Τετάρτη, Δεκεμβρίου 23, 2009

Η ΑΤΑΚΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


[........]

Ανακαλώ αυτούς τους τριάντα-κάτι, σαράντα-παρά, που θαύμασα. Φέρουν αρετές των γονιών τους: αγαπούν τα γράμματα, εκτιμούν τη μόρφωση, μιλούν στον πληθυντικό και είναι οικείοι, εκπέμπουν θέρμη μεσογειακή. Και είναι μοντέρνοι, ταχείς, οξείς, κοσμοπολίτες, ακομπλάριστοι, τρυφεροί και ευάλωτοι, αγαπούν τη γειτονιά και την πατρίδα τους, είναι υπερήφανοι για ό,τι είναι, δεν τους ακούω να μυκτηρίζουν και να βαρηγκομούν, να φθονούν ό,τι δεν είναι. Εκπέμπουν ζεστασιά και ευθραστότητα, μαζί με μια σιγαλή, υπόκωφη δύναμη. Με εγκαρδιώνουν αυτά τα Ελληνόπουλα. Είναι η Ελλάδα που αξίζει να ζεις.

Παράλληλα φυτρώνουν μέσα μου άλλες εικόνες, από άλλες Ελλάδες. Ανθρωποι που μιλούν διαρκώς για μπίζνες και επενδύσεις, λεφτά, ακίνητα, που η πνευματικότερη συζήτησή τους ξεκινά και καταλήγει στο κουτσομπολιό, που κομπάζουν για την ισχύ και την επιρροή τους, που λοιδωρούν την πατρίδα τους την άξεστη και καθυστερημένη αναμασώντας αγγλολεβαντίνικα, αυτοί που νομίζουν ότι ο Κάλβος είναι ρεστωράν στα βόρεια προάστια, αυτοί που χτίζουν σπιταρώνες αισθητικής Ντουμπάι, αυτοί που οργίζονται με τους “προνομιούχους” δημοσίους υπαλλήλους, ενώ κρύβουν τα πλούτη τους σε οφ-σορ.

Ασύμπτωτοι Ελληνες. Γυρνώ πάλι το βλέμμα μου, λαίμαργα, με προσδοκία, στους ανθρώπους της προκοπής και της μόρφωσης, της τέχνης και της δημιουργικότητας. Κουβαλούν μια υπερμοντέρνα Ελλάδα, ανήσυχη, κινητική, αγωνιώσα, φιλοπερίεργη, αισιόδοξη· τα έργα τους, η αισθητική τους, η παιδεία τους δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από ανάλογα του Μιλάνου, του Βερολίνου ή του Μανχάταν. Θα διέπρεπαν παντού. Επέλεξαν να είναι εδώ, σε αυτή τη λοιδωρούμενη πατρίδα, πατρίδα άνεργη και πτωχευμένη, πατρίδα ξιπασμένη και κουρελού. Γιατί; Δεν μπορώ εύκολα να πω γιατί. Κατά καιρούς, φίλοι της διασποράς, φίλοι του μέσα-έξω, μού απάντησαν φευγαλέα και μεταφυσικά, κάπως έτσι: Γιατί αυτό το “κάτι” που είμαστε εξακολουθεί να υπάρχει…Γιατί το φως, το εκτυφλωτικό φως πάνω απ’ όλα, ακόμα και πάνω από τη γλώσσα…Το φως και η φυσικότητα, η ευελιξία των σωμάτων στο χώρο…

Ξέρω, αυτά τα λόγια, ειπωμένα από στόμα ποιητή, δεν απαντούν πλήρως στο «γιατί εδώ;» Αλλά πάλι, μήπως αυτό που λείπει σήμερα, στη βαρύθυμη, αυτοπεριφρονούμενη και απαισιόδοξη Ελλάδα, μήπως λέω, είναι αυτό το ποιητικό πλήρες, το διαφεύγον “κάτι που είμαστε και εξακολουθεί να υπάρχει”; Το φως, η γλώσσα, η φυσικότητα, η συμφιλίωση με ό,τι είμαστε, τα χαμόγελα, τα ανυπόκριτα βλέμματα, η πανταχού παρούσα αύρα αγάπης, το sublime το ένυλο, το τόσο σωματικό και καθημερινό, όσα συνάντησα στο καθαριστήριον Κρίνος/Lilium, Θερμοπυλών και Μεγ. Αλεξάνδρου γωνία;

Αυτή η σιγαλή Ελλάδα μάς κουβαλά στους ώμους της.

Απόσπασμα από το εξαιρετικό κείμενο του Νίκου Γ. Ξυδάκη
"Μια σιγαλή Ελλάδα μάς κουβαλάει". που δημοσιεύτηκε στην
Καθημερινή της Κυριακής (20/12/09) , με αφορμή τη νέα
έκθεση φωτογραφίας στην γκαλερί Lilium* στο Μεταξουργείο.


* Ελισάβετ Μωράκη "Lilium". Φωτογραφία. Μέχρι 23/12.
Καθαριστήριο Ο Κρίνος, Μεγ. Αλεξάνδρου 70 & Θερμοπυλών, Μεταξουργείο.

Καθημερινά 12 μ-8 μ.μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: