"Αν σε ξαναπιάσω να κάνεις πιάτσα
στην περιοχή μου , θα σου κόψω τον κώλο!
Η Σόλωνος είναι για φοιτήτριες
της Νομικής και της Φιλοσοφικής.
Εσείς του Πολυτεχνείου κάνετε βίζιτες
από την Στουρνάρη και πέρα."
******
Το αθηναϊκό τρίγωνο της αμαρτίας
(Εικόνες ντροπής για την άλλοτε
"διαμαντόπετρα στης γης το δαχτυλίδι")
(Εικόνες ντροπής για την άλλοτε
"διαμαντόπετρα στης γης το δαχτυλίδι")
Απόσπασμα από το συγκλονιστικό "οδοιπορικό"
του Αχιλλέα Χεκίμογλου στην εφημερίδα "Το Βήμα" (14/12/2009)
[..........]
«Μόλις κλείσει η αγορά, τις βλέπω τις κοπέλες που εμφανίζονται. Είναι μικρές και τις λυπάμαι- είναι αμαρτία αυτό που γίνεται. Ακούω το ξημέρωμα που τις δέρνουν, αν δεν τους βγάλουν αρκετά λεφτά. Τις πετάνε κάτω στο πεζοδρόμιο, τις πατάνε και τις κλωτσάνε. Κλαίνε οι καημένες». Ετσι διηγείται την καθημερινότητα της νύχτας στην περιοχή ηλικιωμένη κάτοικος της πλατείας Κολιάτσου, η οποία, όπως λέει, φοβάται πια. «Γεννήθηκα το 1932 και θυμάμαι τη φτώχεια και την απανθρωπιά της Κατοχής. Δυστυχώς, τέτοιες εικόνες εξαθλίωσης βρίσκονται και πάλι έξω από τα σπίτια μας. Κάναμε μια καλή ζωή, μεγαλώσαμε και σπουδάσαμε τα παιδιά μας καιαν είναι δυνατόντώρα στα γεράματα να ξαναβλέπουμε τέτοιες εικόνες καταπίεσης» συμπληρώνει σχεδόν δακρύζοντας η παλαιά κάτοικος των Πατησίων.
Λίγο πιο κάτω, μπροστά από θρυλικές οικοδομές-μνημεία της αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα οι μαραμένοι φοίνικες προδίδουν ότι εκεί κάποτε υπήρχε μια δόση πολυτέλειας, αντίστοιχης με αυτήν που παρουσίαζε ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος. Ωστόσο η παρακμή της περιοχής επιταχύνεται και από τα νέα φαινόμενα.
«Εδώ βλέπεις ό,τι θες πια. Ολα γίνονται. Και όταν λέμε όλα, εννοούμε όλα. Βλέπεις συχνά εσύ γέρους να “ψωνίζουν” 17χρονα; Εγώ το βλέπω. Αηδία με πιάνει κάθε φόρα που τους αντικρίζω» λέει διανυκτερεύων επαγγελματίας της Πατησίων. Σχεδόν σε κάθε γωνιά νεαρές Αφρικανές περιμένουν πελάτη. Οι περισσότερες περπατούν άλλοτε γρήγορα και άλλοτε αργά. Στην απέναντι πλευρά του πεζοδρομίου καταγράφονται αντίστοιχες κινήσεις από ομάδες ανδρών- και αυτοί Αφρικανοί.
Ο λόγος για τον οποίο οι γυναίκες κινούνται διαρκώς είναι για να αποκρύψουν την πραγματική τους ιδιότητα, αλλά και για να φαίνονται απλώς περαστικές. Μάλιστα, για τους γνωρίζοντες συχνά η «πιάτσα» γίνεται απευθείας από τη στάση των λεωφορείων. Η νύχτα μπορεί να παραπλανήσει. Ούτως ή άλλως, είναι καλά ντυμένες και σε τίποτε δεν θυμίζουν τις συντοπίτισσές τους νοτιότερα, στην Ευριπίδου και στη Σωκράτους.
▅ Συνάντηση με το «αφεντικό»
Λίγο πιο κάτω, προς την πλατεία Αμερικής, γίνεται μια αναπάντεχη συνάντηση. Μέσα από τα στενά ξεπροβάλλει ένας βραχύσωμος, γεροδεμένος και μάλλον πλατυκέφαλος Αφρικανός. Φοράει σκούρο λαμέ κοστούμι, χρυσό βραχιόλι και καδένα, και λουστραρισμένα απαστράπτοντα σκαρπίνια. Φαίνεται ότι είναι το «αφεντικό», αφού περιστοιχίζεται από ψηλούς «φουσκωτούς», οι οποίοι κοιτούν απειλητικά.
Ανάβει πούρο, μιλάει γλώσσα ακαταλαβίστικη, δίνει εντολές και τα κορίτσια «αναδιατάσσονται» σε άλλα σημεία της Πατησίων, νοτιότερα. Οι «φουσκωτοί» περνούν το μήνυμα στους παρατρεχάμενους και αυτοί με τη σειρά τους φεύγουν με βήμα ταχύ προς τις γυναίκες. Ολοι κινούνται πάνω- κάτω. Επειτα από λίγο εμφανίζεται ένα περιπολικό της Αστυνομίας. Οι αστυνομικοί κόβουν ταχύτητα, βλέπουν (και προφανώς ξέρουν) τι γίνεται, όμως ουδέν μεμπτό συμβαίνει επί του παρόντος στην Πατησίων. Το περιπολικό επιταχύνει, ανάβει τη σειρήνα και φεύγει. Και η πιάτσα συνεχίζεται ως το πρωί και όποια δεν μαζέψει το χρήμα θα τιμωρηθεί με άγριο ξύλο. Από ένα διερχόμενο αυτοκίνητο ακούγεται δυνατά το ρεφρέν από τις Τρύπες: «Είναι παράξενη αυτή η πόλη». Επεσε μέσα.
Το βράδυ στο κέντρο της πόλης, μετά το κλείσιμο της αγοράς, εμφανίζονται σιγά σιγά στα πεζοδρόμια γυναίκες κάθε είδους: μετανάστριες, νεόπτωχες, φοιτήτριες, τοξικομανείς. Στο τέρμα της Σόλωνος γύρω στις 12 το βράδυ μια πολύ μικρή πιάτσα είναι γεμάτη από νεαρές κοπέλες. «Οι περισσότερες από αυτές είναι φοιτήτριες και χρεώνουν 50-60 ευρώ. Είναι Ελληνίδες, “καθαρές”- κάποιες πολύ όμορφες- και το κάνουν για τα λεφτά. Μάλιστα, έχουν και ανταγωνισμό με τις ξένες στην Καποδιστρίου, οι οποίες είναι αρκετά πιο οικονομικές και τους κλέβουν την πελατεία» σημειώνει τακτικός «επισκέπτης» των κοριτσιών. «Είναι καλά κορίτσια» συμπληρώνει.
[............]
«Μόλις κλείσει η αγορά, τις βλέπω τις κοπέλες που εμφανίζονται. Είναι μικρές και τις λυπάμαι- είναι αμαρτία αυτό που γίνεται. Ακούω το ξημέρωμα που τις δέρνουν, αν δεν τους βγάλουν αρκετά λεφτά. Τις πετάνε κάτω στο πεζοδρόμιο, τις πατάνε και τις κλωτσάνε. Κλαίνε οι καημένες». Ετσι διηγείται την καθημερινότητα της νύχτας στην περιοχή ηλικιωμένη κάτοικος της πλατείας Κολιάτσου, η οποία, όπως λέει, φοβάται πια. «Γεννήθηκα το 1932 και θυμάμαι τη φτώχεια και την απανθρωπιά της Κατοχής. Δυστυχώς, τέτοιες εικόνες εξαθλίωσης βρίσκονται και πάλι έξω από τα σπίτια μας. Κάναμε μια καλή ζωή, μεγαλώσαμε και σπουδάσαμε τα παιδιά μας καιαν είναι δυνατόντώρα στα γεράματα να ξαναβλέπουμε τέτοιες εικόνες καταπίεσης» συμπληρώνει σχεδόν δακρύζοντας η παλαιά κάτοικος των Πατησίων.
Λίγο πιο κάτω, μπροστά από θρυλικές οικοδομές-μνημεία της αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα οι μαραμένοι φοίνικες προδίδουν ότι εκεί κάποτε υπήρχε μια δόση πολυτέλειας, αντίστοιχης με αυτήν που παρουσίαζε ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος. Ωστόσο η παρακμή της περιοχής επιταχύνεται και από τα νέα φαινόμενα.
«Εδώ βλέπεις ό,τι θες πια. Ολα γίνονται. Και όταν λέμε όλα, εννοούμε όλα. Βλέπεις συχνά εσύ γέρους να “ψωνίζουν” 17χρονα; Εγώ το βλέπω. Αηδία με πιάνει κάθε φόρα που τους αντικρίζω» λέει διανυκτερεύων επαγγελματίας της Πατησίων. Σχεδόν σε κάθε γωνιά νεαρές Αφρικανές περιμένουν πελάτη. Οι περισσότερες περπατούν άλλοτε γρήγορα και άλλοτε αργά. Στην απέναντι πλευρά του πεζοδρομίου καταγράφονται αντίστοιχες κινήσεις από ομάδες ανδρών- και αυτοί Αφρικανοί.
Ο λόγος για τον οποίο οι γυναίκες κινούνται διαρκώς είναι για να αποκρύψουν την πραγματική τους ιδιότητα, αλλά και για να φαίνονται απλώς περαστικές. Μάλιστα, για τους γνωρίζοντες συχνά η «πιάτσα» γίνεται απευθείας από τη στάση των λεωφορείων. Η νύχτα μπορεί να παραπλανήσει. Ούτως ή άλλως, είναι καλά ντυμένες και σε τίποτε δεν θυμίζουν τις συντοπίτισσές τους νοτιότερα, στην Ευριπίδου και στη Σωκράτους.
▅ Συνάντηση με το «αφεντικό»
Λίγο πιο κάτω, προς την πλατεία Αμερικής, γίνεται μια αναπάντεχη συνάντηση. Μέσα από τα στενά ξεπροβάλλει ένας βραχύσωμος, γεροδεμένος και μάλλον πλατυκέφαλος Αφρικανός. Φοράει σκούρο λαμέ κοστούμι, χρυσό βραχιόλι και καδένα, και λουστραρισμένα απαστράπτοντα σκαρπίνια. Φαίνεται ότι είναι το «αφεντικό», αφού περιστοιχίζεται από ψηλούς «φουσκωτούς», οι οποίοι κοιτούν απειλητικά.
Ανάβει πούρο, μιλάει γλώσσα ακαταλαβίστικη, δίνει εντολές και τα κορίτσια «αναδιατάσσονται» σε άλλα σημεία της Πατησίων, νοτιότερα. Οι «φουσκωτοί» περνούν το μήνυμα στους παρατρεχάμενους και αυτοί με τη σειρά τους φεύγουν με βήμα ταχύ προς τις γυναίκες. Ολοι κινούνται πάνω- κάτω. Επειτα από λίγο εμφανίζεται ένα περιπολικό της Αστυνομίας. Οι αστυνομικοί κόβουν ταχύτητα, βλέπουν (και προφανώς ξέρουν) τι γίνεται, όμως ουδέν μεμπτό συμβαίνει επί του παρόντος στην Πατησίων. Το περιπολικό επιταχύνει, ανάβει τη σειρήνα και φεύγει. Και η πιάτσα συνεχίζεται ως το πρωί και όποια δεν μαζέψει το χρήμα θα τιμωρηθεί με άγριο ξύλο. Από ένα διερχόμενο αυτοκίνητο ακούγεται δυνατά το ρεφρέν από τις Τρύπες: «Είναι παράξενη αυτή η πόλη». Επεσε μέσα.
Το βράδυ στο κέντρο της πόλης, μετά το κλείσιμο της αγοράς, εμφανίζονται σιγά σιγά στα πεζοδρόμια γυναίκες κάθε είδους: μετανάστριες, νεόπτωχες, φοιτήτριες, τοξικομανείς. Στο τέρμα της Σόλωνος γύρω στις 12 το βράδυ μια πολύ μικρή πιάτσα είναι γεμάτη από νεαρές κοπέλες. «Οι περισσότερες από αυτές είναι φοιτήτριες και χρεώνουν 50-60 ευρώ. Είναι Ελληνίδες, “καθαρές”- κάποιες πολύ όμορφες- και το κάνουν για τα λεφτά. Μάλιστα, έχουν και ανταγωνισμό με τις ξένες στην Καποδιστρίου, οι οποίες είναι αρκετά πιο οικονομικές και τους κλέβουν την πελατεία» σημειώνει τακτικός «επισκέπτης» των κοριτσιών. «Είναι καλά κορίτσια» συμπληρώνει.
[............]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου