ΟΝΟΜΑΧΙΑ
Δυο γάδαροι μαλώνανε σε ξένον αχυρώνα,
δίνουν κλοτσές
συχνές πυκνές,
χαλούν τον κόσμ’ απ’
τις φωνές,
δαγκάνει ένας τ’ αλλουνού τ’ αυτιά και τη σαγόνα.
― Ποιος σου ’δωσε την άδεια δω μέσα να πατήσεις;
φωνάζει ο
μαυριδερός·
και απαντά ο
σταχτερός:
― Και συ με τι δικαίωμα ήρθες να με συγχύσεις;
Κι ενώ μπροστά τους είχανε πίτουρα και κριθάρι,
άχυρο, βίκο και
σανό,
στήσαν καυγά
αληθινό,
και δεν τολμά κανένας τους ούτε μεζέ να πάρει...
Κι απ’ τον πολύ το θόρυβο ο νοικοκύρης φτάνει·
κρατάει ρόπαλο γερό,
χωρίς να χάσει δε
καιρό
τα δυο πλευρά τους μαλακά σαν την κοιλιά τους κάνει.
............................
Τους φίλιωσε η δυστυχιά, η πίκρα, το φαρμάκι,
ένας τον άλλον
χαιρετά,
λένε πως ήσαν
χωρατά,
κι επήραν τον κατήφορο και τρώνε θυμαράκι...
Δημήτριος Γρ.
Kαμπούρογλους (1852-1942)*, "Στίχοι και μύθοι διά τα παιδιά", Bιβλιοπωλείον της
«Eστίας», 1904.
*ΔΕΙΤΕ ΕΡΓΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου