Η διπλή ζωή του Αλμπέρτο Τζακομέτι
Αυτοπροσωπογραφία του Αλμπέρτο Τζακομέτι (1921). Τα
χαρακτηριστικά σγουρά μαλλιά του πλαισιώνουν ένα νεανικό πρόσωπο με
έντονες ανησυχίες και προβληματισμούς (Kunsthaus Zurich).
Υπάρχει μία κατακτημένη σοφία γύρω από
τον Τζακομέτι, λέει ο Πολ Μούρχαουζ, ο επιμελητής για την τέχνη του 20ού
αιώνα στη National Portrait Gallery στο Λονδίνο. Οι εκθέσεις για τον
Ελβετό καλλιτέχνη σε πολλά μουσεία και γκαλερί του κόσμου έχουν
εξοικειώσει το κοινό κυρίως με τα λιπόσαρκα γλυπτά του, αλλά η έκθεση
τώρα στο Λονδίνο έρχεται να μας μιλήσει για τη διπλή ζωή του Τζακομέτι.
Αν έχετε τη δυνατότητα να επισκεφθείτε την έκθεση, θα διαπιστώσετε ότι εξ αρχής ο στόχος ήταν η βύθιση στον ψυχισμό του Αλμπέρτο Τζακομέτι, όχι προφανώς απλή και χωρίς εμπόδια διαδικασία, όπως και η εξακτίνωση στον κόσμο του με πλανήτες τα ίδια τα πρόσωπα με τα οποία συνδεόταν στενά και για τα οποία έτρεφε αγάπη και συμπάθεια.
Ψυχική εμπειρία
Η έκθεση «Giacometti: Pure Presence» είναι μία εναλλακτική περιήγηση σε ένα ψυχικό τοπίο και μία διαδρομή στο μυαλό του Τζακομέτι σε απόκλιση από το αναμενόμενο. Γιατί, ενώ ο μέσος επισκέπτης μιας έκθεσης για τον Τζακομέτι είναι προετοιμασμένος να περιηγηθεί σε ένα δάσος από ψηλόλιγνες φιγούρες, στην περίπτωση αυτής της έκθεσης στο Λονδίνο θα οδηγηθεί από δωμάτιο σε δωμάτιο σε μια σταδιακή αποφλοίωση όλων των επιχρισμάτων έως ότου εξορύξει το μετάλλευμα που δεν είναι άλλο από την ασυνείδητη ενόρμηση.
Οπως λέει ο Πολ Μούρχαουζ, το 1945, όταν ο Τζακομέτι ήταν 44 ετών, σε μία ηλικία, δηλαδή, διόλου τυχαία, έγινε μάρτυρας μιας εσωτερικής αποκάλυψης. Εισήλθε σε μία ψυχική κατάσταση που προσέγγιζε την εμπειρία της επιφοίτησης και ήταν –λέει ο Πολ Μούρχαουζ– σαν να έπεφτε μια αυλαία. Αυτή η αποκάλυψη σήμανε για τον ίδιον τον Τζακομέτι τη μετάβαση σε ένα άλλο στάδιο ενσυναίσθησης, κατά το οποίο άρχισε να χρησιμοποιεί «νέο βλέμμα» πάνω στη μορφή των ανθρώπων. Ηταν σαν να είχε ένα μεταφυσικό κλειδί και να μπορούσε να χαρτογραφήσει ένα ψυχικό ολόγραμμα.
Καθώς ο Τζακομέτι είναι κυρίως συνδεδεμένος με τα γλυπτά του, που έχουν ταυτιστεί με το πνεύμα του Μοντερνισμού και το πολύ διακριτό ύφος των μέσων του 20ού αιώνα, η εμπειρία από το ολιστικό του πνεύμα –ζωγραφική, σχέδιο, γλυπική– είναι καταιγιστική. Είναι ένα ταξίδι προς τον βυθό με προορισμό την επιφάνεια.
Ο Τζακομέτι εκλαμβάνεται συχνά ως μονήρης ίσως και νευρωτικός. Αυτή η άποψη είναι κοντά στην αλήθεια, λέει ο Πολ Μούρχαουζ, αλλά παραμένει ατελής. Η τόσο ιδιαίτερη έκθεση στη National Portrait Gallery αποσκοπεί στην πλήρωση αυτού του κενού, καθώς συμπληρώνει και διευρύνει τη στερεότυπη και μονοσήμαντη κοινή αντίληψη για τον Τζακομέτι.
Η διπλή ζωή του καλλιτέχνη, που διατρέχει σαν υπόγειο ρυάκι όλη την έκθεση, είναι η επίδραση που άσκησε η ανθρώπινη μορφή στον Τζακομέτι. Ο ίδιος ζούσε σαν σε ένα παράλληλο σύμπαν μέσα στο οποίο αποκρυπτογραφούσε τη μορφή, την πρώτη εντύπωση, την πολυσημία της εμφάνισης. Εχει ιδιαίτερο βάρος η αίθουσα που είναι αφιερωμένη στη μητέρα του, όπου με υποβλητικό φωτισμό δεσπόζει η προσωπογραφία της. Τη φιλοτέχνησε το 1950, προχωρώντας τα παραστατικά πορτρέτα της νεότητας. Παρουσιάζει τη μητέρα του καθιστή μέσα σε ένα δωμάτιο, όπου την τοποθετεί στο επίκεντρο μιας δίνης σκέψεων, επιθυμιών και φόβου, σαν ένας χάρτης του απόλυτου, του απείρου και του τίποτα μέσα στο οποίο ξεχειλίζει το παν.
Αυτές οι συγκλονιστικές σχέσεις που έζησε ο Τζακομέτι πρώτα μέσα στην οικογένειά του με τους γονείς του και τα τρία αδέλφια του, και μετέπειτα με την ερωμένη του Καρολάιν και τη γυναίκα του Ανέτ, ή τους φίλους του, όπως τον Ζαν Ζενέ, συγκροτούν ένα σύμπαν διαρκούς περιδίνησης. Τα πρόσωπα τα μελετάει σαν γλύπτης, σαν αρχιτέκτονας, σαν ιατροδικαστής αλλά πάνω απ’ όλα μοιάζει να προσεγγίζει μία νέα γεωγραφία της μορφής.
Καθώς η έκθεση για την εμμονή περί της ανθρώπινης μορφής αναδεικνύει τον Τζακομέτι με μία αύρα όχι συνήθη στην τυποποιημένη και ευρέως αποδεκτή εικόνα του, ο θεατής εκλαμβάνει σαν μία ενότητα τη βιογραφική αφήγηση και την αυτόνομη δημιουργία. Μπλέκεται η μορφή του ίδιου του Τζακομέτι είτε μέσα από τις αυτοπροσωπογραφίες είτε μέσα από τις νεανικές φωτογραφίες σε ένα αμάλγαμα ρευστών εντυπώσεων. Διατρέχει την έκθεση η αγωνία της μορφής, γίνεται εμμονική αναζήτηση, στα όρια του κορεσμού μέσα από τη ζωγραφική ή πλαστική αφαίρεση. Σπάνια το ελλειπτικό έχει τέτοιο βάρος.
Οικογένεια και κόσμος
Τα καρβουνιασμένα μάτια του Αλμπέρτο Τζακομέτι, βαθιά μέσα στις κόγχες και το στεφάνι από σγουρά, πυκνά μαλλιά, με έναν αέρα από τον Νότο, παρότι γεννήθηκε στην ιταλόφωνη Ελβετία, στη σκιά των Αλπεων και της Μεσευρώπης, δείχνουν ότι η απόκλισή του από τη συμβατική ανάγνωση του κόσμου ήταν γενετικά εγγεγραμμένη. Το περιβάλλον που γεννούν ο μεγάλος αριθμός των ιδιαίτερα ατμοσφαιρικών φωτογραφιών από τις δεκαετίες του 1910 και 1920 αφήνουν μία υγρή μελαγχολία καθώς τραβούν το βλέμμα του επισκέπτη πίσω στην πηγή. Οι μορφές στην οικογένεια, ο αδελφός Ντιέγκο με την τόσο κρυπτική και βαθιά σχέση με τον Αλμπέρτο (ήταν σταθερά ένα από τα μοντέλα του) μεταγγίζονται στην ενήλικη ζωή του. Η έλευση της Ανέτ τον ωθεί σχεδόν με βία στον μοντερνισμό όπως τον κατανοούμε στην εξωστρέφειά του, αλλά ο Τζακομέτι υπήρξε εξ αρχής ένας γεννημένος μυστικιστής με υψηλή αίσθηση του «ιερού» σε έναν κόσμο σχεδόν ελλειπτικό.
«Giacometti: Pure Presence». National Portrait Gallery, Λονδίνο. Εως τις 10 Ιανουαρίου 2016.
Αν έχετε τη δυνατότητα να επισκεφθείτε την έκθεση, θα διαπιστώσετε ότι εξ αρχής ο στόχος ήταν η βύθιση στον ψυχισμό του Αλμπέρτο Τζακομέτι, όχι προφανώς απλή και χωρίς εμπόδια διαδικασία, όπως και η εξακτίνωση στον κόσμο του με πλανήτες τα ίδια τα πρόσωπα με τα οποία συνδεόταν στενά και για τα οποία έτρεφε αγάπη και συμπάθεια.
Ψυχική εμπειρία
Η έκθεση «Giacometti: Pure Presence» είναι μία εναλλακτική περιήγηση σε ένα ψυχικό τοπίο και μία διαδρομή στο μυαλό του Τζακομέτι σε απόκλιση από το αναμενόμενο. Γιατί, ενώ ο μέσος επισκέπτης μιας έκθεσης για τον Τζακομέτι είναι προετοιμασμένος να περιηγηθεί σε ένα δάσος από ψηλόλιγνες φιγούρες, στην περίπτωση αυτής της έκθεσης στο Λονδίνο θα οδηγηθεί από δωμάτιο σε δωμάτιο σε μια σταδιακή αποφλοίωση όλων των επιχρισμάτων έως ότου εξορύξει το μετάλλευμα που δεν είναι άλλο από την ασυνείδητη ενόρμηση.
Οπως λέει ο Πολ Μούρχαουζ, το 1945, όταν ο Τζακομέτι ήταν 44 ετών, σε μία ηλικία, δηλαδή, διόλου τυχαία, έγινε μάρτυρας μιας εσωτερικής αποκάλυψης. Εισήλθε σε μία ψυχική κατάσταση που προσέγγιζε την εμπειρία της επιφοίτησης και ήταν –λέει ο Πολ Μούρχαουζ– σαν να έπεφτε μια αυλαία. Αυτή η αποκάλυψη σήμανε για τον ίδιον τον Τζακομέτι τη μετάβαση σε ένα άλλο στάδιο ενσυναίσθησης, κατά το οποίο άρχισε να χρησιμοποιεί «νέο βλέμμα» πάνω στη μορφή των ανθρώπων. Ηταν σαν να είχε ένα μεταφυσικό κλειδί και να μπορούσε να χαρτογραφήσει ένα ψυχικό ολόγραμμα.
Καθώς ο Τζακομέτι είναι κυρίως συνδεδεμένος με τα γλυπτά του, που έχουν ταυτιστεί με το πνεύμα του Μοντερνισμού και το πολύ διακριτό ύφος των μέσων του 20ού αιώνα, η εμπειρία από το ολιστικό του πνεύμα –ζωγραφική, σχέδιο, γλυπική– είναι καταιγιστική. Είναι ένα ταξίδι προς τον βυθό με προορισμό την επιφάνεια.
Ο Τζακομέτι εκλαμβάνεται συχνά ως μονήρης ίσως και νευρωτικός. Αυτή η άποψη είναι κοντά στην αλήθεια, λέει ο Πολ Μούρχαουζ, αλλά παραμένει ατελής. Η τόσο ιδιαίτερη έκθεση στη National Portrait Gallery αποσκοπεί στην πλήρωση αυτού του κενού, καθώς συμπληρώνει και διευρύνει τη στερεότυπη και μονοσήμαντη κοινή αντίληψη για τον Τζακομέτι.
Η διπλή ζωή του καλλιτέχνη, που διατρέχει σαν υπόγειο ρυάκι όλη την έκθεση, είναι η επίδραση που άσκησε η ανθρώπινη μορφή στον Τζακομέτι. Ο ίδιος ζούσε σαν σε ένα παράλληλο σύμπαν μέσα στο οποίο αποκρυπτογραφούσε τη μορφή, την πρώτη εντύπωση, την πολυσημία της εμφάνισης. Εχει ιδιαίτερο βάρος η αίθουσα που είναι αφιερωμένη στη μητέρα του, όπου με υποβλητικό φωτισμό δεσπόζει η προσωπογραφία της. Τη φιλοτέχνησε το 1950, προχωρώντας τα παραστατικά πορτρέτα της νεότητας. Παρουσιάζει τη μητέρα του καθιστή μέσα σε ένα δωμάτιο, όπου την τοποθετεί στο επίκεντρο μιας δίνης σκέψεων, επιθυμιών και φόβου, σαν ένας χάρτης του απόλυτου, του απείρου και του τίποτα μέσα στο οποίο ξεχειλίζει το παν.
Αυτές οι συγκλονιστικές σχέσεις που έζησε ο Τζακομέτι πρώτα μέσα στην οικογένειά του με τους γονείς του και τα τρία αδέλφια του, και μετέπειτα με την ερωμένη του Καρολάιν και τη γυναίκα του Ανέτ, ή τους φίλους του, όπως τον Ζαν Ζενέ, συγκροτούν ένα σύμπαν διαρκούς περιδίνησης. Τα πρόσωπα τα μελετάει σαν γλύπτης, σαν αρχιτέκτονας, σαν ιατροδικαστής αλλά πάνω απ’ όλα μοιάζει να προσεγγίζει μία νέα γεωγραφία της μορφής.
Καθώς η έκθεση για την εμμονή περί της ανθρώπινης μορφής αναδεικνύει τον Τζακομέτι με μία αύρα όχι συνήθη στην τυποποιημένη και ευρέως αποδεκτή εικόνα του, ο θεατής εκλαμβάνει σαν μία ενότητα τη βιογραφική αφήγηση και την αυτόνομη δημιουργία. Μπλέκεται η μορφή του ίδιου του Τζακομέτι είτε μέσα από τις αυτοπροσωπογραφίες είτε μέσα από τις νεανικές φωτογραφίες σε ένα αμάλγαμα ρευστών εντυπώσεων. Διατρέχει την έκθεση η αγωνία της μορφής, γίνεται εμμονική αναζήτηση, στα όρια του κορεσμού μέσα από τη ζωγραφική ή πλαστική αφαίρεση. Σπάνια το ελλειπτικό έχει τέτοιο βάρος.
Οικογένεια και κόσμος
Τα καρβουνιασμένα μάτια του Αλμπέρτο Τζακομέτι, βαθιά μέσα στις κόγχες και το στεφάνι από σγουρά, πυκνά μαλλιά, με έναν αέρα από τον Νότο, παρότι γεννήθηκε στην ιταλόφωνη Ελβετία, στη σκιά των Αλπεων και της Μεσευρώπης, δείχνουν ότι η απόκλισή του από τη συμβατική ανάγνωση του κόσμου ήταν γενετικά εγγεγραμμένη. Το περιβάλλον που γεννούν ο μεγάλος αριθμός των ιδιαίτερα ατμοσφαιρικών φωτογραφιών από τις δεκαετίες του 1910 και 1920 αφήνουν μία υγρή μελαγχολία καθώς τραβούν το βλέμμα του επισκέπτη πίσω στην πηγή. Οι μορφές στην οικογένεια, ο αδελφός Ντιέγκο με την τόσο κρυπτική και βαθιά σχέση με τον Αλμπέρτο (ήταν σταθερά ένα από τα μοντέλα του) μεταγγίζονται στην ενήλικη ζωή του. Η έλευση της Ανέτ τον ωθεί σχεδόν με βία στον μοντερνισμό όπως τον κατανοούμε στην εξωστρέφειά του, αλλά ο Τζακομέτι υπήρξε εξ αρχής ένας γεννημένος μυστικιστής με υψηλή αίσθηση του «ιερού» σε έναν κόσμο σχεδόν ελλειπτικό.
«Giacometti: Pure Presence». National Portrait Gallery, Λονδίνο. Εως τις 10 Ιανουαρίου 2016.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου