παιχνίδι εξελίχθηκε κάπως έτσι: Στριμωγμένοι από τους δανειστές
έπειτα από την αξιοδάκρυτη έξοδο στις αγορές το φθινόπωρο, πιεζόμενοι να λάβουν
και πρόσθετα μέτρα, οι συγκυβερνώντες αποφάσισαν να ρίξουν ζαριά. Να
επισπεύσουν τη διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας. Το σκεπτικό τους
στάθηκε ευανάγνωστο και λογικό. Σε περίπτωση που θα συγκέντρωναν τις εκατόν
ογδόντα ψήφους, ο συνασπισμός Νέας Δημοκρατίας-Πασόκ θα έπαιρνε μια δεκαεξάμηνη
ανάσα ζωής – σε δεκαέξι μήνες ποιος ζει, ποιος πεθαίνει; Σε περίπτωση που θα
αποτύγχαναν, θα είχαν βγάλει από τους ώμους τους το άχθος των καινούργιων
μέτρων και την ευθύνη για την τελική διαπραγμάτευση με την Τρόικα.
Ο Σύριζα,
που επί πέντε τώρα χρόνια τάζει λαγούς με πετραχείλια, είτε θα έχανε τις
πρόωρες εκλογές, τις οποίες ο ίδιος θα είχε προκαλέσει, είτε θα τις κέρδιζε και
θα ερχόταν επιτέλους αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Με τα ξεροκέφαλα –όπως
τα αποκαλούσε ο Λένιν- γεγονότα. Ο Σύριζα αποδέχθηκε την πρόκληση. Με την
αυτοπεποίθηση εκείνου που πιστεύει ότι σε κάθε περίπτωση μπορεί να τα καταφέρει
καλύτερα από τους προκατόχους του. Ή με την ανασφάλεια αυτού που φοβάται πως
εάν χάσει την ευκαιρία, δεν θα την ξαναβρεί. Η λογική έλεγε πως ο χρόνος
δούλευε υπέρ του. Ότι όσο καθυστερούσαν να στηθούν οι κάλπες, τόσο η νίκη του
διασφαλιζόταν.
Ποιος όμως διατηρεί την ψυχραιμία του, κρατάει ψυχρή την κεφαλή
του, όταν το κορίτσι των ονείρων του –η εξουσία εν προκειμένω- του κλείνει το
μάτι; Σήμερα άνοιξαν μπροστά στα μάτια των Ελλήνων όλα τα ενδεχόμενα. Εάν πιστέψουν
στην ελπίδα, στον ισχυρισμό πως μια άλλη κατάσταση για τις ζωές και για τα
πορτοφόλια τους είναι εφικτή, τότε θα εκλέξουν τον Σύριζα. Εάν κυριαρχήσει
εντός τους ο φόβος -το κάλλιο πέντε, κάλλιο δύο, κάλλιο ένα έστω και στο χέρι-
θα πυκνώσουν έστω και την ύστατη στιγμή τις γραμμές της Νέας Δημοκρατίας.
Το
αρνητικότερο ενδεχόμενο είναι -μέσα στην πόλωση που μας μέλλεται προεκλογικά- ο
μεσαίος χώρος, η Κεντροαριστερά, να συρρικνωθεί μέχρι το μη παρέκει. Δεν το
γράφω αυτό εκφράζοντας προσωπική πολιτική προτίμηση. Τρέμοντας το γράφω, στην
πιθανότητα να μην μπορεί το κόμμα που θα πρωτεύσει στις εκλογές της 25ης
Ιανουαρίου να βρει συμμάχους για να σχηματίσει κυβέρνηση. Και να οδηγηθούμε για
δεύτερη φορά στις κάλπες, υπό συνθήκες κρισιμότερες κι από του 2012. Ενώ το
χρηματιστήριο θα έχει εντελώς κλατάρει, το αποτέλεσμα των θυσιών μιας
πενταετίας θα έχει εξανεμιστεί και οι Ευρωπαίοι μάλλον δεν θα σπεύδουν να
στέλνουν αεροπλάνα με ευρώ για να ανεφοδιασθούν τα ΑΤΜ...
Αποχωρώντας από την
Βουλή, περπάτησα μέχρι το Σύνταγμα. Έξω από το υπουργείο Οικονομικών αντίκρισα
τις περίφημες απολυμένες καθαρίστριες να πανηγυρίζουν κατενθουσιασμένες την
πτώση της κυβέρνησης. Να νιώθουν Πασιονάριες υπό το βλέμμα του Τσε Γκεβάρα. Να
πιστεύουν προφανώς πως η λαϊκή κυβέρνηση του Σύριζα θα σπεύσει να τις
ξαναπροσλάβει με τους ίδιους μισθούς - γιατί όχι και να τους επιστρέψει με τόκο
όσα έχασαν αφότου απολύθηκαν; Τις είδα να χλευάζουν τους αστυνομικούς, να τους
αποκαλούν σκουλήκια που τα κουίσλινγκ αφεντικά τους θα τα εγκαταλείψουν στην
πάνδημη οργή. «Έρχονται κρεμάλες!» απείλησε μια τους. Μου ήρθε τότε στο νου
ένας στίχος του Ανδρέα Κάλβου: «Δυστυχισμένα πλάσματα της πιο δυστυχισμένης
φύσεως, τελειώνομεν ένα θρήνον και εις αλλον πέφτομεν πάλιν...»
Κι αμέσως μετά
προσευχήθηκα με τα λόγια του ίδιου του Κάλβου: «Ω Αρετή! Πολύτιμος θεά, μην
παραιτήσεις σήμερον την πατρικήν μου γη...»
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Cristina Branco - Festival de jazz de Leverkusen 2024 - ARTE Concert
Φάντο(Βικιπαίδεια) Η Cristina Branco δεν αυτοπροσδιορίζεται ως κλασική fadista, αλλά μάλλον ως "cantora de fado", με άλλα λόγια, μ...
-
Κι ήτανε τα στήθια σου άσπρα σαν τα γάλατα Γιώργος Σαραντάκος "Γαργάλατα", 50 χρόνια μετά Λέγοντας Αποστασία ή Ιουλιανά εν...
-
Η ΑΘΗΝΑ ΤΟΥ ΑΛΛΟΤΕ Θερμές ευχαριστίες στον Κώστα Μ. που εντόπισε τις φωτογραφίες στο sch.gr και μου τις έστειλε... 1.ΚΥΨΕΛΗ...
-
῎ ΜΙΑ ΧΡΥΣΗ ΜΑΘΗΣΙΑΚΗ ΑΡΧΗ, ΠΟΥ ΑΓΝΟΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΧΩΤΙΚΟΥΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΗΛΙΘΙΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Ηδη δέ τινας ἐγὼ εἶδο...