Τρίτη, Νοεμβρίου 22, 2011

ΕΝΑ ΓΚΟΥΡΜΕΔΙΚΟ ΓΕΥΜΑ

ΕΝΑ ΓΚΟΥΡΜΕΔΙΚΟ ΓΕΥΜΑ
[Από το βιβλίο του μετρ της καλοφαγίας Ηλία Μαμαλάκη:
"Μην πληρώσετε!..Είναι όλα δικά μου", σ. 63-65.]

(Ο κεντρικός "ήρωας" του έργου, ονομάζεται Μύρων 
και δουλεύει υπερεντατικά σε μια πολυεθνική εμπορική
εταιρεία. Ευρισκόμενος στο στάδιο της υπερκόπωσης,
ξεκλέβει χρόνο και φεύγει με τη γυναίκα του για 
ολιγοήμερη  ξεκούραση στην Ιταλία. Εκεί βρίσκεται στην Ασίζη,
τη γενέθλια πόλη του Αγίου Φραγκίσκου. Ο Μύρωνας είναι
λάτρης της Τέχνης και παράλληλα μέγας ευζωιστής. 
Επωφελείται λοιπόν της ευκαιρίας να  θαυμάσει όχι μόνο
τα μεσαιωνικά αριστουργήματα του τόπου 
αλλά και να απολαύσει τα εδέσματα του φημισμένου
εστιατορίου  Buca di Francesco, όπου θα δοκιμάσει
για πρώτη φορά στη ζωή του τα λατρεμένα από αρχιμαγείρους
και γαστρονόμους μαύρα μανιτάρια", που  κοστίζουν 
στην αγορά πάνω από 300 ευρώ το κιλό.
Ιδού πώς περιγράφει το γεύμα των ονείρων του 
Ο Μαμαλάκης, ο οποίος σημειωτέον εκτός από μέγας
μύστης του καλού φαγητού αναδεικνύεται στο βιβλίο του
και καλός συγγραφέας.)

Κατέβηκαν τα σκαλιά και τους υποδέχτηκε ένας στιλάτος Ιταλός με μαύρο κοστούμι και πλατύ χαμόγελο. Στην τσέπη του σακακιού του ήταν κεντημένη η ιταλική σημαία και ένα χρυσό τσαμπί σταφύλια - ήταν μέλος της Ένωσης Αρχιοινοχόων Ιταλίας. Κάθησαν σε ένα τραπέζι και ήρθαν οι κατάλογοι, περιεργάστηκε το χώρο, πάλι τούβλα, κοκκινωπά, τακτικά, στέρεα, τα τραπεζομάντιλα κολλαριστά με κοφτά κεντίδια, ασημένια μαχαιροπίρουνα, λουλούδια και κρυστάλλινα ποτήρια.
Γύρισε το βλέμμα του στον κατάλογο και βυθίστηκε στην ανάγνωσή του. Ο Μύρωνας απολάμβανε κάθε γραμμή, έθετε σε λειτουργία τις στομαχικές εκκρίσεις του οραματιζόμενος τα φαγητά του καταλόγου. Είχε μέθοδο στην ανάγνωση του καταλόγου, κατ΄αρχάς προσδιόρισε τη δομή του,antipasti, primi piati, secondi piati ή griglia ξεχωριστά, μετά τα τυριά και τέλος τα γλυκά.
(Ο Μύρωνας  απορρίπτει αμέσως τη ιδέα του ψαριού , επειδή η Ασίζη είναι χτισμένη σε  ορεινή περιοχή, όμως , συνεχίζοντας την ανάγνωση, το μάτι του πέφτει  σε μια σειρά από φαγητά , τα οποία  περιείχαν  μαύρα και άσπρα μανητάρια [tartufo nero ή bianco], τις πανάκριβες  τρούφες,  "στόχο των γαστρονόμων  και αδυναμία των γυμνασμένων ουρανίσκων" ).

Υποσχέθηκε στον εαυτό του να μελετήσει το θέμα και να φάει όσο περισσότερο ταρτούφο μπορούσε, για να εμπεδώσει τη γεύση, να πλουτίσει το γευστικό του ρεπερτόριο. Όλοι οι μεγάλοι γαστρονόμοι μιλούν γι΄αυτό το υπόγειο μανιτάρι που το βρίσκουν με τη μυρωδιά ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά και γουρούνια.
 Έγλειψε τα χείλη του και συγκεντρώθηκε στην επιλογή του μενού του.
Μια ομελετίτσα με άρωμα ταρτούφου, μια σπαγγετάδα με κρέμα ταρτούφου. Το ιδανικό πιάτο για να αναδείξει το σπάνιο άρωμα του σπάνιου μανιταριού. Φιλέτο κρασάτο με φέτες ταρτούφου και γαρνιτούρα λαχανικά. Μια μοτσαρέλα για τα απαραίτητα ένζυμα της χώνεψης και επιψυλάχθηκε για μια panna cotta.
[........] Έκανε νόημα στο στιλάτο (ΣΣ: γκαρσόνι) και του ζήτησε ένα Solaia Antinori. Ο στιλάτος ευχαριστήθηκε από την παραγγελία, υποκλίθηκε και έφυγε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: