[Photo: Οι Φίλοι των Αστέγων του Πεδίου Άρεως μοιράζουν φαγητό σε άστεγους]
Βάλετε , παρακαλώ, στη θέση των δύστυχων αρχαίων Πλαταιέων,
που ξεριζώθηκαν από τον τόπο τους και έχασαν τα πάντα,
πάμπολλους από τους σύγχρονους Έλληνες, που ανατράπηκε
μέσα σε δύο χρόνια η ζωή τους και έχασαν το βιος τους ή
αναγκάστηκαν να εκπατριστούν για να επιβιώσουν.
Θα διαπιστώσετε στο απόσπασμα που αναρτούμε πόσο
επίκαιρος είναι ο αρχαίος λόγος, αφού αναφέρεται σε κοινά
βιώματα που δοκιμάζουν οι άνθρωποι σε διαφορετικές εποχές,
βιώματα που δοκιμάζουν οι άνθρωποι σε διαφορετικές εποχές,
έστω κι αν οι ιστορικές συνθήκες που τα γέννησαν ήταν διαφορετικές
[46] τίνας γὰρ ἂν ἡμῶν εὕροι τις δυστυχεστέρους, οἵτινες καὶ
πόλεως καὶ χώρας καὶ χρημάτων ἐν μιᾷ στερηθέντες ἡμέρᾳ,
πάντων τῶν ἀναγκαίων ὁμοίως ἐνδεεῖς ὄντες ἀλῆται καὶ
πτωχοὶ καθέσταμεν, ἀποροῦντες ὅποι τραπώμεθα, καὶ
πάσας τὰς οἰκήσεις δυσχεραίνοντες. ἤν τε γὰρ δυστυχοῦ-
ντας καταλάβωμεν, ἀλγοῦμεν ἀναγκαζόμενοι πρὸς τοῖς
οἰκείοις κακοῖς καὶ τῶν ἀλλοτρίων κοινωνεῖν· [47] ἤν θ’ ὡς
εὖ πράττοντας ἔλθωμεν, ἔτι χαλεπώτερον ἔχομεν, οὐ ταῖς
ἐ κείνων φθονοῦντες εὐπορίαις, ἀλλὰ μᾶλλον ἐν τοῖς τῶν
πέλας ἀγαθοῖς τὰς ἡμετέρας αὐτῶν συμφορὰς καθορῶντες,
ἐ φ’ αἷς ἡμεῖς οὐδεμίαν ἡμέραν ἀδακρυτὶ διάγομεν ἀλλὰ πεν-
θοῦντες τὴν πατρίδα καὶ θρηνοῦντες τὴν μεταβολὴν τὴν
γεγενημένην ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν. [48] τίνα
γὰρ ἡμᾶς οἴεσθε γνώμην ἔχειν ὁρῶντας καὶ τοὺς γονέας
αὑτῶν ἀναξίως γηροτροφουμένους καὶ τοὺς παῖδας οὐκ
ἐ πὶ ταῖς ἐλπίσιν αἷς ἐποιησάμεθα παιδευομένους, ἀλλὰ
πολλοὺς μὲν μικρῶν ἕνεκα συμβολαίων δουλεύοντας, ἄλ-
λους δ’ ἐπὶ θητείαν ἰόντας, τοὺς δ’ ὅπως ἕκαστοι δύνανται
τὰ καθ’ ἡμέραν ποριζομένους, ἀπρεπῶς καὶ τοῖς τῶν προγό-
νων ἔργοις καὶ ταῖς αὑτῶν ἡλικίαις καὶ τοῖς φρονήμασιν
τοῖς ἡμετέροις; [
πόλεως καὶ χώρας καὶ χρημάτων ἐν μιᾷ στερηθέντες ἡμέρᾳ,
πάντων τῶν ἀναγκαίων ὁμοίως ἐνδεεῖς ὄντες ἀλῆται καὶ
πτωχοὶ καθέσταμεν, ἀποροῦντες ὅποι τραπώμεθα, καὶ
πάσας τὰς οἰκήσεις δυσχεραίνοντες. ἤν τε γὰρ δυστυχοῦ-
ντας καταλάβωμεν, ἀλγοῦμεν ἀναγκαζόμενοι πρὸς τοῖς
οἰκείοις κακοῖς καὶ τῶν ἀλλοτρίων κοινωνεῖν· [47] ἤν θ’ ὡς
εὖ πράττοντας ἔλθωμεν, ἔτι χαλεπώτερον ἔχομεν, οὐ ταῖς
ἐ κείνων φθονοῦντες εὐπορίαις, ἀλλὰ μᾶλλον ἐν τοῖς τῶν
πέλας ἀγαθοῖς τὰς ἡμετέρας αὐτῶν συμφορὰς καθορῶντες,
ἐ φ’ αἷς ἡμεῖς οὐδεμίαν ἡμέραν ἀδακρυτὶ διάγομεν ἀλλὰ πεν-
θοῦντες τὴν πατρίδα καὶ θρηνοῦντες τὴν μεταβολὴν τὴν
γεγενημένην ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν. [48] τίνα
γὰρ ἡμᾶς οἴεσθε γνώμην ἔχειν ὁρῶντας καὶ τοὺς γονέας
αὑτῶν ἀναξίως γηροτροφουμένους καὶ τοὺς παῖδας οὐκ
ἐ πὶ ταῖς ἐλπίσιν αἷς ἐποιησάμεθα παιδευομένους, ἀλλὰ
πολλοὺς μὲν μικρῶν ἕνεκα συμβολαίων δουλεύοντας, ἄλ-
λους δ’ ἐπὶ θητείαν ἰόντας, τοὺς δ’ ὅπως ἕκαστοι δύνανται
τὰ καθ’ ἡμέραν ποριζομένους, ἀπρεπῶς καὶ τοῖς τῶν προγό-
νων ἔργοις καὶ ταῖς αὑτῶν ἡλικίαις καὶ τοῖς φρονήμασιν
τοῖς ἡμετέροις; [
[47] ἤν θ’ ὡς εὖ πράττοντας ἔλθωμεν, ἔτι χαλεπώτερον ἔχομεν,
οὐ ταῖς ἐκείνων φθονοῦντες εὐπορίαις, ἀλλὰ μᾶλλον ἐν τοῖς τῶν
πέλας ἀγαθοῖς τὰς ἡμετέρας αὐτῶν συμφορὰς καθορῶντες,
ἐφ’ αἷς ἡμεῖς οὐδεμίαν ἡμέραν ἀδακρυτὶ διάγομεν ἀλλὰ πεν-
θοῦντες τὴν πατρίδα καὶ θρηνοῦντες τὴν μεταβολὴν τὴν
γεγενημένην ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν. [48] τίνα
γὰρ ἡμᾶς οἴεσθε γνώμην ἔχειν ὁρῶντας καὶ τοὺς γονέας
αὑτῶν ἀναξίως γηροτροφουμένους καὶ τοὺς παῖδας οὐκ
ἐπὶ ταῖς ἐλπίσιν αἷς ἐποιησάμεθα παιδευομένους, ἀλλὰ
πολλοὺς μὲν μικρῶν ἕνεκα συμβολαίων δουλεύοντας, ἄλ-
λους δ’ ἐπὶ θητείαν ἰόντας, τοὺς δ’ ὅπως ἕκαστοι δύνανται
τὰ καθ’ ἡμέραν ποριζομένους, ἀπρεπῶς καὶ τοῖς τῶν προγό-
νων ἔργοις καὶ ταῖς αὑτῶν ἡλικίαις καὶ τοῖς φρονήμασιν
τοῖς ἡμετέροις; [49] ὃ δὲ πάντων ἄλγιστον, ὅταν τις ἴδῃ
χωριζομένους ἀπ’ ἀλλήλων μὴ μόνον πολίτας ἀπὸ πολι-
τῶν, ἀλλὰ καὶ γυναῖκας ἀπ’ ἀνδρῶν καὶ θυγατέρας ἀπὸ
μητέρων καὶ πᾶσαν τὴν συγγένειαν διαλυομένην, ὃ πολ-
λοῖς τῶν ἡμετέρων πολιτῶν διὰ τὴν ἀπορίαν συμβέβηκεν·
ὁ γὰρ κοινὸς βίος ἀπολωλὼς ἰδίας τὰς ἐλπίδας ἕκαστον
ἡμῶν ἔχειν πεποίηκεν. [50] οἶμαι δ’ ὑμᾶς οὐδὲ τὰς ἄλλας
αἰσχύνας ἀγνοεῖν τὰς διὰ πενίαν καὶ φυγὴν γιγνομένας,
ἃς ἡμεῖς τῇ μὲν διανοίᾳ χαλεπώτερον τῶν ἄλλων φέρομεν,
τῷ δὲ λόγῳ παραλείπομεν, αἰσχυνόμενοι λίαν ἀκριβῶς τὰς
ἡμετέρας αὐτῶν ἀτυχίας ἐξετάζειν.
πέλας ἀγαθοῖς τὰς ἡμετέρας αὐτῶν συμφορὰς καθορῶντες,
ἐφ’ αἷς ἡμεῖς οὐδεμίαν ἡμέραν ἀδακρυτὶ διάγομεν ἀλλὰ πεν-
θοῦντες τὴν πατρίδα καὶ θρηνοῦντες τὴν μεταβολὴν τὴν
γεγενημένην ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν. [48] τίνα
γὰρ ἡμᾶς οἴεσθε γνώμην ἔχειν ὁρῶντας καὶ τοὺς γονέας
αὑτῶν ἀναξίως γηροτροφουμένους καὶ τοὺς παῖδας οὐκ
ἐπὶ ταῖς ἐλπίσιν αἷς ἐποιησάμεθα παιδευομένους, ἀλλὰ
πολλοὺς μὲν μικρῶν ἕνεκα συμβολαίων δουλεύοντας, ἄλ-
λους δ’ ἐπὶ θητείαν ἰόντας, τοὺς δ’ ὅπως ἕκαστοι δύνανται
τὰ καθ’ ἡμέραν ποριζομένους, ἀπρεπῶς καὶ τοῖς τῶν προγό-
νων ἔργοις καὶ ταῖς αὑτῶν ἡλικίαις καὶ τοῖς φρονήμασιν
τοῖς ἡμετέροις; [49] ὃ δὲ πάντων ἄλγιστον, ὅταν τις ἴδῃ
χωριζομένους ἀπ’ ἀλλήλων μὴ μόνον πολίτας ἀπὸ πολι-
τῶν, ἀλλὰ καὶ γυναῖκας ἀπ’ ἀνδρῶν καὶ θυγατέρας ἀπὸ
μητέρων καὶ πᾶσαν τὴν συγγένειαν διαλυομένην, ὃ πολ-
λοῖς τῶν ἡμετέρων πολιτῶν διὰ τὴν ἀπορίαν συμβέβηκεν·
ὁ γὰρ κοινὸς βίος ἀπολωλὼς ἰδίας τὰς ἐλπίδας ἕκαστον
ἡμῶν ἔχειν πεποίηκεν. [50] οἶμαι δ’ ὑμᾶς οὐδὲ τὰς ἄλλας
αἰσχύνας ἀγνοεῖν τὰς διὰ πενίαν καὶ φυγὴν γιγνομένας,
ἃς ἡμεῖς τῇ μὲν διανοίᾳ χαλεπώτερον τῶν ἄλλων φέρομεν,
τῷ δὲ λόγῳ παραλείπομεν, αἰσχυνόμενοι λίαν ἀκριβῶς τὰς
ἡμετέρας αὐτῶν ἀτυχίας ἐξετάζειν.
Ισοκράτους , Πλαταϊκός,
ΟΠΟΥ ΑΝΕΣΤΙΟΙ ΚΑΙ ΠΕΝΗΤΕΣ ,
ΕΚΕΙ ΚΙ Η ΜΟΙΡΑ ΤΟΥΣ ...
ΕΚΕΙ ΚΙ Η ΜΟΙΡΑ ΤΟΥΣ ...
Υπάρχει κανείς πιο δυστυχισμένος από εμάς, από μας που χάσαμε μέσα σε μια μέρα και την πόλη και τη χώρα και την περιουσία μας, στερηθήκαμε επίσης όλα τα βασικά για την επιβίωσή μας και έχουμε καταντήσει να περιπλανιώμαστε και να ζητιανεύουμε, χωρίς να γνωρίζουμε πού να καταφύγουμε και νιώθοντας πίκρα σε κάθε τόπο διαμονής μας; Γιατί αν βρίσκουμε (ανθρώπους) δυστυχισμένους, πονούμε κι εμείς , αφού αναγκαζόμαστε εκτός από τις δικές μας δυστυχίες να συμμεριζόμαστε και τις ξένες΄αν πάλι έρθουμε σε ευτυχισμένους, η πίκρα μας είναι μεγαλύτερη, όχι επειδή ζηλεύουμε την ευτυχία τους, αλλά επειδή στα αγαθά των συνανθρώπων μας διακρίνουμε καθαρότερα τις δικές μας συμφορές. Αυτές είναι που μας κάνουν να μην περνούμε ούτε μία μέρα χωρίς δάκρυα, αλλά πενθούμε ακατάπαυστα για την πατρίδα μας και θρηνούμε για τη μεταστροφή της τύχης στη ζωή μας.
Τι νομίζετε πως νιώθουμε, όταν βλέπουμε να περνούν δυστυχισμένα γηρατειά, και τα παιδιά μας να μεγαλώνουν διαψεύδοντας τις ελπίδες που κάναμε κάποτε γι΄αυτά και να γίνονται δούλοι εξ αιτίας μικροδανείων ή να πηγαίνουν υπηρέτες, κι άλλα πάλι να βγάζουν το καθημερινό τους ψωμί όπως μπορούν, με τρόπο δηλαδή απαράδεκτο και για τα έργα των προγόνων τους και για την ηλικία τους αλλά και για την αξιοπρέπειά μας ; Αυτό όμως που είναι πραγματικά ανυπόφορο είναι το να βλέπει κανείς να χωρίζονται όχι μόνο πολίτες από τους συμπολίτες τους , αλλά και γυναίκες απ' τους άνδρες τους και κορίτσια απ' τις μητέρες τους, και να διαλύονται όλοι οι συγγενικοί δεσμοί, όπως συνέβη σε πολλούς απ' τους συμπολίτες μας λόγω της δυστυχίας (που μας βρήκε). Χάθηκε πια η κοινή ζωή (που μας ένωνε) και τώρα καθένας μοναχά στον εαυτό του στηρίζει τις ελπίδες του. Νομίζω ότι δε σας διαφεύγουν και οι άλλες ταπεινώσεις που συνδέονται με τη φτώχεια και την εξορία, αισθήματα ταπείνωσης που για μας μετρούν βαρύτερα απ΄ό,τι τα νιώθουν οι άλλοι, αλλά αποφεύγουμε να τα αναφέρουμε στις συζητήσεις μας, γιατί ντρεπόμαστε να εκθέτουμε αναλυτικά τις ατυχίες μας .
[Μετάφραση: Gerontakos]
[Μετάφραση: Gerontakos]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου