NELLY SACHS
(1891-1970)
[Βραβείο Nobel Λογοτεχνίας 1966]
Σπουδαία γερμανίδα ποιήτρια εβραϊκής καταγωγής.
Απέφυγε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης ,
γιατί κατέφυγε το 1940 στη Σουηδία, που της παραχώρησε άσυλο.
Πρόλαβε όμως να ζήσει τη φρίκη της χιτλερικής περιόδου
στην πατρίδα της και συγκλονίστηκε από τις μαρτυρίες των λίγων
ομοεθνών της που γλίτωσαν την "κόλαση" των κρεματορίων.
Η ποίησή της έκτοτε "στιγματίστηκε" από την τραγική
συνειδητοποίηση της μαζικής εξόντωσης των ομοεθνών της.
**************************************************
ΣΕ ΣΑΣ ΠΟΥ ΧΤΙΖΕΤΕ ΤΟ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΣΠΙΤΙ
(1891-1970)
[Βραβείο Nobel Λογοτεχνίας 1966]
Σπουδαία γερμανίδα ποιήτρια εβραϊκής καταγωγής.
Απέφυγε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης ,
γιατί κατέφυγε το 1940 στη Σουηδία, που της παραχώρησε άσυλο.
Πρόλαβε όμως να ζήσει τη φρίκη της χιτλερικής περιόδου
στην πατρίδα της και συγκλονίστηκε από τις μαρτυρίες των λίγων
ομοεθνών της που γλίτωσαν την "κόλαση" των κρεματορίων.
Η ποίησή της έκτοτε "στιγματίστηκε" από την τραγική
συνειδητοποίηση της μαζικής εξόντωσης των ομοεθνών της.
**************************************************
ΣΕ ΣΑΣ ΠΟΥ ΧΤΙΖΕΤΕ ΤΟ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΣΠΙΤΙ
Υπάρχουν πέτρες σαν ψυχές
RABBI NACHMAN
RABBI NACHMAN
Όταν για σε τους τοίχους σου καινούριους υψώνης-
κλινάρι και τραπέζι και καρέκλα και την παραστιά σου-,
που θα κατοικήση πια μαζί σου
στην πέτρα
ουδέ στο ξύλο-
αλλοιώς θα κλαίη στον ύπνο σου μέσα,
τον σύντομο, που ακόμα πρέπει να τον εκτελέσης.
Όταν το σεντόνι σου στρώνης, μη στενάζης,
αλλοιώς θα σμίγουν τα όνειρά σου
με τον ίδρωτα των πεθαμένων.
Αχ, οι τοίχοι και τα σκεύη είναι
ευπρόσβλητα σαν τις άρπες του ανέμου
και σα χωράφι όπου ο πόνος σου φυτρώνει,
και νοιώθουν πως είναι συγγενείς σου η σκόνη.
Χτίζε, όταν το ρολόι την ώρα ψιχαλίζη,
μα μην κλαις τα λεπτά που ένα-ένα φεύγουν
μαζί με τη σκόνη
που σκεπάζει το φως.
Ω , παιδιά της κλαίουσας νύχτας!
Παιδιά της σημαδεμένης για το θάνατο νύχτας!
Ο ύπνος είσοδο πια καμιά δεν έχει.
Φύλακες φοβερές
πήραν τη θέση των μανάδων,
έχουν τον ψεύτικο θάνατο τους μυώνες τους τεντώσει,
και τον σπέρνουν στους ανέμους και στα δοκάρια-
παντού κλωσσά μες στις φωλιές της φρίκης.
Φόβο θηλάζουν τα μωρά αντί μητρικό γάλα.
Χτες ακόμη η μητέρα, καθώς ένα
λευκό φεγγάρι, κατέβαζε τον ύπνο,
η κούκλα ερχόταν με το πολυφιλημένο
κόκκινο της παρειάς στην αγκαλιά,
ερχόταν το παραγιομισμένο ζώο, ζωντανό,
συνηθισμένο κιόλας στην αγάπη,
στην άλλη αγκαλιά,-
τώρα πια φυσά ο άνεμος του θανάτου,
και παίρνει φουσκώνοντας τα πουκάμισα πάνω απ' τα μαλλιά
που κανείς πια δε θα χτενίση.
κλινάρι και τραπέζι και καρέκλα και την παραστιά σου-,
που θα κατοικήση πια μαζί σου
στην πέτρα
ουδέ στο ξύλο-
αλλοιώς θα κλαίη στον ύπνο σου μέσα,
τον σύντομο, που ακόμα πρέπει να τον εκτελέσης.
Όταν το σεντόνι σου στρώνης, μη στενάζης,
αλλοιώς θα σμίγουν τα όνειρά σου
με τον ίδρωτα των πεθαμένων.
Αχ, οι τοίχοι και τα σκεύη είναι
ευπρόσβλητα σαν τις άρπες του ανέμου
και σα χωράφι όπου ο πόνος σου φυτρώνει,
και νοιώθουν πως είναι συγγενείς σου η σκόνη.
Χτίζε, όταν το ρολόι την ώρα ψιχαλίζη,
μα μην κλαις τα λεπτά που ένα-ένα φεύγουν
μαζί με τη σκόνη
που σκεπάζει το φως.
Ω , παιδιά της κλαίουσας νύχτας!
Παιδιά της σημαδεμένης για το θάνατο νύχτας!
Ο ύπνος είσοδο πια καμιά δεν έχει.
Φύλακες φοβερές
πήραν τη θέση των μανάδων,
έχουν τον ψεύτικο θάνατο τους μυώνες τους τεντώσει,
και τον σπέρνουν στους ανέμους και στα δοκάρια-
παντού κλωσσά μες στις φωλιές της φρίκης.
Φόβο θηλάζουν τα μωρά αντί μητρικό γάλα.
Χτες ακόμη η μητέρα, καθώς ένα
λευκό φεγγάρι, κατέβαζε τον ύπνο,
η κούκλα ερχόταν με το πολυφιλημένο
κόκκινο της παρειάς στην αγκαλιά,
ερχόταν το παραγιομισμένο ζώο, ζωντανό,
συνηθισμένο κιόλας στην αγάπη,
στην άλλη αγκαλιά,-
τώρα πια φυσά ο άνεμος του θανάτου,
και παίρνει φουσκώνοντας τα πουκάμισα πάνω απ' τα μαλλιά
που κανείς πια δε θα χτενίση.
Άρης Δικταίος, "Δεκατρείς αιώνες Γερμανικής ποίησης".
Εκδόσεις Δωδώνη.
Εκδόσεις Δωδώνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου