Το τέταρτο μυθιστόρημα του 58χρονου πεζογράφου Βασίλη Γκουρογιάννη είναι ένα βαθύ βλέμμα υπαρξιακής οδύνης και πόνου στην τραγωδία της Κύπρου το 1974, μετά τις δύο εισβολές του «Αττίλα».
Με το «Κόκκινο στην Πράσινη Γραμμή» («Μεταίχμιο»), που έχει προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων κυρίως από ακροδεξιά έντυπα, γίνεται ο πρώτος μη Κύπριος συγγραφέας ο οποίος ασχολείται μ' ένα θέμα ταμπού για την ελληνική και την κυπριακή κυβέρνηση, που χωράει πολλή πατριδοκαπηλία και ακόμη περισσότερη συνθηματική αντιμετώπιση.
Ο Βασίλης Γκουρογιάννης, που δεν έζησε από κοντά την εισβολή, ήταν όμως φαντάρος εκείνη την εποχή στη Θράκη, δεν φτιάχνει ένα αντιπολεμικό μυθιστόρημα και αποφεύγει τον καταγγελτικό λόγο. Χωρίς να ακυρώνει το ιστορικό περιβάλλον της εποχής, θέτει το ερώτημα τι πρέπει να ξεχάσουμε και τι πρέπει να θυμόμαστε από το παρελθόν, όταν βαρύνεται από νεκρούς. Οι ήρωές του, κυρίως βετεράνοι εκείνου του πολέμου, δεν χωρίζονται σε καλούς και κακούς, σε θύτες και θύματα, εξ ου και δεν ξεπέφτει στην ευκολία του μαύρου και του άσπρου.
Βασικό πρόσωπο του μυθιστορήματος, που λύνει και δένει τη δράση αλλά δεν μαθαίνουμε ποτέ το όνομά του, είναι γνωστός ποινικολόγος των τηλεπαραθύρων, ο οποίος προεδρεύει σε σύλλογο βετεράνων μαχητών της Κύπρου. Δευτεραγωνιστής, αλλά όχι ήσσονος σημασίας, είναι ο νέος ιστορικός Μάριος Λιάκος, ο οποίος έχει προσκληθεί να συμμετάσχει σε συνέδριο στη Λευκωσία, με θέμα την εισβολή του '74. Μεγάλο μέρος του μυθοπλαστικού υλικού βασίζεται σε μαρτυρίες βετεράνων Ελλήνων και Τούρκων, που ήταν αυτόπτες μάρτυρες στα γεγονότα αυτά.
Με το «Κόκκινο στην Πράσινη Γραμμή» («Μεταίχμιο»), που έχει προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων κυρίως από ακροδεξιά έντυπα, γίνεται ο πρώτος μη Κύπριος συγγραφέας ο οποίος ασχολείται μ' ένα θέμα ταμπού για την ελληνική και την κυπριακή κυβέρνηση, που χωράει πολλή πατριδοκαπηλία και ακόμη περισσότερη συνθηματική αντιμετώπιση.
Ο Βασίλης Γκουρογιάννης, που δεν έζησε από κοντά την εισβολή, ήταν όμως φαντάρος εκείνη την εποχή στη Θράκη, δεν φτιάχνει ένα αντιπολεμικό μυθιστόρημα και αποφεύγει τον καταγγελτικό λόγο. Χωρίς να ακυρώνει το ιστορικό περιβάλλον της εποχής, θέτει το ερώτημα τι πρέπει να ξεχάσουμε και τι πρέπει να θυμόμαστε από το παρελθόν, όταν βαρύνεται από νεκρούς. Οι ήρωές του, κυρίως βετεράνοι εκείνου του πολέμου, δεν χωρίζονται σε καλούς και κακούς, σε θύτες και θύματα, εξ ου και δεν ξεπέφτει στην ευκολία του μαύρου και του άσπρου.
Βασικό πρόσωπο του μυθιστορήματος, που λύνει και δένει τη δράση αλλά δεν μαθαίνουμε ποτέ το όνομά του, είναι γνωστός ποινικολόγος των τηλεπαραθύρων, ο οποίος προεδρεύει σε σύλλογο βετεράνων μαχητών της Κύπρου. Δευτεραγωνιστής, αλλά όχι ήσσονος σημασίας, είναι ο νέος ιστορικός Μάριος Λιάκος, ο οποίος έχει προσκληθεί να συμμετάσχει σε συνέδριο στη Λευκωσία, με θέμα την εισβολή του '74. Μεγάλο μέρος του μυθοπλαστικού υλικού βασίζεται σε μαρτυρίες βετεράνων Ελλήνων και Τούρκων, που ήταν αυτόπτες μάρτυρες στα γεγονότα αυτά.
Καλαμαράς: "Υπήρξαν αρνητικές αντιδράσεις για το βιβλίο σας;"
Γκουρογιάννης :«Υπήρξε μία ακροδεξιά εβδομαδιαία εφημερίδα, η οποία αντέδρασε με λυσσαλέους και δυσώδεις τίτλους και χαρακτηρισμούς, κυριολεκτικά με υλακές. Αλλά από τα γραφόμενά τους προκύπτει ότι οι συντάκτες και οι πληροφοριοδότες τους δεν διάβασαν το βιβλίο ή αν το διάβασαν, δεν το κατανόησαν. Διότι ο εγκέφαλός τους είναι προσανατολισμένος προς το κραυγαλέο εθνικό σύνθημα και δεν συμβιβάζεται με την εκδοχή ότι ο ελληνικός στρατός μπορεί να είναι κάτι λιγότερο από Λεωνίδες, Κολοκοτρώνηδες και Δαβάκηδες. Ενώ οι έχοντες την αίσθηση της ανθρώπινης φύσης και της κοινής λογικής, αντιλαμβάνονται ότι σε κάθε πόλεμο υπάρχουν οι θαρραλέοι και οι δειλοί, οι αληθινοί πατριώτες και οι πατριδοκάπηλοι κι ότι ο πόνος επεκτείνεται και στα δύο στρατόπεδα, όπως ακριβώς αναφέρονται στο βιβλίο μου. Ετσι, λοιπόν, αγνοώ τέτοιου είδους φασιστικές αντιδράσεις και μένω στη γνώμη ανθρώπων που με ειλικρίνεια μου περιέγραψαν τις μαρτυρίες τους από τον πόλεμο της Κύπρου, τα συναισθήματά τους, τις ψυχικές και σωματικές τους πληγές και τις αντιδράσεις ευγνωμοσύνης για το βιβλίο μου.
Εν τέλει, αντιλαμβάνομαι ότι μετά την κυκλοφορία του βιβλίου μου, η κυρίαρχη αίσθηση είναι ότι το έργο μου είναι εθνικό υπό την έννοια του Σολωμού: επειδή είναι αληθινό είναι και εθνικό. Σας διαβεβαιώ ότι το έγραψα με το χέρι στην καρδιά, χωρίς σκοπιμότητες, χωρίς φιλοδοξίες, αλλά με μοναδική πρόθεση ο ανθρώπινος πόνος να μεταμορφωθεί σε αισθητικό αποτέλεσμα».
Από τη συνέντευξη του Βασίλη Γκουρογιάννη στο Βασίλη Καλαμαρά, στην Ελευθεροτυπία (25/7/2009), με αφορμή το πολύ καλό μυθιστόρημά του
" Κόκκινο στην πράσινη γραμμή", όπου θίγεται το εντέχνως αποσιωπηθέν έως τώρα δράμα που έζησαν οι έλληνες στρατιώτες που βρέθηκαν στην Κύπρο κατά την περίοδο της ανατροπής του Μακαρίου από τους Χουντικούς και την επακολουθήσασα εισβολή των Τούρκων (1974) .
" Κόκκινο στην πράσινη γραμμή", όπου θίγεται το εντέχνως αποσιωπηθέν έως τώρα δράμα που έζησαν οι έλληνες στρατιώτες που βρέθηκαν στην Κύπρο κατά την περίοδο της ανατροπής του Μακαρίου από τους Χουντικούς και την επακολουθήσασα εισβολή των Τούρκων (1974) .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου