Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου της Αθήνας, στις 13 Απριλίου, ο κ. Φώτης Προβατάς, δημοτικός σύμβουλος του Καμίνη, πρόεδρος του Συλλόγου Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων επί Χούντας, πρώην διευθυντής της Αυγής και μαχητικό στέλεχος της Ανανεωτικής Αριστεράς, πήρε το λόγο και επέκρινε τον πρώην δήμαρχο Νικήτα Κακλαμάνη ως αποτυχημένο σε όλους τους τομείς καθώς επίσης και τους νυν συνεργάτες του Κακλαμάνη, ιδιαίτερα τον Ψινάκη, που ενθάρρυνε τους συμβασιούχους να κάνουν κατάληψη στο δημαρχείο της Αθήνας.
Εκείνη την ώρα πήρε το λόγο ο Ψινάκης και είπε: "Τελειώνετε μας ζαλίσατε", για να απαντήσει ο Προβατάς: "Ορίστε οι συνεργάτες του κυρίου Κακλαμάνη, ο κ. Ψινάκης, το πρωτοπαλίκαρο την ημέρα της κατάληψης της Κοτζιά από τους συμβασιούχους!". Και η απάντηση του Ψινάκη: "Ποιο πρωτοπαλίκαρο; να τους ηρεμήσω προσπάθησα. Κάτσε κάτω μωρή κουλή, που θα με πεις και πρωτοπαλίκαρο! Κάτσε κάτω, γιατί δεν ξέρεις τι λες! Κύριε πρόεδρε, τι λέει αυτή η κοντή που τρέμει; Βάλτε την να κάτσει κάτω! Αϊ μωρή κακομοίρα, κάτσε κάτω!Θα καθίσεις κάτω, μωρή κοντή; Όλο γο και γο είσαι! (ΣΣ υπονοούσε το πρόβλημα ρωτακισμού του κ. Προβατά)".
Εκ του Τύπου
Ο ΗΛΙΑΣ ΨΙΝΑΚΗΣ ΩΣ ΑΛΛΟΘΙ
[Επιφυλλίδα στα Νέα, 21 Απριλίου 2011]
Έγραψε ο Θανάσης Νιάρχος
Μεγάλη Πέµπτη, ο Θεός να µας συγχωρέσει που θα καταπιαστούµε µε ένα τόσο ξένο προς τη Μεγάλη Εβδοµάδα θέµα, αλλά η «επικαιρότητα» του Θείου Δράµατος είναι τόσο διαρκής και αδιάβλητη ώστε να φαντάζει ακόµη πιο επείγουσα η αντίστοιχη κοινωνική «προεξοχή». Μπορεί να φαίνεται προπετές ή και χυδαίο ακόµη, αλλά δεν είναι λίγοι όσοι κατευχαριστήθηκαν τη φράση του Ηλία Ψινάκη «κάτσε κάτω µωρή κοντή µε το γο γο». Τουλάχιστον οι απειράριθµοι που τον ψηφίσανε και που δεν τον έστειλαν βέβαια στον δήµο για να τον ακούσουν να µιλάει όπως θα µιλούσε ο Γεώργιος Μπαµπινιώτης, αν είχε εκλεγεί δηµοτικός σύµβουλος. Τον ψηφίσανε ακριβώς για τον ακούσουνε να µιλάει µέσα στον δήµο όπως µιλάει στην τηλεόραση.
Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι που αθωώνει την ίδια τη φράση ούτε τους ανθρώπους που τον ψηφίσανε και πολύ περισσότερο τον ίδιο τον Ψινάκη. Ετερον εκάτερον. Το πρόβληµα όµως είναι πολύ πιο σοβαρό, περίπλοκο και σκοτεινό, σε σχέση µε τον αν διασκεδάζουµε ή θυµώνουµε, αδιαφορούµε ή οργιζόµαστε, µε το να ακούµε να εκτοξεύεται µια ύβρις ή µια προσβολή σε έναν δηµόσιο χώρο όπως είναι η τηλεόραση ή ο δήµος. Εγκειται ακριβώς στο να θεωρούµε ότι µια ύβρις ή µια προσβολή ιδιαζόντως τσουχτερή και απροκάλυπτη µε το να εκφέρεται µέσα σε έναν κατεστηµένο χώρο, όπως είναι αυτός του δήµου, µεταβάλλεται αυτόµατα σε µια αντικατεστηµένη γλώσσα και εκφράζει µια αντικατεστηµένη συµπεριφορά.
Ο,τι χρειάζεται δηλαδή για να χάσουµε, µέρες που είναι, κυριολεκτικά τα αυγά και τα πασχάλια. Να µπορεί να θεωρηθεί ο Ψινάκης ένα άτοµο κατάλληλο να ναρκοθετεί και να εξευτελίζει µε τον λόγο του ή µε τη συµπεριφορά του µια στάση που σε τελευταία ανάλυση δεν είναι ο µόνος που διαφώνησε µαζί της, είµαστε πολλοί που δεν την εγκρίνουµε. Εστω κι αν δεν θα µεταχειριζόµαστε τη γλώσσα αυτή, χωρίς να σηµαίνει πως είµαστε «κατεστηµένο», όπως δεν είναι αντικατεστηµένο ο Ψινάκης, που τη χρησιµοποιεί.
Τι εννοούµε ακριβώς: Το σύµπτωµα που είναι ο Ψινάκης ενός διαλυµένου και διαλυτικού δηµοσιοσχετίστικου µορφώµατος, να µπορεί να θεωρηθεί ότι µεταβάλλεται σε µοχλό πίεσης ώστε να διορθωθούν τα κακώς κείµενα. Τη µετάθεση όµως αυτή δεν την προκάλεσε ο Ψινάκης, είµαστε όλοι οι υπόλοιποι ή εν πάση περιπτώσει πάρα πολλοί που την προκαλέσαµε, γιατί απλούστατα µας βολεύει.
Ακόµη κι αν δεχτούµε ως απολύτως καρναβαλική τη συµπεριφορά του Ψινάκη, ο ίδιος ευθύνεται για αυτήν πολύ λιγότερο σε σχέση µε µας, αφού θεωρούµε το κοινωνικό σώµα τόσο ευάλωτο ώστε για να καταφερόµαστε µε τόσο µένος εναντίον του σηµαίνει πως αναγνωρίζουµε τον Ψινάκη ως σοβαρή απειλή.
Αν ο Ψινάκης είχε πει κάτι που δεν εξέφραζε καλώς ή κακώς, ηθικά ή ανήθικα, αισθητικά ή αντιαισθητικά, εκατοντάδες ή χιλιάδες, θα είχε αποβληθεί ως διά µαγείας την ίδια στιγµή.
Τίποτε δεν υφίσταται που να µην ανταποκρίνεται σε µιαν ανάγκη πραγµατική ή στραβή. Ακόµα και ο διανοούµενος που δεν αντιλαµβάνεται τον χώρο που του δηµιουργεί ο Ψινάκης για να υπάρξει µε την πολεµική του προς τον τελευταίο και έχει τους ορκισµένους του οπαδούς που τον συνειδητοποιούν ως έναν αυτόφωτο µπροστάρη. Εκτός και αν συµβαίνει κάτι ακόµη πιο σοβαρό και άτοµα όπως ο Ψινάκης, η Μανωλίδου, η Κοροµηλά, ο Μικρούτσικος, προοιωνίζονται για το συλλογικό ασυνείδητο τον µεγάλο τρόµο, που είναι η ολοσχερής έκλειψη που έχουν υποστεί οι κοινωνικές και πολιτικές ιδεολογίες, ενώ παραµένει προβληµατικό αν και πότε θα ξαναφανούν στον κόσµο. Αφού όσο ακµάζανε οι ιδεολογίες αυτές, τα άτοµα που προαναφέραµε, ή µάλλον τα αντίστοιχά τους, οπουδήποτε γης, παρέµεναν µια περιθωριακή, γραφική υπόθεση, που κανείς δεν ασχολούνταν σοβαρά µαζί τους.
Είναι όµως σε τελευταία ανάλυση επιτρεπτό και δεν γίνεται ακόµα γελοιωδέστερος όποιος µε εκποµπές και πολύστηλα κείµενα ζητάει ευθύνες από τα άτοµα αυτά, που η ιστορική συγκυρία στο αναποδογύρισµά της τα έχει προορίσει να πληρώσουν ένα ανήκουστο κενό, χωρίς βέβαια τα ίδια να το συνειδητοποιούν και ενώ µορφάζουν δείχνοντας την άβυσσο που χαίνει κάτω απ’ τα πόδια όλων µας, τα ίδια φαντάζονται πως ακκίζονται χαριτωµένα ανάµεσα στους συνανθρώπους τους;
Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι που αθωώνει την ίδια τη φράση ούτε τους ανθρώπους που τον ψηφίσανε και πολύ περισσότερο τον ίδιο τον Ψινάκη. Ετερον εκάτερον. Το πρόβληµα όµως είναι πολύ πιο σοβαρό, περίπλοκο και σκοτεινό, σε σχέση µε τον αν διασκεδάζουµε ή θυµώνουµε, αδιαφορούµε ή οργιζόµαστε, µε το να ακούµε να εκτοξεύεται µια ύβρις ή µια προσβολή σε έναν δηµόσιο χώρο όπως είναι η τηλεόραση ή ο δήµος. Εγκειται ακριβώς στο να θεωρούµε ότι µια ύβρις ή µια προσβολή ιδιαζόντως τσουχτερή και απροκάλυπτη µε το να εκφέρεται µέσα σε έναν κατεστηµένο χώρο, όπως είναι αυτός του δήµου, µεταβάλλεται αυτόµατα σε µια αντικατεστηµένη γλώσσα και εκφράζει µια αντικατεστηµένη συµπεριφορά.
Ο,τι χρειάζεται δηλαδή για να χάσουµε, µέρες που είναι, κυριολεκτικά τα αυγά και τα πασχάλια. Να µπορεί να θεωρηθεί ο Ψινάκης ένα άτοµο κατάλληλο να ναρκοθετεί και να εξευτελίζει µε τον λόγο του ή µε τη συµπεριφορά του µια στάση που σε τελευταία ανάλυση δεν είναι ο µόνος που διαφώνησε µαζί της, είµαστε πολλοί που δεν την εγκρίνουµε. Εστω κι αν δεν θα µεταχειριζόµαστε τη γλώσσα αυτή, χωρίς να σηµαίνει πως είµαστε «κατεστηµένο», όπως δεν είναι αντικατεστηµένο ο Ψινάκης, που τη χρησιµοποιεί.
Τι εννοούµε ακριβώς: Το σύµπτωµα που είναι ο Ψινάκης ενός διαλυµένου και διαλυτικού δηµοσιοσχετίστικου µορφώµατος, να µπορεί να θεωρηθεί ότι µεταβάλλεται σε µοχλό πίεσης ώστε να διορθωθούν τα κακώς κείµενα. Τη µετάθεση όµως αυτή δεν την προκάλεσε ο Ψινάκης, είµαστε όλοι οι υπόλοιποι ή εν πάση περιπτώσει πάρα πολλοί που την προκαλέσαµε, γιατί απλούστατα µας βολεύει.
Ακόµη κι αν δεχτούµε ως απολύτως καρναβαλική τη συµπεριφορά του Ψινάκη, ο ίδιος ευθύνεται για αυτήν πολύ λιγότερο σε σχέση µε µας, αφού θεωρούµε το κοινωνικό σώµα τόσο ευάλωτο ώστε για να καταφερόµαστε µε τόσο µένος εναντίον του σηµαίνει πως αναγνωρίζουµε τον Ψινάκη ως σοβαρή απειλή.
Αν ο Ψινάκης είχε πει κάτι που δεν εξέφραζε καλώς ή κακώς, ηθικά ή ανήθικα, αισθητικά ή αντιαισθητικά, εκατοντάδες ή χιλιάδες, θα είχε αποβληθεί ως διά µαγείας την ίδια στιγµή.
Τίποτε δεν υφίσταται που να µην ανταποκρίνεται σε µιαν ανάγκη πραγµατική ή στραβή. Ακόµα και ο διανοούµενος που δεν αντιλαµβάνεται τον χώρο που του δηµιουργεί ο Ψινάκης για να υπάρξει µε την πολεµική του προς τον τελευταίο και έχει τους ορκισµένους του οπαδούς που τον συνειδητοποιούν ως έναν αυτόφωτο µπροστάρη. Εκτός και αν συµβαίνει κάτι ακόµη πιο σοβαρό και άτοµα όπως ο Ψινάκης, η Μανωλίδου, η Κοροµηλά, ο Μικρούτσικος, προοιωνίζονται για το συλλογικό ασυνείδητο τον µεγάλο τρόµο, που είναι η ολοσχερής έκλειψη που έχουν υποστεί οι κοινωνικές και πολιτικές ιδεολογίες, ενώ παραµένει προβληµατικό αν και πότε θα ξαναφανούν στον κόσµο. Αφού όσο ακµάζανε οι ιδεολογίες αυτές, τα άτοµα που προαναφέραµε, ή µάλλον τα αντίστοιχά τους, οπουδήποτε γης, παρέµεναν µια περιθωριακή, γραφική υπόθεση, που κανείς δεν ασχολούνταν σοβαρά µαζί τους.
Είναι όµως σε τελευταία ανάλυση επιτρεπτό και δεν γίνεται ακόµα γελοιωδέστερος όποιος µε εκποµπές και πολύστηλα κείµενα ζητάει ευθύνες από τα άτοµα αυτά, που η ιστορική συγκυρία στο αναποδογύρισµά της τα έχει προορίσει να πληρώσουν ένα ανήκουστο κενό, χωρίς βέβαια τα ίδια να το συνειδητοποιούν και ενώ µορφάζουν δείχνοντας την άβυσσο που χαίνει κάτω απ’ τα πόδια όλων µας, τα ίδια φαντάζονται πως ακκίζονται χαριτωµένα ανάµεσα στους συνανθρώπους τους;
************************************************
Αποθέωση του ξεκατινιασμένου βλακόστρωτου,
Τίγκα στη σιλικόνη και μυαλό τρελής αγελάδας,
Πρώτο τραπέζι στο ξεκωλάδικο της Αχ-Ελλάδας
Ο ορισμός του κιτς και του τενεκέ του ξεγάνωτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου