Μάο Τσε-τουνγκ: η αποκαθήλωση του Μεγάλου Τιμονιέρη
Η πειθώ του τρόμου
ΤΑ ΝΕΑ
ΒΙΒΛΙΟΔΡΟΜΙΟ,4-5/1/08
ΒΙΒΛΙΟΔΡΟΜΙΟ,4-5/1/08
Ο Μάο σε μια από τις κατοικίες του το 1939, ενώ ποζάρει στον φακό με ένα βιβλίο του Στάλιν, για το ντοκιμαντέρ που γύρισε ο αγαπημένος σκηνοθέτης του Ρώσου ηγέτηΡομάν Κάρμεν. Σε αναφορά του στον Στάλιν, ο Κάρμεν τόνισε την «αφοσίωση» του Μάο στο πρόσωπό του
Ο ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΚΑΛΟΠΡΟΑΙΡΕΤΟΣ
ΠΟΛΙΤΗΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ
ΠΡΩΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΑΔΥΝΑΤΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΕΙ
ΠΩΣ ΟΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΩΠΙΔΕΣ
ΤΟΥ ΑΜΕΣΩΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ,
ΦΑΣΙΣΤΙΚΕΣ Ή ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΕΣ,
ΑΡΚΟΥΣΑΝ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΒΛΕΠΕΙ
ΚΑΝΕΙΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΕ ΤΟΣΟ ΜΑΖΙΚΗ
ΕΚΤΑΣΗ. ΜΗΠΩΣ ΔΕΝ ΕΠΡΟΚΕΙΤΟ
ΛΟΙΠΟΝ ΓΙΑ ΜΑΖΙΚΗ ΥΠΝΩΣΗ Ή
ΜΑΖΙΚΗ ΕΘΕΛΟΤΥΦΛΙΑ, ΑΛΛΑ ΓΙΑ
ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΕΣ ΕΝΣΤΙΚΤΟ ΜΑΖΙΚΗΣ
ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ; Η ΚΙΝΕΖΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΓΙΟΥΝΓΚ
ΤΣΑΝΓΚ ΚΑΙ Ο ΑΓΓΛΟΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΣ
ΤΗΣ ΤΖΟΝ ΧΑΛΛΙΝΤΕΫ ΔΙΝΟΥΝ ΜΙΑ ΠΕΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΜΑΚΑΒΡΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ
Η περίπτωση της 55χρονης σήμερα Γιουνγκ Τσανγκ, γνωστής ήδη στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό από τους σπαρακτικούς «Αγριόκυκνους» (Εστία 1997), είναι πολλαπλά αξιοσημείωτη. Μολονότι τα πρώτα βήματά της στη ζωή- Ερυθροφρουρός, κατά τη διάρκεια της διαβόητης «Πολιτιστικής επανάστασης», εργάτρια χαλυβουργίας και ηλεκτρολόγος- δεν προμήνυαν ότι θα κατάφερνε να ξεφύγει από το μίζερο πεπρωμένο εκατομμυρίων συμπατριωτισσών της, εκείνη, με όχημα τις σπουδές της κατόπιν στην αγγλική φιλολογία, εξασφάλισε μια υποτροφία από το πανεπιστήμιο του Γιορκ, μετανάστευσε το 1978 στη Μεγάλη Βρετανία και καταγράφηκε ως η πρώτη Κινέζα που απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα από αγγλικό πανεπιστήμιο. Την ευνόησε όμως εξίσου και το παλιρροϊκό κύμα της Ιστορίας. Η σιωπηρή «απομαοποίηση», που επιβλήθηκε σταδιακά αλλά σταθερά στην Κίνα από τον καιρό του Ντενγκ Σιάο-πινγκ (δίχως να ξεκρεμαστούν έως σήμερα τα μαοϊκά εικονίσματα), της έδωσε την ανεπανάληπτη ευκαιρία να επιστρέψει ως ερευνήτρια πλέον στην πατρίδα της και, με την ενεργή συμβολή - συμπόρευση του Τζον Χάλλιντεϋ, να κρούσει θύρες και να εξασφαλίσει μαρτυρίες μέχρι πρότινος αδιανόητες.
Απότοκος αυτής της εξαντλητικής εργασίας- διαδρομής, το μνημειώδες ανάγνωσμα «Μάο- Η άγνωστη ιστορία», ένα ανάγνωσμα που ο βιβλιογράφος Μάο Τσε-τουνγκ δεν θα επιθυμούσε επ΄ ουδενί να διαβάσει.
Οι Τσανγκ- Χάλλιντεϋ ξεκινούν από μια διαπίστωση τόσο αυτονόητη που να αγγίζει τα όρια της κοινοτοπίας. Δικτάτορες και, κατ΄ επέκτασιν, εγκληματίες τέτοιου μαζικού βεληνεκούς, όπως ο Χίτλερ, ο Στάλιν και ο Μάο, θα πρέπει να είναι εξαρχής θωρακισμένοι με μια διπλή ηθική- μια για τον εαυτό τους, μια για τους υπόλοιπους- που να τους επιτρέπει, αν όχι να διατηρούν την ψυχική τους ισορροπία (αυτή αμφισβητείται και για τους τρεις), τουλάχιστον να διοικούν με σιδηρά αποτελεσματικότητα. Παρότι δεν έχει νόημα να αποφανθούμε ποιος από τους τρεις κέρδισε το σκήπτρο στα εγκληματικά καλλιστεία, φαίνεται ότι ο πρόεδρος Μάο- που ευθύνεται, πέραν των άλλων, και για τον θάνατο 70 εκατομμυρίων ψυχών εν καιρώ ειρήνης- δικαιούται στατιστικά την τιμή. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει ότι ο νεαρός Μάο, γιος εύπορου χωρικού, ατίθασος δασκαλάκος και περιστασιακός δημοσιογράφος, ταύτιζε την ηθική του αντίληψη με το προσωπικό του συμφέρον. «Δεν συμφωνώ με την άποψη», έγραφε, «ότι για να είσαι ηθικός, πρέπει κίνητρο των πράξεών σου να είναι το όφελος κάποιου τρίτου [...]. Άνθρωποι σαν εμένα έχουν υποχρέωση μόνο στον εαυτό τους και καμιά υποχρέωση σε τρίτους». Αντίστοιχα ρηξικέλευθη είναι και η αντίληψη του νεαρού Μάο για τον θάνατο: «Η φύση έχει προικίσει τους ανθρώπους μ΄ ένα αίσθημα περιέργειας. Γιατί να ξεχωρίζουμε τον θάνατο; Δεν θέλουμε να δοκιμάζουμε παράξενα πράγματα; Ο θάνατος είναι το πιο παράξενο πράγμα απ΄ όλα και πώς μπορεί κανείς να τον δοκιμάσει εφόσον συνεχίζει και ζει; [...] Μερικοί τον φοβούνται, επειδή η αλλαγή έρχεται πολύ ξαφνικά. Αλλά εγώ τη θεωρώ καταπληκτική. Πού αλλού στον κόσμο μπορεί να βρει κανείς μια ανάλογα απίθανη και δραστική αλλαγή;». Βέβαια, τόσο... πρωτοποριακές απόψεις, ο Μάο δεν σκόπευε να τις εφαρμόσει στον εαυτό του. Τις προόριζε για τους άλλους- κι έμεινε πιστός στις ιδέες του με απαρέγκλιτη αναλγησία.
Ο 25χρονος Μάο (δεξιά) στη μοναδική φωτογραφία που τον απεικονίζει με τη μητέρα του. Η φωτογραφία τραβήχτηκε στο Τσάνγκσα το 1919, λίγο πριν από τον θάνατό της.
Η περίπτωση της 55χρονης σήμερα Γιουνγκ Τσανγκ, γνωστής ήδη στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό από τους σπαρακτικούς «Αγριόκυκνους» (Εστία 1997), είναι πολλαπλά αξιοσημείωτη. Μολονότι τα πρώτα βήματά της στη ζωή- Ερυθροφρουρός, κατά τη διάρκεια της διαβόητης «Πολιτιστικής επανάστασης», εργάτρια χαλυβουργίας και ηλεκτρολόγος- δεν προμήνυαν ότι θα κατάφερνε να ξεφύγει από το μίζερο πεπρωμένο εκατομμυρίων συμπατριωτισσών της, εκείνη, με όχημα τις σπουδές της κατόπιν στην αγγλική φιλολογία, εξασφάλισε μια υποτροφία από το πανεπιστήμιο του Γιορκ, μετανάστευσε το 1978 στη Μεγάλη Βρετανία και καταγράφηκε ως η πρώτη Κινέζα που απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα από αγγλικό πανεπιστήμιο. Την ευνόησε όμως εξίσου και το παλιρροϊκό κύμα της Ιστορίας. Η σιωπηρή «απομαοποίηση», που επιβλήθηκε σταδιακά αλλά σταθερά στην Κίνα από τον καιρό του Ντενγκ Σιάο-πινγκ (δίχως να ξεκρεμαστούν έως σήμερα τα μαοϊκά εικονίσματα), της έδωσε την ανεπανάληπτη ευκαιρία να επιστρέψει ως ερευνήτρια πλέον στην πατρίδα της και, με την ενεργή συμβολή - συμπόρευση του Τζον Χάλλιντεϋ, να κρούσει θύρες και να εξασφαλίσει μαρτυρίες μέχρι πρότινος αδιανόητες.
Απότοκος αυτής της εξαντλητικής εργασίας- διαδρομής, το μνημειώδες ανάγνωσμα «Μάο- Η άγνωστη ιστορία», ένα ανάγνωσμα που ο βιβλιογράφος Μάο Τσε-τουνγκ δεν θα επιθυμούσε επ΄ ουδενί να διαβάσει.
Οι Τσανγκ- Χάλλιντεϋ ξεκινούν από μια διαπίστωση τόσο αυτονόητη που να αγγίζει τα όρια της κοινοτοπίας. Δικτάτορες και, κατ΄ επέκτασιν, εγκληματίες τέτοιου μαζικού βεληνεκούς, όπως ο Χίτλερ, ο Στάλιν και ο Μάο, θα πρέπει να είναι εξαρχής θωρακισμένοι με μια διπλή ηθική- μια για τον εαυτό τους, μια για τους υπόλοιπους- που να τους επιτρέπει, αν όχι να διατηρούν την ψυχική τους ισορροπία (αυτή αμφισβητείται και για τους τρεις), τουλάχιστον να διοικούν με σιδηρά αποτελεσματικότητα. Παρότι δεν έχει νόημα να αποφανθούμε ποιος από τους τρεις κέρδισε το σκήπτρο στα εγκληματικά καλλιστεία, φαίνεται ότι ο πρόεδρος Μάο- που ευθύνεται, πέραν των άλλων, και για τον θάνατο 70 εκατομμυρίων ψυχών εν καιρώ ειρήνης- δικαιούται στατιστικά την τιμή. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει ότι ο νεαρός Μάο, γιος εύπορου χωρικού, ατίθασος δασκαλάκος και περιστασιακός δημοσιογράφος, ταύτιζε την ηθική του αντίληψη με το προσωπικό του συμφέρον. «Δεν συμφωνώ με την άποψη», έγραφε, «ότι για να είσαι ηθικός, πρέπει κίνητρο των πράξεών σου να είναι το όφελος κάποιου τρίτου [...]. Άνθρωποι σαν εμένα έχουν υποχρέωση μόνο στον εαυτό τους και καμιά υποχρέωση σε τρίτους». Αντίστοιχα ρηξικέλευθη είναι και η αντίληψη του νεαρού Μάο για τον θάνατο: «Η φύση έχει προικίσει τους ανθρώπους μ΄ ένα αίσθημα περιέργειας. Γιατί να ξεχωρίζουμε τον θάνατο; Δεν θέλουμε να δοκιμάζουμε παράξενα πράγματα; Ο θάνατος είναι το πιο παράξενο πράγμα απ΄ όλα και πώς μπορεί κανείς να τον δοκιμάσει εφόσον συνεχίζει και ζει; [...] Μερικοί τον φοβούνται, επειδή η αλλαγή έρχεται πολύ ξαφνικά. Αλλά εγώ τη θεωρώ καταπληκτική. Πού αλλού στον κόσμο μπορεί να βρει κανείς μια ανάλογα απίθανη και δραστική αλλαγή;». Βέβαια, τόσο... πρωτοποριακές απόψεις, ο Μάο δεν σκόπευε να τις εφαρμόσει στον εαυτό του. Τις προόριζε για τους άλλους- κι έμεινε πιστός στις ιδέες του με απαρέγκλιτη αναλγησία.
Εμμονή στα «παραδοσιακά» βασανιστήρια
Ο 25χρονος Μάο (δεξιά) στη μοναδική φωτογραφία που τον απεικονίζει με τη μητέρα του. Η φωτογραφία τραβήχτηκε στο Τσάνγκσα το 1919, λίγο πριν από τον θάνατό της.
Ίσως κάποιοι από εσάς, στα μαοϊκά σας νιάτα, να είχατε αποστηθίσει και μερικούς από τους εμπνευσμένους όσο και ψιλοσαχλούς στίχους του προέδρου Μάο. Είναι ευρέως γνωστό ότι ο Μεγάλος Τιμονιέρης διέθετε αστείρευτη ποιητική φλέβα. Έτσι ερμηνεύεται και η εμμονή του σε παραδοσιακά βασανιστήρια με ευρηματικά ευφημιστικά βαπτιστικά: «καθισμένος σε αναπαυτική καρέκλα», «βάτραχοι που πίνουν», «μαϊμούδες που κρατούν σχοινί», «ο άγγελος που χτυπά τις χορδές της κιθάρας» (εν προκειμένω, ο βασανιστής περνούσε ένα σύρμα στο πέος του θύματος μέχρι το αυτί του και μετά το χτυπούσε σαν χορδή). Σε χρόνια που οι πολιτικοί ηγέτες δεν δυναστεύονταν από την αδιάκριτη παρουσία της τηλεόρασης, άχαροι και αδέξιοι ρήτορες σαν τον Μάο δεν είχαν λόγο να ανησυχούν. Του ήταν υπεραρκετή η πειθώ του τρόμου. Στις ευφάνταστες μεθόδους για να προκαλέσει ανείπωτη οδύνη, προσθέστε και τις λιγότερο ευφάνταστες, όπως τη λιμοκτονία και την ισόβια καταναγκαστική εργασία. Δεν εξαιρούσε κανέναν. Ούτε τα παιδιά ούτε τις γυναίκες.
Τις τελευταίες τις έβλεπε σαν σκεύη ηδονής με ημερομηνία λήξης. Παντρεύτηκε τέσσερις και διατήρησε, ώς τα γεράματά του, αναρίθμητες παλλακίδες. Η δεύτερη σύζυγός του εκτελέστηκε από τους εθνικιστές νωρίς νωρίς, ενώ η τέταρτη, η περιβόητη αρτίστα Τζιανγκ Τσινγκ, μέλος της «Συμμορίας των Τεσσάρων», δήλωσε ευθαρσώς στο μεταμαοϊκό δικαστήριο: «Ήμουν ο σκύλος του Προέδρου Μάο. Όταν ο Πρόεδρος μου ζητούσε να δαγκώσω κάποιον, εγώ τον δάγκωνα». Η χήρα του Μάο, που αυτοκτόνησε το 1991, δεκαπέντε καταθλιπτικά χρόνια μετά τον θάνατο του συζύγου- αφεντικού της, πρόλαβε και δάγκωσε αμέτρητους. Ανάμεσά τους και τον «αναμορφωμένο» Ντενγκ Σιάο-πινγκ, που ανταπέδωσε το δάγκωμά της.
Ωστόσο, οι συγγραφείς του τόμου δεν μας αφήνουν να πιστέψουμε ότι ο Μάο Τσε-τουνγκ ήταν ένας φανατικός ιδεοληπτικός. Όπως οι περισσότεροι από τους δικτάτορες αυτού του διαμετρήματος, ο Μάο ήταν πραγματιστής και οπορτουνιστής. Με εντολή της Μόσχας- έως τον θάνατο του Στάλιν, το 1953, ήταν πιστός κι έμμισθός της κολαούζος- συμμάχησε με τον διάβολο, τους εθνικιστές του αιμοσταγούς Τσιανγκ Κάι-σεκ, με εντολή πάλι της Μόσχας ρίχτηκε κατόπιν εναντίον του, σε έναν από τους πιο μακροχρόνιους και «κανιβαλιστικούς» εμφυλίους πολέμους. Ίσως ήταν όμως και ο μόνος που ειλικρινά θρήνησε τον θάνατο του αντιπάλου του, το 1975, δικτάτορα πια της Ταϊβάν. Μη σας εκπλήσσει το παράδοξο. Όταν συνηθίσεις πλέον στον οσμή του αίματος, δεν σε πολυαπασχολεί η προέλευσή της. Μονάχα η αψάδα της.
Τις τελευταίες τις έβλεπε σαν σκεύη ηδονής με ημερομηνία λήξης. Παντρεύτηκε τέσσερις και διατήρησε, ώς τα γεράματά του, αναρίθμητες παλλακίδες. Η δεύτερη σύζυγός του εκτελέστηκε από τους εθνικιστές νωρίς νωρίς, ενώ η τέταρτη, η περιβόητη αρτίστα Τζιανγκ Τσινγκ, μέλος της «Συμμορίας των Τεσσάρων», δήλωσε ευθαρσώς στο μεταμαοϊκό δικαστήριο: «Ήμουν ο σκύλος του Προέδρου Μάο. Όταν ο Πρόεδρος μου ζητούσε να δαγκώσω κάποιον, εγώ τον δάγκωνα». Η χήρα του Μάο, που αυτοκτόνησε το 1991, δεκαπέντε καταθλιπτικά χρόνια μετά τον θάνατο του συζύγου- αφεντικού της, πρόλαβε και δάγκωσε αμέτρητους. Ανάμεσά τους και τον «αναμορφωμένο» Ντενγκ Σιάο-πινγκ, που ανταπέδωσε το δάγκωμά της.
Ωστόσο, οι συγγραφείς του τόμου δεν μας αφήνουν να πιστέψουμε ότι ο Μάο Τσε-τουνγκ ήταν ένας φανατικός ιδεοληπτικός. Όπως οι περισσότεροι από τους δικτάτορες αυτού του διαμετρήματος, ο Μάο ήταν πραγματιστής και οπορτουνιστής. Με εντολή της Μόσχας- έως τον θάνατο του Στάλιν, το 1953, ήταν πιστός κι έμμισθός της κολαούζος- συμμάχησε με τον διάβολο, τους εθνικιστές του αιμοσταγούς Τσιανγκ Κάι-σεκ, με εντολή πάλι της Μόσχας ρίχτηκε κατόπιν εναντίον του, σε έναν από τους πιο μακροχρόνιους και «κανιβαλιστικούς» εμφυλίους πολέμους. Ίσως ήταν όμως και ο μόνος που ειλικρινά θρήνησε τον θάνατο του αντιπάλου του, το 1975, δικτάτορα πια της Ταϊβάν. Μη σας εκπλήσσει το παράδοξο. Όταν συνηθίσεις πλέον στον οσμή του αίματος, δεν σε πολυαπασχολεί η προέλευσή της. Μονάχα η αψάδα της.
Ο Μάο με την Γκουέι-γιουάν, την τρίτη σύζυγό του, το 1937. Η Γκουέι-γιουάν γρήγορα τον εγκατέλειψε και πήγε στη Ρωσία. Για το υπόλοιπο της ζωή της υπέφερε από αλλεπάλληλους νευρικούς κλονισμούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου