January 30, 1801.
[...........]I have passed all my days in London, until I have formed as many and intense local attachments as any of you mountaineers can have done with dead nature. The lighted shops of the Strand and Fleet Street; the innumerable trades, tradesmen, and customers; coaches, wagons, playhouses; all the bustle and wickedness round about Covent Garden; the very women of the town; the watchmen, drunken scenes, rattles; life awake, if you awake, at all hours of the night; the impossibility of being dull in Fleet Street; the crowds, the very dirt and mud, the sun shining upon houses and pavements; the print-shops, the old-book stalls, parsons cheapening books; coffee-houses, steams of soups from kitchens; the pantomimes, London itself a pantomime and a masquerade,—all these things work themselves into my mind, and feed me without a power of satiating me. The wonder of these sights impels me into night-walks about her crowded streets, and I often shed tears in the motley Strand from fulness of joy at so much life. All these emotions must be strange to you; so are your rural emotions to me. But consider what must I have been doing all my life, not to have lent great portions of my heart with usury to such scenes?
My attachments are all local, purely local,—I have no passion (or have had none since I was in love, and then it was the spurious engendering of poetry and books) to groves and valleys. The rooms where I was bom, the furniture which has been before my eyes all my life, a bookcase which has followed me about like a faithful dog (only exceeding him in knowledge), wherever I have moved; old chairs, old tables; streets, squares, where I have sunned myself; my old school,—these are my mistresses. Have I not enough without your mountains? [......]
Charles Lamb* (1775-1834),
English poet and essayist wrote Essays of Elia (1823) and The Last Essays of Elia (1833) which include such titles as "The Two Races of Men", "Mrs. Battle's Opinions on Whist", "My First Play", "Sanity of True Genius", "Confessions of a Drunkard", and "A Bachelor's Complaint of the Behaviour of Married People".
**********************
ΠΡΟΣ ΤΟΝ (ΟΥΙΛΛΙΑΜ) ΟΥΟΡΤΣΓΟΥΟΡΘ
30 Ιανουαρίου 1801
[............]
Πέρασα όλες μου τις μέρες στο Λονδίνο, όπου έκανα τόσους πολλούς και γερούς δεσμούς με τον τόπο, όσους εσείς οι βουνήσιοι δημιουργήσατε με τη νεκρή φύση. Τα φωτισμένα μαγαζιά του Στραντ και της Φλίστριτ- τ΄αναρίθμητα επαγγέλματα, οι έμποροι κι οι πελάτες, τα αμάξια, τα καροτσάκια, τα θέατρα- όλος ο θόρυβος, η αισχρότητα γύρω από το Κόνβεν Γκάρντεν- οι γυναίκες της πόλης- οι νυχτοφύλακες, σκηνές μεθυσμένων, φασαρίες-ζωή ξύπνια, αν εσύ είσαι ξύπνιος, όλες τις ώρες. Είναι αδύνατο να πλήξεις στη Φλίτστριτ. Τα πλήθη, ακόμα και η βρόμα και η λάσπη, ο ήλιος που λάμπει πάνω στα σπίτια και στα πεζοδρόμια, τα τυπογραφεία, οι πάγκοι των παλαιών βιβλιοπωλείων, οι παπάδες που παζαρεύουν βιβλία, τα καφενεία, οι αχνοί της σούπας από τις κουζίνες, οι παντομίμες- και το ίδιο το Λονδίνο παντομίμα είναι και καρναβάλι- όλα αυτά μπαίνουν μέσα στο μυαλό μου και με τρέφουν χωρίς να μπορούν να με χορτάσουν. Το θαύμα αυτών των θεαμάτων με σέρνει σε νυχτερινούς περιπάτους μέσα στους συνωστισμένους δρόμους του Σίτι και συχνά χύνω δάκρυα στο πολύχρωμο Στραντ από τον πλούτο της χαράς που ξεχειλίζει από την τόσο εντατική ζωή. Όλες αυτές οι συγκινήσεις πρέπει να είναι παράξενες για σας. Το ίδιο είναι για μένα οι αγροτικές σας συγκινήσεις [......]
Οι δεσμοί μου είναι όλοι τοπικοί, καθαρώς τοπικοί. Δε νιώθω κανένα πάθος (ή δεν αισθάνθηκα κανένα από τον καιρό που ήμουν ερωτευμένος και τότε ήταν νόθο γέννημα της ποίησης και των βιβλίων) για δάση και κοιλάδες. Το διαμέρισμα όπου γεννήθηκα, τα έπιπλα που είχα μπρος στα μάτια μου σ΄όλη μου τη ζωή, μια βιβλιοθηκούλα που με ακολούθησε παντού όπου κι αν πήγα, σαν πιστός σκύλος (τον ξεπερνάει μονάχα στις γνώσεις), παλιές καρέκλες , παλιά τραπέζια, δρόμοι, πλατείες που λιάστηκα, το παλιό μου σχολείο- να οι αρχόντισσές μου! Δεν έχω αρκετά χωρίς τα βουνά σας;"
*Μαθητής του Κόλεριτζ, ο Κάρολος Λαμ υπήρξε μία από τις
τραγικότερες φυσιογνωμίες των αγγλικών γραμμάτων.
Έχοντας γράψει ήδη αρκετά ποιήματα, εκδήλωσε στα είκοσί του
χρόνια συμπτώματα ψυχασθένειας, την οποία κατάφερε με σκληρή
προπάθεια να ξεπεράσει. Στο χρόνο όμως επάνω τρελάθηκε κι αδελφή του
Μαρία, που σ΄ένα παροξυσμό της τρέλας σκότωσε τη μητέρα τους και κλείστηκε
σε άσυλο φρενοβλαβών.
Ο Λαμ δεν το έβαλε κάτω: γιατρεύτηκε , ρίχτηκε στη βιοπάλη, φροντίζοντας
τον ανάπηρο πατέρα τους, και κατάφερε να βγάλει από το φρενοκομείο την
αδελφή του, την οποία πήρε στο σπίτι του. Στα φωτεινά της διαλείμματα
έγραψαν μαζί τα "Διηγήματα από τον Σέξπιρ", αθάνατο μνημείο αδελφικής
αγάπης και ανείπωτης οικογενειακής τραγωδίας.Μόλις η αδελφή του εκδήλωνε σημάδια υποτροπής, ο Λαμ την οδηγούσε
ο ίδιος στο άσυλο , πράγμα που αναγκάστηκε να κάνει πάμπολλες φορές.
Πέρασε τη ζωή του χωρίς να κάνει ο ίδιος οικογένεια , αν και το επιθυμούσε
διακαώς, σε αντιστάθμισμα όμως εύρισκε παρηγοριά στα βιβλία, τη συγγραφή
και τους πολυάριθμους πνευματικούς φίλους.
Τα θαυμάσια δοκίμιά του με τον τίτλο "Τα δοκίμια του Ηλία", αποτελούν
μοναδικά ντοκουμέντα αποτύπωσης της αστικής ζωής στα χρόνια της
ανερχόμενης βιομηχανικής επανάστασης στην Αγγλία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου