ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ
Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
Η πόρτα του δωματίου ανοιχτή
Μπαίνω μέσα
Αφουγκράζομαι
Σιωπή και μόνο σιωπή
Χαϊδεύω τα σεντόνια
Και έχω την αίσθηση
Πως το σώμα σου έχει γίνει ένα μ’ αυτά
Ύστερα ξαπλώνω στο πάτωμα
Και προσπαθώ να βρω τις πατημασιές σου
Που άφησαν το αποτύπωμά τους
Δεν βρίσκω τίποτα
Σα να μην πατούσες
Σα να ’σουν αερικό
Σκόνη
Φύσημα του αέρα
Σύννεφο των περασμένων χρόνων
Κι όταν σηκώνομαι να φύγω
Στον καθρέφτη του λουτρού
Κολλημένο ένα μικρό καθρεφτάκι
Και μέσα του το πρόσωπό σου
Το σώμα σου
Η λεπτομέρεια από ένα σβησμένο γέλιο σου
Το ξεκολλώ και το φιλώ
Μέχρι να θαμπώσει
Και να με πάρει μαζί του
Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΠΕΘΑΜΕΝΩΝ
Αργά το απόγευμα
Οι πεθαμένοι μαζεύονται
Στην πλατεία για να τηλεφωνήσουν
Στους δικούς τους
Κρατάνε σφιχτά την κάρτα
Και στέκονται στη σειρά
Έξω από τον τηλεφωνικό θάλαμο
Οι περαστικοί που τους βλέπουν
Μονολογούν : «Από πού ήρθατε πάλι εσείς
γέμισε μετανάστες η πόλη»
Κι αυτοί μ’ ένα μουρμουρητό τούς απαντούν:
«Δεν είμαστε εμείς μετανάστες
μεταστάντες είμαστε».
Μεταστάντες.
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
Δωροδοκώ τον χρόνο
Και τον παρακαλώ να γυρίσει προς τα πίσω
Σε κείνο το καλοκαίρι του ’60
Που συναντιόμαστε όλοι μαζί στην παραλία
Με τ’ άσπρα βότσαλα
Ανοίγαμε το πολύχρωμο τραπεζομάντιλο
Και βάζαμε τα καρπούζια και τα πεπόνια
Ήταν όλοι εκεί:
Ο πατέρας, η μητέρα, ο Γιάννης, η κ. Ελένη
Ο Γιώργος, τα κορίτσια
Τώρα κάποιοι έφυγαν
Άλλοι διαβήκανε τη θάλασσα
Η παραλία γέμισε σκουπίδια
Δωροδοκώ τον χρόνο υποσχέσεις
Να μιλήσει στο χτες
Να δεχθεί το σήμερα
Γιατί όταν περνώ από τον δρόμο
Η παραλία είναι γεμάτη ίσκιους
Που μου κουνούν τα χέρια τους
Σα να μου λένε :
«Έλα και συ
____________Λεωνίδας Κακάρογλου
______________________
| ||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου