1. Μια μαρτυρία από τον Εμφύλιο - Αλεξάνδρα Κριεζή
Τιμή € 12,00
Από το Βιβλιοπωλείον της Εστίας κυκλοφορεί το βιβλίο Μια μαρτυρία από τον Εμφύλιο της Αλεξάνδρας Κριεζή με πρόλογο του Ηλία Μαγκλίνη και σημειώσεις του Γιώργου Γιαννικόπουλου.
Έχει λεχθεί ότι η Ιστορία γράφεται από τους νικητές . Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, η Αλεξάνδρα Κριεζή ανήκει στο στρατόπεδο των νικητών του ελληνικού Εμφυλίου πολέμου. Πόσο «νικήτρια» όμως είναι στ’ αλήθεια; Το σπίτι της λεηλατημένο και καμένο, ο άντρας και η μία της κόρη νεκροί. Πού έγκειται η νίκη και ο θρίαμβος; Εάν η απάντηση είναι κάτι σαν «πουθενά», ας αναλογιστούμε σήμερα πόσο τραγική ήταν η θέση των ηττημένων. Αν πρέπει να θυμόμαστε, ας τα θυμόμαστε όλα.
Το χρονικό της Κριεζή προσθέτει κάτι διαφορετικό στην εκτενή τοιχογραφία της μικροϊστορίας του ελληνικού Εμφυλίου. Μας δίνει μιαν εικόνα του «άλλου» Δεκεμβρίου. Είναι αμέτοχη, δεν πήρε όπλο, δεν στρατεύθηκε. Κι όμως η Ιστορία εισέβαλε βάναυσα στο σπίτι της. Γιατί; Θα αποτολμήσουμε μιαν απάντηση εδώ. Διότι δεν υπήρξε «αθώα». Δεν μπορεί να ήταν «αθώα», όπως και κανένας άλλος τότε ή σήμερα. Διότι το σπίτι της, το σώμα της, το σώμα της οικογένειάς της, δεν βρίσκονταν σε ένα παράλληλο σύμπαν, αλλά μέσα στην Ιστορία, μέσα στο 1944 και τον Δεκέμβριό του.
Νικητές και ηττημένοι, στο βάθος ήσαν –είμαστε– όλοι θύματα της Ιστορίας. Για την Αλεξάνδρα Κριεζή, η Ιστορία έγινε συνώνυμο της απώλειας, της απουσίας. Αυτό δηλαδή που τόσο συχνά είναι η (ελληνική) Ιστορία. Μια υπόθεση διαρκών και οδυνηρών απουσιών, γεμάτη φαντάσματα.
Δεκέμβρης του 1944. Η οικογένεια της Αλεξάνδρας Κριεζή (η ίδια, ο ηλικιωμένος ναύαρχος Κριεζής και οι δύο κόρες τους) συλλαμβάνονται από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Μετά από ομηρία ενός μηνός και αδιανόητες περιπέτειες, βγαίνουν ζωντανές μόνον η μητέρα και η μία κόρη.
Η Αλεξάνδρα Κριεζή (1880 – 1977) γεννήθηκε και έζησε στην Αθήνα. Ήταν κόρη του πολιτικού Στέφανου Δραγούμη, πρωθυπουργού της Ελλάδας το 1910, αδελφή του Ίωνος Δραγούμη και του Στέφανου Δραγούμη και γυναικαδελφή του μακεδονομάχου Παύλου Μελά. Από τον πρώτο της γάμο με τον Γ. Ξύδη απέκτησε έξι παιδιά, ενώ αργότερα παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τον υποναύαρχο Αντώνιο Κριεζή, εγγονό του Υδραίου αγωνιστή και πρωθυπουργού της Ελλάδας.
Πηγή: http://www.culturenow.gr
*************************
«Έχω μπροστά μου τον φάκελο μιας υπόθεσης. Πρόκειται για περίπου
ενενήντα σελίδες. Τον φάκελο τον έχει ανοίξει η Γκεστάπο στο Βερολίνο,
στην οποία ανήκουν και τα περισσότερα κείμενα, ενώ τον επίλογο τον έχει
γράψει το Λαϊκό Δικαστήριο, επίσης στο Βερολίνο. Τα αρχεία αφηγούνται τη
μοίρα δύο ανθρώπων». Μ’ αυτή τη φράση ξεκινά το επίμετρο στο βιβλίο του Hans Fallada, «Μόνος στο Βερολίνο»,
ένα βιβλίο που ο συγγραφέας έγραψε μόλις δύο χρόνια μετά τη λήξη του Β’
Παγκοσμίου Πολέμου, το 1947, και λίγο πριν από τον θάνατό του.
Τυπικά, το «Μόνος στο Βερολίνο» είναι η μυθ-ιστορία δύο ανθρώπων χωρίς κάτι το ξεχωριστό, που όμως αποφασίζουν να εναντιωθούν στο ναζιστικό καθεστώς, και μάλιστα σε μια περίοδο που αυτό θριαμβεύει με συνεχείς στρατιωτικές νίκες. Δυο άνθρωποι που με μόνο σημείο αναφοράς το κοινό περί δικαίου αίσθημα, αισθάνονται την ανάγκη και την υποχρέωση να διαφοροποιηθούν από το μαζικό παραλήρημα του ηγέτη που οδηγεί σε θριάμβους, δυο άνθρωποι που πρώτα απ’ όλα αναζητούν δικαιοσύνη στα δικά τους απλά μέτρα. Το βιβλίο αναπλάθει την ιστορία τους, το πρώτο τους ξέσπασμα, τη δράση τους (έγραφαν κάρτες και επιστολές κατά του Χίτλερ και τις άφηναν σε πολυσύχναστα σημεία – απλοί άνθρωποι, απλή δράση), το κυνηγητό απ’ την Γκεστάπο, τη σύλληψη και την καταδίκη τους σε θάνατο.
Αλλά το βιβλίο είναι κάτι πολύ περισσότερο απ’ την εξιστόρηση μιας αντιστασιακής πράξης από Γερμανούς ενάντια σε Γερμανούς και ο Τζόζεφ Κόνραντ ευχαρίστως θα παραχωρούσε τον τίτλο «Η καρδιά του σκότους» γι’ αυτό το έργο. Γιατί το σκότος δεν είναι το ναζιστικό καθεστώς (αυτό είναι «απλή» έκφραση στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο), το σκότος είναι αυτοί που το εξέθρεψαν (και το εκτρέφουν). Αυτό περιγράφει πρωτίστως το βιβλίο και εκεί κρύβεται η άγρια δύναμή του.
Η ιστορία δεν εκτυλίσσεται στο (θεωρούμενο) τυπικό περιβάλλον της εποχής (στρατός, SS, όπλα, μάχες κ.λπ.), αλλά σε μια λαϊκή πολυκατοικία του Βερολίνου. Ο περίγυρος των δύο αυτών ανθρώπων είναι επίσης απλοί άνθρωποι: ο μικροαπατεώνας που θέλει να πιάσει την καλή, ο φανατισμένος νεαρός που θέλει να γίνει στέλεχος του καθεστώτος, ο καριερίστας αστυνομικός, η χωρισμένη κυρία που θέλει πια να ζήσει ήρεμα…
Τέτοιοι άνθρωποι είναι αυτοί που περιβάλλουν τους δύο πρωταγωνιστές του βιβλίου τους, με τις επιθυμίες τους, τους μικρούς στόχους τους, τις βλέψεις τους. Και, πάνω απ’ όλα, με τους φόβους τους, ένα ατέλειωτο γαϊτανάκι από φόβους, από ένοχες (πραγματικά ή λιγότερο πραγματικά) συνειδήσεις που επιμένουν να ομφαλοσκοπούν και να χάνουν τη «μεγάλη εικόνα», που δέχονται (με μία και μοναδική εξαίρεση στο βιβλίο) ό,τι τους συμβαίνει και επιμένουν να αγνοούν οτιδήποτε πέρα απ’ αυτούς τους ίδιους. Και είναι η καρδιά του σκότους γιατί δεν το γεννούν, αλλά το συντηρούν και το τρέφουν, άβουλο χώμα κακής σποράς.
Το «Μόνος στο Βερολίνο» ανήκει στην κατηγορία των «δυνατών» βιβλίων: δεξιοτεχνική πλοκή, δουλεμένοι και πειστικοί χαρακτήρες, σαφή και καθαρά (και διόλου απλοϊκά) μηνύματα και συμβολισμοί. Ειδικά η πλοκή και η απόδοση των γεγονότων είναι υποδειγματικά. Αν μάλιστα λάβει κανείς υπόψη πότε γράφτηκε το βιβλίο, η αξία του συγγραφέα μεγεθύνεται: ούτε «φτηνά κατηγορώ» (για τους πολλούς που έβλεπαν και δεν αντιδρούσαν) ούτε ηρωοποίηση και άλλοθι («ναι, υπήρχαν και καλοί Γερμανοί τότε»), ούτε ρητορικά και ιδεολογικά ξεσπάσματα, ούτε μηνύματα παρηγορίας, ούτε happy end. Μόνο το ψηφιδωτό του ζόφου.
Γι’ αυτό το «Μόνος στο Βερολίνο» (σχεδόν εβδομήντα χρόνια μετά τα γεγονότα που αφηγείται) γραπώνει τον αναγνώστη του απ’ τον λαιμό: είναι αληθινό, στάζει αίμα. Και γι’ αυτό στιγμές-στιγμές οδηγεί τον αναγνώστη του στην απελπισία: όλα αυτά είναι ακόμα εδώ.
Υ.Γ. Το εξώφυλλο του βιβλίου φιλοξενεί μια φωτογραφία της Σόφι Σολ, της πιο «επιφανούς» άσημης Γερμανίδας που αντιστάθηκε στο ναζιστικό καθεστώς. Ο γράφων δεν έχει υπόψη του κάποια μονογραφία (στα ελληνικά τουλάχιστον) για τη Σόφι Σολ παρά αναφορές σ’ αυτή σε διάφορα (ιστορικά κατά βάση) συγγράμματα. Πάντως, έχει γυριστεί ταινία (με τίτλο το όνομά της) που αφηγείται την ιστορία της. Αναζητήστε στα dvd club και το «Σκοτεινό σημείο: η γραμματέας του Χίτλερ», το ντοκιμαντέρ για την Τράουντλ Γιούνγκε, που στα 90 της μίλησε για πρώτη φορά για τη ζωή της κοντά στον Χίτλερ. Και διαβάστε και το «Μόνος στο Βερολίνο». Αυτή η «τριάδα» λέει περισσότερα ίσως απ’ ό,τι η ιστορία μπορεί να αφηγηθεί για την πραγματική καρδιά του σκότους.
Χ. Ζαρίφης
Από το Βιβλιοπωλείον της Εστίας κυκλοφορεί το βιβλίο Μια μαρτυρία από τον Εμφύλιο της Αλεξάνδρας Κριεζή με πρόλογο του Ηλία Μαγκλίνη και σημειώσεις του Γιώργου Γιαννικόπουλου.
Έχει λεχθεί ότι η Ιστορία γράφεται από τους νικητές . Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, η Αλεξάνδρα Κριεζή ανήκει στο στρατόπεδο των νικητών του ελληνικού Εμφυλίου πολέμου. Πόσο «νικήτρια» όμως είναι στ’ αλήθεια; Το σπίτι της λεηλατημένο και καμένο, ο άντρας και η μία της κόρη νεκροί. Πού έγκειται η νίκη και ο θρίαμβος; Εάν η απάντηση είναι κάτι σαν «πουθενά», ας αναλογιστούμε σήμερα πόσο τραγική ήταν η θέση των ηττημένων. Αν πρέπει να θυμόμαστε, ας τα θυμόμαστε όλα.
Το χρονικό της Κριεζή προσθέτει κάτι διαφορετικό στην εκτενή τοιχογραφία της μικροϊστορίας του ελληνικού Εμφυλίου. Μας δίνει μιαν εικόνα του «άλλου» Δεκεμβρίου. Είναι αμέτοχη, δεν πήρε όπλο, δεν στρατεύθηκε. Κι όμως η Ιστορία εισέβαλε βάναυσα στο σπίτι της. Γιατί; Θα αποτολμήσουμε μιαν απάντηση εδώ. Διότι δεν υπήρξε «αθώα». Δεν μπορεί να ήταν «αθώα», όπως και κανένας άλλος τότε ή σήμερα. Διότι το σπίτι της, το σώμα της, το σώμα της οικογένειάς της, δεν βρίσκονταν σε ένα παράλληλο σύμπαν, αλλά μέσα στην Ιστορία, μέσα στο 1944 και τον Δεκέμβριό του.
Νικητές και ηττημένοι, στο βάθος ήσαν –είμαστε– όλοι θύματα της Ιστορίας. Για την Αλεξάνδρα Κριεζή, η Ιστορία έγινε συνώνυμο της απώλειας, της απουσίας. Αυτό δηλαδή που τόσο συχνά είναι η (ελληνική) Ιστορία. Μια υπόθεση διαρκών και οδυνηρών απουσιών, γεμάτη φαντάσματα.
(Από τον Πρόλογο του Ηλία Μαγκλίνη)
Δεκέμβρης του 1944. Η οικογένεια της Αλεξάνδρας Κριεζή (η ίδια, ο ηλικιωμένος ναύαρχος Κριεζής και οι δύο κόρες τους) συλλαμβάνονται από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Μετά από ομηρία ενός μηνός και αδιανόητες περιπέτειες, βγαίνουν ζωντανές μόνον η μητέρα και η μία κόρη.
Η Αλεξάνδρα Κριεζή (1880 – 1977) γεννήθηκε και έζησε στην Αθήνα. Ήταν κόρη του πολιτικού Στέφανου Δραγούμη, πρωθυπουργού της Ελλάδας το 1910, αδελφή του Ίωνος Δραγούμη και του Στέφανου Δραγούμη και γυναικαδελφή του μακεδονομάχου Παύλου Μελά. Από τον πρώτο της γάμο με τον Γ. Ξύδη απέκτησε έξι παιδιά, ενώ αργότερα παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τον υποναύαρχο Αντώνιο Κριεζή, εγγονό του Υδραίου αγωνιστή και πρωθυπουργού της Ελλάδας.
Πηγή: http://www.culturenow.gr
*************************
2. «Μόνος στο Βερολίνο»: H καρδιά του σκότους
Με ρεαλισμό και ειλικρίνεια, ο Χανς Φαλάντα
περιγράφει τον αγώνα ζωής καθημερινών ανθρώπων ενάντια στο ναζιστικό
καθεστώς, αποτελώντας ένα δυνατό βιβλίο εξιστόρησης της πραγματικής
γερμανικής αντίστασης.
Τυπικά, το «Μόνος στο Βερολίνο» είναι η μυθ-ιστορία δύο ανθρώπων χωρίς κάτι το ξεχωριστό, που όμως αποφασίζουν να εναντιωθούν στο ναζιστικό καθεστώς, και μάλιστα σε μια περίοδο που αυτό θριαμβεύει με συνεχείς στρατιωτικές νίκες. Δυο άνθρωποι που με μόνο σημείο αναφοράς το κοινό περί δικαίου αίσθημα, αισθάνονται την ανάγκη και την υποχρέωση να διαφοροποιηθούν από το μαζικό παραλήρημα του ηγέτη που οδηγεί σε θριάμβους, δυο άνθρωποι που πρώτα απ’ όλα αναζητούν δικαιοσύνη στα δικά τους απλά μέτρα. Το βιβλίο αναπλάθει την ιστορία τους, το πρώτο τους ξέσπασμα, τη δράση τους (έγραφαν κάρτες και επιστολές κατά του Χίτλερ και τις άφηναν σε πολυσύχναστα σημεία – απλοί άνθρωποι, απλή δράση), το κυνηγητό απ’ την Γκεστάπο, τη σύλληψη και την καταδίκη τους σε θάνατο.
Αλλά το βιβλίο είναι κάτι πολύ περισσότερο απ’ την εξιστόρηση μιας αντιστασιακής πράξης από Γερμανούς ενάντια σε Γερμανούς και ο Τζόζεφ Κόνραντ ευχαρίστως θα παραχωρούσε τον τίτλο «Η καρδιά του σκότους» γι’ αυτό το έργο. Γιατί το σκότος δεν είναι το ναζιστικό καθεστώς (αυτό είναι «απλή» έκφραση στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο), το σκότος είναι αυτοί που το εξέθρεψαν (και το εκτρέφουν). Αυτό περιγράφει πρωτίστως το βιβλίο και εκεί κρύβεται η άγρια δύναμή του.
Η ιστορία δεν εκτυλίσσεται στο (θεωρούμενο) τυπικό περιβάλλον της εποχής (στρατός, SS, όπλα, μάχες κ.λπ.), αλλά σε μια λαϊκή πολυκατοικία του Βερολίνου. Ο περίγυρος των δύο αυτών ανθρώπων είναι επίσης απλοί άνθρωποι: ο μικροαπατεώνας που θέλει να πιάσει την καλή, ο φανατισμένος νεαρός που θέλει να γίνει στέλεχος του καθεστώτος, ο καριερίστας αστυνομικός, η χωρισμένη κυρία που θέλει πια να ζήσει ήρεμα…
Τέτοιοι άνθρωποι είναι αυτοί που περιβάλλουν τους δύο πρωταγωνιστές του βιβλίου τους, με τις επιθυμίες τους, τους μικρούς στόχους τους, τις βλέψεις τους. Και, πάνω απ’ όλα, με τους φόβους τους, ένα ατέλειωτο γαϊτανάκι από φόβους, από ένοχες (πραγματικά ή λιγότερο πραγματικά) συνειδήσεις που επιμένουν να ομφαλοσκοπούν και να χάνουν τη «μεγάλη εικόνα», που δέχονται (με μία και μοναδική εξαίρεση στο βιβλίο) ό,τι τους συμβαίνει και επιμένουν να αγνοούν οτιδήποτε πέρα απ’ αυτούς τους ίδιους. Και είναι η καρδιά του σκότους γιατί δεν το γεννούν, αλλά το συντηρούν και το τρέφουν, άβουλο χώμα κακής σποράς.
Το «Μόνος στο Βερολίνο» ανήκει στην κατηγορία των «δυνατών» βιβλίων: δεξιοτεχνική πλοκή, δουλεμένοι και πειστικοί χαρακτήρες, σαφή και καθαρά (και διόλου απλοϊκά) μηνύματα και συμβολισμοί. Ειδικά η πλοκή και η απόδοση των γεγονότων είναι υποδειγματικά. Αν μάλιστα λάβει κανείς υπόψη πότε γράφτηκε το βιβλίο, η αξία του συγγραφέα μεγεθύνεται: ούτε «φτηνά κατηγορώ» (για τους πολλούς που έβλεπαν και δεν αντιδρούσαν) ούτε ηρωοποίηση και άλλοθι («ναι, υπήρχαν και καλοί Γερμανοί τότε»), ούτε ρητορικά και ιδεολογικά ξεσπάσματα, ούτε μηνύματα παρηγορίας, ούτε happy end. Μόνο το ψηφιδωτό του ζόφου.
Γι’ αυτό το «Μόνος στο Βερολίνο» (σχεδόν εβδομήντα χρόνια μετά τα γεγονότα που αφηγείται) γραπώνει τον αναγνώστη του απ’ τον λαιμό: είναι αληθινό, στάζει αίμα. Και γι’ αυτό στιγμές-στιγμές οδηγεί τον αναγνώστη του στην απελπισία: όλα αυτά είναι ακόμα εδώ.
Υ.Γ. Το εξώφυλλο του βιβλίου φιλοξενεί μια φωτογραφία της Σόφι Σολ, της πιο «επιφανούς» άσημης Γερμανίδας που αντιστάθηκε στο ναζιστικό καθεστώς. Ο γράφων δεν έχει υπόψη του κάποια μονογραφία (στα ελληνικά τουλάχιστον) για τη Σόφι Σολ παρά αναφορές σ’ αυτή σε διάφορα (ιστορικά κατά βάση) συγγράμματα. Πάντως, έχει γυριστεί ταινία (με τίτλο το όνομά της) που αφηγείται την ιστορία της. Αναζητήστε στα dvd club και το «Σκοτεινό σημείο: η γραμματέας του Χίτλερ», το ντοκιμαντέρ για την Τράουντλ Γιούνγκε, που στα 90 της μίλησε για πρώτη φορά για τη ζωή της κοντά στον Χίτλερ. Και διαβάστε και το «Μόνος στο Βερολίνο». Αυτή η «τριάδα» λέει περισσότερα ίσως απ’ ό,τι η ιστορία μπορεί να αφηγηθεί για την πραγματική καρδιά του σκότους.
Χ. Ζαρίφης
Πηγή:http://www.in2life.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου