ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ
Προφητικός
Και θαρθεί μια μέρα, μαύρη μέρα!
και η ψυχή σου, ω Πολιτεία,
θα κατασταλάξει πέρα, πέρα
στην καμαρωμένη Γη,
στου ήλιου τη χαρά, στ' απρίλη τον αέρα.
Και στο φως θα βγει,
ξαφνίζοντας τον ήλιο,
σα θρεμένο απ' το δικό σου αίμα,
ένα γέλιο, ένα παράλλαμα, ένα ψέμα,
ένα κλάμα, ένα Βασίλειο.
Ο δικέφαλος αετός σου να! μακριά
μακριά πέταξε με τ' άξια και με τ' άγια,
και θα ησκιώσουν τα τετράπλατα φτερά
λαούς άλλους, κορφές άλλες, άλλα πλάγια.
Προς τη Δύση και προς το Βοριά
την κορώνα φέρνει, και κρατά
- και τα νύχια του είν' αρπάγια-
και τη δόξα και τη δύναμη κρατά΄
και το γέλιο, και το ψέμα- - Βασίλειο
που γεννήθηκε από σένα μες στον ήλιο,
κοίτα , Θεέ! θα σέρνεται μπροστά
σε μπαλσαμωμένη κουκουβάγια.
Μ' όλα σου θα ζει τα χαμηλά,
με καμιά σου δε θα ζει μεγαλοσύνη,
κ' οι προφήτες που θα προσκυνά,
νάνοι και αρλεκίνοι.
Και σοφού του και κριτάδες
του άδειου λόγου οι τροπαιούχοι,
λαι διαφεντευτάδες
κυβερνήτες του οι ευνούχοι.
Και θα φύγεις κι απ' το σάπιο το κορμί,
ω Ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα,
και δε θάβρει το κορμί μια σπιθαμή
μες στη γη για να την κάμει μνήμα,
κι άθαφτο θα μείνει το ψοφίμι,
να το φάνε τα σκυλιά και τα ερπετά,
κι ο Καιρός μέσα στους γύρους του τη μνήμη
κάποιου σκέλεθρου πανάθλιου θα βαστά.
Όσο να σε λυπηθεί
της αγάπης ο Θεός,
και να ξημερώσει μιαν αυγή,
και να σε καλέσει ο λυτρωμός,
ω Ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα!
Και θ' ακούσεις τη φωνή του λυτρωτή,
θα γδυθείς της αμαρτίας το ντύμα,
και ξανά κυβερνημένη κι αλαφρή
θα σαλέψεις σαν τη χλόη, σαν πουλί,
σαν τον κόρφο το γυναίκειο, σαν το κύμα,
και μην έχοντας πιο κάτου άλλο σκαλί
να κατρακυλήσεις πιο βαθιά στου Κακού τη σκάλα-
για τ' ανέβασμα ξανά που σε καλεί
θα αιστανθείς να σου φυτρώσουν, ω χαρά!
τα φτερά,
τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα!
Από το έργο " Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου