Τρίτη, Ιανουαρίου 01, 2008

Το πόρισμα του Αργυρίου

Το πόρισμα του Αργυρίου
Της Μικέλας Χαρτουλάρη mxart@dolnet.gr
Αλέξανδρος  Αργυρίου
Αλέξανδρος Αργυρίου
Οκτώ τόμοι σε επτά χρόνια! Η Ιστορία της Ελληνικής Λογοτεχνίας με όλους τους συγγραφείς και τα έργα που έχουν συζητηθεί κατά τον 20ό αιώνα. Το μεγάλο εγχείρημα του 86χρονου σήμερα Αλέξανδρου Αργυρίου ολοκληρώθηκε με την κυκλοφορία και των δύο τελευταίων τόμων του (Καστανιώτης). Έτσι διαθέτουμε πλέον το απόλυτο εργαλείο για τη λογοτεχνία μας και την πρόσληψή της «στα χρόνια του Μεσοπολέμου, 1918-1940», στους «δύστηνους καιρούς 1941-44», στα «χρόνια του ετεροκαθορισμένου Εμφυλίου Πολέμου 1945-49», στα «χρόνια της επισφαλούς Δημοκρατίας 1950-56», στα «χρόνια της αυτοσχέδιας ανάπτυξης 1957-63», και τέλος «όταν η Δημοκρατία δοκιμάζεται, υπονομεύεται και καταλύεται 1964-74». Αλλά και «μέχρι τις ημέρες μας», αφού η εικόνα που προκύπτει αγκαλιάζει μια πολύ ευρύτερη περίοδο: από τη σύσταση του κράτους το 1830 μέχρι το 2006. Όσο για το ιδιαίτερο στίγμα αυτής της Ιστορίας, δίνεται από τους ίδιους τους τίτλους: είναι ο συσχετισμός των λογοτεχνικών γεγονότων και των αισθητικών τάσεων με τα εθνικά και πολιτικά γεγονότα και τα ιδεολογήματα της κάθε εποχής- κάτι που δείχνει την αριστερή τοποθέτηση του συγγραφέα της. Διότι για τον Αργυρίου η Λογοτεχνία είναι ένα ιστορικό γεγονός. Πάνω της εκφράζονται οι μεγάλες ρήξεις με την κρατούσα νοοτροπία αλλά και ο αγώνας να διαμορφωθούν συνειδήσεις... Ωστόσο αυτή τη φορά, στην εισαγωγή των τόμων Ζ΄ και Η΄, ο Αργυρίου εμφανίζεται κάπως πικραμένος επειδή η δουλειά του δεν κρίθηκε με τους όρους που έθεσε. Διότι αντίθετα απ΄ ό,τι συμβαίνει με τις άλλες- αφηγηματικές- Ιστορίες της Λογοτεχνίας (λ.χ. του Μάριο Βίτι), η δική του ανάγνωση έχει μια διάσταση καταγραφής (με τεράστιο όγκο πληροφοριών), δεν είναι διαχρονική και δεν προβάλλει μόνο τα δεσπόζοντα πρόσωπα και γεγονότα. Η πρωτοτυπία της έγκειται στο ότι καθρεφτίζει την εικόνα της ελληνικής λογοτεχνίας στα μάτια των συγχρόνων της μέσα από πλήθος παραθεμάτων, και από την άλλη δεν κάνει άμεσες αξιολογήσεις. Είναι με αυτήν την έννοια πιο αντικειμενική χωρίς ωστόσο να είναι ουδέτερη, αφού οι πληροφορίες που δίνει ο Αργυρίου ακονίζουν την κριτική ματιά του αναγνώστη του. Όταν λ.χ. καταγράφει την κηδεία του Βάρναλη το 1974, λέγοντας ότι «στο φέρετρό του ακούμπησε όλη η ΚΝΕ», θυμίζει ότι υπήρχε ένα πανό που έγραφε «Ο ποιητής του προλεταριάτου» παρά το γεγονός ότι «ο όρος “προλεταριάτο” απαντά στο έργο του μόνο μία φορά»! Τέτοια έμμεσα σχόλια πλημμυρίζουν τις σελίδες του και μας προϊδεάζουν για την έκπληξη που θα ακολουθήσει: την προσωπική αποτίμηση του Αργυρίου σε ξεχωριστό τόμο!
Υπάρχει ένα ενδιαφέρον πόρισμα στο κλείσιμο τούτης της Ιστορίας: ότι οι παλιές αυθεντίες εξακολουθούν να κρατούν τα σκήπτρα. Ο Αργυρίου σχολιάζει χαρακτηριστικά: «Οι νεωτερικοί συγγραφείς του Μεσοπολέμου εξακολουθούν να δεσπόζουν στις συνειδήσεις των νεοτέρων. Κάποτε δεν πρέπει να προχωρήσουμε;
Ήδη είναι αργά»! Πράγματι στους τόμους Ζ΄ και Η΄ παρακολουθούμε συγγραφείς που γεννήθηκαν ώς το 1942 και εμφανίστηκαν στα γράμματα ώς το 1974, παρακολουθούμε έργα πολυσυζητημένα όπως η Νυχτερίδα του Τσίρκα (1965), το Λάθος του Σαμαράκη, το Ζ του Βασιλικού (1966), τα Ρέστα του Ταχτσή (1972) ο Λοιμός του Φραγκιά (1972) το Συναξάρι του Ανδρέα Κορδοπάτη του Βαλτινού (1972) κ.ά., τη λογοτεχνική κίνηση ή τα κρατικά βραβεία, τις συλλήψεις ανθρώπων των γραμμάτων από τους συνταγματάρχες, το φαινόμενο της «σιωπής» κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας και «την απροσδόκητη σύμπνοια λογοτεχνών που κατά την Κατοχή ανήκαν σε αντίθετες ιδεολογικές όχθες», την κίνηση των 18 Κειμένων με τους «φιλελεύθερους συγγραφείς που ενεργούσαν ως στρατευμένοι», τις προσπάθειες της χούντας (λ.χ. με τη δημοσίευση της Ανθολογίας του Αποστολίδη) να πείσει την Ευρώπη ότι το πνεύμα ήταν ελεύθερο στην Ελλάδα, το περιοδικό «Η Συνέχεια» που εκδόθηκε το 1973 «ως αντίλογος στα κυβερνητικά μέτρα κατά των Ανώτατων Σχολών» κ.ο.κ. Κι όμως η αξιολόγηση των μεταπολεμικών πεζογράφων και ποιητών παραμένει ακόμα ανοιχτή, μου έλεγε προχθές ο Αργυρίου. Και κατέληγε πως ενώ υπάρχουν αναστήματα που αναδείχθηκαν στα χρόνια 1964-74, ενώ θεωρεί υπερβολικό να υποκλινόμαστε μόνο στην παρέα του Σεφέρη, το τελικό του συμπέρασμα είναι παρ΄ όλα αυτά ότι «η χρυσή δεκαετία της ελληνικής λογοτεχνίας δεν είναι άλλη από τη δεκαετία του ΄30. Διότι από εκεί κατάγονται όλοι».
Ο Αλέξανδρος Αργυρίου ετοιμάζει και τα Απομνημονεύματά του παράλληλα με τον κριτικό Απολογισμό της (νεο)ελληνικής λογοτεχνίας. Στο ένα βιβλίο θα διαβάσουμε τα της πορείας του (μια γεύση υπάρχει στο «Αντί» της 7/12 όπου κάνει αποκαλύψεις για τα Δεκεμβριανά ως αυτόπτης μάρτυρας) καθώς και το παρασκήνιο των λογοτεχνικών πραγμάτων- συμπλήρωσε άλλωστε 60 χρόνια ως κριτικός. Στο άλλο βιβλίο έχει ήδη προχωρήσει στην αξιολόγηση του δεσπόζοντος κλίματος της κάθε γενιάς και χωριστά των εμβληματικών μορφών της. «Εδώ κάνω μια ανα-θεώρηση των συγγραφέων, μιλάω ακόμα και για τα αδύνατα ποιήματα του Σεφέρη (όπως η “Απόφαση της λησμονιάς”) ή άλλων. Όμως ποτέ ως αυθεντία...». Ποιοι λοιπόν θα γίνουν «κλασικοί» από τους μεταπολεμικούς; Μόνο υποθέσεις μπορώ να κάνω, αλλά νομίζω ότι θα επιβιώσει το έργο των: Σαχτούρη, Αναγνωστάκη, Δημουλά, Λεοντάρη, Τσίρκα, Φραγκιά, Κοτζιά (σε κάποιο βαθμό), Αλεξάνδρου, Χειμωνά, Βασιλικού».
Τα Νέα, 29/12/07

Δεν υπάρχουν σχόλια: