Τρίτη, Σεπτεμβρίου 02, 2008

Ανεπιθύμητοι συμπολίτες;


Ανεπιθύμητοι συμπολίτες;

του ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ ΜΗΤΑΦΙΔΗ,
δημοτικού συμβούλου στο Δήμο Θεσσαλονίκης

«Στη Θεσσαλονίκη φαίνεται ότι ο γενικός κανόνας ήταν η σιωπή και η ‘‘ουδετερότητα’’… αφού σπάνια εντασσόταν στο ίδιο εθνικό μαρτυρολόγιο η εξόντωση των Εβραίων της Ελλάδας … Το μεγαλύτερο έγκλημα των Ναζί σε βάρος των Ελλήνων δεν καταγράφηκε ως τέτοιο», γράφει ο ιστορικός Γ. Μαργαρίτης στο εξαιρετικό του βιβλίο «Ανεπιθύμητοι συμπατριώτες».
Αυτό το «γενικό κανόνα» της αποσιώπησης εφάρμοσε κατά γράμμα η εθνικιστική πλειοψηφία του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης, που αρνήθηκε να εντάξει την πόλη μας στο «Δίκτυο Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών της Ελλάδας, περιόδου 1940-45», περιφρονώντας ομόφωνη απόφαση του Δ. Σ. του «Δικτύου», με την οποία, στις 12/12/06, θεώρησε τη Θεσσαλονίκη «αυτοδικαίως» μέλος του.
Θα ήταν ανάξια ακόμα και σχολιασμού τα γελοία «επιχειρήματα» που επιστράτευσε η δεξιά διοίκηση του Δήμου Θεσσαλονίκης για να δικαιολογήσει την κατάπτυστη απόφασή της, αν δεν έφερναν στην επιφάνεια τα άλυτα προβλήματα ένταξης των Εβραίων και της εξόντωσής τους στη συλλογική εθνική μνήμη και ιδιαίτερα στην ιστορία της πόλης.
Μια εξαιρετική προσπάθεια «αναστοχασμού» αυτών των προβλημάτων έγινε στην ημερίδα που πραγματοποίησε το Μάιο του 2005 ο Τομέας Πολιτικής Κοινωνιολογίας και Συγκριτικής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, σε συνεργασία με την Ψυχιατρική Κλινική του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης με θέμα:" Άουσβιτς. Το γεγονός και η μνήμη του. Ιστορικές, Κοινωνικές και Πολιτικές Όψεις της Γενοκτονίας". Οι αναγνώστες της ΑΥΓΗΣ ήδη γνωρίζουν για το συλλογικό τόμο με τις ανακοινώσεις της ημερίδας από την παρουσίασή του στις ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ (30-6-08) από τη Ρένα Δούρου.
Όπως επισημαίνει στο εισαγωγικό του κείμενο ο Άλκης Ρήγος, στη χώρα μας η διεθνής τάση «αναθεώρησης» της Ιστορίας εκδηλώνεται με το «σχιζοφρενικό παράδοξο μιας ιδιότυπης νεοελληνικής σιωπής: σε μια κοινωνία που επιμένει να θεωρεί την ιστορία της ανοιχτό διακύβευμα, που φωναστεί αυτάρεσκα με ηχηρές λέξεις για την αδιάλειπτη ιστορική της συνέχεια, τους ανεπανάληπτους ηρωισμούς των τέκνων της, τη μοναδικότητα της πολιτιστικής της ακτινοβολίας…οι πολιτικοί εκφραστές – διαχειριστές της κλείνουν ή υποχρηματοδοτούν ιδρύματα ιστορικής έρευνας, πολτοποιούν αρχεία, καίνε πανηγυρικά φακέλους, ξεχνούν να γιορτάσουν το τέλος του μεγάλου αντιφασιστικού πολέμου –μόνοι αυτοί σε όλη την Ευρώπη-, δε στέλνουν καν έναν εκπρόσωπό τους στην πανευρωπαϊκή πορεία μνήμης για τους κρατούμενους του Άουσβιτς, ενώ ούτε ένα τηλεοπτικό συνεργείο, έστω ένας δημοσιογράφος, δεν κάλυψε το γεγονός».
Σ’ αυτή την «υγειονομική ταφή της ιστορικής μνήμης», όπως τη χαρακτηρίζει ο Χάγκεν Φλάισερ, θα πρέπει να προσθέσουμε και την πολτοποίηση το 1975 υλικού των αρχείων του Εθνικού Γραφείου Εγκλημάτων Πολέμου – είχε προηγηθεί το 1959 η αμνήστευση δια νόμου των ναζιστών εγκληματιών και των δωσίλογων, προς δόξαν της «εθνικής συμφιλίωσης». Οι τελευταίοι, όχι μόνον δεν τιμωρήθηκαν όπως τους άξιζε, αλλά και συμμετείχαν στη διαρπαγή των εβραϊκών περιουσιών. Αντίθετα, από τις 600 αγωγές που κατέθεσαν επιζώντες του Ολοκαυτώματος για την επιστροφή των ακινήτων τους, δικαιώθηκαν μόνο 30!
Η απώθηση της εβραϊκής γενοκτονίας στα «αζήτητα» της εθνικής μνήμης εκφράζεται και από ένα «απλό» γεγονός που επισημαίνει ο Δημοσθένης Δώδος στην ανακοίνωσή του «Η Θεσσαλονίκη προς τον 20ο αιώνα: το τέλος της ανεκτικής πόλης». Από όλους όσοι είχαν διατελέσει βουλευτές και ζούσαν την περίοδο της Κατοχής, δύο εκτελέστηκαν από τους Ναζί: ο Δαβίδ Σουλάμ και ο Μισέλ Καζές, βουλευτές Θεσσαλονίκης. Μέχρι σήμερα ούτε η πόλη που εκπροσώπησαν ούτε και η Βουλή δεν τους έχουν αποτίσει τον οφειλόμενο φόρο τιμής.
Το Ολοκαύτωμα δεν αφορά μόνον τα θύματα και το «τραύμα» τους. Αντίθετα, αντλώντας τα οικουμενικά διδάγματα από τις θηριωδίες των Ναζί, πρέπει να μεταμορφώσουμε τα αθώα θύματά τους σε ένα αδιαπέραστο τείχος απέναντι στην επανάληψη της ανείπωτης αυτής φρίκης. Έτσι το σύνθημα «ποτέ πια!» θα πάψει να είναι μια απλή ευχή ή μια συναισθηματική διακήρυξη σε ένα πλανήτη που παραμένει αιματοκυλισμένος από σφαγές. Το κείμενο αυτό γράφεται τη μέρα που, πριν 65 χρόνια, στις 18/8/1943, έφτανε η τελευταία «φουρνιά» Εβραίων συμπολιτών μας στο Άουσβιτς. Μια λέξη – «κλειδί» που οφείλει να αναχθεί, όπως τονίζει η Οντέτ Βαρόν-Βασάρ σε «συμβολική μνήμη ενάντια σε κάθε προκατάληψη, ξενοφοβία και ρατσισμό. Η μνήμη του Άουσβιτς δεν προσβάλλεται, όταν γίνεται εμβληματική όλων των θυμάτων του ρατσισμού. Αντίθετα, μόνον τότε βρίσκει το πλήρες νόημά της και τιμάται πραγματικά».
Όσο για την ιερόσυλη απόφαση–μπούμερανγκ της δεξιάς Διοίκησης του Δήμου Θεσσαλονίκης θα αρκούσε να επαναλάβουμε την αποστομωτική απάντηση της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης προς το δήμαρχο Β. Παπαγεωργόπουλο: «Η Θεσσαλονίκη έχει δυστυχώς το «προνόμιο» να αναγνωρίζεται παγκοσμίως de facto και de jure ως η πιο μαρτυρική και τραγική πόλη της Ελλάδας. Αυτό δεν αλλάζει με καμιά απόφαση οιασδήποτε επιτροπής ή οιουδήποτε. Η ιστορία δεν αλλάζει και τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους». Μια ιστορία, θα προσθέταμε, χωρίς τις πλαστές συνέχειες και βολικές αποσιωπήσεις των εθνικιστών, που κατασκευάζουν μια εικόνα για το παρελθόν η οποία εξυπηρετεί μόνο τους ολέθριους μεγαλοϊδεατισμούς τους για το μέλλον.
Οι πολίτες της Θεσσαλονίκης όχι μόνον πρέπει να απαιτήσουν την ανάκληση της επονείδιστης αυτής απόφασης, αλλά και να κηρύξουν «ανεπιθύμητους» τους σημερινούς «άρχοντες» της πόλης που την έχουν βουλιάξει στα οικονομικά σκάνδαλα και την έχουν καταδικάσει σε ιστορική αμνησία.

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΑΥΓΗ, «ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ», 31/8/08

ΔΥΟ ΑΝΤΙΦΑΤΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
[Επιμέλεια Γεροντάκου]

1.Αντιγράφω από το κείμενο του Γιώργου Βαφόπουλου
"Το παραμύθι της Θεσσαλονίκης" , από το αφιέρωμα της Νέας Εστίας
του 1985 , με αφορμή της συμπλήρωση 23 αιώνων αδιάλειπτης ζωής της πόλης:

" [...]Και μέσα στις δύσκολες εκείνες μέρες (σ.σ. της Κατοχής) συνέβηκε ένα
άλλο φοβερό γεγονός, που είχε τον αντίκτυπό του στη μοίρα της Θεσσαλονίκης.
Ήταν η σύλληψη, η εκτόπιση και κατόπι το φριχτό θανάτωμα των 50.000
Εβραίων της Θεσσαλονίκης.
Είναι ανάγκη να ειπωθεί ότι η παλιά αντιπάθεια που χώριζε τους Έλληνες
από τους Εβραίους, τον καιρό της Τουρκοκρατίας, είχεν εντελώς εκλείψει.
Οι Εβραίοι, λαός ζωντανός και εφυής, πολύ γρήγορα είχαν αντιληφθεί ότι
η μοίρα τους είχε ταυτισθεί με τη μοίρα των Ελλήνων. Και το συμφέρον τούς
δημιούργησε την ανάγκη της προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα.
Και μ' όλη τη διαφορά στη θρησκεία και μ' όλες τις παλιές προκαταλήψεις,
είχε προχωρήσει, κατά κάποιον τρόπο, η "αφομοίωση". Οι νέοι Εβραίοι
μάθαιναν τώρα την ελλληνική γλώσσα, συμφοιτούσαν με Έλληνες στα
σχολεία, εισχωρούσαν μέσα στην ελληνική κοινωνική ζωή. Μερικοί
δικηγορούσαν στα Δικαστήρια. Άλλοι είχαν καταλάβει δημόσιες
και δημοτικές θέσεις. Ως και γάμοι ακόμα είχαν πραγματοποιηθεί
μεταξύ των δύο στοιχείων.
Κι όταν στη γερμανική Κατοχή οι θλιβερές πομπές
των δυστυχισμένων εκείωνων Εβραίων περνούσαν για τελευταία φορά
τους δρόμους της Θεσσαλονίκης , ανάμεσα στις άγριες κουστωδίες των "Ες- Ες",
οι Έλληνες στεκόντανε άφωνοι στα πεζοδρόμια , με την καρδιά θλιμμένη.
Δεν μπορούσαν τίποτε να κάμουν γι' αυτούς τους ταλαίπωρους συμπατριώτες,
που ξέρανε καλά ότι τους χώριζε απ' αυτούς ο θάνατος.[..]"
***
2. Αντιγράφω από το βιβλίο του Mark Mazower
"Θεσσαλονίκη , πόλη των φαντασμάτων", εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2004 (σελ. 524-527).

α/[...] Μία αισθητικός ονόματι Εύη Π. ήταν ανάμεσα σε δεκάδες άλλους που πήγαν κατευθείαν στους Γερμανούς. Επισκέφθηκε τα γραφεία του Διοικητή της Βέρμαχτ και ενημέρωσε -στα γερμανικά- κάποιον Κουν ότι "σπούδασα στη σχολή αισθητικής της Βιέννης για τρία χρόνια με υποτροφία Χούμπολτ και πήρα το δίπλωμά μου με έπαινο. Θα ήθελα να σας υποβάλω το αίτημά μου για ένα από τα καταστήματα που άφησαν οι Εβραίοι. Προτείνω είτε το Τσιμισκή 107 (που ανήκε προηγουμένως στον Χαΐμ Μάνο) είτε το Ερμού 33 (που ανήκε στην Γκρέτα Αλμαλέχ)". Τρεις μέρες αργότερα ο Κουν της ανέθεσε το κατάστημα της οδού Τσιμισκή, και δύο άντρες τη συνόδεψαν ως εκεί για να εκτιμήσουν το ακίνητο και τα υπάρχοντά του.[''']

β/ "[...] Το φθινόπωρο του 1943 το όλο ζήτημα της "βρόμικης ιστορίας που εκτυλίσεται γύρω από τις εβραϊκές ιδιοκτησίες", όπως την αποκάλεσε ένα στέλεχος της ΥΔΙΠ, ήταν πια κοινό μυστικό μέσα στην πόλη. Μονάχα 160 ιδιοκτησίες είχαν παραδοθεί στους μεσεγγυούχους που είχε υποδείξει η ΥΔΙΠ. Μερικοί πρόσφυγες από τις πόλεις της βουλγαρικής ζώνης είχαν ευνοηθεί: 296 από την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, 242 από την πατρίδα του (σ.σ. έλληνα αξιωματούχου)Σιμωνίδη , τις Σέρρες, και 169 από τη Δράμα , σύμφωνα με τους φακέλους της ΥΔΙΠ. Αλλά η μεγάλη μάζα βέβαια των προσφύγων δεν είχε δει κανένα όφελος. Γερμανοί αξιωματικοί και γερμανικές εταιρείες είχαν δημεύσει κτίρια πότε για δικό τους όφελος, πότε όχι. Άλλα είχαν πάει στους Έλληνες πράκτορές τους ή σε Έλληνες που οι δικές τους περιουσίες είχαν επιταχθεί.
Τα έσοδα από τις πωλήσεις των εβραϊκών καταστημάτων χρηματοδοτούσαν τους χαφιέδες, τους διερμηνείς και τις δωσιλογικές πολιτοφυλακές που τρομοκρατούσαν την πόλη. Η Ένωσις Φίλων του Χίτλερ- που είχε μέλη της τοπικούς δημοσιογράφους, επιχειρηματίες και αξιωματικούς της χωροφυλακής- απέκτησε νέα γραφεία΄η Βουλγαρική Λέσχη έλαβε εξήντα ακίνητα. Ο συνεργάτης των Γερμανών Περικλής Νικολαΐδης έλαβε τέσσερα καφενεία πρώην εβραϊκών συμφερόντων, όπου έστησε χαρτοπαικτικές λέσχες και καζίνα, και αγόρασε σε τιμή ευκαιρίας το συνοικισμό Βαρόνου Χιρς , που τώρα 'ηταν "έρημος και σιωπηλός", τον κατεδάφισε και πούλησε τα μπάζα αποκομίζοντας μεγάλο κέρδος. Ο Λάσκαρης Παπαναούμ, που αργότερα αποσύρθηκε και έζησε ήσυχα στη Δυτική Γερμανία, ανταμείφθηκε, για τη βοήθειά του στον εντοπισμό Εβραίων που κρύβονταν, με το μεγαλύτερο βυρσοδεψείο των Βαλκανίων, καθώς και με το μαγαζί του Ζακ Τζούντα στην Εγνατία, το ιχθυοπωλείο του Ναρ και το κατάστημα Αμίρ και Μεβορά στην οδό 28ης Οκτωβρίου 57.
Οι Γερμανοί έβγαλαν επίσης σε πλειστηριασμό τις άδειες κατεδάφισης των άλλων εξωτερικών εβραϊκών συνοικισμών- του 151 και της Καλαμαριάς στ' ανατολικά, του Ρεζί Βαρδάρ και της Αγίας Παρασκευής στα δυτικά-, ενώ πολλά στρέμματα στις παρυφές της πόλης μετατράπηκαν σε μπάζα και χάρβαλα. Στους καταλόγους της ΥΔΙΠ, απέναντι από πέντε μπακάλικα κι ένα καπνοπωλείο εβραϊκών συμφερόντων, ένα στέλεχος της υπηρεσίας σημείωσε : "Άπαντα τα εν τω Συνοικισμώ 151 ευρισκόμενα καταστήματα κατεδαφίσθησανα' Η ίδια σημείωση συνόδευε τις δεκαέξι ιδιοκτησίες- μανάβικα, τσαγκαράδικα, γαλατάδικα, ταβέρνες, ένα κουρείο κι ένα φαρμακείο- που ήταν καταγραμμένες σ' ένα δρόμο του συνοικισμού Χιρς. Έτσι, τα κτίρια που είχαν αφήσει πίσω τους οι εκτοπ[ισμένοι Εβραίοι αντάμειψαν τους τοπικούς δωσιλόγους. "Στη Θεσσαλονίκη ήταν πασίγνωστπ", δήλωσε ένας δωσίλογος δημόσιος υπάλληλος μετά τον πόλεμο, "ότι πολλοί άνθρωποι σώθηκαν από τον Μέρτεν και τον επαινούσαν, γιατί τους έδωσε ισραηλιτικές περιουσίες".[...]

Δεν υπάρχουν σχόλια: