Σάββατο, Αυγούστου 29, 2009

Η ΑΤΑΚΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


"[...] Και τι κάνω εδώ ; Ποζάρω. Ο τρόπος που κρατάω το στυλό, με τα δύο μόνο δάχτυλα, ήταν το κουσούρι μου και είχα φάει ξύλο γι' αυτό. Ξύλο πολύ είχα φάει, μιας και ήμουν αριστερόχειρ, και όσο να μάθω να γράφω με το δεξί. Και υποδύομαι ότι γράφω. Το στυλό το είχα δανειστεί. Και τα γυαλιά ηλίου δανεικά ήταν.

Υποδύομαι ότι γράφω λοιπόν με δανεικό στυλό και με δανεικά γυαλιά ηλίου. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Να το πω κι αλλιώς, τι ήθελα να υποδηλώσω εκεί, στο προτελευταίο θρανίο; Οτι είμαι αυτή που είμαι, αλλά ότι θα ήθελα να φαίνομαι ότι είμαι και κάποια άλλη; Για να κρύψω, ή μήπως για να υπαινιχτώ, τι; Διαβάζω πίσω τη λεζάντα με τα δικά μου γράμματα: Σήμερα τέλος. Με πολλά αποσιωπητικά.
Και θα πρέπει να ήμουν μια λυπημένη ξανθιά εκείνο τον Ιούνιο.

Μελαχρινή, σγουρομάλλα, γλυκομίλητη, η καθηγήτρια των Θρησκευτικών. Με το γκρίζο ή καφετί ταγεράκι της. Πάντα ώς τη μέση της γάμπας η φούστα. Με το χρυσό σταυρουλάκι της στον μαραμένο λαιμό. Ανύπαντρη. Και περνούσαμε αθόρυβα τις τάξεις. Εκεί προς τον χειμώνα της ογδόης, παντρεύτηκε τον ανοικονόμητο φυσικό μας. Κι άρχισε αποτόμως να αγριεύει. Αν μας έπιανε αδιάβαστες, δεν το 'χε σε τίποτα να μας κάνει σκουπίδι.

Αρχές Ιουνίου ήταν. Και μ' είχε σύρει έξαλλη δευτεριάτικα στο γραφείο του διευθυντή. Κάτι έπρεπε να επινοήσω. Κι άρχισα να τους εξηγώ. Χτύπησα Παρασκευή απόγευμα στο παραθυρόφυλλο του σπιτιού μας, έβαλα λίγο οξυζενέ στο κεφάλι με μπαμπακάκι στο καρούμπαλο, ξάνοιξαν εκεί πολύ τα μαλλιά μου, δεν γινόταν μετά να είμαι με μια τούφα ξανοιγμένη, λούστηκα λοιπόν με οξυζενέ και χαμομήλι και στήθηκα στον ήλιο ώσπου να τα φέρω κάπως σ' ένα ομοιόμορφο ξανθό. Με κοίταζε σαν αποσβολωμένη. Πώς είναι δυνατόν να τους κοροϊδεύω τόσο ασύστολα; Ο διευθυντής όμως είχε σκάσει στα γέλια. Πήγαινε, μου είπε, και μ' άγγιξε στο μάγουλο.
Βγήκα απ' το γραφείο μουδιασμένη.

Μ' είχε ενοχλήσει πολύ το γέλιο του. Και ακόμη πιο πολύ το άγγιγμά του. Μέσα μου είχα μετανιώσει. Κι ούτε είχα τρόπο να διορθώσω αμέσως το λάθος μου. Για δυο τρεις μέρες ήμουν στενοχωρημένη. Διότι και οι άλλοι καθηγητές με στραβοκοίταζαν. Ακόμη και οι συμμαθήτριες σχολίαζαν πικρόχολα την αλλαγή μου. Ακόμη και οι γείτονες. Και μόνο η μάνα μου ατάραχη. Τι σκας; Εφόσον ξανθιά είσαι, μη βλέπεις που με τον καιρό σκουρύνανε κι έγινες καστανόξανθη, μικρή ήσουν ολόξανθη, σαν ξένη. Ώσπου το πήρα απόφαση. Θα μακραίνουν, θα τα κόβω λίγο λίγο, και θα επανέλθουν στο φυσικό τους. Να τελειώσει μόνο σε δυο βδομάδες το σχολείο, να γλιτώσω επιτέλους απ' το βλέμμα της θεούσας. Την είχα πλησιάσει σ' ένα διάλειμμα να της ζητήσω συγγνώμη και μ' είχε προσπεράσει, λες και ήμουν αόρατη.


Και ήρθε η πολυπόθητη μέρα. Επί ποδός όλες της ογδόης για την πατροπαράδοτη, αποχαιρετιστήρια φωτογράφιση. Εχω αρκετές φωτογραφίες από κείνο το μεσημέρι. Φύρδην μίγδην σε μια χαρτόκουτα με πολλές άλλες μαθητικές. Κι ούτε που θα μου έλεγαν τίποτα πια, αν δεν είχα να τις συνδέω και να λυπάμαι μ' εκείνη τη θεούσα που δεν είχε δεχτεί τη μετάνοιά μου και που μ' είχε βαθμολογήσει στο μάθημά της με 13 στο απολυτήριο. Δέκα χρόνια μετά αυτοκτόνησε. Αλλά πριν, πρόσεξέ το, μου έλεγε σκανδαλισμένη μια συμμαθήτρια, την είχε πιάσει επ' αυτοφώρω με τον εραστή της στο κρεβάτι ο άντρας της. Την έδιωξε πάραυτα απ' το σπίτι, έζησε, λένε, κάμποσους μήνες με τον φίλο της, καταλαβαίνεις το σούσουρο, ώσπου τη βαρέθηκε ο φίλος, ήταν και πολύ νεότερός της, οπότε έδωσε κι αυτή ένα τέλος στη ζωή της!
Ρίχνω μια τελευταία ματιά στη μοναξιά της φωτογραφίας. Προσέχω την άδεια σελίδα στο πρόχειρο τετράδιο. Κι εκείνο το λευκό μπλουζάκι με τα πουά που κρέμεται στο πίσω θρανίο; Ποιας ήταν και πώς είχε ξεμείνει κρεμασμένο εκεί;"

ΜΑΡΩ ΔΟΥΚΑ, "Στο προτελευταίο θρανίο",
"Το βλέμμα του χρόνου"
(επιμέλεια: Μισέλ Φάις).
Ελευθεροτυπία, 28/8/09.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη

  Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη pelop.gr  Πελοπόννησος Newsroom ...