Παρασκευή, Μαΐου 04, 2018

Και όλα αυτά που θες δεν ανήκουν παρά στα χρώματα, στα πουλιά της νύχτας όταν η νύχτα σε κάνει γυναίκα


Léo Ferré¨: "Tout ce que tu veux"


 Et tout ce que tu veux n'appartient qu'aux couleurs
Aux oiseaux de la nuit quand la nuit te fait femme
Au vent qui reverdit sous l'arche de la peur
A la mer qui rougit et qui fourbit ses armes

Aux marins qui ressemblent aux enfants de la mer
A cette herbe exaucée qu'on dit du pain des hommes
A la dune qui croit que le sable c'est elle
Alors qu'il n'appartient qu'aux amants qui l'effacent

Aux chansons de ces ports où l'on ne va jamais
Aux ombres dans les soirs qui se prennent pour toi
Aux passions des insectes dans les slows de l'été
Aux raisons de l'amour que les fous te proposent

A la folie consciente et barrée au feu rouge
Au vert qui s'habitue à voir d'outre saison
Aux désordres passés dans la machine à songes
A l'oubli de te regarder dans ton vison

Au rien qui te fait toi quand tu ne crois en rien
A ces chants de la nuit à l'agonie des choses
A l'ombre que j'emploie à tant t'illuminer
Au mal qui fout sa gueule au fond d'un poudrier

Et tout ce que je veux n'appartient qu'aux jardins
A la fleur qui ressemble à la fleur que j'invente
Aux parfums de la nuit qui me prennent la main
Pour te cueillir là-bas quand ta marée fermente

A moi qui t'apparais comme une source vive
A l'avion qui s'en va dire un chapelet morse
A carême dedans ton ventre et ses coursives
Quand la tempête te ranime et t'invective

Au silence du temps qui compte tes silences
A la musique ténébreuse de la chance
A cette huile qui coule au fond de l'habitude
A ton savoir contraint devant la lassitude

A ces bas que tu tires en haut des privilèges
A la pudeur inscrite en bas de ta culotte
A ce tissu violé par mes doigts de violettes
A ton jardin ouvert la nuit pour mes emplettes

Au canevas surpris dans ta chambre en dentelle
Au coeur de ce triangle où coule l'isocèle
A la géométrique envie de t'empaler
A la mouette qui te mange à la marée

Et tout ce que tu veux n'appartient qu'aux enfants
A la rue aux lumières douces de l'envie
Aux chagrins inventés par un pli de vertu
Au vice généreux qui t'habille et te plie

Au sourire de Dieu qui s'en va dans ta tête
A ta main qui remonte au-delà de la fête
Au rire exténué des mirages partis
Au sommeil qui te prend dans le fond de ton lit

Aux pratiques du geste aux façons de salir
A la blancheur têtue au soir qui te fait belle
A tes cris en allés vers des ombres fidèles
A ce rien qui t'embarque et qui te fait pâlir

A tout ce qui n'est tout qu'au fond de l'habitude
A ce rien qui te fait princesse ou misérable
A cette remontée du fond de la pâleur
Quand le printemps remet de l'ordre dans ta fleur

A ces halètements d'une chambre d'hôtel
A cette voie lactée où tu te sens mouillée
A ces cris de la fin qui n'en finira pas
A tout ce que tu veux qui n'appartient qu'à toi
 ____________________________


Λεό Φερέ : "Όλα αυτά που θες"

Και όλα αυτά που θες δεν ανήκουν παρά στα χρώματα
Στα πουλιά της νύχτας όταν η νύχτα σε κάνει γυναίκα
Στον αέρα που ξαναπρασινίζει κάτω από την αψίδα του φόβου
Στη θάλασσα που κοκκινίζει και γυαλίζει τα όπλα της

Στους ναύτες που μοιάζουν με τα παιδιά της θάλασσας
Σε αυτή τη χλόη που εισακούει στο ψωμί των ανθρώπων
Στον αμμόλοφο που νομίζει πως είναι ο ίδιος η άμμος
Ενώ αυτή δεν ανήκει παρά στους εραστές που τη διαγράφουν

Στα τραγούδια εκείνων των λιμανιών όπου δεν πάμε ποτέ
Στις σκιές που περνιούνται για σένα τα βράδια
Στα πάθη των εντόμων στα σλόου τραγούδια του καλοκαιριού
Στα επιχειρήματα από έρωτα που οι τρελοί σου προβάλλουν

Στη συνειδητή τρέλα και απαγορευμένη με φανάρι κόκκινο
Στο πράσινο που συνηθίζει να βγαίνει ανεξαρτήτως εποχής
Στις συγχύσεις που πέρασαν στο μηχανισμό των ονείρων
Στη λήθη τού να σε κοιτώ χωμένη μέσα στο βιζόν σου

Στο τίποτα που γίνεσαι όταν δεν πιστεύεις σε τίποτα
Σε αυτές τις ωδές της νύχτας για την αγωνία των πραγμάτων
Στη σκιά που χρησιμοποιώ μέχρι να σε φωτίσω
Στο κακό που χώνει τη μουσούδα του στον πάτο μιας πουδριέρας

Και όλα αυτά που θες δεν ανήκουν παρά στους κήπους
Στο άνθος που μοιάζει με το άνθος που επινοώ
Στα αρώματα της νύχτας που πιάνονται χέρι χέρι
Για να σε πάρουν εκεί μακριά όταν αναβράζει η παλίρροιά σου

Σε μένα που σου φαίνομαι μια ζωντανή πηγή
Στο αεροπλάνο που εξαφανίζεται αφήνοντας ένα κομπολόι σήματα
Στη σαρακοστή εντός της κοιλιάς σου και των εντέρων σου
Όταν η θύελλα σε ανασταίνει και σε λοιδορεί

Στη σιωπή του χρόνου που μετρά τις δικές σου σιωπές
Στη σκοτεινή μουσική της τύχης
Σε αυτό το λάδι που στάζει κατά βάθος από συνήθεια
Στη βεβιασμένη γνώση που ακολουθεί την κούρασή σου

Σε αυτά τα ευτελή που εξυψώνεις σε προνόμια
Στην αιδώ που εγγράφεται χαμηλά στο εσώρουχό σου
Σε αυτό το ύφασμα που παραβιάζουν τα βιολετιά μου δάχτυλα
Στον κήπο σου που είναι ανοιχτός τη νύχτα για τα ψώνια μου

Στον έκπληκτο καμβά μέσα στο δαντελένιο σου δωμάτιο
Στην καρδιά αυτού του τριγώνου όπου γλιστράει το ισοσκελές
Στη γεωμετρική επιθυμία να σε καρφώσω
Στον γλάρο που σε τρώει στην παλίρροια

Και όλα αυτά που θες δεν ανήκουν παρά στα παιδιά
Στο δρόμο με τον απαλό φωτισμό της επιθυμίας
Στις λύπες που επινοήθηκαν από ένα τσαλάκωμα αρετής
Στη γενναιόδωρη ακολασία που σε τυλίγει και σε λυγίζει

Στο μειδίαμα του Θεού που τρυπώνει στο μυαλό σου
Στο χέρι σου που υψώνεται πέρα από τον εορτασμό σου
Στο εξασθενημένο γέλιο των περασμένων αυταπατών
Στον ύπνο που σε παίρνει μες στον ουρανό των κρεβατιών

Στις πρακτικές του νεύματος στους τρόπους του λερώματος
Στην πεισματική λευκότητα στο μαύρο που σε κάνει όμορφη
Στις κραυγές σου όταν περνάς αλέες με τρομαχτικές σκιές
Σε αυτό το τίποτα που σε καταλαμβάνει και σε χλομιάζει

Σε όλα αυτά που κατά βάθος δεν είναι παρά από συνήθεια
Σε αυτό το τίποτα που σε κάνει πριγκίπισσα ή ελεεινή
Σε αυτή την ανάβαση από τα βάθη της χλομάδας σου
Όταν η άνοιξη ξαναβάζει τάξη στο άνθος σου

Σε αυτά τα λαχανιάσματα ενός δωματίου ξενοδοχείου
Σε αυτόν τον γαλαξία όπου αισθάνεσαι υγρή
Σε αυτές τις κραυγές του τέλους που δεν θα έχει τέλος
Σε όλα αυτά που θες που δεν ανήκουν παρά σε σένα

Πηγή μετάφρασης: poeticanet.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: