Δευτέρα, Ιουλίου 09, 2018

 Φουζιτά-Πικάσο: Τα «τρελά χρόνια»



ΤΗΣ ΒΕΡΑΣ ΠΑΥΛΟΥ, ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΡΙΑΣ


259544_10151006740637169_582456566_oΣτην αριστερή όχθη του Σηκουάνα, στο μουσείο Μαγιόλ, εκτίθενται έως 15 Ιουλίου, ταυτόχρονα με την έκθεση για την Γκουέρνικα, τα έργα του Leonard Tsuguharu Foujita, Ιάπωνα καλλιτέχνη (1886-1968) με γαλλική υπηκοότητα, με αφορμή τα πενήντα χρόνια από τον θάνατό του. Η έκθεση με τίτλο «Ζωγραφίζοντας στα Τρελά Χρόνια» εκτός από έργα του 1913-1931 περιλαμβάνει μοναδικά κινηματογραφικά ντοκουμέντα της εποχής, καθώς και φωτογραφίσεις του από τον André Kertész. Γιος στρατιωτικού γιατρού, γόνος μεγάλης ιαπωνικής φατρίας, ήρθε σε επαφή με τα γαλλικά από μικρός, με όνειρo το Παρίσι. Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Τόκυο. Το 1913 φτάνει στην Γαλλία μετά από 45 μέρες ταξιδιού με καράβι και το πρώτο πρόσωπο με το οποίο έρχεται σε επαφή στο ατελιέ του είναι ο Πικάσο. Γίνονται φίλοι.
Αρκετά κοινά κατ’ αρχήν. Βρίσκονται και οι δύο ανάμεσα σε δυο κουλτούρες. Μούσες έμπνευσης για το έργο τους οι γυναίκες και ο έρωτας. Αντισυμβατικοί, ο καθένας με τον τρόπο του. Συναναστρέφονται την αβάν γκάρντ της παγκόσμιας καλλιτεχνικής μητρόπολης της εποχής στα καφέ, του Μοντπαρνάς. Επηρεάστηκαν βαθιά από τον πόλεμο, αν και με διαφορετικό τρόπο.
 Εκκεντρικός ο Φουζιτά, δημιουργεί την δική του προσωπική μυθολογία.Το 1917 αφήνει την αρραβωνιστικιά του στο Τόκιο, που ήταν επιλογή του πατέρα του, και παντρεύεται στο Παρίσι τη Φερνάντ Μπάρευ, μεγάλο στήριγμα στην πορεία του. Προχωρά στην πρώτη του έκθεση του με εκατό ακουαρέλες, σε πολλές από τις οποίες απεικονίζεται η ίδια. Ο μεγάλος του έρωτας όμως υπήρξε η Λουσί Μπαντιού, η επονομαζόμενη Γιούκι, την οποία ερωτεύτηκε παράφορα το 1922 για την υπέροχη λευκότητα του δέρματός της. Την ονόμαζε «λευκό χιόνι». Μαζί θα ζήσουν τα χρόνια του ΄20, με χορούς, μεταμφιέσεις, ξενύχτια, παρέα με τους Σουτίν, Μοντιλιάνι, Ζαντκίν. Οι πίνακές του αναπαριστούν τη μούσα του: «Η Γιούκι και η γάτα», «Τρεις γυναίκες», «Γυμνή ξαπλωμένη», «Οι δύο φίλες».
Ο τρόπος με τον οποίο ο Φουζιτά σχετίζεται με τις γυναίκες δείχνει να είναι αντίρροπος ως προς εκείνον του Πικάσο. Ευγενικός, κατακτητής και απόλυτα κυρίαρχος ο δεύτερος. Ευαίσθητος, ανασφαλής, βαθιά σημαδεμένος από τις απώλειες στη ζωή του ο πρώτος. Έχοντας χάσει τη μητέρα του στα πέντε του μόλις χρόνια, δείχνει να την αναζητά παντού. Και τη βρίσκει στη λευκότητα την οποία με απαράμιλλο τρόπο και με μία μοναδική τεχνική που δεν γνωρίζει κανείς, εναποθέτει ως φόντο σε όλα του τα έργα. Ένα λευκό ανάλαφρο, διάφανο, οπαλίζον, πρόσωπα και σώματα μαργαρώδη, «λευκότητα του γάλακτος» -nyuhakushoku στα ιαπωνικά- τεχνική άγνωστη στη δύση όπου το λευκό είναι αδιαπέραστο.
Αυτό το μαγικό φόντο παραπέμπει σε ένα είδος «δέρματος», πρώτη αισθητηριακή επαφή του μικρού του ανθρώπου με τη μητέρα. Η μετουσίωση στα έργα του και κυρίως στις μεγάλες τοιχογραφίες δείχνει να δίνει πίσω κάτι από αυτή την πρώτη χαμένη επαφή, καθώς στη ζωή του κάτι επαναλαμβάνεται διαρκώς από την απώλεια.
Η Γιούκι διατηρεί παράλληλη σχέση με τον συγγραφέα Ρομπέρ Ντεσνός και αποφασίζει να ζήσει μαζί του. Το γεγονός αποτελεί τομή στη ζωή του. Το 1931 της αφήνει ένα γράμμα μαζί με την διαχείριση των έργων του και, προς έκπληξη όλων, μεταναστεύει στην Λατινική Αμερική με τη νεαρή χορεύτρια Μαντλέν Λεκέρ. Εκείνη πεθαίνει ξαφνικά πολύ νέα το 1936, ενώ βρίσκονται στην Ιαπωνία. Άλλο μεγάλο πλήγμα. Παντρεύεται την Kimiyo, μια Γιαπωνέζα κλασσικής ομορφιάς. Το 1939 επιχειρεί να επιστρέψει στη Γαλλία αλλά ο πόλεμος τον οδηγεί στην Ιαπωνία έως το 1950, που επανέρχεται οριστικά στο Παρίσι, με τη γυναίκα του.
Το έργο του, πολύπλευρο επίσης. Ζωγραφική, μεγάλα πανό, διακόσμηση εκκλησιών, γκραβούρες, κοστούμια και ντεκόρ για μπαλέτα, διακοσμητικά αντικείμενα σε ξύλο.
Πορτρέτα: οι γυναίκες, οι αυτοπροσωπογραφίες, τα παιδιά που δεν απέκτησε ποτέ. Αλλά και οι γάτες, τα τοπία, οι νεκρές φύσεις αποτελούν μοναδικό συνδυασμό στοιχείων ανατολικής και δυτικής τεχνικής. Επηρεασμένος από τον κυβισμό, στα πρώτα του έργα συνθέτει στοιχεία από τον ιταλικό πριμιτιβισμό, τις αρχαϊκές ελληνικές γραμμές και τις ινδοασιατικές που γνωρίζει στο Λούβρο, συνδυάζοντάς τα με τον εξωτισμό της ανατολής (Χορός σε ηφαίστειο, Γυναίκα όρθια, Ο χορός). Οι δικές του γραμμές, μοναδικής καλλιγραφικής φινέτσας, με τη χρήση της ιαπωνικής μελάνης σούμι, καθιστούν το έργο του πολύ ιδιαίτερο.
Μεγάλο μέρος της δημιουργίας αποτελούν τα πανό με τα οποία του ζητούνταν να διακοσμήσει χώρους όπως το Ιαπωνικό σπίτι στην Cité Universitaire Internationale στο Παρίσι. Τελευταίο μεγάλο έργο του, το 1966-67, ο διάκοσμος της εκκλησίας «Η Παναγία της Ειρήνης» στην Reimς. Σημαίνον με το οποίο κλείνει τη ζωή και το έργο του: στα ιαπωνικά το όνομά του σημαίνει «εκείνος που φέρνει την ειρήνη»…
Στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο κατατάχθηκε στον Ερυθρό Σταυρό ενώ παραδόξως κατά τον δεύτερο παγκόσμιο βρέθηκε στην Ιαπωνία. Ως γιος στρατιωτικού επιστρατεύτηκε να συντονίσει την «ζωγραφική του πολέμου» για το μεγάλο σχέδιο της Ιαπωνίας, τραυματικό γεγονός για κείνον για το οποίο λοιδορήθηκε. Το 1967 γράφει σε σημειωματάριο ότι θα ’θελε να είχε ζωγραφίσει τα πτώματα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και ότι ποτέ δεν ζωγράφισε κανέναν στρατηγό παρά μόνο δυστυχισμένους στρατιώτες.
Το έργο του, σε σχέση με το έντονο, γεμάτο ορμή και χρώμα έργο του Πικάσο, αναδύει λεπτότητα, πυκνότητα, σιωπηρή δύναμη και την ανεπαίσθητη θλίψη της απουσίας. Εκ-κεντρικός, ex-centrique σημαίνει έκκεντρος προς το εγώ. Όπως ο ίδιος αναφέρει για την απομάκρυνσή του από την Ιαπωνία, την οποία κουβαλά μέσα του ως αίσθηση: «Αγαπώ πολύ το Τόκιο, αλλά το να είμαι στο Παρίσι μου δίνει την απόσταση που μου χρειάζεται για να με καταλάβω».
Γιατί μελετάμε το έργο των καλλιτεχνών υπό το πρίσμα των πρώτων τους βιωμάτων; Στα όρια της καλλιτεχνικής δημιουργίας που μετουσιώνει κάτι από το ψυχικό σε έργο τοποθετημένο στο κοινωνικό πεδίο υπό το βλέμμα του θεατή, βρίσκουμε κάτι από τον εαυτό μας και από μοτίβα που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο διαπερνούν τη ζωή μας και αποτελούν κινητήρια δύναμή μας.

Σχετική εικόναFoujita Biography


Léonard Tsuguharu Foujita (藤田 嗣治 Fujita Tsuguharu, November 27, 1886 – January 29, 1968) was a Japanese–French painter and printmaker born in Tokyo, Japan, who applied Japanese ink techniques to Western style paintings. He has been called "the most important Japanese artist working in the West during the 20th century". His Book of Cats, published in New York by Covici Friede, 1930, with 20 etched plate drawings by Foujita, is one of the top 500 (in price) rare books ever sold, and is ranked by rare book dealers as "the most popular and desirable book on cats ever published".
Immediately after graduating secondary school, Foujita wished to study in France, but on the advice of Mori Ōgai (his father's senpai military physician) he decided to study western art in Japan first.
In 1910, when he was twenty-four years old Foujita graduated from what is now the Tokyo National University of Fine Arts and Music. His paintings during the period before he moved to France were often signed "Fujita", rather than the anglicized "Foujita" which he later adopted.
Three years later he went to Montparnasse in Paris, France. When he arrived there, knowing nobody, he met Amedeo Modigliani, Pascin, Chaim Soutine, andFernand Léger and became friends with Juan Gris, Pablo Picasso and Henri Matisse. Foujita claimed in his memoir that he met Picasso less than a week after his arrival, but a recent biographer, relying on letters Foujita sent to his first wife in Japan, clearly shows that it was several months until he met Picasso. He also took dance lessons from the legendary Isadora Duncan.
Foujita had his first studio at no. 5 rue Delambre in Montparnasse where he became the envy of everyone when he eventually made enough money to install a bathtub with hot running water. Many models came over to Foujita's place to enjoy this luxury, among them Man Ray's very liberated lover, Kiki, who boldly posed for Foujita in the nude in the outdoor courtyard. Another portrait of Kiki titled "Reclining Nude with Toile de Jouy," shows her lying naked against an ivory-white background. It was the sensation of Paris at the Salon d'Automne in 1922, selling for more than 8,000 francs. In 2013, the painting sold at Christie's in New York for $1,205,000.
His life in Montparnasse is documented in several of his works, including the etching A la Rotonde or Café de la Rotonde of 1925/7, part of the Tableaux de Paris series published in 1929.

Foujita's first marriage was to Tomiko Tokita (鴇田登美子 Tokita Tomiko, also called Tomi Tokita), a school teacher in a girls' school in Chiba Prefecture. They were married in 1912, the year before Foujita left for Paris. They divorced in 1916.

In March 1917 in the Café de la Rotonde, Foujita met a young lady by the name of Fernande Barrey. At first, she totally ignored Foujita's efforts to engage her in conversation. However, early the next morning, Foujita showed up at Fernande's place with a bluecorsage he had made overnight. Intrigued, she offered him a pot of tea and they were married 13 days later.
Within a few years, particularly after his 1918 exposition, he achieved great fame as a painter of beautiful women and cats in a very original technique. He is one of the few Montparnasse artists who made a great deal of money in his early years. By 1925, Tsuguharu Foujita had received the Belgian Order of Leopold and the French government awarded him the Legion of Honor.
In 1918, a trip to the south of France was organized by the Polish poet Léopold Zborowski, who had the idea that his artist-friends could sell pictures there to rich tourists. Foujita and his wife went along as did Soutine, Modigliani with his lover, Jeanne Hébuterne. The trip was not, however, a success and the group had to survive on the advances that Foujita had obtained from his Paris dealer. By the time the final reckoning arrived even those funds had run out, and their landlord, ignoring the offers of pieces of art, confiscated all their baggage in lieu of payment.
In 1921, he became involved with Lucie Badoul, whom he called Oyuki, or "Rose Snow". She would become his third wife. The relationship ended when she became the lover, then the wife of the surrealist poet Robert Desnos.

After the breakup of his third marriage, and his flight to Brazil in 1931 (with his new love, Mady), Foujita traveled and painted all over Latin America, giving hugely successful exhibitions along the way. In Buenos Aires, Argentina, 60,000 people attended his exhibition, and more than 10,000 queued up for his autograph. In 1932 he contributed a work to the Pax Mundi, a large folio book produced by the League of Nations calling for a prolonged world peace. However, by 1933 he was welcomed back as a minor celebrity to Japan where he stayed and became a noted producer of militaristic propaganda during the war. For example, in 1938 the Imperial Navy Information Office supported his visit to China as an official war artist.

Foujita left Japan after the war. Today, his works can be found in the Bridgestone Museum of Art and in the Museum of Contemporary Art in Tokyo, and more than 100 in the Hirano Masakichi Art Museum in Akita.
After the Second World War, painter Yasuo Kuniyoshi opposed Tsuguharu Foujita's art show at the Kennedy Galleries. Yasuo labelled Foujita a fascist, imperialist, and expansionist.

On his return to France, Foujita converted to Catholicism. He was baptised in Reims Cathedral on 14 October 1959, with René Lalou (the head of the Mumm champagne house) as his godfather and Françoise Taittinger as his godmother. This is reflected in his last major work,at the age of 80, the design, building and decoration of the Foujita Chapel in the gardens of the Mummchampagne house in Reims, France, which he completed in 1966, not long before his death.

Tsuguharu Foujita died of cancer on January 29, 1968, in Zürich, Switzerland and was interred in the Cimetière de Villiers-le-Bâcle, Essonne département, France. In 2003, his coffin was reinterred at the Foujita Chapel under the flagstones in the position he originally intended when constructing the chapel.

Δεν υπάρχουν σχόλια: