Ας τους φωτίσουν ο Μαρξ και ο Ενγκελς!
«Ζούμε σε έναν άλλο κόσμο απ’ αυτόν που σκεπτόμαστε…»,
γράφει επιγραμματικά ο Ούλριχ Μπεκ στο βιβλίο του «Η επινόηση του
Πολιτικού». Πρόκειται για διαπίστωση που χωρίς αμφιβολία απεικονίζει
στον υπέρτατο βαθμό τη διάσταση των νοητικών αντιλήψεων του παρελθόντος,
που ακόμη υπερισχύουν στη χώρα μας, έναντι της σημερινής
πραγματικότητας. Προσδοκία λύτρωσης πάντα με παρέμβαση τρίτων, ενδόμυχη
προσδοκία για αναπαραγωγή των πελατειακών σχέσεων, λαϊκισμός με
αποκορύφωμα τη «σαπουνόπερα» στη Βουλή με πρωταγωνίστριες την πρόεδρο
και τις καθαρίστριες του ΥΠΟΙΚ, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες του
ιδιωτικού τομέα βιώνουν τον εφιάλτη της ανεργίας, κρατικός
ψευτοσυνδικαλισμός με κορυφαίο παράδειγμα τα «τροφεία» της ΔΕΗ εν μέσω
ορυμαγδού της κοινωνίας. Γενικά, η συνέχιση ενός κράτους που, ενώ
απαξιώθηκε παραγωγικά, θα αποτελεί ομπρέλα προστασίας των εκάστοτε
ημετέρων ώστε να βολεύονται εναλλάξ σχεδόν όλοι. Στην πλάνη αυτή
συνέβαλε τα μέγιστα η παρερμηνεία του μαρξισμού που ταυτίστηκε με τον
κρατισμό και τα δικαιώματα σε μια κοινωνία σε κατάσταση ακινησίας. Ομως
τα πράγματα είναι διαφορετικά:
Ο Τέρι Ιγκλετον στο έργο του «Γιατί ο Μαρξ είχε δίκιο» γράφει: «Ο Μαρξ ήταν αδυσώπητος εχθρός του κράτους. Είναι πασίγνωστο, μάλιστα, ότι προσδοκούσε την έλευση μιας εποχής που θα οδηγούσε στη βαθμιαία εξάλειψη του (πολιτικού) κράτους… [Ο Μαρξ] θεωρεί ότι αυτό που πρέπει να εξαλειφθεί είναι ένα συγκεκριμένο είδος εξουσίας, το οποίο επιβάλλει την κυριαρχία μιας κοινωνικής τάξης επάνω στην υπόλοιπη κοινωνία». Δηλαδή η δημόσια εξουσία θα χάσει τον πολιτικό της χαρακτήρα και η κοινωνία θα είναι αταξική χωρίς κόμματα (και δυστυχώς... χωρίς ημετέρους).
Πώς όμως θα επιβιώνουν οι πολίτες και θα απολαμβάνουν τα κοινωνικά αγαθά; Η Χάνα Αρεντ περιέγραψε το 1979 τις εναρκτήριες σελίδες του Κομμουνιστικού Μανιφέστου ως «το κορυφαίο εγκώμιο του καπιταλισμού». Διότι οι Μαρξ και Ενγκελς έγραφαν το 1848: «Η αστική τάξη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς να επαναστατικοποιεί αδιάκοπα τα μέσα της παραγωγής, δηλαδή τις σχέσεις της παραγωγής και μαζί τους τις συνολικές σχέσεις της κοινωνίας… Η συνεχής επαναστατικοποίηση της παραγωγής, ο αδιάκοπος κλονισμός όλων των κοινωνικών καταστάσεων, η αιώνια αβεβαιότητα και κίνηση διακρίνουν την αστική εποχή από όλες τις προηγούμενες. Διαλύονται όλες οι στέρεες, σκουριασμένες σχέσεις με την ακολουθία τους από παλιές σεβάσμιες καταστάσεις και αντιλήψεις κι όλες οι καινούργιες που διαμορφώνονται παλιώνουν πριν προλάβουν να αποστεωθούν. Κάθε τι το κλειστό και στάσιμο εξατμίζεται, κάθε τι το ιερό βεβηλώνεται…». Οταν λοιπόν πριν από ενάμιση και πλέον αιώνα είχαν επισημανθεί «ο αδιάκοπος κλονισμός όλων των κοινωνικών καταστάσεων, η αιώνια αβεβαιότητα και κίνηση» και ότι «κάθε τι το κλειστό και στάσιμο εξατμίζεται» στο πλαίσιο της λειτουργίας του καπιταλισμού, πώς είναι δυνατό εμείς στην Ελλάδα να εφησυχάζουμε προεξοφλώντας ότι η κοινωνική εξέλιξη θα σταματήσει στο σημείο όπου βολεύει τον καθένα; Η διαφορά των δύο συστημάτων, καπιταλισμού και σοσιαλισμού, έγκειται στον τρόπο διανομής της υπεραξίας της παραγωγής και όχι στον βαθμό ανάπτυξης, που είναι το ίδιο αναγκαία και στα δύο συστήματα. Αν δεν παράγεις, τότε τι θα διανείμεις; Θα τρέχεις να επαιτείς στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο και μετά θα αξιώνεις και εθνική κυριαρχία; Μέχρι πότε; Γι' αυτό, ίσως, η πορεία της Κίνας να ανταποκρίνεται στο μαρξιστικό μοντέλο, αν δηλαδή μετά τη ραγδαία καπιταλιστική ανάπτυξη και την επίτευξη του επιθυμητού επιπέδου σε εθνικό επίπεδο, ακολουθήσει η σοσιαλιστική διανομή των καρπών της ανάπτυξης. Η Ιστορία θα δείξει.
Ομως αντινομία με τον μαρξισμό αποτελεί και η αξιοποίηση των ex cathedra σοσιαλιστών στην κυβέρνηση, δηλαδή των πανεπιστημιακών, που αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα της, όπως απεδείχθη περίτρανα στο ΥΠΟΙΚ και όχι μόνον εκεί. Καλή είναι η θεωρία στις αίθουσες διδασκαλίας, όμως οι θέσεις στις οποίες διορίζονται στα υπουργεία και στους δημόσιους οργανισμούς απαιτούν εμπειρία στο αντικείμενο και γνώση των υπαρκτών προβλημάτων και όχι θεωρητικές προσεγγίσεις. Γι' αυτό η αξιοποίησή τους επί δεκαετίες όχι μόνο δεν έλυσε τα προβλήματα, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις τα διόγκωσε και τα διαιώνισε. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι τα ΑΕΙ αυτοδιοικούνται και πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο, από πού προκύπτει ότι οι πανεπιστημιακοί θα είναι αποτελεσματικότεροι στον κρατικό μηχανισμό; Θα διερωτηθείτε προφανώς γιατί τους αξιοποιούν κατά κόρον οι κυβερνήσεις; Για να συγκαλύπτουν πίσω από έναν ακαδημαϊκό τίτλο τις σκοπιμότητές τους ή την πολιτική αδυναμία τους και να διαιωνίζουν τον κομματικό έλεγχο στον κρατικό μηχανισμό. Αλλά και για έναν άλλο λόγο: Για να παρακάμπτουν τα υψηλόβαθμα υπηρεσιακά στελέχη που είναι γνώστες (;) των πραγματικών προβλημάτων, η ορθολογική επίλυση των οποίων είναι ασυμβίβαστη με τις όποιες σκοπιμότητες της εκάστοτε κυβέρνησης. Ο μεγάλος Μπίσμαρκ αναφώνησε έξαλλος στο παρελθόν: «Τρεις καθηγητές και η πατρίς εχάθη». Με τους πολλαπλάσιους που συγκροτούν σήμερα την κυβέρνηση, τι μπορούμε να περιμένουμε;
*πολιτικός μηχανικός
Ο Τέρι Ιγκλετον στο έργο του «Γιατί ο Μαρξ είχε δίκιο» γράφει: «Ο Μαρξ ήταν αδυσώπητος εχθρός του κράτους. Είναι πασίγνωστο, μάλιστα, ότι προσδοκούσε την έλευση μιας εποχής που θα οδηγούσε στη βαθμιαία εξάλειψη του (πολιτικού) κράτους… [Ο Μαρξ] θεωρεί ότι αυτό που πρέπει να εξαλειφθεί είναι ένα συγκεκριμένο είδος εξουσίας, το οποίο επιβάλλει την κυριαρχία μιας κοινωνικής τάξης επάνω στην υπόλοιπη κοινωνία». Δηλαδή η δημόσια εξουσία θα χάσει τον πολιτικό της χαρακτήρα και η κοινωνία θα είναι αταξική χωρίς κόμματα (και δυστυχώς... χωρίς ημετέρους).
Πώς όμως θα επιβιώνουν οι πολίτες και θα απολαμβάνουν τα κοινωνικά αγαθά; Η Χάνα Αρεντ περιέγραψε το 1979 τις εναρκτήριες σελίδες του Κομμουνιστικού Μανιφέστου ως «το κορυφαίο εγκώμιο του καπιταλισμού». Διότι οι Μαρξ και Ενγκελς έγραφαν το 1848: «Η αστική τάξη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς να επαναστατικοποιεί αδιάκοπα τα μέσα της παραγωγής, δηλαδή τις σχέσεις της παραγωγής και μαζί τους τις συνολικές σχέσεις της κοινωνίας… Η συνεχής επαναστατικοποίηση της παραγωγής, ο αδιάκοπος κλονισμός όλων των κοινωνικών καταστάσεων, η αιώνια αβεβαιότητα και κίνηση διακρίνουν την αστική εποχή από όλες τις προηγούμενες. Διαλύονται όλες οι στέρεες, σκουριασμένες σχέσεις με την ακολουθία τους από παλιές σεβάσμιες καταστάσεις και αντιλήψεις κι όλες οι καινούργιες που διαμορφώνονται παλιώνουν πριν προλάβουν να αποστεωθούν. Κάθε τι το κλειστό και στάσιμο εξατμίζεται, κάθε τι το ιερό βεβηλώνεται…». Οταν λοιπόν πριν από ενάμιση και πλέον αιώνα είχαν επισημανθεί «ο αδιάκοπος κλονισμός όλων των κοινωνικών καταστάσεων, η αιώνια αβεβαιότητα και κίνηση» και ότι «κάθε τι το κλειστό και στάσιμο εξατμίζεται» στο πλαίσιο της λειτουργίας του καπιταλισμού, πώς είναι δυνατό εμείς στην Ελλάδα να εφησυχάζουμε προεξοφλώντας ότι η κοινωνική εξέλιξη θα σταματήσει στο σημείο όπου βολεύει τον καθένα; Η διαφορά των δύο συστημάτων, καπιταλισμού και σοσιαλισμού, έγκειται στον τρόπο διανομής της υπεραξίας της παραγωγής και όχι στον βαθμό ανάπτυξης, που είναι το ίδιο αναγκαία και στα δύο συστήματα. Αν δεν παράγεις, τότε τι θα διανείμεις; Θα τρέχεις να επαιτείς στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο και μετά θα αξιώνεις και εθνική κυριαρχία; Μέχρι πότε; Γι' αυτό, ίσως, η πορεία της Κίνας να ανταποκρίνεται στο μαρξιστικό μοντέλο, αν δηλαδή μετά τη ραγδαία καπιταλιστική ανάπτυξη και την επίτευξη του επιθυμητού επιπέδου σε εθνικό επίπεδο, ακολουθήσει η σοσιαλιστική διανομή των καρπών της ανάπτυξης. Η Ιστορία θα δείξει.
Ομως αντινομία με τον μαρξισμό αποτελεί και η αξιοποίηση των ex cathedra σοσιαλιστών στην κυβέρνηση, δηλαδή των πανεπιστημιακών, που αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα της, όπως απεδείχθη περίτρανα στο ΥΠΟΙΚ και όχι μόνον εκεί. Καλή είναι η θεωρία στις αίθουσες διδασκαλίας, όμως οι θέσεις στις οποίες διορίζονται στα υπουργεία και στους δημόσιους οργανισμούς απαιτούν εμπειρία στο αντικείμενο και γνώση των υπαρκτών προβλημάτων και όχι θεωρητικές προσεγγίσεις. Γι' αυτό η αξιοποίησή τους επί δεκαετίες όχι μόνο δεν έλυσε τα προβλήματα, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις τα διόγκωσε και τα διαιώνισε. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι τα ΑΕΙ αυτοδιοικούνται και πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο, από πού προκύπτει ότι οι πανεπιστημιακοί θα είναι αποτελεσματικότεροι στον κρατικό μηχανισμό; Θα διερωτηθείτε προφανώς γιατί τους αξιοποιούν κατά κόρον οι κυβερνήσεις; Για να συγκαλύπτουν πίσω από έναν ακαδημαϊκό τίτλο τις σκοπιμότητές τους ή την πολιτική αδυναμία τους και να διαιωνίζουν τον κομματικό έλεγχο στον κρατικό μηχανισμό. Αλλά και για έναν άλλο λόγο: Για να παρακάμπτουν τα υψηλόβαθμα υπηρεσιακά στελέχη που είναι γνώστες (;) των πραγματικών προβλημάτων, η ορθολογική επίλυση των οποίων είναι ασυμβίβαστη με τις όποιες σκοπιμότητες της εκάστοτε κυβέρνησης. Ο μεγάλος Μπίσμαρκ αναφώνησε έξαλλος στο παρελθόν: «Τρεις καθηγητές και η πατρίς εχάθη». Με τους πολλαπλάσιους που συγκροτούν σήμερα την κυβέρνηση, τι μπορούμε να περιμένουμε;
*πολιτικός μηχανικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου