Σάββατο, Ιανουαρίου 26, 2019

Γκόμενα-Χρόνος-Χρήμα: μια μαθηματική θεωρία

Nuvola apps bookcase.png Ετυμολογία

γκόμενα < βενετική gomena (παλαμάρι)
εναλλακτικά, από γκόμενος < ιταλική gommeno < γαλλική gommeux (όμορφος νεαρός)
εναλλακτικά, παραφθορά από το αγγλικό woman

Nuvola apps edu languages.png Προφορά

ΔΦΑ : /ˈgɔ.mɛ.na/

Open book 01.svg Ουσιαστικό

γκόμενα θηλυκό
  1. (λαϊκό ή χυδαίο) η κοπέλα με την οποία κάποιος/α έχει ερωτικές σχέσεις
  2. (λαϊκό ή χυδαίο) η ωραία γυναίκα

Nuvola apps noatun.png Συγγενικές λέξεις

Πηγή:  el.wiktionary.org


Δεν υπάρχουν σχόλια: