Πέμπτη, Ιουλίου 27, 2017

https://www.thepressproject.gr/photos/%CE%BD%CE%B5%CE%BF%CF%861500363766.jpgΗ ψυχοπαθολογική θεολογία του Νεοφιλελευθερισμού

του Αντώνη Ανδρουλιδάκη
Πηγή:  ThePressProject
 
Τι κοινό έχει άραγε ο θάνατος της 62χρονης εργαζόμενης στην καθαριότητα στο Δήμο Ζωγράφου, με την αυτοκτονία της 42χρονης απλήρωτης εργαζόμενης από τα Γιαννιτσά και το θανατηφόρο δυστύχημα ενός 23χρονου διανομέα; Τι κοινό έχουν, πέρα από τον αδόκητο θάνατο τους εξ’ αιτίας των συνθηκών ή των παραμέτρων της εργασίας στο πλαίσιο της καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας; Τι κοινό έχουν, πέρα από τη δικαιολογημένη οργή των απλών ανθρώπων ενάντια στη βία της μισθωτής εργασίας και στις αδιανόητες συνέπειες της; Μοιάζει να μην έχουν κανένα άλλο κοινό. Απλά, άνθρωποι της «διπλανής πόρτας», καταβάλλουν, με την ίδια τη ζωή τους, μέρος του τιμήματος για την απρόσκοπτη λειτουργία της βαρβαρότητας που παριστάνει την οργανωμένη οικονομί
Κι’ όμως, παρά τους θανάτους, αυτούς και εκατομμύρια άλλους σ’ όλο τον πλανήτη, το σύστημα προσπερνάει την απώλεια της ζωής περίπου σαν να πρόκειται για φυσικό φαινόμενο ή σπεύδει να εντοπίσει την ευθύνη στην απερισκεψία, στην απροσεξία, στην επιπολαιότητα ή και στη ψυχική βλάβη των ίδιων των θυμάτων. Και εκατομμύρια άνθρωποι σπεύδουν να υιοθετήσουν τις απόψεις αυτές που ταυτίζουν την ανάγκη για επιβίωση του εργαζόμενου με μια περίπου ανήκεστο βλάβη. Η φτώχεια είναι απόδειξη ατομικής ανικανότητας πλουτισμού, θα σου πουν οι νεοφιλελεύθεροι. Η φτώχεια είναι αποτέλεσμα ατομικής ανεπάρκειας, θα δηλώσουν οι πεφωτισμένοι υποστηριχτές της εκ γενετής εξασφαλισμένης «αριστείας».Κι’ όλο αυτό μοιάζει απόλυτα λογικό. Λες και μ' έναν παράδοξο τρόπο οι τόσες τοξικές εμπειρίες ενώ αθροίζονται δεν προκαλούν,για κάποιους ανθρώπους,τίποτα άλλο παρά ένα συναισθηματικό-γνωστικό μοτίβο, ένα φίλτρο κατανόησης, έναν τρόπο να καταλαβαίνουν τα πράγματα, ένα χάρτη-οδηγό ζωής - ίσως κι έναν Πολιτισμό, με την έννοια αυτή- που αν και είναι σε ατομικό επίπεδο εξαιρετικά δυσλειτουργικός, αν και προκαλεί πόνο, είναι εν τέλει άνετο και οικείο. Δηλαδή, μόνον εντός αυτού του Σχήματος οι άνθρωποι έχουν τη «σωστή» αίσθηση, αλλιώς βρίσκονται κάπως έξω από τα νερά τους. Πρόκειται για ό,τι θα ορίζαμε ως Νεοφιλελεύθερη Συναισθηματική Αναστολή. Δηλαδή, μια ψυχοπαθολογία που ενδύεται-αναπληρώνεται από το προσωπείο μιας ιδεολογίας και παριστάνει μάλιστα τη ψυχική υγεία.

Ο Νεοφιλελεύθερος τύπος ανθρώπου,είναι σφιγμένος συναισθηματικά και έχει υπερβολικές αναστολές στο να εκφράσει τα συναισθήματα του, εκτός αν πρόκειται για τη φθονερή επικριτικότητα του. Το κυρίως πρόβλημα εντοπίζεται στην έκφραση της τρυφερότητας του, όπου είναι μάλλον άτονος παρά συναισθηματικός και περισσότερο αυτοελεγχόμενος παρά αυθόρμητος. Τις πιο πολλές φορές συγκρατεί τυχόν εκφράσεις ζεστασιάς και φροντίδας, δίνοντας περισσότερο αξία στον αυτοέλεγχο παρά στην οικειότητα. Το ζήτημα του Ελέγχου είναι κορυφαίας σημασίας γι’ αυτόν, ακριβώς γιατί φοβάται ότι αν αφήσει έστω και ελάχιστα ελεύθερα τα συναισθήματα του μπορεί να χάσει εντελώς τον έλεγχο. Συχνά μάλιστα,ο υπερβολικός έλεγχος επεκτείνεται και στους σημαντικούς άλλους, στο περιβάλλον του ατόμου ή ακόμη ευρύτερα στο κοινωνικό περιβάλλον. Κι έτσι, στην περίπτωση αυτή, το νεοφιλελεύθερο πρόταγμα για «λιγότερο κράτος», για «λιγότερη κοινωνία» δηλαδή, δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά η έκφραση της βαθιάς ασυνείδητης ανάγκης για περισσότερο ατομικό έλεγχο. Στη ρίζα της νεοφιλελεύθερης κουλτούρας βρίσκεταιη καταδίκη του αυθορμητισμού, καθώς το κυρίαρχο πολιτισμικό σχήμα δίνει τεράστια αξία στον αυτοέλεγχο. Και αυτός ο αυτοπεριορισμός δεν μπορεί, εν τέλει, παρά να παράγει ένα απόθεμα ανέκφραστου και αδυσώπητου θυμού που κάνει τους ανθρώπους εχθρικούς, μνησίκακους και μερικές φορές απάνθρωπους.

Πως συστήνεται-στοιχειοθετείται-συγκροτείται όμως αυτό το κυρίαρχο πολιτισμικό σχήμα του ανελέητου αυτοελέγχου και από πού αντλεί την καταλυτική του ισχύ στη συγκρότηση της νεοφιλελεύθερης προσωπικότητας-κοινωνίας;

Η γυναίκα που εργάζεται στην καθαριότητα μέχρι τα 62 της χρόνια ή ο διανομέας που τρέχει να προλάβει τις παραδόσεις που του έχει αναθέσει το αφεντικό του,  σύμφωνα με το αξιακό σύστημα του νοεφιλελέθερου, βρίσκονται σε μια μάχη με τον χρόνο, προσπαθώντας να υπηρετήσουν τον αδήριτο κανόνα της παραγωγικότητας της εργασίας. Και βέβαια, η Παραγωγικότητα της Εργασίας είναι ένας οικονομικός όρος. Μπορεί να παρουσιαστεί με τη μορφή του λόγου Π/Ε, όπου Π = συνολική ποσότητα προϊόντος και Ε = συνολική ποσότητα της χρησιμοποιούμενης εργασίας.

Μια απλή μαθηματική συνάρτηση βρε αδερφέ, στον αριθμητή τα φράγκα και στον παρονομαστή -όπως πάντα- οι άνθρωποι.Στον ελάχιστο παρονομαστή οι άνθρωποι.Γιατί στην τελική, ο χρόνος είναι χρήμα! Και άρα, δεν πρέπεινα υπολογίζει κανείς μονάχα αυτά που κερδίζει, αλλά και το κόστος ευκαιρίας. Δηλαδή, μία ώρα εργασίας πάνω στο μηχανάκι του διανομέα ή μία ώρα εργασίας της 62χρονης καθαρίστριας μετριέται όχι μόνο με την απόδοση της, για τη συγκεκριμένη ώρα εργασίας, αλλά και με αυτό που ο εργοδότης χάνει ή θα μπορούσε να κέρδιζε αν η εργασία ήταν περισσότερο  αποδοτική. Δεν συζητάμε βέβαια για την απώλεια αν ο εργαζόμενος «λουφάρει», «τεμπελιάζει» ή ακόμη κι αν ξεκουράζεται. Η απώλεια του χρόνου ως χρηματικής αξίας μοιάζει αδιανόητη. Κι εδώ ακριβώς, καθώς μια παράμετρος της ζωής όπως ο χρόνος,  αποκτά φετιχιστικά χαρακτηριστικά, μπορεί κανείς να αρχίσει να υποψιάζεται τις θεολογικές ρίζες του προβλήματος. Γιατί, πως αλλιώς θα μπορούσε να αποθεώνεται ένας κατ’ εξοχήν παράλογος συλλογισμός που ταυτίζει το χρόνο με το χρήμα, μετατρέποντας την ίδια την ανθρώπινη ζωή σε μια αξία χρήσης, παρά μόνο αν κατάφερνε να ενδυθεί το μανδύα μιας μεταφυσικής αυθεντίας, άσχετα αν ομολογείται ή όχι κάτι τέτοιο. Η φαντασιωσική θέσμιση του χρόνου ως χρήμα, έχει τέτοια ισχύ στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση ακριβώς επειδή αντλεί την ισχύ της κάπου έξω από τον άνθρωπο, σαν να πρόκειται για μια θεόσταλτη εντολή. Μια θεόσταλτη εντολή απόλυτα βέβαια συμβατή με την πυρηνική ανάγκη ελέγχου. Γιατί ο χρόνος μας,  ο χρόνος που μας δίνεται σ’ αυτή τη ζωή, το διάστημα δηλαδή ανάμεσα στη γέννηση και στο θάνατο μας, είναι, με την έννοια αυτή, μια πίστωση! Μια πίστωση που μας προσφέρει ο καλός θεούλης. Και η ίδια η ανθρώπινη ζωή δεν είναι τελικά τίποτα περισσότερο παρά μια ευκαιρία να κερδίσουμε κάνοντας καλή χρήση της πίστωσης αυτής. Ο Θεός είναι ένας τραπεζίτης που μας ανοίγει έναν λογαριασμό, μια πίστωση, κι εμείς οφείλουμε να εκμεταλλευτούμε με την εργασία μας. Κι αν ο Θεός είναι τραπεζίτης, τότε εύκολα και ο τραπεζίτης γίνεται θεός.

[.......................]

 Συνεχίστε την ανάγνωση του κειμένου εδώ:

Η ψυχοπαθολογική θεολογία του Νεοφιλελευθερισμού

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μια αλλιώτικη Καθαρή Δευτέρα στην τουρκοκρατούμενη Ήπειρο

  Η ΚΑΘΑΡΗ ΔΕΥΤΕΡΑ Διήγημα του  Χρήστου Χρηστοβασίλη (1862-1937) Ήμουν τότε παιδί όχι πλειότερο από οχτώ χρονών και μαθήτευα στον παπα-Αντ...