«Χαμόγελο Κατσέλη»
(Στη Λούκα Κατσέλη που σε δύσκολες ώρες αγκάλιασε τον
Έλληνα)
Εκεί που άλλοι παραδόθηκαν,
εσύ αντιστάθηκες.
Και δούλεψες. Ορθή.
Όταν άλλοι κωφεύοντας
μας φέρανε στο χείλος του γκρεμού,
εσύ μόνο μας άπλωσες το χέρι.
Λίγοι οι νόμοι που γενήκαν αγκαλιά.
Μα ο δικός σου… χέρια πέταξε, κλαδιά
–του Σόλωνα Σεισάχθεια, λες, παλιά-
και μας αγκάλιασε όπως η μάνα τα παιδιά.
Εσύ μονάχη τράβηξες μπροστά,
και της παράνοιας σπώντας τον κλοιό,
μεσ’ απ’ το παγωμένο του θανάτου χέρι
πόσους απόσπασες, ένας Θεός το ξέρει.
Μέσα στην πίκρα που μας έχουνε κεράσει,
το όνομά σου απ’ τα χείλη ας περάσει,
γεύση αφήνοντάς μας από νέκταρ κι από μέλι
Μετάλλαξες το δάκρυ… σε «Χαμόγελο Κατσέλη»
Και τα μάτια, τα μάτια που στέγνωσες
σάμπως να ‘σουνα όλων μας μάνα,
άστρα ολόχρυσα στο δρόμο να τα βρεις
τα μονοπάτια να φωτίσουνε τα πλάνα.
Μα και το «αχ!» που εσύ τ’ αποκοίμισες
στης νυχτιάς τα βαθιά σκοτάδια,
αλλαγμένο σε χαράς επιφώνημα
φωτεινά να σου κάνει τα βράδια…
Εύα Χαλκιαδάκη- Παπαδημητρίου, Γενική Γραμματέας της
Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.
Από τη συλλογή «Ακροστιχίδες- Αφιερωματικά»
Ω της υψηλής Ποίησης απύθμενο βαρέλι,
όπου παίρνω το μεθυστικό σου κοκκινέλι,
για να συνοδέψω το στιφάδο από κουνέλι
και να ρίξω με την Εύα ένα τσιφτετέλι!
Το θέμα είναι αν μετά μας δείρουν με φραγκέλι
ή αν μας κρεμάσουν ανάποδα απ΄το τσιγκέλι...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου